Ερμηνευτικό Λεξικό Νέας Ελληνικής (Α-Β-Γ Γυμνασίου)
back next
EΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ NΕΑΣ EΛΛΗΝΙΚΗΣ
A'- B'- Γ' ΓYMNAΣIOY

Δ

  δαγκάνω δαγκώνω
  δάγκωμα δαγκώνω
δαγκωματιά δαγκώνω
 δαγκωνιά δαγκώνω
            δαγκώνω
              δάκρυ
    δακρύζω δάκρυ
δακτυλικός1 δάκτυλος
δακτυλικός2 δάχτυλο
           δακτύλιος
   δάκτυλο δάχτυλο
            δάκτυλος
             δαμάζω
   δανειακός δάνειο
    δανείζω δάνειο
    δανεικά δάνειο
    δανεικός δάνειο
              δάνειο
   δανεισμός δάνειο
   δανειστής δάνειο
  δανειστικά δάνειο
 δανειστικός δάνειο
  δανείστρια δάνειο
    δαπάνη δαπανώ
 δαπανηρός δαπανώ
             δαπανώ
    δάρσιμο δέρνω
     δασικός δάσος
 δασκάλα δάσκαλος
δασκάλεμα δάσκαλος
δασκαλεύω δάσκαλος
δασκαλίκι δάσκαλος
            δάσκαλος
              δάσος
    δασώδης δάσος
 δαχτυλικός δάχτυλο
             δάχτυλο
                 δε1
             δε2 δεν
δεδομένο δεδομένος
            δεδομένος
              δείγμα
     δείκτης δείχνω
    δεικτικά δείχνω
   δεικτικός δείχνω
        δειλά δειλός
       δειλία δειλός
    δειλιάζω δειλός
               δειλός
        δεινά δεινός
                δείνα
               δεινός
   δεινότητα δεινός
     δείχνει δείχνω
              δείχνω
     δείχτης δείχνω
    δέκτης δέχομαι
  δεκτικός δέχομαι
δεκτικότητα δέχομαι
    δεκτός δέχομαι
               δέλτα
              δελτίο
          δέμα δένω
                 δεν
              δένω
      δεξής δεξιός
      δεξιά δεξιός
              δεξιός
               δέος
              δέρμα
  δερματικός δέρμα
   δερμάτινο δέρμα
  δερμάτινος δέρμα
              δέρνω
         δες βλέπω
      δέσιμο δένω
    δεσμά δεσμεύω
 δέσμευση δεσμεύω
δεσμευτικά δεσμεύω
δεσμευτικός δεσμεύω
            δεσμεύω
              δέσμη
    δεσμός δεσμεύω
            δεσπόζω
 δεσπόζων δεσπόζω
    δέσποτας δεσπότης
   δεσποτάτο δεσπότης
               δεσπότης
  δεσποτικός δεσπότης
            δετός δένω
δευτερευόντως δευτερεύων
             δευτερεύων
                δέχομαι
                  δήγμα
                  δήθεν
        δηκτικά δήγμα
       δηκτικός δήγμα
    δηκτικότητα δήγμα
                 δηλαδή
δηλητηριάζω δηλητήριο
δηλητηρίαση δηλητήριο
              δηλητήριο
δηλητηριώδης δηλητήριο
                 δηλώνω
       δήλωση δηλώνω
     δηλωτικά δηλώνω
    δηλωτικός δηλώνω
             δημαγωγία
δημαγωγικά δημαγωγία
δημαγωγικός δημαγωγία
 δημαγωγός δημαγωγία
 δημαγωγώ δημαγωγία
  δημαρχείο δήμαρχος
   δημαρχία δήμαρχος
 δημαρχιακός δήμαρχος
  δημαρχίνα δήμαρχος
              δήμαρχος
             δημητριακά
                  δήμιος
δημιούργημα δημιουργώ
 δημιουργία δημιουργώ
δημιουργικά δημιουργώ
δημιουργικός δημιουργώ
      δημιουργικότητα δημιουργώ
 δημιουργός δημιουργώ
              δημιουργώ
δημοκράτης δημοκρατία
             δημοκρατία
δημοκρατικά δημοκρατία
   δημοκρατικός δημοκρατία
δημοκράτισσα δημοκρατία
                  δήμος
     δημόσια δημόσιος
 δημοσίευμα δημοσιεύω
 δημοσίευση δημοσιεύω
              δημοσιεύω
     Δημόσιο δημόσιος
          δημοσιογραφία
 δημοσιογραφικά δημοσιογραφία
 δημοσιογραφικός δημοσιογραφία
δημοσιογράφος δημοσιογραφία
δημοσιογραφώ δημοσιογραφία
    δημοσιοποιώ -ποιώ
               δημόσιος
            δημοσιότητα
    δημοσίως δημόσιος
            δημοσκόπηση
          δημότης δήμος
     δημοτική δημοτικός
     δημοτικό δημοτικός
                δημοτικός
            δημοτικότητα
        δημότισσα δήμος
               δημοφιλής
            δημοψήφισμα
                δι- δια-
                      διά
                     δια-
               διά- δια-
διά μέσου πρόθεση - Λέξεις με προθετική λειτουργία
                 διαβάζω
                διαβαίνω
       διάβαση διαβαίνω
      διάβασμα διαβάζω
 διαβεβαιώ διαβεβαιώνω
             διαβεβαιώνω
διαβεβαίωση διαβεβαιώνω
                 διάβημα
        διαβιώ διαβίωση
      διαβιώνω διαβίωση
                διαβίωση
                διαβόητος
                διαβρώνω
     διάβρωση διαβρώνω
   διαβρωτικά διαβρώνω
  διαβρωτικός διαβρώνω
        διαγεγραμμένος διαγράφω
                διάγνωση
 διαγνωστικός διάγνωση
    διαγραφή διαγράφω
                διαγράφω
    διαγώνια διαγώνιος
             διαγωνίζομαι
                διαγώνιος
διαγώνισμα διαγωνίζομαι
    διαγωνισμός διαγωνίζομαι
   διαγωνιστικός διαγωνίζομαι
   διαγωνίως διαγώνιος
   διαδεδομένος διαδίδω
               διαδέχομαι
               διαδηλώνω
  διαδήλωση διαδηλώνω
  διαδηλωτής διαδηλώνω
διαδηλώτρια διαδηλώνω
                 διαδίδω
               διαδικασία
διαδικαστικά διαδικασία
διαδικαστικός διαδικασία
  διαδικτυακά διαδίκτυο
 διαδικτυακός διαδίκτυο
                διαδίκτυο
       διάδοση διαδίδω
    διαδοχή διαδέχομαι
   διαδοχικά διαδέχομαι
  διαδοχικός διαδέχομαι
    διάδοχος διαδέχομαι
                διαδρομή
       διάθεση διαθέτω
    διαθέσιμος διαθέτω
  διαθεσιμότητα διαθέτω
                 διαθέτω
                διάθλαση
  διαθλαστικός διάθλαση
       διαίρεση διαιρώ
      διαιρετέος διαιρώ
       διαιρέτης διαιρώ
     διαιρετικά διαιρώ
     διαιρετικός διαιρώ
       διαιρετός διαιρώ
                   διαιρώ
            διαισθάνομαι
διαίσθηση διαισθάνομαι
 διαισθητικά διαισθάνομαι
διαισθητικός διαισθάνομαι
                   δίαιτα
    διαιτησία διαιτητής
                διαιτητής
      διαιτητικά δίαιτα
    διαιτητικός1 δίαιτα
  διαιτητικός2 διαιτητής
διακεκομμένος διακόπτω
διακεκριμένος διακρίνω
 *διακεκριμμένος διακεκριμένος
διακεκριμμένος διακρίνω
            διακινδυνεύω
     διακίνηση διακινώ
                  διακινώ
    διακομματικός δια-
     διακοπή διακόπτω
    διακόπτης διακόπτω
                διακόπτω
  διακόσμηση διακοσμώ
 διακοσμητής διακοσμώ
διακοσμητικά διακοσμώ
διακοσμητικό διακοσμώ
διακοσμητικός διακοσμώ
διακοσμήτρια διακοσμώ
                διακοσμώ
       διακρατικός δια-
                διακρίνω
     διάκριση διακρίνω
   διακριτικά διακρίνω
   διακριτικός διακρίνω
διακριτικότητα διακρίνω
    διακριτός διακρίνω
   διακυβερνητικός δια-
           διαλαλώ δια-
       διάλεγμα διαλέγω
    διαλέγομαι διάλογος
                 διαλέγω
                διάλειμμα
  διαλεκτικός διάλεκτος
                διάλεκτος
                 διάλεξη
      διαλεχτός διαλέγω
 διαλλακτικά διαλλακτικός
             διαλλακτικός
διαλλακτικότητα διαλλακτικός

       διαλογή διαλέγω
     διαλογικός διάλογος
                 διάλογος
        διάλυμα διαλύω
        διάλυση διαλύω
       διαλυτικά διαλύω
       διαλυτικό διαλύω
      διαλυτικός διαλύω
                  διαλύω
διαμαρτυρία διαμαρτύρομαι
           διαμαρτύρομαι
διαμαρτυρόμενη διαμαρτυρόμενος
διαμαρτυρόμενος διαμαρτύρομαι
         διαμαρτυρόμενος
                 διαμένω
               διαμέρισμα
     διαμέσου πρόθεση - Λέξεις με προθετική λειτουργία
   διαμετρικά διάμετρος
  διαμετρικός διάμετρος
                διάμετρος
        διαμοιράζω δια-
       διαμονή διαμένω
              διαμορφώνω
διαμόρφωση διαμορφώνω
                 διανέμω
   διανόηση διανοούμαι
  διανοητικά διανοούμαι
 διανοητικός διανοούμαι
     διάνοια διανοούμαι
      διανομέας διανέμω
       διανομή διανέμω
               διανοούμαι
διανοούμενος διανοούμαι
 διανούμενη διανοούμαι
     διανυκτέρευση δια-
      διανυκτερεύω δια-
     διανυκτερεύων δια-
       διάνυση διανύω
               διάνυσμα
διανυσματικός διάνυσμα
                 διανύω
              διαπασών
 διαπεραστικά διαπερνώ
διαπεραστικός διαπερνώ
               διαπερνώ
            διαπιστώνω
διαπίστωση διαπιστώνω
         διαπλέω δια-
διαπολιτισμικά διαπολιτισμικός
        διαπολιτισμικός
      διαπραγματεύομαι
   διαπραγμάτευση διαπραγματεύομαι
  διαπραγματευτής διαπραγματεύομαι
 διαπραγματευτικά διαπραγματεύομαι
διαπραγματευτικός διαπραγματεύομαι
 διαπραγματεύτρια διαπραγματεύομαι
               διάρκεια
      διαρκής διάρκεια
      διαρκώ διάρκεια
      διαρκώς διάρκεια
               διαρρέω
   διαρρήκτης διάρρηξη
               διάρρηξη
      διαρροή διαρρέω
               διάσειση
            διασκεδάζω
διασκέδαση διασκεδάζω
διασκεδαστικά διασκεδάζω
 διασκεδαστικός διασκεδάζω
 διασκέπτομαι διάσκεψη
  διασκευάζω διασκευή
               διασκευή
               διάσκεψη
     διάσπαση διασπώ
   διασπαστικά διασπώ
  διασπαστικός διασπώ
   διασπείρω διασπορά
               διασπορά
                διασπώ
               διάσταση
         διασταυρώνω
διασταύρωση διασταυρώνω
             διαστέλλω
             διάστημα
διαστημικός διάστημα
  διαστολή διαστέλλω
            διασύνδεση
διασυνδέω διασύνδεση
   διασυρμός διασύρω
              διασύρω
             διασχίζω
              διασώζω
    διάσωση διασώζω
  διασώστης διασώζω
 διασώστρια διασώζω
     διαταγή διατάζω
    διάταγμα διατάζω
              διατάζω
              διάταξη
διατάραξη διαταράσσω
           διαταράσσω
διαταραχή διαταράσσω
    διατάσσω διάταξη
διατεθειμένος διαθέτω
              διατελώ
   διατήρηση διατηρώ
  διατηρητέος διατηρώ
              διατηρώ
   διατίθεμαι διαθέτω
   διατρέφω διατροφή
             διατροφή
διατροφικός διατροφή
            διατυπώνω
διατύπωση διατυπώνω
     διαύγεια διαυγής
               διαυγής
     διαυγώς διαυγής
  διαφάνεια διαφανής
             διαφανής
   διάφανος διαφανής
   διαφανώς διαφανής
                 διαφέρω
                 διαφεύγω
  *διαφήμηση διαφήμιση
                διαφημίζω
   διαφήμιση διαφημίζω
  διαφημιστής διαφημίζω
διαφημιστικά διαφημίζω
διαφημιστικός διαφημίζω
διαφημίστρια διαφημίζω
                διαφθείρω
    διαφθορά διαφθείρω
   διαφθορέας διαφθείρω
       διαφορά διαφέρω
   διαφορετικά διαφέρω
   διαφορετικός διαφέρω
διαφορετικότητα διαφέρω
     διαφοροποιώ -ποιώ
      διάφορος διαφέρω
      διαφυγή διαφεύγω
     διαφωνία διαφωνώ
                  διαφωνώ
                διαφωτίζω
 Διαφωτισμός διαφωτίζω
 διαφωτιστής διαφωτίζω
διαφωτιστικά διαφωτίζω
διαφωτιστικός διαφωτίζω
             διαχειρίζομαι
διαχείριση διαχειρίζομαι
    διαχειριστής διαχειρίζομαι
    διαχειριστικά διαχειρίζομαι
   διαχειριστικός διαχειρίζομαι
    διαχειρίστρια διαχειρίζομαι
                   διαχέω
        διάχυση διαχέω
       διαχυτικά διαχέω
      διαχυτικός διαχέω
   διαχυτικότητα διαχέω
        διάχυτος διαχέω
                διαχωρίζω
 διαχωρισμός διαχωρίζω
διαχωριστικό διαχωρίζω
διαχωριστικός διαχωρίζω
                 διαψεύδω
     διάψευση διαψεύδω
      διδακτέος διδάσκω
     διδακτικά διδάσκω
     διδακτικός διδάσκω
               διδάκτορας
 διδακτορικό διδάκτορας
διδακτορικός διδάκτορας
    διδασκαλία διδάσκω
                διδάσκω
       Δίδυμοι δίδυμος
                δίδυμος
         δίδω σχ. δίνω
                διεγείρω
     διέγερση διεγείρω
   διεγερτικά διεγείρω
   διεγερτικό διεγείρω
   διεγερτικός διεγείρω
διέγνωσα διαγιγνώσκω
    διέγνωσα διάγνωση
                 διεθνής
        διεθνώς διεθνής
    διείσδυση διεισδύω
  διεισδυτικά διεισδύω
 διεισδυτικός διεισδύω
                διεισδύω
   διεκδίκηση διεκδικώ
  διεκδικητής διεκδικώ
 διεκδικητικά διεκδικώ
διεκδικητικός διεκδικώ
 διεκδικήτρια διεκδικώ
                διεκδικώ
    διέλευση διέρχομαι
                 διένεξη
   διενέργεια διενεργώ
               διενεργώ
                διεξάγω
    διεξαγωγή διεξάγω
       διεξήγα διεξάγω
    διεξήγαγα διεξάγω
    διεξήχθην διεξάγω
                διέξοδος
  διερεύνηση διερευνώ
 διερευνητικά διερευνώ
διερευνητικός διερευνώ
               διερευνώ
              διερμηνέας
 διερμηνεία διερμηνέας
διερμηνεύω διερμηνέας
    διέρρευσα διαρρέω
               διέρχομαι
 διερχόμενος διέρχομαι
  διεστάλην διαστέλλω
διεσταλμένος διαστέλλω
    διευθέτηση διευθετώ
                διευθετώ
     διεύθυνση διευθύνω
    διευθυντής διευθύνω
  διευθυντικός διευθύνω
   διευθύντρια διευθύνω
                διευθύνω
 διευκολύνει διευκολύνω
διευκόλυνση διευκολύνω
    διευκολυντικός διευκολύνω
              διευκολύνω
              διευκρινίζω
 διευκρίνιση διευκρινίζω
          διευκρινιστικά διευκρινίζω
         διευκρινιστικός διευκρινίζω
    διεύρυνση διευρύνω
                διευρύνω
         διέχυσα διαχέω
     διήγημα διηγούμαι
     διήγηση διηγούμαι
               διηγούμαι
        διήλθα διέρχομαι
         διημερεύω δια-
         διημερεύων δια-
     διηύθυνα διευθύνω
               διίσταμαι
  διιστάμενος διίσταμαι
                  δικάζω
          δίκαια δίκαιος
          δίκαιο δίκαιος
         δικαιολογημένα δικαιολογώ
δικαιολόγηση δικαιολογώ
         δικαιολογητικά δικαιολογώ
         δικαιολογητικό δικαιολογώ
        δικαιολογητικός δικαιολογώ
 δικαιολογία δικαιολογώ
              δικαιολογώ
                 δίκαιος
     δικαιοσύνη δίκαιος
   δικαιούμαι δικαίωμα
   δικαιούχος δικαίωμα
                δικαίωμα
δικαιωματικά δικαίωμα
δικαιωματικός δικαίωμα
      δικαιώνω δίκαιος
       δικαίως δίκαιος
      δικαίωση δίκαιος
     δικαστήριο δικάζω
δικαστής δικάζω
      δικαστικά δικάζω

    δικαστικός1 δικάζω
        δικαστικός2 δικάζω
     δικαστικώς δικάζω
      δικαστίνα δικάζω
              δική δικός
            δίκη δικάζω
  δικηγορικός δικηγόρος
  δικηγορίνα δικηγόρος
               δικηγόρος
           *δίκηο δίκιο
                   δίκιο
 δικογραφία σχ. δικάζω
                   δικός
              δικτάτορας
 δικτατορία δικτάτορας
δικτατορικά δικτάτορας
δικτατορικός δικτάτορας
      δικτυακός δίκτυο
                  δίκτυο
       δικτυώνω δίκτυο
       δικτύωση δίκτυο
       δικτυωτός δίχτυ
                 δίλημμα
                    δίνη
                    δίνω
                διοίκηση
     διοικητής διοίκηση
    διοικητικά διοίκηση
   διοικητικός διοίκηση
       διοικώ διοίκηση
                διοξείδιο
     *διοξίδιο διοξείδιο
              διοργανώνω
διοργάνωση διοργανώνω
διοργανωτής διοργανώνω
         διοργανώτρια διοργανώνω
    διόρθωμα διορθώνω
               διορθώνω
    διόρθωση διορθώνω
   διορθωτής διορθώνω
  διορθωτικά διορθώνω
  διορθωτικός διορθώνω
  διορθώτρια διορθώνω
                    διότι
  διοχέτευση διοχετεύω
               διοχετεύω
                  δίπλα
          δίπλα1 δίπλα
        δίπλα2 διπλώνω
         διπλανή δίπλα
        διπλανός δίπλα
               δίπλωμα1
     δίπλωμα2 διπλώνω
              διπλωμάτης
 διπλωματία διπλωμάτης
διπλωματικά διπλωμάτης
διπλωματικός διπλωμάτης
         διπλωμάτισσα διπλωμάτης
                διπλώνω
                δίσεκτος
     δίσεχτος δίσεκτος
              δισκοβολία
 δισκοβόλος δισκοβολία
                 δίσκος
    δισταγμός διστάζω
                διστάζω
    διστακτικά διστάζω
   διστακτικός διστάζω
    δισταχτικά διστάζω
   δισταχτικός διστάζω
                 διχάζω
       διχασμός διχάζω
                διχόνοια
  διχοτόμηση διχοτόμος
               διχοτόμος
    διχοτομώ διχοτόμος
                   δίχτυ
        διχτυωτός δίχτυ
                   δίχως
                   δίψα
            διψώ δίψα
    διωγμένος διώχνω
       διωγμός διώκω
       διώκτης διώκω
      διωκτικά διώκω
     διωκτικός διώκω
      διώκτρια διώκω
                 διώκω
         δίωξα διώκω
         δίωξη διώκω
                διώρυγα
       διώχνω διώκω
                 δόγμα
     δογματικά δόγμα
    δογματικός δόγμα
 δογματικότητα δόγμα
   δογματισμός δόγμα
         δόθηκα δίνω
               δοκιμάζω
  δοκιμασία δοκιμάζω
δοκιμαστήριο δοκιμάζω
 δοκιμαστής δοκιμάζω
δοκιμαστικά δοκιμάζω
δοκιμαστικός δοκιμάζω
     δοκιμή δοκιμάζω
   δοκιμιακός δοκίμιο
                 δοκίμιο
δοκιμιογράφος δοκίμιο
        δολερά δόλος
        δολερός δόλος
           δόλια δόλος
                 δόλιος1
            δόλιος2 δόλος
                   δόλος
 δολοφονία δολοφονώ
δολοφονικά δολοφονώ
δολοφονικός δολοφονώ
 δολοφόνος δολοφονώ
              δολοφονώ
                 δόλωμα
      δολώνω δόλωμα
           δομή δομώ
        δόμηση δομώ
         δομικά δομώ
        δομικός δομώ
                   δομώ
         δόνηση δονώ
                  δονώ
                  δόξα
         δοξάζω δόξα
               δοξασία
     δοξαστικά δόξα
    δοξαστικός δόξα
δορυφορικά δορυφόρος
δορυφορικός δορυφόρος
             δορυφόρος
                  δόση
          δόσιμο δίνω
       δοσμένος δίνω
           δότης δίνω
          δότρια δίνω
        δούλα δούλος
    δουλειά δουλεύω
      δουλεία δούλος
    δούλεμα δουλεύω
 δουλευταράς δουλεύω
 δουλευταρού δουλεύω
               δουλεύω
    δούλεψη δουλεύω
        δούλη δούλος
     δουλικά δούλος
     δουλικός δούλος
  δουλικότητα δούλος
                 δούλος
                 δράμα
    δραματικά δράμα
   δραματικός δράμα
 δραματικότητα δράμα
  δραματοποιώ -ποιώ
             δραπετεύω
  δραπέτης δραπετεύω
  δραπέτις δραπετεύω
δραπέτισσα δραπετεύω
                  δράση
 δραστήρια δραστήριος
  δραστηριοποιώ -ποιώ
              δραστήριος
        δραστηριότητα δραστήριος
         δράστης δράση
       δραστικά δράση
       δραστικός δράση
         δράστις δράση
       δράστρια δράση
                 δραχμή
     δραχμικός δραχμή
         δριμέος δριμύς
                 δριμύς
       δριμύτητα δριμύς
δρομολόγηση δρομολόγιο
             δρομολόγιο
 δρομολογώ δρομολόγιο
                 δρόμος
    δροσάτος δροσερός
     δροσερά δροσερός
                δροσερός
       δροσιά δροσερός
     δροσίζω δροσερός
   δροσιστικά δροσερός
  δροσιστικός δροσερός
           δρύινος δρυς
                 δρυμός
                   δρυς
            δρω δράση
                 δύναμη
   δυναμικά δυναμικός
              δυναμικός
δυναμικότητα δυναμικός
  δυναμισμός δυναμικός
      δυνατά δύναμη
      δυνατός δύναμη
  δυνατότητα δύναμη
     δυνητικά δύναμη
    δυνητικός δύναμη
    δυνητικώς δύναμη
                 δυσ-
             δύσ- δυσ-
δυσανασχέτηση δυσανασχετώ
          δυσανασχετώ
δυσαρέσκεια δυσάρεστος
δυσάρεστα δυσάρεστος
            δυσάρεστος
δυσαρεστώ δυσάρεστος
     δυσαρμονία δυσ-
              δύσβατος
   δυσδιάκριτος δυσ-
     δυσεύρετος δυσ-
             δύση δύω
    δύσκολα δύσκολος
 δυσκολεύω δύσκολος
   δυσκολία δύσκολος
              δύσκολος
  δυσλειτουργία δυσ-
 δυσλειτουργικός δυσ-
   δυσλειτουργώ δυσ-
  δυσμένεια δυσμενής
              δυσμενής
   δυσμενώς δυσμενής
      δυσνόητος δυσ-
             δύσπεπτος
  δυσπεψία δύσπεπτος
      δύσπιστος δυσ-
       δυσπιστώ δυσ-
  δυστύχημα δυστυχία
   δυστυχής δυστυχία
              δυστυχία
δυστυχισμένα δυστυχία
δυστυχισμένος δυστυχία
   δύστυχος δυστυχία
    δυστυχώ δυστυχία
   δυστυχώς δυστυχία
 δυσφήμηση δυσφημώ
  δυσφημίζω δυσφημώ
  δυσφήμιση δυσφημώ
δυσφημιστικά δυσφημώ
δυσφημιστικός δυσφημώ
              δυσφημώ
        δυσφορία
 δυσφορώ δυσφορία
       δυτικά δύω
      δυτικός δύω
      δυτικώς δύω
              δύω
          δω εδώ
           δωμάτιο
            δωρεά
           δωρεάν
   δωρητής δωρεά
   δωρήτρια δωρεά
   δωρίζω1 δωρεά
    δωρίζω2 δώρο
           δωρικός
             δώρο
δωροδοκία δωροδοκώ
         δωροδοκώ