Βιβλίο εισαγωγήςΚαταγραφή βιβλίων: Στις μικρές βιβλιοθήκες καλό είναι τα βιβλία να καταγράφονται στο βιβλίο εισαγωγής ή στον κατάλογο εισαγωγής του Η/Υ κατ' αύξοντα αριθμό. Κάθε βιβλίο ή αντίτυπο ή τόμος πολύτομου έργου παίρνει ξεχωριστό αριθμό εισαγωγής. ΔΕΙΓΜΑ
Ο αριθμός εισαγωγήςΟ αριθμός εισαγωγής γράφεται: 1. Στο βιβλίο: Στο πίσω μέρος της σελίδας του τίτλου. 2. Στο δελτίο τοπογραφικού καταλόγου: Δείχνει πού είναι τοποθετημένο το βιβλίο στα ράφια της βιβλιοθήκης. Ο αριθμός εισαγωγής μπαίνει στην κάτω αριστερή γωνία του δελτίου. Ξ VER Verne, Jules Οι πειραταί του Αιγαίου/Ιουλίου Βερν: I. Ελλάδα – Ιστορία – Αγώνας Ανεξαρτησίας, 328 I 3. Στο δελτίο βιβλιοδανεισμού: Αυτό το δελτίο αντιπροσωπεύει το βιβλίο στη διαδικασία του δανεισμού και πρέπει να έχει τον αριθμό εισαγωγής μαζί με τα κύρια στοιχεία αναγνώρισης του βιβλίου: Συγγραφέα – τίτλο. Θεματική ταξινόμησηΗ ταξινόμηση βιβλίων δηλώνει έναν τρόπο θεματικής διάταξης των βιβλίων στα ράφια. Η ταξινόμηση συγκεντρώνει όλα τα βιβλία του ίδιου θέματος. Έτσι ο αναγνώστης μπορεί να βρει γρήγορα και εύκολα το συγκεκριμένο βιβλίο που τον ενδιαφέρει και παράλληλα κάποιο άλλο βιβλίο με το ίδιο θέμα. Το πιο συνηθισμένο σύστημα ταξινόμησης ήταν το Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης DEWEY. Τελευταία επιχειρείται ο αυτοματισμός των βιβλιοθηκών, μεταξύ των οποίων και ορισμένων σχολικών βιβλιοθηκών, με το σύστημα ΑΒΕΚΤ 400. Στις μεγάλες όμως βιβλιοθήκες, π.χ. στις πανεπιστημιακές, χρησιμοποιούν το σύστημα της βιβλιοθήκης του Κογκρέσου. Στο σύστημα DEWEY τα βιβλία μοιράζονται σε 10 κατηγορίες ανάλογα με το θέμα τους.
Τα Μυθιστορήματα / Νουβέλες – Θα μπορούσαμε επίσης να χρησιμοποιήσουμε χρωματιστές ετικέτες ανάλογα με το θέμα και να γράψουμε επάνω τον ταξινομικό αριθμό. Κάτω από τον ταξινομικό αριθμό, βάζουμε τα τρία αρχικά γράμματα του συγγραφέα. Ο ταξινομικός αριθμός δε μας δείχνει μόνο το θέμα του βιβλίου, αλλά βοηθάει να βρεθεί το βιβλίο στα ράφια, επειδή τα βιβλία τοποθετούνται εκεί καταρχήν σύμφωνα με τους ταξινομικούς αριθμούς και στη συνέχεια με την αλφαβητική σειρά των συγγραφέων. Ο ταξινομικός αριθμός είναι ουσιαστικά η ταυτότητα του βιβλίου στα ράφια της βιβλιοθήκης. Σε κάθε τμήμα της βιβλιοθήκης βάζουμε ενδεικτικές πινακίδες, που μας δείχνουν τους ταξινομικούς αριθμούς των βιβλίων που υπάρχουν εκεί. Δύο συνεχόμενες κατηγορίες σημειώνονται: π.χ. 100 – 300. Καταλογογράφηση – δελτιοκατάλογοςΟ δελτιοκατάλογος και ο ηλεκτρονικός κατάλογος αναφέρει και περιγράφει σύντομα τα βιβλία και κάθε άλλο υλικό που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη. Βοηθάει να εντοπίσουμε τα βιβλία που έχει μια βιβλιοθήκη αν γνωρίζουμε:
Οι δελτιοκατάλογοι – στις βιβλιοθήκες που χρησιμοποιούνται ακόμα – βρίσκονται στα ειδικά μικρά συρτάρια των βιβλιοθηκών. Στο εξωτερικό τους τα συρτάρια έχουν ενδείξεις για το περιεχόμενο. Στο εσωτερικό έχουμε τα δελτία που χωρίζονται σε ομάδες με διαχωριστικά δελτία - οδηγούς. Όλα τα δελτία του καταλόγου τακτοποιούνται αλφαβητικά από το Α ως το Ω και περιλαμβάνουν αναγραφές συγγραφέων, τίτλων και θεμάτων σε ένα ενιαίο αλφάβητο. Για χρήση του βιβλιοθηκάριου σχηματίζεται ο τοπογραφικός κατάλογος, όπου τα δελτία ταξιθετούνται σύμφωνα με το ταξινομικό σύστημα της βιβλιοθήκης. Οι εσωτερικοί διαχωρισμοί γίνονται επίσης αλφαβητικά π.χ. Θέμα: ΙΣΤΟΡΙΑ Τα δελτία αυτού του θέματος ταξιθετούνται αλφαβητικά Κάθε βιβλίο, όπως είπαμε, μπορεί να αντιπροσωπεύεται στον κατάλογο από τρία (3) δελτία: συγγραφέα, τίτλου, θέματος: Καταγραφή του υλικού Στη βιβλιοθήκη λοιπόν θα αναζητήσουμε και θα βρούμε το υλικό της εργασίας μας. Εκεί θα επισημάνουμε και θα μελετήσουμε τις πηγές του. Δεν αρκεί όμως μόνον αυτό, η ανεύρεση δηλαδή του υλικού. Στη συνέχεια επιβάλλεται να επιλέξουμε από το υλικό που επισημάναμε εκείνο που υπηρετεί αποτελεσματικότερα το σκοπό μας και να το καταγράψουμε, ώστε να το αξιοποιήσουμε, όταν έρθει η ώρα της συγγραφής. Στη φάση αυτή, δηλαδή στη φάση κατά την οποία αντλούμε από τη βιβλιογραφία και από το υλικό που συγκεντρώσαμε ό,τι μας χρειάζεται, θα πρέπει να εργαστούμε με τις σημειώσεις. Πρόκειται για μέθοδο δοκιμασμένη και αποδοτική. Γι' αυτό και οι συγγραφείς - ερευνητές κρατούν σημειώσεις: άλλοι κρατούν σημειώσεις σε σημειωματάρια / τετράδια και άλλοι σε δελτία, σε τεμάχια δηλαδή χαρτιού που έχουν το σχήμα και τις διαστάσεις μικρού συνήθως φακέλου αλληλογραφίας, άλλοι στους προσωπικούς τους Η/Υ (Ρ C). Γενικά τα δελτία αποδείχτηκαν πολύ πρακτικά και εύχρηστα: ταξινομούνται, αντικαθίστανται και χρησιμοποιούνται εύκολα. Άλλωστε βοηθούν και στην τελική καταγραφή της βιβλιογραφίας, την οποία χρησιμοποιούμε, διότι, καθώς το καθένα τους είναι ανεξάρτητο από το άλλο, έχει τη δυνατότητα της ταξινόμησης σε αλφαβητική σειρά, όπως συνηθίζεται στην κατάρτιση ενός πίνακα βιβλιογραφίας. ▶Στα παρακάτω δελτία ένας ερευνητής: α) Καταγράφει πολύ περιληπτικά το περιεχόμενο ενός βιβλίου Αλ. Δελμούζος Το κρυφό σκολειό (1908-1911) Ο Αλέξανδρος Δελμούζος αναφέρεται στις προσπάθειες του (1) β) Αντιγράφει αυτολεξεί μια χρήσιμη για την εργασία του περίοδο λόγου ενός βιβλίου. Γ. Σεφέρης Ποίηση Δοκιμές 2, εκδ. Φέξη, Αθήνα, 1962, σ. 118 "Ο στερνός σκοπός του ποιητή δεν είναι να περιγράφει τα (2) γ) Αποδελτιώνει τη λέξη Αδριανούπολη η οποία του χρειάζεται στην εργασία του. Ν. Πολίτης Ανδριανούπολη Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού 4, Τ' αηδόνια της Ανατολής και τα πουλιά της Δύσης (3) ▶Σχηματίστε κι εσείς 4-5 δελτία, στα οποία να αποδελτιώσετε το περιεχόμενο ενός βιβλίου, μια χρήσιμη πληροφορία, ένα θέμα ή ό,τι άλλο νομίζετε. Χρήσιμη πληροφορία: Γενικά, στα βιβλιογραφικά δελτία ή στην ιστοσελίδα του προσωπικού Η/Υ καταγράφουμε αποσπάσματα των βιβλίων που χρησιμοποιήσαμε, βασικές ιδέες των συγγραφέων ή πληροφορίες σε περίληψη ή σε παράφραση, σημειώνοντας οπωσδήποτε τη σελίδα ή τις σελίδες. Εάν κατά την αντιγραφή/μεταφορά ενός αποσπάσματος διαπιστώσουμε ένα λάθος ή μια άποψη που παραξενεύει, σημειώνουμε τότε την ένδειξη «sic» (=έτσι), για να δηλώσουμε ότι έχουμε επίγνωση του σφάλματος ή της ιδιαίτερης άποψης που εκφράζεται και επομένως δεν πρόκειται για λάθος αντιγραφής. Εκτίμηση του υλικού Στα δελτία μας ή στο δίσκο του προσωπικού μας Η/Υ, λοιπόν, συγκεντρώνουμε σιγά σιγά το υλικό που είναι χρήσιμο για την εργασία μας. Ένα υλικό ποικίλο: γεγονότα, παραδείγματα, στατιστικές, απόψεις αυθεντιών, μαρτυρίες κτλ., δηλαδή κάθε μορφής πληροφοριακό υλικό, από το αυστηρά επιστημονικό έως και τα προσωπικά ανέκδοτα· ποικίλο και ποικιλόμορφο υλικό. Από την ποικιλία αυτή θα επιλέξουμε βέβαια ό,τι βοηθάει περισσότερο στην ανάπτυξη και στην υποστήριξη των θέσεών μας. Για τα παραδείγματα, λ.χ., είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε ότι είναι διευκρινιστικά. Με ένα παράδειγμα, δηλαδή, σταματούμε να αναπτύσσουμε μια άποψη/θέση και προσπαθούμε να την καταστήσουμε περισσότερο κατανοητή. Επίσης, με μια σειρά παραδειγμάτων, μια αφηρημένη αιτιολόγηση μπορεί να γίνει συγκεκριμένη και μια περιπλεγμένη θεωρία πιο σαφής. Γι' αυτό και το παράδειγμα πρέπει να χρησιμοποιείται στο βαθμό, που είναι αναγκαίο και με τρόπο που να μην ανακόπτει την εξέλιξη της εργασίας ή να μη δημιουργεί πλατειασμούς. Οι διαπιστώσεις, πάλι, ή οι μαρτυρίες ατόμων καθολικά και αναμφισβήτητα αναγνωρισμένων αυθεντιών πρέπει να είναι συγκεκριμένες και όχι γενικές και αόριστες ή ρητορικά πυροτεχνήματα, όπως: "Ο αφοπλισμός είναι μια θαυμάσια ιδέα" κτλ. Ακόμη, οι γνώμες και οι απόψεις των αυθεντιών πρέπει να αναφέρονται στην περιοχή της ειδικότητάς τους και της εμπειρίας τους. Τέλος, πρέπει να προσέχουμε, ώστε τα αποσπάσματα που θα χρησιμοποιήσουμε στην εργασία μας να προέρχονται από ένα κείμενο ολοκληρωμένο, γιατί υπάρχει το ενδεχόμενο μικρά αποσπάσματα να αποδίδουν εντελώς λανθασμένα την άποψη κάποιας αυθεντίας. Προσεκτικοί και επιφυλακτικοί πρέπει να είμαστε και στη χρήση των στατιστικών στοιχείων, τα οποία σε μερικές περιπτώσεις μπορούν να οδηγήσουν πολύ εύκολα σε παραποίηση και διαστρέβλωση της αλήθειας. Αυτό μπορεί να συμβεί, επειδή δεν είμαστε πάντοτε σε θέση να κρίνουμε την αξιοπιστία των δεδομένων μιας στατιστικής έρευνας, εκτός και αν γνωρίζουμε τον τρόπο με τον οποίο τα δεδομένα της συγκεντρώθηκαν και την πορεία που ακολουθήθηκε, για να προκύψουν ορισμένα συμπεράσματα. Πρέπει, π.χ., να ξέρουμε πώς τέθηκαν οι ερωτήσεις, πώς επιλέχτηκαν όσοι ρωτήθηκαν, ποιος συγκέντρωσε τα στατιστικά δεδομένα και για ποιο λόγο. Και των εγκυκλοπαιδειών το υλικό πρέπει να μας προβληματίζει, αφού είναι, τουλάχιστον, κατά πέντε χρόνια, πιο παλιό από το έτος της έκδοσής τους, αν υπολογίσουμε το χρόνο που χρειάζεται για να συνταχθεί και να εκδοθεί μια εγκυκλοπαίδεια. Αυτό σε κάποιες περιπτώσεις ίσως να μην έχει και τόσο μεγάλη σημασία, σε κάποιες άλλες όμως βλάπτει την εργασία μας, όταν μάλιστα αυτή έχει ανάγκη και από το πιο πρόσφατα δημοσιευμένο υλικό. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να ανατρέχουμε στα δημοσιεύματα ειδικών περιοδικών. Επιπλέον, μερικές πληροφορίες εντελώς πρόσφατες, που δεν έχουν ακόμη δημοσιευτεί, μπορούμε να τις αντλήσουμε απευθείας από τις πηγές τους ή με επισκέψεις σε πρόσωπα, σε οργανισμούς, σε υπηρεσίες ή με αλληλογραφία ή με συνέντευξη, με τηλεφωνική επικοινωνία κτλ. Η τεχνολογία, βέβαια, προσφέρει σήμερα την εντελώς σύγχρονη και πρόσφατη πληροφόρηση μέσω της ηλεκτρονικής "τράπεζας πληροφοριών", η οποία έχει την ευχέρεια να συγκεντρώνει πάνω σε ένα θέμα όλα τα σχετικά άρθρα. Πάντως παραμερίζοντας τη θεωρητική συζήτηση για το αν υπάρχουν ή όχι "ακλόνητα δεδομένα" - ας μην ξεχνούμε ότι θεωρίες, όπως αυτές που αναφέρονταν στην κίνηση της γης και στη διάσπαση του ατόμου, θεωρούνταν αναμφισβήτητες επί δεκαετίες και εκατονταετίες ολόκληρες – μπορούμε να πούμε ότι για να είναι χρησιμοποιήσιμο και αξιόλογο το αποδεικτικό υλικό πρέπει να υπάρχουν οι εξής προϋποθέσεις: α) Να περιλαμβάνει τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα. ▶
Άσκηση: β) Να είναι οι πηγές από τις οποίες προέρχεται το αποδεικτικό υλικό άμεσες. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε ότι οι βιβλιογραφικές πηγές διακρίνονται σε άμεσες και έμμεσες. Άμεσες πηγές για τον ερευνητή είναι οι πηγές από τις οποίες αντλεί απευθείας το υλικό και τις πληροφορίες που χρειάζεται για το θέμα της εργασίας του, χωρίς την παρέμβαση ή το σχολιασμό κάποιου άλλου. Π.χ. η "Καινή Διαθήκη" ή το "Μανιφέστο" του Μαρξ είναι άμεσες πηγές για τον ερευνητή που μελετάει σχετικά θέματα. Έμμεσες πηγές είναι για τον ερευνητή εκείνες οι πηγές από τις οποίες αντλεί το υλικό του μέσα από το σχολιασμό ή την κριτική κάποιου άλλου. Μια μελέτη π.χ. που σχολιάζει, αξιολογεί ή αναφέρεται στην "Καινή Διαθήκη" ή στο "Μανιφέστο" του Μαρξ είναι μια έμμεση πηγή. Για παράδειγμα το έργο του Αλεξανδρινού Θεολόγου Ωριγένη (185-254 μ.Χ.) αποτελεί έμμεση πηγή για τις απόψεις των ειδωλολατρών φιλοσόφων του 2ου μ.Χ. αιώνα, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγεται και ο Κέλσος. Το πλεονέκτημα των άμεσων πηγών είναι φανερό: όταν τις χρησιμοποιούμε, έχουμε αυθεντικό υλικό, υλικό δηλαδή που έρχεται κατευθείαν σε μας, χωρίς να περνάει από το φίλτρο κανενός, όπως συμβαίνει με το δευτερογενές/έμμεσο αποδεικτικό υλικό, που περνάει από το φίλτρο εκείνου που το σχολιάζει, το αξιολογεί, το αναλύει κτλ. από την αρχική πηγή. Το ίδιο πλεονέκτημα έχουμε, όταν διαβάζουμε ένα κείμενο στη γλώσσα που γράφτηκε, δηλαδή στο πρωτότυπο. Γιατί ακόμη και η μετάφραση μπορεί να αλλοιώσει την πηγή. Το ιδανικότερο θα ήταν να διαβάζουμε το Φρόιντ στα γερμανικά, το Βολτέρο στα γαλλικά, τον Αριστοτέλη στα αρχαία Ελληνικά κ.ο.κ. Αυτό όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο, ως και αδύνατο. Γι' αυτό πρέπει να προσέχουμε να χρησιμοποιούμε τις καλύτερες μεταφράσεις. Στόχος μας, λοιπόν, σε μια εργασία πρέπει να είναι πάντα η αναζήτηση του αρχικού/άμεσου αποδεικτικού υλικού. Στην περίπτωση όμως που θα αναγκαστούμε να χρησιμοποιήσουμε δευτερογενές/έμμεσο υλικό, πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί, μια που όσοι παρουσιάζουν ή σχολιάζουν μια άμεση πηγή μπορεί να την αλλοιώνουν συνειδητά ή ασύνειδα. γ) Το αποδεικτικό υλικό να είναι, κατά το δυνατόν, αντικειμενικό. Άσκηση: ▶Αναφέρετε πέντε άμεσες / αρχικές και πέντε έμμεσες / δευτερογενείς πηγές και συζητήστε τους κινδύνους που διατρέχει ο χρήστης των έμμεσων πηγών. Συμβουλευτείτε κατά πρώτο λόγο τα σχολικά σας βιβλία. ▶Προσπαθήστε να επισημάνετε στο βιβλίο της Ιστορίας της Γ' Λυκείου αποδεικτικό υλικό από πηγές το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί υποκειμενικό. |