ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ανήκει στην ποιητική συλλογή του Γ. Σεφέρη Ημερολόγιο Καταστρώματος Α' και, όπως δηλώνεται στο τέλος, γράφτηκε μέσα στη διετία 1938-1940. Σχετίζεται με μια αόριστη μνεία της Ασίνης (πόλης της Αργολίδας) στο Β', 560 της Ιλιάδας (κατάλογος νεών*):
Ερμιόνην Ασίνην τε βαθύν κατά κόλπον εχούσας
(= την Ερμιόνη και την Ασίνη που βρίσκονται στο βαθύ κόλπο). Ο βασιλιάς της Ασίνης δένεται μέσα στο ποίημα με μια σειρά από εικόνες και σύμβολα που εκφράζουν την απουσία της ζωής και το αίσθημα του κενού.
Ασίνην τε...
ΙΛΙΑΔΑ
|
Κοιτάξαμε όλο το πρωί γύρω γύρω το κάστρο1
αρχίζοντας από το μέρος του ίσκιου εκεί που η θάλασσα
πράσινη και χωρίς αναλαμπή, το στήθος σκοτωμένου παγονιού2
μας δέχτηκε όπως ο καιρός χωρίς κανένα χάσμα. |
5 |
Οι φλέβες του βράχου3 κατέβαιναν από ψηλά |
|
στριμμένα κλήματα γυμνά πολύκλωνα ζωντανεύοντας
στ' άγγιγμα του νερού, καθώς το μάτι ακολουθώντας τις
πάλευε να ξεφύγει το κουραστικό λίκνισμα
χάνοντας δύναμη ολοένα. |
|
|
10 |
Από το μέρος του ήλιου ένας μακρύς γιαλός ολάνοιχτος
και το φως τρίβοντας διαμαντικά στα μεγάλα τείχη.
Κανένα πλάσμα ζωντανό τ' αγριοπερίστερα φευγάτα
κι ο βασιλιάς της Ασίνης που τον γυρεύουμε δυο χρόνια4 τώρα
άγνωστος, λησμονημένος απ' όλους κι από τον Όμηρο |
15 |
μόνο μια λέξη στην Ιλιάδα κι εκείνη αβέβαιη5 |
|
ριγμένη εδώ σαν την εντάφια χρυσή προσωπίδα.6
Την άγγιξες, θυμάσαι τον ήχο της; κούφιο μέσα στο φως
σαν το στεγνό πιθάρι στο σκαμμένο χώμα·
κι ο ίδιος ήχος μες στη θάλασσα με τα κουπιά μας. |
20 |
Ο βασιλιάς της Ασίνης ένα κενό κάτω απ' την προσωπίδα
παντού μαζί μας παντού μαζί μας, κάτω από ένα όνομα:
«Ασίνην τε... Ασίνην τε...» |
|
|
και τα παιδιά του αγάλματα7 |
|
κι οι πόθοι του φτερουγίσματα πουλιών κι ο αγέρας
στα διαστήματα των στοχασμών του και τα καράβια του |
25 |
αραγμένα σ' άφαντο λιμάνι· |
|
κάτω απ' την προσωπίδα ένα κενό. |
|
|
|
Πίσω από τα μεγάλα μάτια τα καμπύλα χείλια τους βοστρύχους
ανάγλυφα στο μαλαματένιο σκέπασμα της ύπαρξής μας
ένα σημείο σκοτεινό που ταξιδεύει σαν το ψάρι |
30 |
μέσα στην αυγινή γαλήνη του πελάγου και το βλέπεις: |
|
ένα κενό παντού μαζί μας.
Και το πουλί που πέταξε τον άλλο χειμώνα
με σπασμένη φτερούγα
σκήνωμα ζωής, |
35 |
κι η νέα γυναίκα που έφυγε να παίξει |
|
με τα σκυλόδοντα του καλοκαιριού8
κι η ψυχή που γύρεψε τσιρίζοντας9 τον κάτω κόσμο
κι ο τόπος σαν το μεγάλο πλατανόφυλλο που παρασέρνει |
|
|
ο χείμαρρος του ήλιου |
|
με τ' αρχαία μνημεία και τη σύγχρονη θλίψη. |
|
|
40 |
Κι ο ποιητής αργοπορεί κοιτάζοντας τις πέτρες κι αναρωτιέται, |
|
υπάρχουν άραγε
ανάμεσα στις χαλασμένες τούτες γραμμές τις ακμές τις |
|
|
αιχμές τα κοίλα και τις καμπύλες |
|
υπάρχουν άραγε
εδώ που συναντιέται το πέρασμα της βροχής του αγέρα |
|
|
και της φθοράς |
45 |
υπάρχουν, η κίνηση του προσώπου το σχήμα της στοργής
εκείνων που λιγόστεψαν τόσο παράξενα μες στη |
|
|
ζωή μας |
|
αυτών που απόμειναν σκιές κυμάτων και στοχασμοί με την |
|
|
απεραντοσύνη του πελάγου |
|
ή μήπως όχι δεν απομένει τίποτε παρά μόνο το βάρος
η νοσταλγία του βάρους μιας ύπαρξης ζωντανής |
50 |
εκεί που μένουμε τώρα ανυπόστατοι λυγίζοντας |
|
σαν τα κλωνάρια της φριχτής ιτιάς10 σωριασμένα μέσα στη |
|
|
διάρκεια της απελπισίας |
|
ενώ το ρέμα κίτρινο κατεβάζει αργά βούρλα ξεριζωμένα |
|
|
μες στο βούρκο |
|
εικόνα μορφής που μαρμάρωσε με την απόφαση μιας πί-
|
|
|
κρας παντοτινής. |
|
Ο ποιητής ένα κενό. |
|
|
55 |
Ασπιδοφόρος ο ήλιος ανέβαινε πολεμώντας |
|
κι από το βάθος της σπηλιάς μια νυχτερίδα τρομαγμένη
χτύπησε πάνω στο φως σαν τη σαΐτα πάνω στο σκου- |
|
|
τάρι: |
|
«Ασίνην τε Ασίνην τε...». Να 'ταν αυτή ο βασιλιάς της Ασίνης
που τον γυρεύουμε τόσο προσεχτικά σε τούτη την ακρό- |
|
|
πολη |
60 |
γγίζοντας κάποτε με τα δάχτυλά μας την αφή του πάνω |
|
|
στις πέτρες. |
|
|
Ασίνη, καλοκαίρι '38 - Αθήνα, Γεν. '40 |