Η ιερός θεσμός της ικεσίας |
H ικεσία ήταν θεσμός της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας προστατευόμενος από τον Ικέσιο Δία, όπως η ξενία από τον Ξένιο Δία, και είχε καθιερωθεί γι' αυτήν, όπως και για τη φιλοξενία, μια ορισμένη εθιμοτυπία: ο ικέτης γονάτιζε μπροστά στον ικετευόμενο, με το ένα χέρι αγκάλιαζε τα γόνατά του, ενώ με το άλλο άγγιζε το πιγούνι ή το γένι του. Aν υπήρχε δυνατότητα, κατέφευγε στον βωμό, που υπήρχε στις αυλές των σπιτιών, ή στην εστία, που υπήρχε στο εσωτερικό του σπιτιού. Eξασφάλιζε έτσι άσυλο ο ικέτης, ως πρόσωπο ιερό, και γινόταν συνήθως δεκτός ως «ξένος»/φιλοξενούμενος.
Ομηρικές σκηνές ικεσίας
JosephWencker (1876). Ο Πρίαμος ικέτης στη σκηνή του Αχιλλέα
Η ικεσία είναι ένα τυπικό θέμα στην Ιλιάδα: το έπος αρχίζει με την ικεσία του Χρύση και τελειώνει με την ικεσία του Πρίαμου.
Α 495-504: Η Θέτιδα ικέτις στον Δία
[…] και η Θέτις το παράγγελμα δεν ξέχανε του υιού της
και της θαλάσσης έσχισε τα κύματα κι εβγήκε
και ανέβη τα χαράματα στ’ Ολύμπου τον αιθέρα.
Εύρηκε τον βροντόφωνον Κρονίδην καθισμένον
μόνον στην άκραν κορυφήν του πολυλόφου Ολύμπου,
εμπρός του εκάθισε η θεά και με τ’ αριστερό της
του έπιασε τα γόνατα, με τ’ άλλο το πηγούνι,
κι έλεγεν ικετεύοντας στον ύψιστον Κρονίδην:
«Δία πατέρ’, αν κάποτε με λόγον ή με έργον
σ’ έχω ωφελήσει, ευδόκησε σ’ αυτό να με εισακούσεις [...].
Στην Οδύσσεια στη θέση του ικέτη βρίσκεται ο Οδυσσέας όταν ζητά τη βοήθεια του ποταμού (που εδώ προσωποποιείται) μετά το ναυάγιο που θα τον οδηγήσει στις ακτές των Φαιάκων (ε 421-552/<382-493>), και λίγο αργότερα, όταν συνέρχεται πια ως ναυαγός στη Σχερία και ζητά τη βοήθεια της Ναυσικάς (ζ 139-259/<110-210>).
Θυμηθείτε και μια ακόμα τριπλή σκηνή ικεσίας από την Οδύσσεια: κατά τη διάρκεια της μνηστηροφονίας παρακολουθούμε την ατελέσφορη ικεσία του Ληώδη (329/<310> κ.ε.), και τις σωτήριες του αοιδού Φήμιου και του Μέδοντα (350<330> κ.ε.). Ο ιθακήσιος αοιδός ταλαντεύεται: να προσφύγει στον αύλειο βωμό του Διός; να προσπέσει στα γόνατα του Οδυσσέα, γυρεύοντας να τον ελεήσει; Διαλέγει το δεύτερο.
Για περαιτέρω εμβάθυνση:
-Αἰδώς και ἔλεος: διαβάστε το ομώνυμο κεφάλαιο από το ψηφιακό εγχειρίδιο Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα.
Σκηνές ικεσίας στη δραματική ποίηση
Ευριπίδης, Ελένη 894-900: Η Ελένη ικέτις στη μάντισσα Θεονόη
Ικέτισσα, ω! παρθένα, σου προσπέφτω
και σε παρακαλώ απ' της δυστυχίας
τη θέση αυτή, για μένα και για κείνον,
να μην τον χάσω, τώρα που τον βρήκα.
Στον αδελφό σου μην το μαρτυρήσεις
πως ήρθε ο άντρας μου· έλα, γλίτωσέ τον,
σε ικετεύω […].
[Δραματική Ποίηση, Ευριπίδη Ελένη, Γ' Γυμνασίου, μτφ. Τάσος Ρούσσος, Αθήνα: ΟΕΔΒ 2010]
Θεονόη – Eλένη – Mενέλαος (K. Παναγιώτου – Ά. Συνοδινού – Θ. Kωτσόπουλος, Eθνικό Θέατρο, 1962, σκην. T. Mουζενίδης)
Αισχύλος, Ικέτιδες, στ. 191-203
Λοιπόν βιαστείτε και στ' αριστερά σας χέρια
σεμνά κρατώντας τα κλαδιά της ικεσίας
–του Δία καμάρι– ν' αποκρίνεστε στους ξένους
ταπεινά και κλαυτά κι όπως το θέλ' η ανάγκη
σαν πρόσφυγες οπού είμαστε, και να τους πείτε
να μάθουν καθαρά πως καθαρός από αίμα
είν' ο ερχομός μας· και θυμάστε πρώτ' απ' όλα
όχι πολύ ξεθαρρετή να 'ναι η φωνή σας,
μα η όψη σεμνοπρόσωπη με ήσυχο βλέμμα
την άδολή σας να μηνά την ειλικρίνεια·
κι ούτε να προτρέχει η γλώσσα σου κι ούτε του μάκρου
να ξεσέρνεις τα λόγια σου, γιατί είναι, μάθε,
πάρα πολύ του τόπου εδώ δύσκολοι οι ανθρώποι·
θύμα να υποχωρείς, αφού είσαι της ανάγκης,
ξένη κι αποδιωγμένη και ποτέ δεν πρέπει
να 'χουν οι πιο μικροί τη γλώσσα τους μεγάλη.
(μτφρ. I. Γρυπάρης)
Οι πενήντα κόρες του Δαναού συνοδευόμενες από τον πατέρα τους καταφεύγουν στο Άργος ως ικέτισσες για να αποφύγουν τον αιμομικτικό γάμο τους με τους ξαδέρφους τους, γιους του Αιγύπτου
(Aπό το Oι τραγωδίες του Aισχύλου, Bιβλιοπωλείον της «Eστίας»)