Ερμηνευτικό Λεξικό Νέας Ελληνικής (Α-Β-Γ Γυμνασίου)
back next
EΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ NΕΑΣ EΛΛΗΝΙΚΗΣ
A'- B'- Γ' ΓYMNAΣIOY

Υ

      υβρίζω βρίζω
      υβριστικά βρίζω
     υβριστικός βρίζω
                   υγεία
        υγιαίνω υγεία
        υγιεινά υγεία
        υγιεινή υγεία
       υγιεινός υγεία
          υγιής υγεία
       υγραίνω υγρός
       υγρασία υγρός
            υγρό υγρός
                   υγρός
 υδατοκαλλιέργεια σχ. ύδωρ
         ύδατος ύδωρ
   υδρατμός σχ. ύδωρ
                ύδρευση
    υδρόβιος σχ. ύδωρ
υδροδιαλυτός σχ. ύδωρ
υδροηλεκτρικός σχ. ύδωρ
  υδροπλάνο σχ. ύδωρ
                   ύδωρ
     υιοθεσία υιοθετώ
   υιοθέτηση υιοθετώ
                υιοθετώ
                    ύλη
             υλικό ύλη
            υλικός ύλη
          υλισμός ύλη
          υλιστής ύλη
         υλιστικά ύλη
        υλιστικός ύλη
         υλίστρια ύλη
       υμνητής ύμνος
      υμνητικός ύμνος
      υμνήτρια ύμνος
                   ύμνος
          υμνώ ύμνος
             υπ- υπο-
                ύπ- υπο-
υπ' όψιν πρόθεση - Λέξεις με προθετική λειτουργία
       υπαίθρια ύπαιθρος
      υπαίθριος ύπαιθρος
        ύπαιθρο ύπαιθρος
                 ύπαιθρος
υπαινιγμός υπαινίσσομαι
            υπαινικτικά υπαινίσσομαι
           υπαινικτικός υπαινίσσομαι
             υπαινίσσομαι
                 υπαίτιος
    υπαιτιότητα υπαίτιος
         υπακοή υπακούω
       υπάκουα υπακούω
      υπάκουος υπακούω
                 υπακούω
υπαλληλικός υπάλληλος
               υπάλληλος
         υπάνθρωπος υπο-
      υπαρκτικός υπάρχω
        υπαρκτός υπάρχω
         ύπαρξη υπάρχω
      υπαρξιακός υπάρχω
         υπαρχηγός υπο-
      υπάρχοντα υπάρχω
                  υπάρχω
       υπέβαλα υποβάλλω
    υπεβλήθην υποβάλλω
  υπεγράφην υπογράφω
    υπέγραψα υπογράφω
          υπέδαφος υπο-
    υπέδειξα υποδεικνύω
         υπεκφεύγω υπο-
          υπεκφυγή υπο-
       υπέμεινα υπομένω
              υπενθυμίζω
υπενθύμιση υπενθυμίζω
                     υπέρ
             υπερ- υπέρ-
                     υπέρ-
        υπεραγαπώ υπέρ-
         υπεραγορά υπέρ-
  υπεραισιόδοξος υπέρ-
    υπεράνθρωπος υπέρ-
υπεραπλούστευση υπέρ-
 υπεραπλουστεύω υπέρ-
           υπερασπίζομαι
            υπερασπίζω υπερασπίζομαι
            υπεράσπιση υπερασπίζομαι
          υπερασπιστής υπερασπίζομαι
          υπερασπιστικά υπερασπίζομαι
         υπερασπιστικός  υπερασπίζομαι
          υπερασπίστρια υπερασπίζομαι
       υπεραστικός υπέρ-
  υπερατλαντικός υπέρ-
          υπερβάλλω
    υπέρβαρος υπέρ-
 υπερβολή υπερβάλλω
υπερβολικά υπερβάλλω
υπερβολικός υπερβάλλω
     υπέργειος υπέρ-
    υπέργηρος υπέρ-
   υπερδύναμη υπέρ-
υπερέβαλα υπερβάλλω
   υπερείχα υπερέχω
   υπερένταση υπέρ-
υπερευαισθησία υπέρ-
υπερευαίσθητος υπέρ-
 υπερευχαριστώ υπέρ-
             υπερέχω
    υπερήλικας υπέρ-
υπερήφανα περήφανος
υπερηφάνεια περήφανος
    υπερηφανεύομαι περήφανος
         *υπερηφάνια υπερηφάνεια
υπερήφανος περήφανος
    υπερθέαμα υπέρ-
 υπερθερμαίνω υπέρ-

υπέρθυρο υπέρ-
υπερίσχυση υπερισχύω
            υπερισχύω
υπερκατανάλωση υπέρ-
 υπερκινητικός υπέρ-
   υπερκόπωση υπέρ-
  υπέρλαμπρος υπέρ-
    υπέρμαχος υπέρ-
   υπερμεγέθης υπέρ-
    υπέρμετρος υπέρ-
            υπερόπτης
υπεροπτικά υπερόπτης
υπεροπτικός υπερόπτης
υπεροπτικώς υπερόπτης
υπερόπτρια υπερόπτης
   υπέροχα υπέροχος
    υπεροχή υπερέχω
            υπέροχος
 υπεροψία υπερόπτης
 υπερπαραγωγή υπέρ-
 υπερπολυτελής υπέρ-
   υπερπόντιος υπέρ-
 υπερπροστασία υπέρ-
 υπερπροσφορά υπέρ-
     υπέρταση υπέρ-
 υπέρτατος υπέρτερος
            υπέρτερος
 υπερτερώ υπέρτερος
    υπερτονίζω υπέρ-
   υπερτυχερός υπέρ-
  υπέστην υφίσταμαι
  υπέταξα υποτάσσω
 υπεύθυνα υπεύθυνος
            υπεύθυνος
υπευθυνότητα υπεύθυνος
 υπευθύνως υπεύθυνος
   υπέφερα υποφέρω
             υπήκοος
 υπηκοότητα υπήκοος
   υπηρεσία υπηρετώ
 υπηρεσιακά υπηρετώ
υπηρεσιακός υπηρετώ
υπηρεσιακώς υπηρετώ
   υπηρέτης υπηρετώ
 υπηρετικός υπηρετώ
  υπηρέτρια υπηρετώ
             υπηρετώ
     υπήρξα υπάρχω
    υπναράς ύπνος
     υπναρού ύπνος
               ύπνος
  ύπνωση υπνωτίζω
           υπνωτίζω
 υπνωτικό υπνωτίζω
υπνωτικός υπνωτίζω
υπνωτισμός υπνωτίζω
υπνωτιστής υπνωτίζω
υπνωτίστρια υπνωτίζω
υπό πρόθεση - Λόγιες προθέσεις
                 υπο-
          υπό- υπο-
   υποβαθμίζω υπο-
   υποβάθμιση υπο-
     υπόβαθρο υπο-
          υποβάλλω
υποβλήθηκα υποβάλλω
 υποβολή υποβάλλω
          υποβόσκω
   υπογεγραμμένος υπογράφω
   υπόγεια υπόγειος
   υπόγειο υπόγειος
           υπόγειος
 υπογείως υπόγειος
υπογεννητικότητα υπο-
               υπογραφή
  υπογράφω υπογραφή
 υπογράφων υπογραφή
       υποδεδειγμένος υποδεικνύω
               υπόδειγμα
υποδειγματικά υπόδειγμα
       υποδειγματικός υπόδειγμα
              υποδεικνύω
  υπόδειξη υποδεικνύω
              υποδέχομαι
      υποδηλώνω υπο-
       υποδήλωση υπο-
 υποδηματοποιός -ποιώ
    υποδιεύθυνση υπο-
    υποδιευθυντής υπο-
     υποδιοικητής υπο-
       υπόδουλος υπο-
       υπόδουλος υπο-
     υποδουλώνω υπο-
 υποδοχέας υποδέχομαι
  υποδοχή υποδέχομαι
       υποθερμία υπο-
      υπόθεση υποθέτω
    υποθετικά υποθέτω
   υποθετικός υποθέτω
                υποθέτω
         υποκειμενικά υποκειμενικός
           υποκειμενικός
υποκειμενικότητα υποκειμενικός
       υποκειμενισμός υποκειμενικός
  υποκίνηση υποκινώ
  υποκινητής υποκινώ
 υποκινήτρια υποκινώ
              υποκινώ
       υποκλέπτω υπο-
       υπόκοσμος υπο-
             υποκρίνομαι
υποκρισία υποκρίνομαι
υποκριτής υποκρίνομαι
υποκριτικά υποκρίνομαι
υποκριτική υποκρίνομαι
υποκριτικός υποκρίνομαι

υποκρίτρια υποκρίνομαι
υποκύπτω
υπόλειμμα υπολείπομαι
             υπολείπομαι
   υπολειτουργώ υπο-
              υπόληψη
              υπολογίζω
υπολογίσιμος υπολογίζω
υπολογισμός υπολογίζω
υπολογιστής υπολογίζω
υπολογιστικός υπολογίζω
υπολογίστρια υπολογίζω
              υπόλογος
  υπόλοιπο υπόλοιπος
              υπόλοιπος
      υπολοχαγός υπο-
              υπομένω
 υπομονετικά υπομένω
υπομονετικός υπομένω
     υπομονή υπομένω
              υπόνοια
υπονόμευση υπονομεύω
υπονομευτής υπονομεύω
υπονομευτικά υπονομεύω
 υπονομευτικός υπονομεύω
υπονομεύτρια υπονομεύω
             υπονομεύω
              υπόνομος
  υπονοούμενο υπονοώ
               υπονοώ
  υποπτεύομαι ύποπτος
               ύποπτος
    υποσιτίζομαι υπο-
      υποσταθμός υπο-
  υπόσταση υφίσταμαι
    υποστεί υφίσταμαι
υποστήριγμα υποστηρίζω
            υποστηρίζω
υποστηρικτής υποστηρίζω
        υποστηρικτικά υποστηρίζω
       υποστηρικτικός υποστηρίζω
        υποστηρίκτρια υποστηρίζω
υποστήριξη υποστηρίζω
    υποσυνείδητο υπο-
              υπόσχεση
  υπόσχομαι υπόσχεση
    υποταγή υποτάσσω
 υποτακτική υποτάσσω
υποτακτικός υποτάσσω
    υπόταξη υποτάσσω
       υποτάσσω υπο-
             υποτάσσω
υποτάχθηκα υποτάσσω
   υποτίθεμαι υποθέτω
   υποτίμηση υποτιμώ
  υποτιμητικά υποτιμώ
 υποτιμητικός υποτιμώ
               υποτιμώ
        υπότιτλος υπο-
       ύπουλα ύπουλος
               ύπουλος
    υποφερτά υποφέρω
   υποφερτός υποφέρω
              υποφέρω
             υποχρεώνω
υποχρέωση υποχρεώνω
υποχρεωτικά υποχρεώνω
υποχρεωτικός υποχρεώνω
υποχρεωτικώς υποχρεώνω
   υποχώρηση υποχωρώ
  υποχωρητικά υποχωρώ
 υποχωρητικός υποχωρώ
                 υποχωρώ
υπόψη πρόθεση - Λέξεις με προθετική λειτουργία
               υποψήφιος
υποψηφιότητα υποψήφιος
        υποψία ύποπτος
   υποψιάζομαι ύποπτος
υπόψιν πρόθεση - Λέξεις με προθετική λειτουργία
                  ύστατος
                   ύστερα
                  υστερία
       υστερικά υστερία
      υστερικός υστερία
                  υστερο-
        υστερό- υστερο-
υστεροβυζαντινός υστερο-
                  ύστερος
    υστερότοκος υστερο-
   υστερόχρονος υστερο-
υφ' πρόθεση - Λόγιες προθέσεις
               υφ- υπο-
               ύφ- υπο-
               υφίσταμαι
  υφισταμένη υφίσταμαι
  υφιστάμενη υφίσταμαι
 υφιστάμενος υφίσταμαι
                      ύφος
       υφυπουργία υπο-
       υφυπουργός υπο-
          υψηλά υψηλός
          υψηλο- υψηλό-
                   υψηλό-
    υψηλόβαθμος υψηλό-
    υψηλόμισθος υψηλό-
               υψηλός
υψηλοτάτη υψηλότατος
            υψηλότατος
υψηλότητα υψηλότατος
   υψηλότοκος υψηλό-
  υψηλοφώνως υψηλό-
               ύψιστος
                   ύψος
          ύψωμα ύψος
          υψώνω ύψος