Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Α΄ Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)

Ανδρέας Κάλβος

Ο Φιλόπατρις

Η ωδή ανήκει στη συλλογή Η Λύρα. Ο Φιλόπατρις μαζί με την ωδή Εις θάνατον είναι τα μόνα ποιήματα του Κάλβου που δεν αναφέρονται στην Ελληνική Επανάσταση. Η πρώτη ωδή είναι ένας ύμνος στην ιδιαίτερη πατρίδα του· η άλλη μια αναπόληση της πεθαμένης μητέρας του.

α'
ιβ'

5

Ω φιλτάτη πατρίς,
ω θαυμασία νήσος,
Ζάκυνθε· συ μου έδωκας
την πνοήν, και του Απόλλωνος
        τα χρυσά δώρα!

60   

Χαίρε Αυσονία, χαίρε
και συ Αλβιών, χαιρέτωσαν
τα ένδοξα Παρίσια·
ωραία και μόνη η Ζάκυνθος
με κυριεύει.

       
β'
ιγ'

10 

Και συ τον ύμνον δέξου·
εχθαίρουσιν οι Αθάνατοι
την ψυχήν, και βροντάουσιν
επί τας κεφάλας
των αχαρίστων.

65

Της Ζακύνθου τα δάση,
και τα βουνά σκιώδη,
ήκουον ποτέ σημαίνοντα
τα θεία της Αρτέμιδος
αργυρά τόξα.

       
γ'
ιδ'

15

Ποτέ δεν σε ελησμόνησα,
ποτέ· - Και η τύχη μ' έρριψε
μακρά από σε· με είδε

με είδε το πέμπτον του αιώνος

        εις ξένα έθνη.

70  

Και σήμερον τα δένδρα,
και τας πηγάς σεβάζονται
δροσεράς οι ποιμένες·
αυτού πλανώνται ακόμα
οι Νηρηίδες.

       
δ'
 
ιε'

20

Αλλά ευτυχής ή δύστηνος,
όταν το φως επλούτει
τα βουνά και τα κύματα,
σε εμπρός των οφθαλμών μου
        πάντοτες είχον.
75

Το κύμα ιόνιον πρώτον
εφίλησε το σώμα·
πρώτοι οι ιόνιοι Ζέφυροι
εχάιδευσαν το στήθος
της Κυθερείας.

       
ε'
 
ις'

25

Συ, όταν τα ουράνια
ρόδα με το αμαυρότατον
πέπλον σκεπάζει η νύκτα,
συ είσαι των ονείρων μου
η χαρά μόνη.

80

Κι όταν το εσπέριον άστρον
ο ουρανός ανάπτη,
και πλέωσι γέμοντα έρωτος
και φωνών μουσικών
θαλάσσια ξύλα·

στ'
 
ιζ'

30

Τα βήματά μου φώτισε
ποτέ εις την Αυσονίαν,
γη μακαρία, ο ήλιος·
κει καθαρός ο αέρας
πάντα γελάει.

85

Φιλεί το ίδιον κύμα,
οι αυτοί χαϊδεύουν Ζέφυροι
το σώμα και το στήθος
των λαμπρών Ζακυνθίων,
         άνθος παρθένων.

 
ζ'
 
ιη'

35

Εκεί ο λαός ηυτύχησεν
εκεί αι Παρνάσσιαι κόραι
χορεύουν, και το λύσιον
φύλλον
αυτών την λύραν
κει στεφανώνει.

90

Μοσχοβολάει το κλίμα σου,
ω φιλτάτη πατρίς μου,
και πλουτίζει το πέλαγος
από την μυρωδίαν
      των χρυσών κίτρων.

       
η'
ιθ'

40  

Άγρια, μεγάλα τρέχουσι
τα νερά της θαλάσσης,
και ρίπτονται, και σχίζονται
βίαια, επί τους βράχους
αλβιονείους.

95

Σταφυλοφόρους ρίζας,
ελαφρά, καθαρά,
διαφανή τα σύννεφα
ο βασιλεύς σού εχάρισε
        των Αθανάτων.

       
θ'
 
κ'

45

Αδειάζει επί τας όχθας
του κλεινού Ταμησσού,
και δύναμιν, και δόξαν,
και πλούτον αναρίθμητον
το αμαλθείον.

100

Η λαμπάς η αιώνιος
σου βρέχει την ημέραν
τους καρπούς, και τα δάκρυα
γίνονται της νυκτός
         εις εσέ κρίνοι.

       
ι'
 
κα'

50

Εκεί το αιόλιον φύσημα
μ' έφερεν· οι ακτίνες
μ' έθρεψαν,
μ' εθεράπευσαν
της υπεργλυκυτάτης
ελευθερίας.

105

Δεν έμεινεν έαν έπεσε
ποτέ εις το πρόσωπόν σου
η χιών· δεν εμάρανε
ποτέ ο θερμός Κύων
τα σμάραγδά σου.

       
ια'
 
κβ'

55

Και τους ναούς σου εθαύμασα
των Κελτών ιερά
πόλις· του λόγου ποία
ποία εις εσέ του πνεύματος
λείπει αφροδίτη;

110

Είσαι ευτυχής· και πλέον
σε λέγω ευτυχεστέραν,
ότι συ δεν εγνώρισας
ποτέ την σκληράν μάστιγα
εχθρών, τυράννων.

 
κγ'
115  Ας μη μου δώση μοίρα μου
εις ξένην γην τον τάφον·
είναι γλυκύς ο θάνατος
μόνον όταν κοιμώμεθα
εις την πατρίδα.


 


Στιχ. 4-5: του Απόλλωνος τα χρυσά δώρα· τη λύρα του Απόλλωνα, το ποιητικό χάρισμα.
εχθαίρω: εχθρεύομαι, μισώ.
Στιχ. 13-15: με είδε... έθνη· εννοεί τα είκοσι χρόνια που ήταν ξενιτεμένος.
Στιχ. 27: εις την Αυσονίαν· Αυσονία ονομαζόταν αρχικά η κεντρική και αργότερα όλη η Ιταλία. Ο Κάλβος έζησε πολλά χρόνια σ' αυτή.
αλβιόνειος: από το Αλβιών, Αγγλία.
Ταμησσός: ο ποταμός Τάμεσης.
αφροδίτη: ομορφιά, χάρη.
Στιχ. 32: Αι Παρνάσσιαι κόραι· οι Μούσες. Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν τον Παρνασσό ιερό όρος του Απόλλωνα και των Μουσών, οι οποίες ονομάζονταν και «Κωρύκιαι νύμφαι» επειδή έμεναν στο Κωρύκιον άντρον.
Στιχ. 33: λύσιον φύλλον (λύσιος· αυτός που ελευθερώνει, που απολυτρώνει. Επίθετο του Βάκχου.): στολίδι από φύλλα αμπελιού και από τσαμπιά σταφυλιών που χρησιμοποιούνταν για να διακοσμούνται οι ραβδώσεις των κιόνων.
Στιχ. 39-40: τους βράχους αλβιονείους· εννοεί τις βραχώδεις ακτές της Αγγλίας.
Στιχ. 45: το αμαλθείον· το κέρας της Αμάλθειας. Κατά τη μυθολογία η κατσίκα Αμάλθεια θήλασε το Δία, όταν ήταν βρέφος, ή οι Νύμφες του πρόσφεραν το γάλα μέσα στο κέρατο της, που έγινε σύμβολο αφθονίας αγαθών.
Στιχ. 52: Των Κελτών ιερά πόλις· εννοεί το Παρίσι που φημιζόταν για τους μεγαλόπρεπους ναούς του (Παναγία των Παρισίων κ.ά.).
Κυθέρεια: η θεά Αφροδίτη.
εσπέριον άστρον: ο αποσπερίτης.
ξύλα: βάρκες, πλοία.
Η λαμπάς η αιώνιος: ο ήλιος.
Στιχ. 104: Ο θερμός Κύων· οι ζέστες του καλοκαιριού (κυνικά καύματα). Κύων· αστερισμός που εμφανίζεται τους θερινούς μήνες.
έαν: εάν.
σμάραγδα· το πράσινο χρώμα (οι πρασινάδες).

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Ο ποιητής θέλει να υμνήσει τις ομορφιές της Ζακύνθου. Πώς το πετυχαίνει;
  2. Στο ποίημα είναι έντονο το συναίσθημα της φιλοπατρίας. Να παρακολουθήσετε πώς κλιμακώνεται και σε ποιο σημείο φτάνει στην κορύφωσή του;
  3. Είναι φανερή η εικονοπλαστική δύναμη του Κάλβου. Πού τη βλέπουμε; Οδ. Ελύτης, «Η αληθινή φυσιογνωμία και η λυρική τόλμη του Κάλβου» (απόσπασμα)
  4. Ποιες εικόνες συγκρατεί ο ποιητής από την πατρίδα του;
  5. Τι πιστεύει ο Κάλβος ότι δίνει στον άνθρωπο την πληρότητα και την πραγματική ευτυχία;
  6. Να επισημάνετε τα βιογραφικά στοιχεία που μπορούν να βγουν από την ωδή.

Κ. Παλαμάς, «Μια πίκρα»  Μ. Γκανάς, «Γυάλινα Γιάννενα» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου]

 

Εικόνα