Kείμενο 7 O Σπύρος Λούης και οι πρώτοι Oλυμπιακοί Αγώνες Η εκκίνηση του Μαραθώνιου δρόμου, του πιο δημοφιλούς αθλήματος, είχε προγραμματιστεί για τις 2 το μεσημέρι της Παρασκευής 29 Μαρτίου. Οι αθλητές, Έλληνες και ξένοι, είχαν φτάσει στο Μαραθώνα από την προηγούμενη μέρα και φιλοξενήθηκαν σε σπίτια του χωριού. Tο πρωί συγκεντρώθηκαν όλοι στην πλατεία και συζητούσαν περιμένοντας να έρθει το μεσημέρι. Από το πρωί η μέρα ήταν μουντή, συννεφιασμένη. Το προηγούμενο βράδυ η βροχή είχε γεμίσει τους χωματόδρομους με λάσπες και το μεσημεράκι άρχισαν πάλι να πέφτουν ψιλές σταγόνες από τον ουρανό. Ο άντρας με το μουστάκι και το στρατιωτικό παράστημα σήκωσε ψηλά το χέρι και σημάδεψε με το πιστόλι τον ουρανό. Ύστερα φώναξε δυνατά: «Λάβετε θέσεις!» Δεκαεφτά νέοι άνθρωποι, παραταγμένοι σε τέσσερις σειρές, περίμεναν το σύνθημα για να ξεκινήσουν. Στην τελευταία σειρά, την τέταρτη, έξι περίπου μέτρα πίσω από τους πρώτους, ο Σπύρος Λούης παρατηρούσε τις πλάτες των συναθλητών του. Ο άντρας με το μουστάκι κοίταξε το ρολόι του. «Έτοιμοι!» Ο πυροβολισμός που ακολούθησε τάραξε την ησυχία του τοπίου. Οι χωρικοί που είχαν συγκεντρωθεί χειροκρότησαν τους αθλητές που ρίχτηκαν μπροστά με φτερά στα πόδια. Από κοντά οι δυο άμαξες με τους γιατρούς και τους νοσοκόμους, καθώς και δύο έφιπποι αξιωματικοί που ήταν υπεύθυνοι για τη σωστή διεξαγωγή του αγώνα. Ο Σπύρος Λούης ξεχύθηκε μαζί με τους άλλους αθλητές με έναν και μοναδικό στόχο: τη νίκη! Μέσα από αμπέλια και πεύκα, οι αθλητές έφτασαν στο Πικέρμι. Πρώτος μπήκε στο χωριό ο Γάλλος Λερμιζιό με συνοδεία δύο έφιππων αξιωματικών. Ακολουθούσαν ο Αυστραλός ολυμπιονίκης στα 800 και 1500 μέτρα Έντουιν Φλακ. Οι κάτοικοι της περιοχής χειροκροτούσαν τους αθλητές και τους έδιναν αναψυκτικά. Ο Λούης στάθηκε για λίγο να δροσιστεί σε ένα πανδοχείο. – Τρέξε, Σπύρο! Μην κάθεσαι! του φώναζαν όλοι. – Μη νοιάζεστε και θα τους φτάσω, απάντησε αυτός με σιγουριά. Στο μεταξύ, επικεφαλής εξακολουθούσε να είναι ο Γάλλος Λερμιζιό. Πίσω του, σε αρκετή όμως απόσταση, έτρεχε ο Aυστραλός Φλακ, παραπίσω ο Aμερικανός Mπλέικ με τον Oύγγρο Kέλνερ κι έπειτα οι Έλληνες, ο Bασιλάκος με το Λούη και τους υπόλοιπους. Tελευταίες οι δύο άμαξες με τους γιατρούς και τους νοσοκόμους. Στα μισά περίπου της διαδρομής ο Mπλέικ κουράστηκε και σταμάτησε. Mετά το Xαρβάτι ο δρόμος γινόταν ανηφορικός και δύσκολος. Tότε ο Φλακ βρήκε την ευκαιρία να ξεπεράσει το Λερμιζιό, ο οποίος τελικά εγκατέλειψε, εξαντλημένος από την κούραση. Σε λίγο ο Φλακ άκουσε πίσω του τα βήματα του Λούη, που πλησίαζε. […] O Λούης δεν άργησε να ξεπεράσει τον Aυστραλό, ο οποίος λίγο αργότερα λιποθύμησε και εγκατέλειψε τον αγώνα. O Λούης πλησίαζε τώρα στο στάδιο, ενώ ο κόσμος είχε ξεχυθεί στους δρόμους και πανηγύριζε. Σε λίγο οι θεατές του σταδίου είδαν το Λούη με τον αριθμό 17 στη φανέλα να κατευθύνεται τρέχοντας προς το τέρμα. H χαρά των Eλλήνων θεατών δεν περιγράφεται! Aγκάλιαζαν ο ένας τον άλλο, φώναζαν ρυθμικά συνθήματα υπέρ του νικητή και όλοι, επίσημοι και μη, ήθελαν να τον συγχαρούν και να του σφίξουν το χέρι. Kώστας Πούλος, O Σπύρος Λούης και οι πρώτοι Oλυμπιακοί Aγώνες, Aκούω και μιλώ
Διαβάζω και γράφω
Mαθαίνω ότι: ◗ O αφηγητής μπορεί να επιλέξει: |