Α9
ΤΟ ΕΞΩΤΙΚΟ
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής ΣΧΟΛΙΟ
Διαφορετική από τη γαλλική μπαλάντα, που γράφεται με ορισμένη στιχουργική μορφή (βλ. A3), είναι η ενίοτε λεγόμενη ρομαντική μπαλάντα, που χαρακτηρίζεται από το θέμα της και έχει πάρει τη μορφή της από τη λαϊκή μπαλάντα, δηλαδή από το σύντομο διηγηματικό δημοτικό τραγούδι το οποίο στα ελληνικά έχει το όνομα παραλογή, που αφηγείται με δραματικό τρόπο μιαν ιστορία επικεντρωμένη σε ένα σημαντικό επεισόδιο. Η ρομαντικού τύπου μπαλάντα, που εμφανίζεται τον 18ο αιώνα και συνεχίζει, με ανανεωμένη θεματογραφία, να γράφεται ως τις μέρες μας, αντλεί τα θέματά της από τις λαϊκές δοξασίες και παραδόσεις —συχνά από εκείνες που περιέχουν υπερφυσικά στοιχεία—, από ιστορικά γεγονότα αλλά και από ατομικά περιστατικά. Άνθισε κυρίως στη Γερμανία με τον Μπύργκερ (ποιητή της περίφημης «Λεονώρας»), τον Γκαίτε και τον Σίλλερ, οι μπαλάντες των οποίων γονιμοποίησαν την ευρωπαϊκή μπαλάντα του 19ου αιώνα. Οι μπαλάντες του Γκαίτε διακρίνονται για την απλότητα της γλωσσικής μελωδίας τους, η οποία, παρά την επεξεργασμένη υφή του λόγου, παραπέμπει συχνά στην έκφραση του δημοτικού τραγουδιού. Αντλούν αυτή τη μελωδικότητα από έναν τρόπο αίσθησης βαθύ και ανεπιτήδευτο, σχεδόν αρχέγονο, κατά τον οποίο μια μεγάλη αλήθεια της ζωής (στην παραπάνω μπαλάντα ο θάνατος) αναδύεται ξαφνικά, όμως μόνο με τα βασικά χαρακτηριστικά της, παραμένοντας εν μέρει βυθισμένη στο μυστήριο, του οποίου αποτελεί έκφραση. Το ρομαντικό μοτίβο του νεκρού καβαλάρη, που πορεύεται σ’ ένα μελαγχολικό νυχτερινό τοπίο συνοδεύοντας έναν ζωντανό, στο «Εξωτικό» παραλλάσσεται για να περιγράψει τον απελπισμένο αγώνα της πατρικής αγάπης απέναντι σ’ έναν υπέρτερο αντίπαλο. Η τραγικότητα του ποιήματος βρίσκεται στο γεγονός ότι ο αγώνας αυτός εμφανίζεται με τη μορφή μιας ανεπιτυχούς ψυχολογικής απώθησης του κακού, το οποίο ο πατέρας προσπαθεί να ξορκίσει με μια σχεδόν συνειδητή ψευδαίσθηση. Το ποίημα μπορεί να διαβαστεί σε σύγκριση με το δημοτικό τραγούδι «Του νεκρού αδερφού» (Παράρτημα, αρ. 4) και με τη θεματικά συγγενική μπαλάντα του Ούλαντ (Α13). ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
JOHANN WOLFGANG GOETHE (Φρανκφούρτη επί του Mάιν 1749 – Βαϊμάρη 1832). Γερμανός ποιητής και πεζογράφος. Σπούδασε νομικά στη Λειψία και στο Στρασβούργο και αργότερα στράφηκε προς την αλχημεία, την ανατομία, τη μελέτη του φυσικού κόσμου και του αρχαίου πολιτισμού. Το πρώτο σημαντικό λογοτεχνικό έργο του είναι το ιπποτικό δράμα Γκαιτς Φον Μπερλίχινγκεν (1773). Ένα χρόνο αργότερα γράφει σε μορφή επιστολών το μυθιστόρημα Το πάθη του νεαρού Βέρθερου. Με το έργο αυτό αναδεικνύεται ηγέτης του λογοτεχνικού κινήματος «Θύελλα και ορμή», το οποίο προετοιμάζει τον Ρομαντισμό. Το 1775 γνώρισε τον δούκα της Βαϊμάρης, ο οποίος τον προσκάλεσε στην αυλή του. Εκεί ο Γκαίτε άσκησε καθήκοντα σε υψηλές θέσεις (σύμβουλος και υπουργός του δούκα) και έζησε μέχρι τον θάνατό του. Το 1786 ταξίδεψε στην Ιταλία, όπου έμεινε δύο χρόνια. Μετά την επιστροφή του έγραψε τις Ρωμαϊκές ελεγείες (1788-1790) και ολοκλήρωσε το ποιητικό δράμα Τορκουάτο Τάσσο (ανεβάστηκε το 1805). Άλλα έργα του: Η Ιφιγένεια στην Ταυρίδα (1786, ποιητικό δράμα). Τα χρόνια μαθητείας του Βίλχελμ Μάιστερ και Τα χρόνια οδοιπορίας του Βίλχελμ Μάιστερ (1795 και 1821 αντιστοίχως, μυθιστορήματα)· Φάουστ (τραγωδία, Α΄ μέρος 1808, Β΄ μέρος 1831). |