Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Α΄ Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)

Οι πρόδρομοι

Χειρόγραφο με ποιήματα των Λυρικών του Χριστόπουλου (ΕΒΕ, 1254)

Χειρόγραφο με ποιήματα των Λυρικών του Χριστόπουλου (ΕΒΕ, 1254)

 

Γεώργιος Άβλιχος (1842-1909), Κοπέλα στο παράθυρο (1877) Εθνική Πινακοθήκη

Γεώργιος Άβλιχος (1842-1909), Κοπέλα στο παράθυρο (1877) Εθνική Πινακοθήκη

 

Ιωάννης Βηλαράς

Ο Βηλαράς, όπως κι ο Χριστόπουλος, αποτελεί προδρομική μορφή της νεοελληνικής ποίησης. Στα λυρικά του ποιήματα, απαλλαγμένος κάπως από τη φαναριώτικη επίδραση, αντλεί από την αρκαδική (ιταλική κυρίως) ποίηση του καιρού του και τη δημοτική μας παράδοση. Η ερωτική του ποίηση, γεμάτη από συναισθηματική φόρτιση και χωρίς την παιγνιδιάρικη κι ανάλαφρη διάθεση του Χριστόπουλου, εκφράζει πηγαίο αίσθημα με στοιχεία ρομαντικά. Πολλά, επίσης, από τα σατιρικά του ποιήματα διατηρούν ακόμη και σήμερα το ενδιαφέρον τους, γιατί με τη σκωπτική του ειρωνεία κατόρθωσε να δώσει χαρακτηριστικούς ανθρώπινους τύπους.

Από τα δύο ποιήματα, το ένα είναι ερωτικό και το άλλο σατιρικό. Περιλαμβάνονται, αντίστοιχα, στις ενότητες «Ερωτικά» και «Σατιρικά» των Απάντων του.

Σαν πεταλούδα στη φωτιά...

Σαν πεταλούδα στη φωτιά, σ' εσένα γύρες φέρω
κι οχ τη φωτιά που καίγομαι να φύγω δεν ηξέρω.

Και μόλο που φλογίζομαι, πετώ ολόγυρα σου,
να ξεμακρύνω δεν μπορώ στιγμήν από σιμά σου.

Τα μάγια δεν τα πίστευα και μάγια είσαι ατή σου·
τα μάγια είν' τα θέλγητρα οπόχει το κορμί σου.

Γιατί με χέρι αλάθευτο ηθέλησεν η φύση
της νιότης τ' άνθια ολόβολο προικιό να σου χαρίσει.

Και ποιος είν' ο αναίσθητος που να σ' αλησμονήσει,
αφού σε δει για μια φορά, μαζί σου σα μιλήσει;

Τ' αηδόνι σόδωκε λαλιά, φωνή το καναρίνι,
τη χλωρασιά σου δάνεισαν των περβολιών οι κρίνοι.

Οι χάρες αναπαύουνται απάνω στη θωριά σου,
της άνοιξης τριαντάφυλλα ανθούν στα μάγουλά σου.

Λεν το κοράλλι κόκκινο, μόν' δίχως νοστιμάδα·
δεν έχει σαν τ' αχείλι σου βαφή και κοκκινάδα.

Δοξάρια είναι τα φρύδια σου και με πιτηδειοσύνη
βαρούν, πληγώνουν τις καρδιές, χωρίς ελεημοσύνη.

Στα δυο σου μάτια τα γλυκά ο έρωτας φωλιάζει
κι οχ ταύτα τις σαγίτες του στους νιους απάνω αδειάζει.

Το κοίτασμά σου το γλυκό είν' των καρδιών ο κλέφτης·
αν δεν πιστεύεις, ρώτησε να σου το είπει ο καθρέφτης...

Γιατρική παρηγορία

Βογκομαχούσεν αστενής
κατάκοιτος στην κλίνη,
του Χάρου παίρει, δίνει.

Και λυπημένη και πικρή
η μαύρη σύζυγος του
θρηνούσε στο πλευρό του.

Σε τούτο μπαίνει κι ο γιατρός
και το σφυγμό του πιάνει,
τον ερωτάει τι κάνει.

- Ωχ! τι να κάμω, δεν μπορώ,
χειρότερα όσο πάνω,
φοβούμαι θα πεθάνω.

- Μη δα τον θάνατον ευτύς
στοχάζεσαι, δειλιάζεις,
και του πατρός σου ομοιάζεις.

Ο μακαρίτης σαν κι εσύ
μου έλεγε, θυμούμαι:
«Γιατρέ, δεν τον πατούμε

το χάρο τούτην τη φορά!»
Μόν' κείνος ήταν γέρος
και του θανάτου μέρος.

- Δεν έχω δύναμη, γιατρέ,
μηδέ για να μιλήσω,
και δε θαρρώ να γλύσω.

- Τον ίδιον είχε, και σωστά,
ο μακαρίτης θειος σου,
το φόβο το δικό σου.

Μόν' εσύ φίλε μου, αγκαλά
από πολλής στο στρώμα,
χαμοβαστιέσαι ακόμα.

- Καλό δε βλέπω, κυρ γιατρέ,
δεν τρώγω, δεν κοιμούμαι,
πώς λες να μη φοβούμαι;

- Σου 'ρθαν στο νου, καθώς θωρώ,
τα λόγια του αδελφού σου,
του μεγαλύτερού σου.

Ο μακαρίτης φαγητό
και ύπνον εποθούσε,
και με συχνορωτούσε.

Μόν' εσυ, φίλε μου, προχτές
ζουμί, θαρρώ, καμπόσο
να ρούφησες ωστόσο.

Αυτά ν' ακούσει η ορφανή
γυναίκα του, αρχινάει
να κλαίγει, να θρηνάει.

Ωχ! λέγει ο άντρας· αμ, γιατί
του κάκου να λυπιέσαι,
και δεν παρηγοριέσαι;

Και το γιατρό δεν αγροικάς,
που λέει να παντέχω
και κίντυνο δεν έχω;

- Αμ, με τι θάρρος και καρδιά!
η άτυχη φωνάζει,
βαριά αναστενάζει·

αφού ακέρια φαμελιά,
την έχει μακαρίσει,
σ' εσένα θα ευτυχήσει;

 


οχ: από.
ατή σου: εσύ η ίδια.
χλωρασιά: φρεσκάδα, δροσιά (μετφ.).
παίρει: παίρνει.
πάνω: πάω.
να γλύσω: να γλιτώσω.
αγκαλά: αν και.
χαμοβαστιέμαι: διατηρώ λίγο τις σωματικές μου δυνάμεις.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Ποιες επιδράσεις από τη δημοτική μας παράδοση μπορείτε να επισημάνετε στο πρώτο ποίημα;
  2. Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι ο Βηλαράς, ακολουθώντας την ποίηση της εποχής του, εξιδανικεύει τη γυναίκα στο πρώτο ποίημα; Να δικαιολογήσετε την άποψή σας.
  3. Το σατιρικό στοιχείο στο δεύτερο ποίημα συσσωρεύεται προς το τέλος. Να το επισημάνετε και να κρίνετε αν είναι αναπάντεχο ή προετοιμάζεται επαρκώς.
  4. Νομίζετε ότι μια τέτοια σάτιρα μπορεί να επιβιώσει και σήμερα; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.

Ι. Βηλαράς, «Η γλυκυτάτη Άνοιξη»

 

Δημήτριος Καλλιβωκάς (1806-1877), Προσωπογραφία ανδρόγυνου (π.1858), Εθνική Πινακοθήκη

Δημήτριος Καλλιβωκάς (1806-1877), Προσωπογραφία ανδρόγυνου (π.1858),
Εθνική Πινακοθήκη

 

Ιωάννης Βηλαράς (1771-1823) Βιογραφικό σημείωμα [πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου]

Γεννήθηκε στα Κύθηρα ή τα Γιάννενα. Μετά τις πρώτες σπουδές του στα Γιάννενα, πήγε στην Ιταλία για ανώτερες σπουδές. Πήρε δίπλωμα φιλοσοφίας και ιατρικής απ' το Πανεπιστήμιο της Πάντοβας (1797). Επέστρεψε κατόπιν στην Ελλάδα και έζησε στα Γιάννενα κυρίως, όπου άσκησε το επάγγελμα του γιατρού. Διορίστηκε γιατρός του Βελή Πασά, του γιου του Αλήπασα και τον ακολούθησε σε πολλές του εκστρατείες. Ήταν ένθερμος οπαδός της δημοτικής και πρότεινε τολμηρές για την εποχή του καινοτομίες στο έργο του Ρομέηκη γλόσα, το μόνο που τυπώθηκε όσο ζούσε. (Μερικές απ' αυτές είναι: κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων, των περιττών ομόηχων φωνηέντων.) Μετέφρασε, επίσης, κλασικά κείμενα κι έγραψε πολλά δοκίμια για τη γλώσσα. Ήταν ένα από τα πιο φωτισμένα πνεύματα του καιρού του, συνειδητός εκπρόσωπος του νεοελληνικού διαφωτισμού. Μαζί με το Χριστόπουλο ανανεώνει τη νεοελληνική ποίηση. Το 1820, ύστερα απ' την πυρπόληση των Ιωαννίνων και την καταστροφή της περιουσίας του, κατέφυγε στα Ζαγοροχώρια, όπου και πέθανε. Τα Άπαντά του κυκλοφόρησαν μετά το θάνατό του το 1827 στην Κέρκυρα. Αξιοσημείωτο είναι ότι στον κατάλογο των συνδρομητών βρίσκεται και το όνομα του Σολωμού.

 

Ιωάννινα, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας

Ιωάννινα, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας