Επιλέξτε έναν ήρωα ή μια ηρωίδα της Επανάστασης του 1821 που θαυμάζετε. Γράψτε την περιγραφή του/της. Προσπαθήστε να περιέχει, όσο το δυνατόν, περισσότερα στοιχεία τόσο από την εξωτερική του/της εμφάνιση όσο κι από τον χαρακτήρα του/της. Ο Ν. Πολίτης στη συλλογή του Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού (εκδόσεις Ε.Γ. Βαγιονάκη, Αθήνα, 1978) περιλαμβάνει και το δημοτικό των «Κολοκοτρωναίων». Να το βρείτε και να το απαγγείλετε στην τάξη σας. Διαβάστε στο Ανθολόγιο: Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι, του Δ. Σολωμού, σελ. 191.
Ο γέρος του ΜοριάΟ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε στις 3 Απριλίου 1770, Δευτέρα του Πάσχα. Πατέρας του ήταν ο Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης και μάνα του η Ζαμπέτα, το γένος Κωτσάκη από την Αλωνίσταινα. Κάτω από ένα δέντρο στο Ραμοβούνι της Μεσσηνίας γέννησε η «Καπετάνισσα» τον Θόδωρο. Όταν έδωσαν στον παππού, γερο-Γιάννη Κολοκοτρώνη, τα συχαρίκια για τη γέννηση του εγγονού, αυτός αναστενάζοντας βαθιά είπε: «Αυτό το παιδί θα παντρευτεί, θα κάνει παιδιά κι εγγόνια και πάλι λευτεριά δε θα δούμε». Δεν έβαζε με τον νου του ότι αυτό το παιδί μπορεί να γεννήθηκε ραγιάς, αλλά θα έφτανε στιγμή που με το σπαθί του θα έπαιρνε εκδίκηση για τον κατατρεγμό της γενιάς του. Σε ηλικία δεκαπέντε ετών ο Θεόδωρος έγινε κλέφτης και αρματολός στην επαρχία του Λιονταριού. Αυτή την περίοδο έδειξε για πρώτη φορά την παλικαριά του και το έξυπνο μυαλό του. Μετά από πέντε χρόνια, σε ηλικία μόλις είκοσι ετών, παντρεύτηκε την Αικατερίνη Καρούτσου. Ο αγώνας του για την απελευθέρωση της πατρίδας μας είναι εντυπωσιακός. Οργανώνει το πρώτο κλέφτικο σώμα, γίνεται μέλος της «Φιλικής Εταιρείας» και κατηχητής της, απελευθερώνει την Καλαμάτα στις 23 Μαρτίου του 1821, πολιορκεί και απελευθερώνει την Τρίπολη στις 26 Σεπτεμβρίου του 1821, καταλαμβάνει τα Δερβενάκια, ανακόπτοντας την ορμητική πορεία του Δράμαλη, καταλαμβάνει το Ναύπλιο και το φρούριο του Παλαμηδιού και αναπτύσσει πολλά και πολύτιμα στρατηγικά σχέδια υπέρ του αγώνα. Η Πελοποννησιακή Γερουσία τον ανακηρύσσει αρχιστράτηγο της Πελοποννήσου. Μέχρι την 1η Φεβρουαρίου του 1843, που πεθαίνει, η δράση του ήταν τόσο έντονη, που ο μύθος του Γέρου του Μοριά παραμένει ακόμα ζωντανός! Οι πολιτικές διαφωνίες, αλλά και ο εμφύλιος πόλεμος που ξεσπά στην επαναστατημένη Ελλάδα, οδηγούν τον Κολοκοτρώνη στη φυλακή δυο φορές. Οι συνθήκες κράτησής του στο Παλαμήδι είναι άθλιες και δεν αρμόζουν καθόλου στον μεγάλο αυτό ήρωα της επανάστασης. Ο Όθωνας τον αποφυλακίζει στις 27 Μαΐου του 1835. Το κοφτερό στρατηγικό μυαλό, η εξυπνάδα, η αφιλοκέρδεια, η βαθιά και οργανωμένη σκέψη, η αγνότητα του χαρακτήρα, η γνήσια ελληνική καρδιά έχουν κάνει το Γέρο του Μοριά να ξεχωρίζει μέσα από τις σελίδες της ιστορίας του 1821. Δεν είναι απλώς ένας αγωνιστής, στρατιωτικός ή πολιτικός, είναι σύμβολο, είναι μορφή. Η ιστορία της επανάστασης είναι και προσωπική του. Δίδαξε με θάρρος πως η λευτεριά και η ανεξαρτησία είναι αιτίες αγώνα ασταμάτητου και διδάσκει ακόμα, όπως φαίνεται στο βάθρο του ανδριάντα που του έχουν στήσει έξω από την παλιά Βουλή, όπου είναι χαραγμένα τα εξής: ΕΦΙΠΠΟΣ ΧΩΡΕΙ ΓΕΝΝΑΙΕ ΣΤΡΑΤΗΓΕ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΔΙΔΑΣΚΩΝ ∆ΟΥΣ ΛΑΟΥΣ ΠΩΣ ΟΙ ΔΟΥΛΟΙ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ Κ. Κυριακοπούλου – Χ. Κανελλοπούλου, 21 από το ’21, Eμπειρία Eκδοτική, Aθήνα, 1998 (διασκευή)
Διαβάστε στο Ανθολόγιο: [Είμαστε εις το «εμείς»], του Γ. Μακρυγιάννη, σελ. 202.
Μαντώ ΜαυρογένουςΣτις αρχές του Μαΐου του 1821 τέσσερα πλοία βρίσκονταν στο λιμάνι της Μυκόνου. Περίμεναν τη διαταγή να ανοίξουν πανιά για την Τήνο, όπου είχε αποφασιστεί η συγκέντρωση του στόλου του Αιγαίου με αρχηγό τον Τομπάζη. Την ημέρα της αναχώρησης η Μύκονος έμοιαζε με πόλη που πανηγύριζε. Όλος ο κόσμος είχε κατακλύσει το χώρο του λιμανιού, που ήταν καταστόλιστο με σημαίες και αψίδες από κλαδιά δάφνης και μυρτιάς. Στο κέντρο του παλικάρια και κοπέλες είχαν πιαστεί σε χορό, που τον συνόδευαν τραγούδια και πυροβολισμοί. Οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα και οι παπάδες, τριγυρισμένοι από ψαλτάδες και εξαπτέρυγα, έκαναν δεήσεις και ευλογούσαν τα πληρώματα. Ξάφνου, στην πρόχειρη εξέδρα που είχε στηθεί για τους επισήμους, μια λεπτή γυναικεία σιλουέτα ξεχώρισε και προχώρησε μπροστά. Μονομιάς σταμάτησαν και βουβάθηκαν όλοι και ένας ομαδικός ψίθυρος άρχισε να σέρνεται ανάμεσα στο πλήθος: «Η Μαντώ! Η Μαντώ!…». Ντυμένη στα ολόλευκα, η Μαντώ, κρατώντας στο ένα της χέρι μια μικρή σημαία και στο άλλο ένα μπουκέτο λουλούδια, γύρισε πρώτα κατά τους συγκεντρωμένους και τους χαιρέτησε με μια βαθιά υπόκλιση. Στη στιγμή ακούστηκε ο αντιχαιρετισμός με μια θύελλα από ζητωκραυγές και λογής επευφημίες. Ύστερα εκείνη, απευθυνόμενη στους πολεμιστές μέσα στα πλοία, σήκωσε ψηλά τη σημαία και με τη μελωδική της φωνή είπε δυνατά: – Λεβέντες της Μυκόνου! Η Πατρίδα αγωνίζεται και σας καλεί να τη βοηθήσετε. Ανταποκριθείτε στη μεγάλη τιμή που σας γίνεται και φανείτε άξιοι των Σαλαμινομάχων προγόνων μας. Δώστε μας τη χαρά και την περηφάνια ότι και τα δικά μας παλικάρια είναι σαν εκείνα που πολεμούν αυτή την ώρα τον εχθρό. Σας κατευοδώνουμε και σας περιμένουμε νικητές. Ελευθερία ή θάνατος! Εμπρός! Τελειώνοντας έριξε στη θάλασσα την ανθοδέσμη που κρατούσε και μαζί με τους πρόκριτους κατευθύνθηκε προς το αρχοντικό της, όπου είχε προγραμματιστεί μαζί τους μια νέα σύσκεψη. Το θέμα που θα συζητούσαν ήταν η ασφάλεια του νησιού. Αυτό όμως απαιτούσε μεγάλα χρηματικά ποσά, που η εξοικονόμησή τους φαινόταν δύσκολη. Στέκονταν όλοι σκεφτικοί και αμήχανοι, μέχρι τη στιγμή που σηκώθηκε η Μαντώ για να δώσει λύση στο πρόβλημα και να καταπλήξει όλους λέγοντας: – Πατριώτες! Μπήκα στην Επανάσταση αποφασισμένη να της δώσω ό,τι έχω. Ξέρετε πως είμαι πλούσια. Σας δηλώνω λοιπόν ότι από σήμερα τα πλούτη μου δεν είναι δικά μου. Είναι της Πατρίδας! Θα τα ξοδέψω όλα για την ελευθερία της. Κι όταν πια δε θα μου έχει μείνει τίποτε, θα πάω μ’ αυτούς που πολεμούν τον εχθρό να δώσω και τη ζωή μου! Πήγε ύστερα αργά στο γραφείο της, τράβηξε ένα σακουλάκι γεμάτο χρυσά νομίσματα και το ακούμπησε μπροστά στους πρόκριτους. – Ορίστε, είπε. Πάρτε όσα χρειάζονται για τα έξοδα των φρουρών και στείλτε αμέσως ανθρώπους μ’ ένα καΐκι στον Πειραιά να αγοράσουν όπλα, που έμαθα πως έχουν φέρει πλοία από την Ευρώπη. Οι πρόκριτοι έμειναν για λίγο άφωνοι και ακίνητοι, σαν να τους είχε χτυπήσει κεραυνός. Μόλις συνήλθαν, σηκώθηκαν και, χλωμοί από την έκπληξη και τη συγκίνηση, της έσφιξαν ένας ένας το χέρι. – Αρχηγός της φρουράς εσύ! της φώναξαν ύστερα μ’ ένα στόμα. – Σας ευχαριστώ, είπε εκείνη και έκλεισε τη σύσκεψη με τη φοβερή φράση: Kαι μην ξεχνάτε ότι τούτη η φωτιά που άναψε στο Αιγαίο δε θα σβήσει αν δεν κάψει ή τους τυράννους μας ή εμάς!… Πινακοθήκη των ηρώων του 1821, εκδ. Στρατίκη, Aθήνα, 1996 Γράψτε σε 10 γραμμές τι μας λέει το κείμενο. Στο κείμενό σας πρέπει να αναφέρετε οπωσδήποτε:
Με τη μηχανή του χρόνου γυρίστε πίσω στα χρόνια της Επανάστασης. Φανταστείτε ότι η τάξη σας είναι μια ομάδα αγωνιστών που μάχονται με όλα τα μέσα –όπλα, μόρφωση, χρήματα, εξυπνάδα, στρατηγική, γενναιότητα–για να ελευθερωθεί η πατρίδα σας. Επιλέξτε να γράψετε ή μια παράγραφο που να θυμίζει τον « Όρκο των Φιλικών» ή έναν διάλογο όπου να φαίνεται η απόφασή σας ότι ήρθε η ώρα να ελευθερωθεί η Ελλάδα. Μπορείτε να αρχίσετε κάπως έτσι:
Ακροστιχίδα της Μαντώς Μαυρογένους:
Διαβάστε στο Ανθολόγιο: Ο μικρός μπουρλοτιέρης, της Γ. Γρηγοριάδου-Σουρέλη, σελ. 198.
Μαθαίνω περισσότερα για την 25η Μαρτίου 1821Γιαννόπουλος Θεόδωρος, Νεότερη σχολική ανθολογία, εκδ. Χ. Τεγόπουλος–Ν. Νίκας, Αθήνα, 1970. Γκώνιας Νικόλαος – Ραπτοπούλου Σοφία, Το Μεγάλο ’21, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2003. Δελώνης Αντώνιος, Γιορτάζουμε στο σχολείο, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα, 2002. Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδας, Το εθνολογικό ιστορικό μουσείο, Αθήνα, 1990. Λάππας Τάκης, Παπαφλέσσας, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 1998. Λάππας Τάκης, Κατσαντώνης, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2003. Μακρυγιάννης Ιωάννης, Απομνημονεύματα, εκδ. Καραβία, Αθήνα, χ.χ. Νάκου Λιλίκα, Μόσχω Τζαβέλλα, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 1995. Πινακοθήκη των ηρώων του 1821, Μπουμπουλίνα και Μ. Μαυρογένους, εκδ. Στρατίκη, Αθήνα, 1996. Ρήγα Βελεστινλή, Απάνθισμα κειμένων, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1998. Σεφέρης Γεώργιος, Ένας Έλληνας – ο Μακρυγιάννης, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, 1975. Τερτσέτης Γεώργιος, Άπαντα – Κολοκοτρώνη απομνημονεύματα, εκδ. Γιοβάνη, Αθήνα, 1967. |