Γραμματική Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού

Δ. Έγκλιση

eikonaE10_34

Ο γιος του κυρ Πέτρου σπουδάζει αστροναύτης.                 

ΟΡΙΣΤΙΚΗ: κάτι το πραγματικό/βέβαιο

 

 

 

eikonaE10_35

Ο κυρ Πέτρος ήθελε να σπουδάσει ο γιος του αστροναύτης.

ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ: κάτι το επιθυμητό/αβέβαιο

eikonaE10_36

 

 

Ο κυρ Πέτρος έλεγε συχνά στον γιο του «Όταν μεγαλώσεις,
σπούδασε αστροναύτης!»
ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ: συμβουλή/απαίτηση

 

Χρησιμοποιούμε διαφορετικούς τύπους του ρήματος για να δείξουμε αν η πράξη που
περιγράφουμε είναι πραγματική/βέβαιη (οριστική) ή επιθυμητή/αβέβαιη (υποτακτική) ή
ακόμα αν απαιτούμε την πραγματοποίησή της (προστακτική). Οι διαφορετικοί αυτοί
ρηματικοί τύποι λέγονται εγκλίσεις.

 

eikonaE10_37
Η άρνηση στην οριστική σχηματίζεται με το μόριο δε(ν),
ενώ στην υποτακτική με το μόριο μη(ν).

Π.χ. Ο γιος του κυρ Δημήτρη δε σπουδάζει αστροναύτης.    
Ο κυρ Δημήτρης επέμενε να μη σπουδάσει αστροναύτης ο γιος του.

eikonaE10_39

Προσέχω τον σχηματισμό των εγκλίσεων:

  • Όταν περιγράφω κάτι ως πραγματικό/βέβαιο, το τοποθετώ στη χρονι-
    κή βαθμίδα στην οποία συνέβη/συμβαίνει/θα συμβεί (δηλ. παρόν/πα-
    ρελθόν/μέλλον). Γι' αυτό και η οριστική έγκλιση σχηματίζει τύπους
    στους διάφορους χρόνους (οριστική ενεστώτα, παρατατικού, αορί-
    στου, συνοπτικού μέλλοντα, εξακολουθητικού μέλλοντα, παρακειμέ-
    νου, υπερσυντελίκου, συντελεσμένου μέλλοντα).
  • Όταν περιγράφω κάτι ως επιθυμητό/αβέβαιο ή απαιτώ την πραγματο-
    ποίησή του, δεν το τοποθετώ σε χρονική βαθμίδα. Έτσι, η υποτακτική
    και η προστακτική είναι άχρονες εγκλίσεις.
    - Οι βασικοί και πιο συνηθισμένοι τύποι της υποτακτικής σχηματίζονται
      με το να + τους τρεις απλούς τύπους ποιού ενεργείας (εξακολουθη-
      τικό – επαναλαμβανόμενο, συνοπτικό – στιγμιαίο, συντελεσμένο):
      π.χ. να γράφω – να γράψω – να έχω γράψει.
      Υπάρχουν και άλλοι τύποι υποτακτικής που παράγονται επίσης με το
      να:
      π.χ. να έγραφα – να έγραψα – να είχα γράψει.
    - Η προστακτική σχηματίζεται με τον εξακολουθητικό – επαναλαμβα-
      νόμενο και με τον συνοπτικό – στιγμιαίο τύπο του ποιού ενεργείας:
      π.χ. γράφε – γράψε.