Αρχαία Ελληνικά (ΜΤΦΡ.) Ομηρικά Έπη Ιλιάδα (Β Γυμνασίου) - βιβλίο μαθητή (εμπλουτισμένο)

ραψωδία Ω 678-805

Ο θρήνος για τον Έκτορα

  • Ο νεκρώσιμος νόστος του Έκτορα
  • Εκδηλώσεις πένθους και επιτάφιοι θρήνοι
  • Ταφικά έθιμα: η καύση και η ταφή του Έκτορα
Ο νεκρώσιμος νόστος του Έκτορα - Ο Ερμής άγρυπνος βοηθός και συνοδός Θεοί και άνθρωποι γλυκά στον ύπνον βυθισμένοι
ολονυκτός ησύχαζαν· ο αγαθοδότης μόνον
Ερμής μάτι δεν έκλειε, στον νουν του μεριμνώντας

δρόμον ν' ανοίξει ακίνδυνον του γέροντος Πριάμου,
χωρίς να ιδούν οι θυρωροί, να φύγει από τες πρύμνες·
στην κεφαλήν του εστήθηκεν επάνω του και του είπε:
«Ω γέρε, πόσο αμέριμνα στη μέση των εχθρών σου
κοιμάσαι αφού σ' εθάρρεψε το έλεος του Αχιλλέως.
Μ' άπειρα λύτρα ελύτρωσες το ποθητό παιδί σου·
αλλά για σένα ζωντανόν και τρίποδα θα δίδαν
τα τέκνα οπού σου έμειναν, εάν ο Αγαμέμνων
και όλ' οι άλλοι Αχαιοί πως είσ' εδώ γνωρίσουν».
Φοβήθηκε κι εσήκωσεν ο γέρος τον Ιδαίον.
Κι έζεψ' ο Ερμής τες άμαξες κι εκείνος οδηγούσε
εις τον στρατόν ανάμεσα, χωρίς να ιδεί κανένας.


680




685




690
Η Τροία υποδέχεται το νεκρό Έκτορα Και όταν στον Ξάνθον έφθασαν, διογέννητο ποτάμι,
ο Ερμής οπίσω εγύρισε στες κορυφές του Ολύμπου,
και η χρυσόπεπλη Ηώς την γην εφώτιζ' όλην,
κι εκείνοι με το λείψανο που εφέρναν τα μουλάρια
με δάκρυα, με ξεφωνητά τραβούσαν προς την πόλιν
και δεν τους νόησε κανείς παρά η Κασσάνδρα μόνη,
η κόρη οπού της χρυσής ομοίαζε Αφροδίτης.
Είχε ανεβεί στην Πέργαμον κι εκείθ' είδε στ' αμάξι
τον ποθητόν πατέρα της μαζί με τον Ιδαίον,
και ως είδε τον κειτάμενον στο νεκρικό του στρώμα
μες στ' άλλο αμάξι, έσκουζεν η κόρη και στην πόλιν
έβαλε το ξεφωνητό: «Ω Τρώισσες, ω Τρώες,
κοιτάτ' εκεί τον Έκτορα, που άλλοτε απ' την μάχην
να σας γυρίζει ζωντανός ευφραίνετο η καρδιά σας
όπου τον είχεν ο λαός χαρά κι ελπίδα μόνην».
Τότε ψυχή δεν έμεινε στην πόλιν, μήτε άνδρας,
μήτε γυναίκα ότι σφοδρός τους συνεπήρε πόνος·
και τον νεκρόν προϋπάντησαν εκεί σιμά στην πόλιν·
πρώτη η γυνή του εχύθηκε στ' αμάξι και η μητέρα
την κεφαλήν του αγκάλιαζαν, εκλαίαν, εμαδιόνταν,
και ο λαός ακίνητος ολόγυρα εθρηνούσε.
Και ο ήλιος θα εβασίλευε και ακόμη αυτόν θα κλαίαν
τον πεθαμένον Έκτορα εκεί εμπρός στις πύλες,
αν απ' τ' αμάξι ο γέροντας δεν έλεγε στα πλήθη:
«Τόπον στες μούλες κάμετε· κατόπι αφού στο σπίτι
τον φέρω, ξεθυμάνετε τον πόνον της ψυχής σας».


695




700




705




710




715
Η πρόθεσις - Οι θρήνοι Και ως είπ' εκείνοι εχώρισαν τ' αμάξι να περάσει·
και αφού στα ωραία δώματα το λείψανο ανεβάσαν,
στην κλίνη τον απόθεσαν, κι εκάθισαν στο πλάγι
τους θρηνωδούς, το θλιβερό τραγούδι ν' αρχινήσουν.
Και αντιφωνούσαν κλαίοντας στον θρήνον οι γυναίκες.

720
Ο θρήνος της Ανδρομάχης Και η λευκοχέρ' αρχίνησε τον θρήνον Ανδρομάχη
στην κεφαλήν του Έκτορος απλώνοντας τα χέρια:
«Άνδρα μου, νέος πέθανες, κι εμέν' αφήνεις χήραν
στο σπίτι με το τρυφερό παιδί που εμείς οι δυο
οι άμοιροι εγεννήσαμεν· και δεν θα μεγαλώσει
οϊμένα, ότι γρήγορα τούτη θα πέσ' η πόλις
τώρα που εσύ εχάθηκες, ο στύλος της, η ασπίδα,
που τα παιδιά της έσωζες και τες σεμνές μητέρες,
που γρήγορα στα πλοία τους θενά μας ρίξουν όλες
και συ μαζί μου, τέκνον μου, θα είσαι να δουλεύεις
με κόπον σ' έργα ουτιδανά καταδυναστεμένος
κάτω από κύριον σκληρόν, αν πρώτα δεν σε ρίξει
από του πύργου την κορφήν να κακοθανατίσεις
κανείς οπού του φόνευσεν ο Έκτωρ τον πατέρα,
τον αδελφόν ή το παιδί, διότι από το χέρι
εκείνου πλήθος Αχαιών εδάγκασαν το χώμα.
Ότι ο πατέρας σου απαλός στον πόλεμον δεν ήταν·
για τούτο σήμερα ο λαός ολόκληρος τον κλαίει,
και λύπη θα 'σαι αμίλητη, ω Έκτορ, στους γονείς σου,
μον’ άλλος είναι ο πόνος μου· στην κλίνην σου, ω γλυκέ μου,
δεν πέθανες, το χέρι σου στο χέρι μου ν' απλώσεις,
και κάποιον λόγον φρόνιμον να βάλεις στην καρδιά μου
ημέρα νύκτα μες στον νου να το 'χω και να κλαίω».

725




730




735




740




745
Εικόνα 45. Μνημειακός γεωμετρικός αμφορέας από το Δίπυλο του Κεραμεικού. Ανάμεσα στις λαβές εικονίζεται η πρόθεσις του νεκρού (760-750 π.Χ.), Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Εικόνα 45. Μνημειακός γεωμετρικός αμφορέας από το Δίπυλο του Κεραμεικού. Ανάμεσα στις λαβές εικονίζεται η πρόθεσις του νεκρού (760-750 π.Χ.), Αθήνα,
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Ο θρήνος της Εκάβης Και με τον θρήνον πόκαμνε στενάζαν οι γυναίκες
και ανάμεσόν τους άρχισε κι η Εκάβη να θρηνήσει:
«Έκτορ, ω το ακριβότερο απ' όλα τα παιδιά μου,
και όταν μου εζούσες, οι θεοί, γλυκέ μου, σ' αγαπούσαν
και τώρα μες στον θάνατον ακόμη σε λυπούνται
.
Τ' άλλα παιδιά μου, όσα 'πιανεν ο γρήγορος Πηλείδης
απόπερ' από την θάλασσαν στα ξένα τα επουλούσε

στην Λήμνον την σκοταδερή, στην Σάμον και στην Ίμβρον·
και συ, αφού σ' ενέκρωσεν η λόγχη του και γύρω
του φίλου οπού του εφόνευσες τον τάφον σ' έχει σύρει,
και όμως με αυτό δεν έκαμε τον φίλο ν' αναζήσει,
εμπρός μου τώρα δροσερός και ανέγγιχτος στο σπίτι
κείτεσαι, ωσάν τον άνθρωπον που την ψυχήν του επήρε
ο Φοίβος ο αργυρότοξος με τ' άλυπά του βέλη».
Και η κλάψα της εσήκωσε γύρω οδυρμόν και θρήνους.



750




755




760
Ο θρήνος της Ελένης Και τρίτ' η Ελένη άρχισε τον θρήνο της κι εκείνη:
«Ω Έκτορ μου, ο ακριβότερος των αδελφών του ανδρός μου,
κι είν' άνδρας μου ο θεόμορφος Αλέξανδρος που εμένα
εδώ στην Τροίαν έφερε· να 'χα πεθάνει πρώτα.
Χρόνοι επεράσαν είκοσιν αφ' ότου εκείθεν ήλθα
και άφησα την πατρίδα μου· και απ' τα δικά σου χείλη
λόγον ποτέ δεν άκουσα κακόν να με πικράνει.
Και αν κάποιος απ' τους αδελφούς ή από τες αδελφές σου
ή από τες συννυφάδες μου με απόπαιρνεν ή ακόμη
η πεθερά μου — ο πενθερός με αγάπα ωσάν πατέρας
συ μόνος τον ημέρωνες με λόγια μελωμένα
με την αγαθοσύνην σου· για τούτο σένα κλαίω
και αντάμα εμέ την άμοιρην και σχίζεται η καρδιά μου.
Ότι κανείς δεν μόμεινεν εις όλην την Τρωάδα
να είναι φίλος της καρδιάς και μ' αποστρέφοντ' όλοι».
Και ως έκλαιε τριγύρω της εστέναζαν τα πλήθη.



765




770




775
Ετοιμασίες για την ταφή Και τότε ο γέρος Πρίαμος επρόσταξε στα πλήθη:
«Στην πόλιν, Τρώες, φέρετε τα ξύλα, μη φοβείσθε
καρτέρι από τους Αχαιούς· μου έταξε ο Πηλείδης
όταν από τες πρύμνες του αυτός μ' ξεπροβοδούσε,
πριν φέξ' η δωδεκάτη αυγή να μη μας πολεμήσε».
Και αυτοί τες μούλες έζεψαν στ' αμάξια και τους ταύρους
και με σπουδήν συνάχθηκαν εμπρός στην πόλιν όλοι
και εννιά ημέρες έφερναν από το δάσος ξύλα·


780




785
Η πυρά και η ταφή του Έκτορα και άμα η δεκάτη εφάνη αυγή τον κόσμον να φωτίσει
τότ' έβγαλαν τον Έκτορα και κλαίοντας τον θέσαν
εις της πυράς την κορυφήν, κατόπι την ανάψαν.
Και άμα η ροδοδάκτυλη Ηώς στον κόσμο εφάνη,
εις την πυράν ολόγυρα του Έκτορος του ανδρείου
όλος συνάχθηκε ο λαός κι άφθονο πρώτα εχύσαν
κρασί μες στην πυρκαϊά και την εσβήσαν όλην
ως εκεί που εβόσκησε η φωτιά, κι οι αυτάδελφοι και οι φίλοι
κατόπιν όλα εσύναξαν τα άσπρα κόκαλά του,
κι έτρεχαν δάκρυα θερμά από τα μάγουλά τους.
Και μέσα εις χρυσήν λάρνακα τα έθεσαν κατόπι
με πορφυρά και μαλακά σεντόνια τυλιγμένα·
κατόπι τα εκατέβασαν μες στο βαθύ κιβούρι
κι επάνω εστοίβασαν πυκνά λιθάρια και μεγάλα·
και αφού τάφον εσήκωσαν με χώματα εκαθόνταν

φύλακες, απ' τους Αχαιούς το μνήμα να φρουρήσουν.
Και αφού το μνήμα ετοίμασαν, συναθροισθήκαν όλοι
με τάξιν και εκάθησαν στο θαυμαστό τραπέζι
μέσα στα υψηλά δώματα του σεβαστού Πριάμου.
Αυτός του ανδρείου Έκτορος ο ενταφιασμός εγίνη.




790




795




800




805
στ. 678-681 Ο ύπνος συνδέει τη σκηνή που εκτυλίσσεται στην κατοικία του Αχιλλέα με τους θεούς. Μόνο ο Ερμής μένει άγρυπνος· αυτός οδήγησε τον Πρίαμο στη σκηνή του Αχιλλέα χωρίς να τον δουν οι Αχαιοί και τώρα θα φροντίσει να τον συνοδεύσει με ασφάλεια πίσω στην Τροία.
στ. 682 οι θυρωροί: οι φρουροί των πυλών του αχαϊκού στρατοπέδου.
στ. 693 διογέννητο ποτάμι: το ποτάμι που οι θεοί ονόμαζαν «Ξάνθο» και οι άνθρωποι «Σκάμανδρο». Ο ποταμός αυτός νομιζόταν γιος του Δία και προσωποποιείται συχνά στην Ιλιάδα: παίρνει μέρος στη Θεομαχία (Υ 74) και στις συγκρούσεις που γίνονται στις όχθες του (Μάχη παραποτάμιος, Φ) μάχεται εναντίον του Αχιλλέα. Ο Σκάμανδρος αποτελούσε μάλλον το όριο της περιοχής που εξουσίαζαν οι Τρώες, γι’ αυτό ο Ερμής εκεί ήρθε να παραλάβει τον Πρίαμο (Ω 351) και τώρα στο ίδιο σημείο τον εγκαταλείπει, γιατί θεωρείται πλέον ασφαλής.
στ. 698 νόησε... η Κασσάνδρα μόνη: μόνο εκείνη τους είδε. Η Κασσάνδρα δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γι’ αυτό με το πρώτο φως της ημέρας έτρεξε να δει μήπως επιστρέφουν. Ίσως αυτή η ενέργεια της Κασσάνδρας να δικαιολογείται και από τη μαντική ικανότητα που διέθετε. Αυτή, λοιπόν, θα ξεσηκώσει τον πρώτο αυθόρμητο θρήνο για τον Έκτορα στην πόλη (Ω 708-709, πρβ. 741).
στ. 700 στην Πέργαμον: Πέργαμος ονομαζόταν η ακρόπολη της Τροίας, όπου βρισκόταν και το παλάτι του Πρίαμου. Εδώ όμως εννοεί το υψηλότερο σημείο της ακρόπολης, όπου βρισκόταν και ο ναός του Απόλλωνα.
στ. 712 εμαδιόνταν: το ξερίζωμα των μαλλιών αποτελούσε ένδειξη πένθους για τις γυναίκες συγγενείς του νεκρού.
στ. 713 ακίνητος: η στάση δηλώνει σεβασμό προς τον νεκρό.
στ. 721 στην κλίνη τον απόθεσαν: η έκθεση του νεκρού στη νεκρική κλίνη μέσα στο σπίτι του μέχρι την ταφή ονομαζόταν πρόθεσις, ενώ η μεταφορά του στον τάφο (ή στην πυρά, Ω 787) εκφορά.
στ. 722 τους θρηνωδούς: οι θρηνωδοί ήταν επαγγελματίες που μοιρολογούσαν τον νεκρό και συνόδευαν τα εξατομικευμένα θρηνητικά άσματα με την κατάλληλη μουσική. Ο Όμηρος δεν αναφέρει αλλού επαγγελματίες θρηνωδούς.
στ. 723 αντιφωνούσαν... οι γυναίκες: ανάμεσα στα άσματα των επαγγελματιών θρηνωδών ακούγονταν οι θρηνητικές φωνές των γυναικών.
στ. 729 τούτη θα πέσ’ η πόλις: η Ανδρομάχη στο θρήνο της περιγράφει με μελανά χρώματα τι θα ακολουθήσει τώρα που η ίδια, το παιδί της και οι πολίτες έχασαν το μοναδικό πρόμαχο και προστάτη τους: η άλωση της πόλης θεωρείται πλέον βέβαιη. Έτσι, μετά και τον υπαινιγμό της Κασσάνδρας (Ω 707), ο ποιητής αφήνει στους ακροατές του έντονη την εντύπωση ότι το τέλος του Έκτορα προοικονομεί το τέλος της Τροίας.
στ. 731 έσωζες: στο πρωτότυπο ἔχες = προστάτευες. Το ρήμα ἔχω υπαινίσσεται την ετυμολογική προέλευση του ονόματος του Έκτορα- Ἕκτωρ (<ἔχω) = αυτός που κρατάει κάτι με δύναμη, που είναι το έρεισμα, το στήριγμα της Τροίας.
στ. 734 έργα ουτιδανά καταδυναστεμένος: τονίζεται ο δουλικός χαρακτήρας των εργασιών αυτών (πρβ. Ζ 455 κ.εξ.).
στ. 736 να κακοθανατίσεις: μεταγενέστερες πηγές μας πληροφορούν ότι οι Αχαιοί σκότωσαν το γιο του Έκτορα ρίχνοντάς τον από τα τείχη της πόλης, ενώ η Ανδρομάχη έγινε σκλάβα του Νεοπτόλεμου, του γιου του Αχιλλέα.
στ. 742 λύπη... αμίλητη: πόνος που δεν περιγράφεται με λόγια, άφατη λύπη.
στ. 750-751 οι θεοί... σ’ αγαπούσαν και τώρα... ακόμη σε λυπούνται: οι θεοί έδειξαν την εύνοιά τους όχι μόνο φροντίζοντας το σώμα του νεκρού (βλ. Ψ 184-191), αλλά μεριμνώντας και για τη λύτρωσή του από τον Αχιλλέα. Έτσι στη συνέλευση των θεών (Ω 66 κ.εξ.) ο Δίας είχε τονίσει στην Ήρα την αγάπη των θεών για τον Έκτορα και το δικό του προσωπικό ενδιαφέρον για την ευσέβεια που είχε δείξει προς αυτούς, όσο ζούσε, και για τις θυσίες που είχε προσφέρει. Οι θεοί αφήνουν τους ανθρώπους να υποφέρουν (Ω 525-526), όμως οι άνθρωποι μπορούν να προσδοκούν κάποια ανταπόδοση, όταν είναι θεοσεβείς.
στ. 752-753 τ’ άλλα παιδιά μου, όσα ’πιανεν… στα ξένα τα επουλούσε: ο Αχιλλέας, όπως και άλλοι Αχαιοί (βλ. Β 229-231), είχε ελευθερώσει με λύτρα τον Ίσιο και τον Άντιφο (Λ 100-106), ενώ είχε πουλήσει τον Λυκάονα στη Λήμνο (Φ 34-45, 73-81, πρβ. Χ 45). Ο ίδιος εξάλλου ο ήρωας ισχυριζόταν ότι πριν από το θάνατο του Πάτροκλου είχε χαρίσει τη ζωή σε πολλούς Τρώες (Φ 99-105). Η Εκάβη κατά παράδοξο τρόπο δε μνημονεύει τα άλλα της παιδιά που σκότωσε ο Αχιλλέας (πρβ. Ω 520), ίσως επειδή θέλει να τονίσει την αγριότητα του Πηλείδη προς τον Έκτορα.
στ. 754 την σκοταδερή: η Λήμνος ήταν σκοτεινή, ομιχλώδης, σκεπασμένη με καταχνιά· ίσως εξαιτίας του ηφαιστείου που υπήρχε εκεί. Η Σάμος που αναφέρεται στον ίδιο στίχο είναι η Σαμοθράκη.
στ. 757 ν’ αναζήσει: χωρίς παρ’ όλα αυτά να τον επαναφέρει στη ζωή. Κι ο Αχιλλέας τώρα πια (Ω 550-551) έχει κατανοήσει την αλήθεια που εκφράζει εδώ η πικραμένη Εκάβη.
στ. 762 τρίτ’ η Ελένη άρχισε τον θρήνο της: η Ελένη δε θα μπορούσε να μη συμμετέχει στο πένθος του κορυφαίου από τους πολεμιστές που έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της. Ο θρήνος της είναι πολύ προσωπικός, καθώς δεν αναφέρεται στην πολεμική ανδρεία του Έκτορα, αλλά στη γλυκύτητα και την καλοσύνη (αγαθοσύνη, στ. 773) του ήρωα προς αυτήν την ίδια. Με το θάνατο του Έκτορα η Ελένη έχασε εκείνον που την προστάτευε από τους υβριστικούς λόγους των άλλων (στ. 767-768, 769-772).
στ. 765 να ’χα πεθάνει πρώτα: συχνά η Ελένη παρουσιάζεται στο έπος να έχει μετανιώσει πικρά και να νιώθει τύψεις συνειδήσεως που προκάλεσε αυτόν τον πόλεμο και το θάνατο τόσων ανθρώπων (βλ. Ζ 344 κ.εξ.).
στ. 766 χρόνοι επεράσαν είκοσιν: τα γεγονότα της Ιλιάδας ανήκουν στο δέκατο χρόνο του πολέμου. Όμως η Ελένη κάνει λόγο για εικοσάχρονη απουσία από την πατρίδα της, επειδή πρέπει να μεσολάβησε μια μακρά περίοδος πολεμικών προετοιμασιών των Αχαιών μεταξύ της αρπαγής της και της έναρξης του πολέμου. Γι’ αυτό το θέμα δεν αναφέρεται τίποτε σε κανένα άλλο σημείο των ομηρικών επών.
στ. 771 ο πενθερός με αγάπα ωσάν πατέρας: πρβ. τη σκηνή της Τειχοσκοπίας, Γ 162-165. Ωστόσο, ο Πρίαμος δεν προστάτευε την Ελένη από τις ύβρεις των άλλων, όπως μας αφήνουν να εννοήσουμε οι στ. 772 και 775-776.
στ. 772 με λόγια μελωμένα: γλυκά λόγια.
στ. 777-778 τα πλήθη… στα πλήθη: πιθανόν όλος ο λαός της Τροίας, του οποίου ένα μέρος είχε μπει στα ανάκτορα.
στ. 778-782 Πρβ. το αίτημα του Πρίαμου και την υπόσχεση του Αχιλλέα (Ω 660-673).
στ. 785 κι εννιά ημέρες: ο αριθμός των ημερών είναι υπερβολικός. Σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις που αναφέρονται στην Ιλιάδα (Η 417 κ.εξ., Ψ 110 κ.εξ.) μια μέρα ήταν αρκετή. Όταν ο Πρίαμος ζητάει ανακωχή από τον Αχιλλέα, τονίζει ότι τα ξύλα θα τα μεταφέρουν «από δάσος μακρινό» (Ω 664), αλλά εκείνο που υπογραμμίζει είναι ότι θέλουν ο θρήνος να κρατήσει εννιά ημέρες (Ω 665).
στ. 787 τότ’ έβγαλαν τον Έκτορα: τη δέκατη μέρα γίνεται η εκφορά του νεκρού Έκτορα.
στ. 788 εις της πυράς... την ανάψαν: το ιλιαδικό έπος αρχίζει με τις πυρές που ανάβουν στο στρατόπεδο των Αχαιών για τους νεκρούς από το λοιμό (Α 52) και τελειώνει με τη νεκρική πυρά του Έκτορα στο αντίπαλο στρατόπεδο.
στ. 791 όλος συνάχθηκε ο λαός: η πάνδημη συμμετοχή τονίζει τη σημασία της απώλειας, αλλά και αφήνει να εννοηθεί ότι μετά το χαμό του Έκτορα η Τροία θα έχει την ίδια τύχη.
στ. 796 λάρνακα: οστεοθήκη, φέρετρο· για τον Πάτροκλο είχε χρησιμοποιηθεί «χρυσή φιάλη» (Ψ 243). Μια άλλη διαφορά επίσης είναι ότι τα οστά του Πάτροκλου, πριν τυλιχτούν με λεπτό ύφασμα, καλύφθηκαν με λίπος (Ψ 253).
στ. 798 κιβούρι: τάφος.
στ. 799-800 Πάνω από τον τάφο έριξαν πέτρες και πάνω απ’ αυτές ύψωσαν τύμβο από χώμα (πρβ. Ω 667). Ο τύμβος διατηρούσε ζωντανή τη μνήμη του νεκρού στις επόμενες γενιές. Γι’ αυτό ο Σκάμανδρος είχε απειλήσει να θάψει τον Αχιλλέα κάτω από τη λάσπη του, έτσι ώστε να μη χρειαστεί να του υψώσουν τύμβο οι Αχαιοί και η μνήμη του να σβήσει γρήγορα (Φ 316-323).
στ. 801 φύλακες: ο φόβος είναι αδικαιολόγητος, αφού υπήρχε η υπόσχεση του Αχιλλέα (Ω 780-782, πρβ. Ω 670 κ.εξ.). Η μνεία, ωστόσο, των φρουρών και μιας ενδεχόμενης επίθεσης των Αχαιών (πρβ. Ω 779-780) θυμίζει στους ακροατές του έπους ότι βρισκόμαστε σε μια εύθραυστη ανακωχή των εμπολέμων και ότι ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει οριστικά (πρβ. Ω 668).

 

«Ὄψεσθε, Τρῶες καὶ Τρῳάδες, Ἕκτορ’ ἰόντες, 
εἴ ποτε καὶ ζώοντι μάχης ἒκ νοστήσαντι
χαίρετ’, ἐπεὶ μέγα χάρμα πόλει τ’ ἦν παντί τε δήμῳ.»

(Ω 704-706)

Εικόνα 46. Μνημειακός κρατήρας από το Δίπυλο του Κεραμεικου. Στην κύρια ζώνη εικονίζεται η εκφορά του νεκρού πάνω σε άμαξα, 740 π.Χ. Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Εικόνα 46. Μνημειακός κρατήρας από το
Δίπυλο του Κεραμεικου. Στην κύρια ζώνη
εικονίζεται η εκφορά του νεκρού πάνω σε άμαξα,
740 π.Χ. Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

1. Η κηδεία τον Αχιλλέα

Ο θάνατος του Αχιλλέα δεν περιγράφεται στην Ιλιάδα. Στην τελευταία όμως ραψωδία της Οδύσσειας ο νεκρός Αγαμέμνονας συναντά τον Πηλείδη στον Κάτω κόσμο και του διηγείται τα γεγονότα τα σχετικά με την κηδεία του.

«Κι απ' τις ριξιές σαν πήραμε το λείψανο στα πλοία,
σε στρώμα σε ξαπλώσαμε, και τ' όμορφο κορμί σου
παστρέψαμε με χλιο νερό και λάδι, κι όλοι γύρω
χύνανε δάκρυα οι Δαναοί κι έκοβαν τα μαλλιά τους.
Κι η μάνα σου ήρθε απ' το γιαλό μ' αθάνατες Νεράιδες
σαν άκουσε την είδηση και μια βουή μεγάλη
σηκώθηκε στη θάλασσα, που όλους τρεμούλα πήρε.
Θα 'μπαιναν τότε οι Δαναοί στα βαθουλά καράβια,
αν δεν τους κράταγε άνθρωπος, πολλών κι αρχαίων γνώστης,
ο Νέστορας, που κι από πριν σοφή ήταν η βουλή του.
Αυτός με λόγια γνωστικά τους μίλησε έτσι κι είπε·
"Αργίτες, Αχαιόπουλα, μη φεύγετε, σταθείτε,
να 'ρθει απ' το κύμα η μάνα του μ' αθάνατες Νεράιδες
το πεθαμένο της παιδί να το μοιρολογήσει".
Κι οι μεγαλόψυχοι Αχαιοί την άκουσαν και μένουν.
Γύρω σου οι κόρες στάθηκαν του πελαγίσιου γέρου,
κι άλιωτα ρούχα σου 'βαλαν και το χαμό σου κλαίγαν.
Κι οι Μούσες όλες, κι οι εννιά, με τη γλυκιά φωνή τους,
μοιρολογούσαν, που Αχαιού δεν έμεινε ένα μάτι
αδάκρυτο. Τέτοιον καημό το μοιρολόι σκορπούσε.
Μέρες και νύχτες δεκαφτά, χωρίς να πάψει ο θρήνος,
σε κλαίγαμε, οι αθάνατοι με τους θνητούς ανθρώπους.
Στις δεκοχτώ σε δώσαμε στις φλόγες και τριγύρω
αρνιά παχιά σου σφάξαμε και τραχηλάτα βόδια.
Και συ στα ρούχα των θεών, στο λάδι και στο μέλι
καιγόσουν, κι άπειροι Αχαιοί, πεζούρα κι αμαξάδες,
τ' άρματα ρίχναν στη φωτιά να δυναμώσει η φλόγα
και μια βουή σηκώθηκε κι αλαλαγμός μεγάλος.
Κι όταν πια σ' έκαψε η φωτιά, τα κόκαλά σου τ' άσπρα
συνάξαμε τη χαραυγή και βάλαμε, Αχιλλέα,
σε λάδι κι άδολο κρασί. Κι ένα χρυσό αμφορέα
έφερε η μάνα σου, δουλειά του ξακουσμένου Ηφαίστου,
κι έλεγε απ' το Διόνυσο πως χάρισμα τον είχε.
Εκεί, Αχιλλέα, βάλαμε τα κόκαλά σου τ' άσπρα,
με του Πατρόκλου ανάμιχτα, που 'χε από πριν πεθάνει,
και του Αντιλόχου χωριστά, που απ' όλους τους συντρόφους
—ο Πάτροκλος σαν πέθανε— ξεχωριστά αγαπούσες.
Κι ολόγυρά τους έπειτα ψηλό μεγάλο τάφο
σηκώσαμε όλος ο στρατός των μαχητών Ελλήνων,
στον απλωτόνε Ελλήσποντο, σε μιας κορφής την άκρη,
να φαίνεται απ' το πέλαγο και να τον βλέπουν όλοι,
όσοι στον κόσμο τώρα ζουν κι όσοι ξοπίσω θα 'ρθουν.
Κι απ' τους θεούς η μάνα σου πεντάμορφα βραβεία
ζήτησε και μας έβαλε στων Αχαιών τους πρώτους.
Πολλές φορές θα σου 'τυχε να ιδείς ταφές ηρώων,
όταν μεγάλος βασιλιάς καμιά βολά πεθάνει,
που βγαίνουν στον αγώνα οι νιοι να πάρουν τα βραβεία.
Μα εκείνα ανίσως τα 'βλεπες, θα σάστιζε έτσι ο νους σου,
πόβαλε η αργυρόποδη θεά για σένα η Θέτη,
γιατί ήσουν στους μακαριστούς θεούς αγαπημένος.
Κι αν πέθανες, δεν χάθηκε στον κόσμο τ' όνομά σου,
μα θα 'ναι αιώνια η δόξα σου σ' όλη τη γη, Αχιλλέα
».



45




50




55




60




65




70




75




80




85




90


(Οδύσσεια ω 43-94, μτφρ. Ζ. Σίδερης, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1981)

στ. 45 χλιο νερό: ζεστό, χλιαρό νερό· στ. 46 κι έκοβαν τα μαλλιά τους: έθιμο το οποίο αποτελούσε έκφραση μεγάλου πένθους· στ. 47, 55 Νεράιδες: πρόκειται για τις Νηρηίδες, τις κόρες του Νηρέα (ο Νηρέας, πατέρας και της Θέτιδας, ήταν θαλασσινή θεότητα, γι' αυτό στο στ. 58 ονομάζεται «πελαγίσιος γέρος»)· στ. 67 στο λάδι και στο μέλι: το μέλι και το λάδι ήταν προσφορά στους νεκρούς, αλλά χρησίμευαν συγχρόνως για να δυναμώνουν τη νεκρική πυρά· στ. 73 άδολο κρασί: ανέρωτο κρασί.


2. Η καταστροφή της Τροίας

Στο ποίημα του Αρκτίνου από τη Μίλητο (8ος-7ος αι. π.Χ.) Ιλίου Πέρσις περιγράφεται η κατάληψη της Τροίας από τους Αχαιούς. Στους στίχους που ακολουθούν πληροφορούμαστε ποια ήταν η τύχη του Πρίαμου και της οικογένειάς του.

«Η Τροία πια κουρσεύεται, καίγεται και πατιέται
και δεν υπάρχει Αχαιός που δεν ευχαριστιέται.
Ο Πρίαμος ο βασιλιάς σφάζεται με μανία
στου Ερκείου Δία το βωμό χωρίς πια ευσπλαχνία.
Ψάχνει και ο Μενέλαος να βρει πια την Ελένη,
σκοτώνει το Δηίφοβο και την ελευθερώνει.
Το ξόανο της Αθηνάς ο Αίας ρίχνει κάτω,
τη μάντισσα αρπάζοντας Κασσάνδρα απ' το μπράτσο!
Το μέγα το ρηγόπουλο, το Αστυανακτάκι,
απ' τα ψηλά δεν πέταξε, σα να 'ταν κουταβάκι

ο Οδυσσέας ο γνωστός, ο πρώτος στην Ιθάκη;
Στον τάφο τ' Αχιλλέα μας σφάζεται με μανία
η δόλια Πολυξένη πια, χωρίς καμιά αιτία.
Στην Τροία βάζουνε φωτιά από μια άκρη
σ' άκρη κι η πόλη στάχτη γίνεται, πνίγεται μες στο δάκρυ!
Τα λάφυρα μοιράζονται, τα δώρα απ' τη μάχη,
παίρνει κι ο Νεοπτόλεμος λεία την Ανδρομάχη.
Αυτά και άλλα πιο πολλά επράξαν οι Αργείοι,
χωρίς κανένα δισταγμό, καμιά αιδημοσύνη!»




555




560




565




570

(Ιλίου Πέρσις, στ. 552-570, μτφρ. Γ.Θ. Καλοδήμου, σελ. 167-168, ιδ' Έκδοση, Λαμία 2000)

στ. 555 στου Ερκείου Δία το βωμό: ο Πρίαμος κατέφυγε στο βωμό του Ερκείου Δία, του προστάτη της οικογένειας και των συγγενικών δεσμών, όμως ο Νεοπτόλεμος, ο γιος του Αχιλλέα, τον απομάκρυνε από τον ιερό χώρο και τον σκότωσε μπροστά στο παλάτι· στ. 557 σκοτώνει το Δηίφοβο: ο Δηίφοβος, γιος του Πρίαμου και της Εκάβης, σύμφωνα με τη μεταγενέστερη παράδοση είχε γίνει σύζυγος της Ελένης μετά το θάνατο του Πάρη· στ. 558 το ξόανο της Αθηνάς: η Κασσάνδρα για να σωθεί κατέφυγε στο ναό της Αθηνάς και αγκάλιασε το ξόανο (ξύλινο άγαλμα) της θεάς, αλλά ο Αίας του Οϊλέα (ο Λοκρός), ρίχνοντας κάτω το άγαλμα, την έσυρε έξω από το ναό. Τελικά, η Κασσάνδρα ακολούθησε τον Αγαμέμνονα στις Μυκήνες και σκοτώθηκε από την Κλυταιμνήστρα· στ. 560-561: ο Νεοπτόλεμος πήρε αιχμάλωτη την Ανδρομάχη, αφού πρώτα έριξε από τα τείχη το μικρό Αστυάνακτα. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, την οποία ακολουθεί η Ιλίου Πέρσις, το γιο του Έκτορα τον γκρέμισε από τα τείχη ο Οδυσσέας· στ. 564 η δόλια Πολυξένη: η Πολυξένη, κόρη του Πρίαμου, θυσιάστηκε πάνω στον τάφο του Αχιλλέα από το γιο του Νεοπτόλεμο.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ Ή ΕΡΓΑΣΙΑ
1. Να περιγράψετε με λίγα λόγια: α) την υποδοχή του νεκρού Έκτορα από τους συγγενείς του και τους πολίτες της Τροίας, β) την προετοιμασία και τη διαδικασία της ταφής του ήρωα. Τι ακολούθησε μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της ταφής;
2. Όταν ο Αχιλλέας σκοτώνει τον Έκτορα, οι Τρώες συνδέουν το θάνατό του με την άλωση της Τροίας: «μες στο καστρί οι γυναίκες σκλήριζαν, θρηνολογούσαν οι άντρες. / Κι έμοιαζε ο θρήνος τους σα να 'πιασε φωτιά και καταλυούσε / όλη την Τροία την αψηλόχτιστη, κορφή του κάστρου ως κάτω» (Χ 409-411, μτφρ. Ν. Καζαντζάκη - Ι.Θ. Κακριδή). Σε ποια σημεία της ενότητας συνδέεται ξανά, υπαινικτικά ή ολοφάνερα, ο θάνατος του Έκτορα με την πτώση της Τροίας;
3. Τόσο η Ανδρομάχη (Ω 729-739) όσο και ο Έκτορας (Ζ 448-465) κάνουν λόγο για την επικείμενη πτώση της Τροίας. Αφού διαβάσετε και τους στίχους θ 595-643 από την Οδύσσεια (μτφρ. Δ.Ν. Μαρωνίτη) και το Παράλληλο κείμενο 2, να γράψετε ένα δικό σας κείμενο για την άλωση της Τροίας. Να στηρίξετε το κείμενό σας σε συγκεκριμένες αναφορές σε χωρία των δύο κειμένων.
4. Αφού λάβετε υπόψη σας την περιγραφή του πρώτου αυθόρμητου θρήνου για τον Έκτορα κοντά στις Σκαιές πύλες αλλά και εκείνου που έγινε στη συνέχεια στο παλάτι, να επισημάνετε τα βασικά στοιχεία (έθιμα, κινήσεις, εκφράσεις κτλ.) που συνθέτουν την τυπική μορφή του επιτάφιου θρήνου της ομηρικής κοινωνίας.
5. Ο θρήνος της Εκάβης έχει μορφή τριαδική (ΑΒΑ). Αρχικά, δηλαδή, η μητέρα του Έκτορα απευθύνεται στον αγαπημένο της γιο (Α: 749-751)· στη συνέχεια, σε ένα κεντρικό τμήμα, αφηγείται γεγονότα σχετικά με το θάνατο του Έκτορα και τη μοίρα των άλλων παιδιών της (Β: 752-757) και στο τέλος απευθύνεται και πάλι στον νεκρό (Α: 758-760). Μπορείτε να βρείτε αν αυτό το τριαδικό σχήμα υπάρχει και στους θρήνους της Ανδρομάχης ή της Ελένης;
Παράλληλο κείμενο
6. Ποιος στίχος από το θρήνο της Ελένης δείχνει ότι η ηρωίδα αισθάνεται μεταμελημένη για τον ερχομό της στην Τροία; Θυμάστε κάποια άλλη περίσταση κατά την οποία η Ελένη εκφράζει ανάλογα αισθήματα;
7. Γιατί νομίζετε ότι ο ποιητής αποδίδει τόση σημασία στους θρήνους για τον Έκτορα ύστερα από την ατίμωσή του από τον Αχιλλέα;
8. Αφού διαβάσετε την οδυσσειακή περιγραφή των επιτάφιων τιμών που αποδίδονται στον Αχιλλέα (Παράλληλο κείμενο 1), να κάνετε συγκρίσεις με την κηδεία του Έκτορα και να βρείτε κοινά σημεία και διαφορές.
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ - ΣΧΕΔΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

1. Στη ραψωδία Ω γίνεται επανειλημμένως λόγος για την ταφή και τον τύμβο του Έκτορα. Για τα θέματα αυτά είχε κάνει λόγο και ο ίδιος ο ήρωας πριν από τη μονομαχία του με τον Αίαντα (Η 76-91). Αυτά τα στοιχεία υποδηλώνουν το σπουδαίο ρόλο που έπαιζε ο τύμβος στη διατήρηση της υστεροφημίας του ήρωα. Αφού χωριστείτε σε ομάδες, να επισκεφθείτε: η πρώτη ομάδα κάποιο αρχαίο νεκροταφείο· η δεύτερη τη βιβλιοθήκη του σχολείου σας και να αναζητήσετε με τη βοήθεια του καθηγητή σας τη σχετική βιβλιογραφία· η τρίτη ομάδα ένα σύγχρονο νεκροταφείο. Αφού συλλέξετε φωτογραφικό υλικό, να κάνετε συγκρίσεις και να καταλήξετε σε συμπεράσματα για τη σημασία του μνημείου / τάφου (σήματος στα αρχαία ελληνικά) στις διάφορες εποχές και για τη σχέση ζώντων και νεκρών, όπως αυτή αναδεικνύεται μέσα από αφιερώματα, επιγραφές, καλλωπισμό με άνθη κτλ. Μια τέταρτη ομάδα μπορεί να απεικονίσει, με τη βοήθεια του ηλεκτρονικού υπολογιστή και του υλικού που θα αναζητήσει στο Διαδίκτυο, ένα μυκηναϊκό τάφο ή τύμβο με τα κτερίσματα που πιθανόν θα περιείχε. [Ενδεικτικές Έννοιες Διαθεματικής προσέγγισης: Χώρος - Χρόνος, Σχέση, Πολιτισμός, Τέχνη]

Τάφοι στη Μυκηναϊκή Ελλάδα [πηγή: Εκπαιδευτική Τηλεόραση] Κεραμεικός Ταφικά έθιμα Κ.Π. Καβάφης, Η κηδεία του Σαρπηδόνος (ποίημα) [πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού]

2. Ταφικά έθιμα: από τον Όμηρο στο σύγχρονο κόσμο.
Αφού χωριστείτε σε ομάδες:
α) Να ζητήσετε από συγγενείς, οικογενειακούς φίλους ή συγχωριανούς σας να σας περιγράψουν πώς γίνεται η πρόθεσις, η εκφορά και η ταφή ενός νεκρού στην ιδιαίτερη πατρίδα σας (με ερωτηματολόγιο σε μορφή συνέντευξης). Στη συνέχεια να κάνετε συγκρίσεις με την ταφή του Έκτορα και τα συμπεράσματά σας να τα εκθέσετε στην τάξη.
β) Να καταγράψετε με τη βοήθεια των γνώσεών σας από το μάθημα των Θρησκευτικών, τους ύμνους και τα τροπάρια που περιλαμβάνει η Νεκρώσιμη Ακολουθία. Ποιος είναι ο στόχος αυτών των εκκλησιαστικών ύμνων;
γ) Ο νεκρόδειπνος με τον οποίο κλείνει η ταφή του Έκτορα συνηθίζεται σήμερα στην ιδιαίτερη πατρίδα σας; Τι περιλαμβάνει το δείπνο αυτό σήμερα και ποιος είναι ο στόχος του; [Ενδεικτικές Έννοιες Διαθεματικής προσέγγισης: Κώδικας - Νόμος, Άτομο - Κοινωνία, Παράδοση]

Ταφικά έθιμα

Εικόνα 47. Η Θέτιδα και οι Νηρηίδες θρηνούν το νεκρό Αχιλλέα. Κορινθιακή υδρία, 570 π.Χ. περίπου.Εικόνα 47. Η Θέτιδα και οι Νηρηίδες θρηνούν το νεκρό Αχιλλέα. Κορινθιακή υδρία, 570 π.Χ. περίπου.
Εικόνα 47. Η Θέτιδα και οι Νηρηίδες θρηνούν το νεκρό Αχιλλέα. Κορινθιακή υδρία, 570 π.Χ. περίπου.
Παρίσι, Μουσείο του Λούβρου (αντίγραφο).