Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Ενότητα 11Συγγενικές σχέσειςΣυνάντηση Τηλέμαχου - Οδυσσέα«Αλλιώτικος φαντάζεις τώρα, ξένε, παρότι πριν· ......................... Tότε τους συνεπήρε και τους δυο του θρήνου ο ίμερος* Ομήρου Οδύσσεια, ραψωδία π (μετάφρ. Δημήτρης Μαρωνίτης) *παρειές: μάγουλα Με τι θα ασχοληθούμε:
Ώρες με τη μητέρα μουΗ μαμά μου ήταν πάντα ξεχωριστή. Με τον μπαμπά παντρεύτηκαν από έρωτα στο άψε σβήσε. Και οι ευχές που τους έδωσε ο παπάς όταν τους πάντρεψε πραγματοποιήθηκαν. Απόχτησαν «καρπόν κοιλίας», δηλαδή εμένα και τον αδερφό μου. Η μαμά δεν είχε περάσει τα σαράντα. Τα μάτια της σκούρα γαλάζια, έμοιαζαν με τα μη με λησμόνει* που φυτρώνουν την άνοιξη. Φαινόταν κοριτσάκι όταν την έβλεπες από πίσω, με την κομψή κορμοστασιά της και την ξανθιά κοτσίδα στην πλάτη. Το πιο όμορφο πάνω της όμως ήταν οι κινήσεις των χεριών της, και ό,τι έκανε το έκανε με χάρη. Δεν ήξερα καμιά γυναίκα στο νησί να φοράει λουλούδια στα μαλλιά. Λάτρευε τις γαρδένιες, είχαμε τρεις γλάστρες στην αυλή. Τις φρόντιζε σαν να ήταν παιδιά της κι όταν άνθιζαν έπλεκε τα λουλούδια τους μαζί με την κοτσίδα της. Άλλες φορές πάλι τις περνούσε σε κλωστή κι έφτιαχνε βραχιόλια. Σε κάθε κίνηση των χεριών της οι γαρδένιες μοσχοβολούσαν. Από τότε μαμά και γαρδένια είναι ένα στο μυαλό μου. Κάθε απόγευμα μετά τη δουλειά, χειμώνα καλοκαίρι, φορούσε αθλητική φόρμα και παπούτσια και χανόταν. Παραλία παραλία, έφτανε ως το ακρωτήρι με τον φάρο, που το δέρνουν τα κύματα. Καθόταν στον αγαπημένο της βράχο. Γύριζε πάντα με τα χέρια γεμάτα. Βότσαλα με παράξενα χρώματα, που η θάλασσα τους έδινε πότε το σχήμα ενός πουλιού ή τη μορφή μιας γυναίκας, και ξύλα ξεβρασμένα στην άμμο, αργασμένα* από το κύμα και την αρμύρα. Με λίγες «καλλιτεχνικές επεμβάσεις», όπως έλεγε η ίδια, έφτιαχνε αριστουργήματα που στόλιζαν τον κήπο και την αυλή μας. Μικρή πήγαινα κι εγώ μαζί της. Μου άρεσε να τσαλαβουτάω στην παραλία, να σκαρφαλώνω στα βράχια και να βρίσκω καβούρια και κοχύλια. Κι όλο κοίταζα πότε θα βγει η γοργόνα. Η μαμά δε βαριόταν να μου λέει και να μου ξαναλέει παραμύθια. Από εκείνη έμαθα να διαβάζω λογοτεχνικά βιβλία. Το βράδυ αράζαμε κάτω από τη λεύκα τα καλοκαίρια ή δίπλα στο τζάκι τον χειμώνα, μ’ ένα βιβλίο στο χέρι. Τα παράγγελνε η ίδια στο βιβλιοπωλείο της πλατείας κι όσα έκρινε ότι μ’ ενδιέφεραν τα έδινε και σε μένα να τα διαβάσω. Λίτσα Ψαραύτη, Όνειρα από μετάξι, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2002 (διασκευή) * μη με λησμόνει: φυτό με γαλάζια και λευκά άνθη (αφίσα για τη γιορτή της μητέρας) 1. «Η μαμά μου ήταν ξεχωριστή»: πώς φαίνεται αυτό από το κείμενο; 2. Πώς αισθάνεται για τη μητέρα της η συγγραφέας; Ποιες φράσεις του κειμένου φανερώνουν τα αισθήματά της; 3. Στο κείμενο η συγγραφέας περιγράφει τη μητέρα της. Βάλτε τους τίτλους των παραγράφων στη σωστή σειρά.
Βλέπουμε λοιπόν ότι στην περιγραφή ενός ανθρώπου ακολουθούμε συνήθως μια συγκεκριμένη πορεία. Να ποια είναι τα βασικά της μέρη:
Η μαμά δε βαριόταν να μου λέει παραμύθια. Στις φράσεις αυτές παρατηρούμε ότι η γενική πτώση μπορεί να χρησιμοποιηθεί κυρίως με δυο τρόπους:
4. Από τις παρακάτω γενικές ξεχωρίστε ποιες συμπληρώνουν ένα ρήμα και ποιες ένα ουσιαστικό:
Όταν η γενική συνοδεύει ουσιαστικό, μπορεί να δηλώνει:
6. Ένας νέος συμμαθητής ή μια νέα συμμαθήτριά σας σας έχει καλέσει να περάσετε μαζί λίγες μέρες από τις καλοκαιρινές διακοπές στο εξοχικό σπίτι του/της. Για να πείσετε τους γονείς σας, χρειάζεται να περιγράψετε τον φίλο ή τη φίλη σας, τονίζοντας ιδιαίτερα τα προτερήματα του χαρακτήρα του/της. Μπορείτε ακόμα να αναφέρετε χαρακτηριστικά περιστατικά που φανερώνουν την ξεχωριστή σχέση που σας ενώνει. Στην περιγραφή θα σας βοηθήσουν οι παρακάτω ιδέες: Όνομα και ηλικία Πόσο συχνά τον/τη βλέπω; Πού μένει; Εξωτερική εμφάνιση O φίλος μου / η φίλη μου Τι αισθάνομαι γι’ αυτόν / αυτήν; Συμπεριφορά, χαρακτήρας (γενικός χαρακτηρισμός) Πώς περνάμε μαζί, τι κάνουμε Με τι θα ασχοληθούμε:
Πρέπει να φανώ γενναίοςΣήμερα στο σπίτι, ρώτησα τη μητέρα μου πού θα πάμε διακοπές. Η μαμά μου με κοίταξε, έκανε μια περίεργη γκριμάτσα, μ’ αγκάλιασε, με φίλησε στο κεφάλι και μου είπε πως θα το κουβεντιάζαμε, «όταν ο μπαμπάς θα επιστρέψει, μωρό μου», και να πάω τώρα να παίξω στον κήπο. Πήγα λοιπόν στον κήπο και περίμενα τον μπαμπά. Μόλις εκείνος έφτασε, έτρεξα στο μέρος του, εκείνος με πήρε στην αγκαλιά του, με πέταξε στον αέρα και τον ρώτησα πού θα πηγαίναμε διακοπές. Ο μπαμπάς μου απότομα έχασε το χαρούμενο ύφος, μ’ άφησε κάτω και μου υποσχέθηκε ότι θα το συζητούσαμε μέσα, εκεί που βρήκαμε τη μαμά καθισμένη να μας περιμένει. – Νομίζω ότι η στιγμή είναι κατάλληλη, είπε ο μπαμπάς. – Συμφωνώ, απάντησε η μαμά. Το συζητήσαμε πριν από λίγο. Τότε ο μπαμπάς κάθισε στην πολυθρόνα, μ’ έπιασε από τα χέρια και με τράβηξε στα γόνατά του. – Ο Νικόλας μου είναι ένα μεγάλο και λογικό αγόρι. Έτσι δεν είναι; – Βεβαίως, βεβαίως! απάντησε η μαμά μου. Εγώ δε βλέπω με καλό μάτι ποτέ μου τέτοιες κουβέντες, ότι τάχα είμαι ένα μεγάλο αγόρι, γιατί συνήθως, όταν μου το λένε, θέλουν να κάνω πράγματα που δε μου πολυαρέσουν. – Κι είμαι σίγουρος, είπε ο μπαμπάς, ότι το μεγάλο μου αγόρι θα ήθελε πολύ να πάει διακοπές στη θάλασσα! – Αχ ναι! είπα. Και θα μείνουμε σε ξενοδοχείο; – Όχι ακριβώς, είπε ο μπαμπάς και κόμπιασε. Να... νομίζω πως θα κοιμάσαι σε σκηνή. – Σε μια σκηνή όπως οι Ινδιάνοι; ρώτησα. Τέλεια! Και θα μ’ αφήσεις να σε βοηθήσω να στήσουμε τη σκηνή; Ν’ ανάψουμε φωτιά; Και θα μου μάθεις ψάρεμα για να φέρνω μεγάλα ψάρια στη μαμά; Αχ, αυτό θα ήταν σαν όνειρο! Ο μπαμπάς σκούπισε το πρόσωπό του με το μαντίλι του, σαν να ζεσταινόταν πολύ, αν και δεν είχε καθόλου ζέστη εκείνη την ώρα, κι ύστερα μου είπε: – Νικόλα, πρέπει να μιλήσουμε σαν μεγάλοι. Πρέπει να φανείς πολύ γενναίος. – Και αν φανείς γενναίος και συμπεριφερθείς σαν ένα μεγάλο παιδί, είπε η μαμά, θα σου ετοιμάσω το βράδυ την αγαπημένη σου τούρτα σοκολάτα. Τότε ο μπαμπάς καθάρισε τον λαιμό του με ένα ελαφρό βήξιμο, μ’ έπιασε απ’ τους ώμους και μου είπε: – Δε θα έρθουμε μαζί σου στις διακοπές. Θα πας μόνος σου σαν μεγάλος. Η μαμά σου κι εγώ αποφασίσαμε να πας σε μια κατασκήνωση. Θα σου κάνει πολύ καλό, θα είσαι με φίλους της ηλικίας σου και θα το χαρείς πάρα πολύ... – Σίγουρα, είναι η πρώτη φορά που θα μείνεις μόνος σου, χωρίς εμάς, Νικόλα, αλλά είναι για το καλό σου, είπε η μαμά. Λοιπόν, τι λες, αγόρι μου; – Απίθανο! φώναξα κι άρχισα να χοροπηδάω στο σαλόνι. Γιατί αλήθεια οι κατασκηνώσεις είναι καταπληκτικές. Κάνεις ένα σωρό φίλους, άπειρες βόλτες, παίζεις παιχνίδια, ανάβεις φωτιές και χορεύεις και τραγουδάς. Ήμουν τόσο χαρούμενος, που αγκάλιασα και φίλησα τον μπαμπά και τη μαμά. Το βράδυ η τούρτα ήταν πολύ νόστιμη κι έφαγα πολλά κομμάτια, γιατί ο μπαμπάς κι η μαμά ούτε που τ’ αγγίξανε. Εκείνο που είναι περίεργο είναι που ο μπαμπάς κι η μαμά με κοιτάζανε με μάτια γουρλωμένα και φαίνονταν κάπως στενοχωρημένοι. Τους καταλαβαίνω, σίγουρα δεν έχουν συνηθίσει να μένουν μόνοι τους στις διακοπές. Όμως εγώ δεν ξέρω, αλλά πιστεύω πως ήμουνα πολύ γενναίος και λογικός. Δεν ήμουνα; Ρενέ Γκοσινί – Ζαν Ζακ Σανπέ, Οι διακοπές του μικρού Νικόλα, εκδ. Σύγχρονοι Ορίζοντες, Αθήνα, 2000 (διασκευή) 1. Γιατί οι γονείς του μικρού Νικόλα δυσκολεύονται να του πουν πως θα πάει στην κατασκήνωση; Πώς φαίνεται αυτό μέσα στο κείμενο; 2. Οι γονείς του μικρού Νικόλα τον αντιμετωπίζουν άλλοτε σαν μικρό κι άλλοτε σαν μεγάλο. Γιατί νομίζετε ότι συμβαίνει αυτό; Ας δούμε με πόσους τρόπους μπορούν να συνδέονται οι προτάσεις.
Η φράση αποτελείται από δυο όμοιες προτάσεις (είναι και οι δυο ανεξάρτητες). Η σύνδεση αυτή ονομάζεται παρατακτική σύνδεση, διότι δύο όμοιες προτάσεις, ανεξάρτητες ή εξαρτημένες, «παρατάσσονται», δηλαδή βρίσκονται η μια δίπλα στην άλλη και συνδέονται μεταξύ τους με παρατακτικούς συνδέσμους. Οι πιο χαρακτηριστικοί παρατακτικοί σύνδεσμοι είναι: και, ή, είτε, ούτε, αλλά, όμως, μα.
Η φράση αποτελείται από δυο ανόμοιες προτάσεις (μια ανεξάρτητη και μια εξαρτημένη). Η σύνδεση αυτή ονομάζεται υποτακτική σύνδεση, διότι μια εξαρτημένη πρόταση «υποτάσσεται», δηλαδή συμπληρώνει το περιεχόμενο μιας άλλης πρότασης, εξαρτημένης ή ανεξάρτητης, και συνδέεται μαζί της με υποτακτικούς συνδέσμους. Με τους υποτακτικούς συνδέσμους ξεκινούν εξαρτημένες προτάσεις:
Η φράση αποτελείται από όμοιες προτάσεις που μπαίνουν η μια δίπλα στην άλλη χωρίς σύνδεσμο, μόνο με κόμματα. 3. Μπορείτε να βρείτε ποιες προτάσεις συνδέουν οι μαυρισμένοι σύνδεσμοι και με τι είδος σύνδεσης (παρατακτική ή υποτακτική); Φέραμε τον παππού να μείνει στο σπίτι μας, τον ταΐσαμε, του στρώσαμε το κρεβάτι που θα κοιμάται, τον βοηθήσαμε να ξαπλώσει, του είπαμε κι ένα τραγουδάκι πριν κοιμηθεί και, όταν άρχισε να νυστάζει πολύ και να κλείνουν τα μάτια του, τον φιλήσαμε και οι δυο –εγώ και η Μαρίνα, η αδερφή μου– και έσβησα εγώ το φως επειδή φτάνω πιο εύκολα τον διακόπτη. Λότη Πέτροβιτς-Aνδρουτσοπούλου, Σπίτι για πέντε, εκδ. Πατάκη, Aθήνα, 1999 (διασκευή) Βρείτε ένα ή περισσότερα ασύνδετα σχήματα στο παραπάνω απόσπασμα. 4. Ποια συναισθήματα σας δημιουργεί η φωτογραφία; Γιατί είναι σημαντική η σχέση ανάμεσα στον παππού, στη γιαγιά και στα εγγόνια; ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ......................................................................... ................................................................................................................................................. ................................................................................................................................................ Με τι θα ασχοληθούμε:
Μια οικογένεια ανάμεσα στις άλλεςΜε λένε Θανάση Παπαδόπουλο, πηγαίνω στην Τρίτη Δημοτικού και μένω στο σπίτι μου, στην Αθήνα, με τη μικρή μου αδερφή, τη μαμά μου και τον μπαμπά μου. Αυτή είναι η οικογένειά μου. Διάβασα κάπου πως όλες οι οικογένειες δεν είναι σαν τη δική μου και ότι υπάρχουν πολλές διαφορετικές οικογένειες όχι μόνο από χώρα σε χώρα κι από εποχή σε εποχή, αλλά και μέσα στην ίδια πόλη, στην ίδια γειτονιά. Για παράδειγμα, μια οικογένεια σαν τη δική μου, που αποτελείται από δυο γονείς και τα παιδιά, που μένουν όλοι στο ίδιο σπίτι, είναι αρκετά συνηθισμένη, αλλά έχει ένα ασυνήθιστο όνομα: λέγεται πυρηνική οικογένεια. Αν ζούσαμε σε άλλη εποχή, θα μέναμε μάλλον όλοι μαζί, στο ίδιο σπίτι, στο χωριό του πατέρα του παππού, δηλαδή του προπάππου μου. Οι μεγάλοι θα δούλευαν όλοι μαζί στα χωράφια, στο περιβόλι και στον κήπο. Οι γυναίκες θα μαγείρευαν και θα έφτιαχναν ψωμί και τα παιδιά θα κοιμόμασταν όλα μαζί στρωματσάδα, στο ίδιο δωμάτιο. Σίγουρα θα ήμασταν μια μεγάλη ενδιαφέρουσα οικογένεια, που αλλιώς λέγεται και διευρυμένη, γιατί περιλαμβάνει περισσότερες από μία γενιές: τη γενιά του προπάππου, του παππού, του μπαμπά και τη δική μας. Οι περισσότερες οικογένειες –τουλάχιστον στην Ευρώπη– είναι πυρηνικές. Και σ’ αυτό το είδος οικογένειας όμως υπάρχει ποικιλία. Για παράδειγμα, ο θείος μου είναι παντρεμένος και έχει με τη γυναίκα του –τη σύζυγό του, όπως λένε– ένα κοριτσάκι που του χρόνου θα πάει Πρώτη Δημοτικού. Αυτή η ξαδερφούλα μου, όταν ήρθε στο σπίτι του θείου μου, ήταν ακόμα πιο μικρή, αλλά δεν ήταν και τελείως μωρό. Τότε μου είπαν πως η ξαδερφούλα μου είναι δικό τους παιδί, μόνο που δεν το έχουν γεννήσει αλλά το έχουν υιοθετήσει. Νομίζω πως δεν υπάρχει καμία διαφορά, αν είσαι υιοθετημένος, αφού το ίδιο σε αγαπάνε όλοι. Τα άλλα μου ξαδέρφια είναι παιδιά της θείας μου, της αδερφής του πατέρα μου δηλαδή. Έχουν δύο σπίτια και δύο δωμάτια το καθένα! Ο ξάδερφός μου είπε πως στην αρχή δεν του άρεσε καθόλου. Ωστόσο, τώρα συνήθισε. Βλέπετε, οι δικοί του γονείς, η θεία μου με τον άντρα της, πήραν διαζύγιο. Διαζύγιο παίρνουν τα ζευγάρια που παντρεύονται και το μετανιώνουν, δηλαδή μετά βλέπουν πως δεν ταιριάζουν κι αλλάζουν γνώμη. Τότε τα παιδιά ζουν με τον έναν από τους δύο γονείς, αλλά βλέπουν και τον άλλον όποτε θέλουν. Ξέρω, βέβαια, ότι υπάρχουν και παιδιά που έχουν μόνο μπαμπά ή μόνο μαμά. Αυτό μπορεί να συμβαίνει για διάφορους λόγους. Μπορεί να μη ζει ο ένας από τους δυο γονείς. Μπορεί, πάλι, να έχεις έναν μπαμπά και μια μαμά, αλλά να ζεις με τον έναν από τους δύο, κι έναν καινούριο μπαμπά, που λέγεται πατριός, ή μια καινούρια μαμά, που λέγεται μητριά. Αυτοί λέγονται θετοί γονείς. Όταν μεγαλώσω και κάνω δική μου οικογένεια, δεν ξέρω ακόμα πώς θα μοιάζει. Η γιαγιά λέει πως καμιά φορά αποφασίζεις εσύ και καμιά φορά αποφασίζει η ζωή για σένα. Εγώ δεν καταλαβαίνω τελείως τι σημαίνει αυτό. Αν και είμαι ακόμα μικρός, πιστεύω ότι το πιο σημαντικό σε μια οικογένεια είναι να είναι όλοι καλά μεταξύ τους, να συζητάνε και να βοηθάνε ο ένας τον άλλον. περιοδικό «Ερευνητές», Η Καθημερινή, τεύχος 224, 17/5/03 (διασκευή) 1. Αφού διαβάσετε το άρθρο, σημειώστε Σ (Σωστό) ή Λ (Λάθος) δίπλα στις παρακάτω προτάσεις:
Τότε τα παιδιά ζουν με τον έναν από τους δύο γονείς, αλλά / μα / όμως / ωστόσο βλέπουν και τον άλλον.
Αν και είμαι ακόμα μικρός, πιστεύω ότι το πιο σημαντικό σε μια οικογένεια είναι να είναι όλοι καλά μεταξύ τους. Οι προτάσεις αυτές λέγονται εναντιωματικές ή παραχωρητικές.
2. Συνδυάστε τις προτάσεις της στήλης Α με αυτές της στήλης Β με τον κατάλληλο τρόπο, χρησιμοποιώντας αντιθετικούς συνδέσμους.
3. Μια λέξη σε κάθε ομάδα δεν ανήκει στην ίδια οικογένεια με όλες τις υπόλοιπες. Μπορείτε να τη βρείτε;
4. Μπορεί ένα κείμενο να μην έχει καθόλου δίψηφα; Κι όμως, μπορεί! Εκτός αν τα συμπληρώσετε εσείς. Ποτέ μ______ δεν ______χα ζήσ______ Πάσχα σε χωρ______ κ______ κάθε Μεγάλη Εβδομάδα ήταν το μεγάλο μ______ όν______ρο. Ακόμα θυμόμ______ν εκ______νη τη ζωγραφ______ στο βιβλίο τ______ σχολ______με το αρνάκι στη σ______βλα κ______ γύρω τριγύρω η ______κογέν______α να χ______ρετ______ κ______να δ______σκεδάζ______. Π______δ______, γον______ς, παππ______δες και στο βάθος της ζωγραφ______ς να χορ______ν τσολ______δες. Σαν π______δί δεν ______χα την τύχη να μπω στον πίνακα. Σκέφτηκα τη ζωγραφ______ ______τή από το αναγνωστικό τ______ δημοτικ______ και το μυαλό μ______άρχισε να π______ρν______ μπροστά κ______ να σχηματίζ______ την πραγματικότητα. Αντώνης Σουρούνης, Πάσχα στο χωριό, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1991 (διασκευή) 5. Η σχολική εφημερίδα ετοιμάζει αφιέρωμα για τη 15η Μαΐου, την Παγκόσμια Ημέρα της Οικογένειας, και θα δημοσιευτούν τα τρία καλύτερα κείμενα. Για τον σκοπό αυτό γίνεται στην τάξη σας διαγωνισμός γραπτών κειμένων. Αφηγηθείτε σε 150-200 λέξεις ένα συγκεκριμένο οικογενειακό περιστατικό και κλείστε το κείμενό σας με την τελευταία φράση του κειμένου «Το πιο σημαντικό σε μια οικογένεια: να είναι όλοι καλά μεταξύ τους, να συζητάνε και να βοηθάνε ο ένας τον άλλον». Δώστε στο κείμενό σας έναν τίτλο και μπορείτε, αν θέλετε, να το συνοδέψετε με σχετικές εικόνες ή φωτογραφίες. Επαναληπτικοί πίνακες της ενότητας για να
|
|
|
|
|