Γραμματική Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Α-Β-Γ Γυμνασίου)
back next
2. ΤΟ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΚΑΙ Η ΟΝΟΜΑΤΙΚΗ ΦΡΑΣΗ

Λεκτικό σύνολο

Ονοματική φράση: λειτουργία και συντακτικές σχέσεις

Ομοιόπτωτοι ονοματικοί προσδιορισμοί: παράθεση και επεξήγηση

Ετερόπτωτοι ονοματικοί προσδιορισμοί: σε γενική και σε αιτιατική

Επιθετικοί και κατηγορηματικοί προσδιορισμοί

2.1
Ορισμός – Συνδυαστικότητα – Λειτουργία

Η ονοματική φράση είναι ένα λεκτικό σύνολο1 που έχει ως πυρήνα ένα ουσιαστικό ή οποιαδήποτε λέξη που μπορεί να μπει σε θέση ουσιαστικού, π.χ. Ήπια νερό (ουσ.). Ζήτησε εσένα (αντων.). Στις εξετάσεις πήρε δώδεκα (αριθμ.). Ο πατέρας του τού έδωσε πολλά (επίθ.). Το ουσιαστικό ή και το αντίστοιχο γλωσσικό στοιχείο μπορεί να αποτελεί από μόνο του μια ονοματική φράση, π.χ. Πουλάει ρούχα. Μπορεί όμως να συνδυάζεται με άλλα μέρη του λόγου και να αποτελεί μαζί τους ονοματική φράση. Τα πιο συνηθισμένα μέρη του λόγου με τα οποία συνδυάζεται το ουσιαστικό είναι:

 

α)   Τα άρθρα, π.χ. Η νύχτα πέφτει.

β)   Τα επίθετα, π.χ. Λέρωσε το άσπρο παντελόνι.

γ)   Οι αντωνυμίες, π.χ. Ήταν δική του έμπνευση.

δ)   Τα αριθμητικά, π.χ. Γελούσε δέκα λεπτά.

ε)   Άλλα ουσιαστικά, π.χ. Το ύψος του κτιρίου ήταν μεγάλο.

στ) Οι μετοχές, π.χ. Μάζεψαν τα εγκαταλειμμένα ζώα.

 

Η ονοματική φράση μέσα στην πρόταση λειτουργεί:

 

α)   Ως υποκείμενο, π.χ. Ο κήπος πρασίνισε.

β)   Ως κατηγορούμενο, π.χ. Ο κινηματογράφος είναι τέχνη.

γ)   Ως αντικείμενο, π.χ. Η Μαρία διαβάζει μαθηματικά.

δ)   Ως προσδιορισμός άλλης ονοματικής φράσης, π.χ. Οι τοίχοι του σχολείου λερώθηκαν.

ε)   Ως προσδιορισμός ρήματος, π.χ. Ταξιδέψαμε στην ύπαιθρο.

2.2
Συντακτικές σχέσεις

Παρακάτω εξετάζονται οι συνδυασμοί του ουσιαστικού με: α) τα άρθρα, β) με άλλα ουσιαστικά και γ) με επίθετα, αντωνυμίες και μετοχές.

α. Ουσιαστικό με άρθρο

Ο συνδυασμός του άρθρου με ένα ουσιαστικό αποτελεί στη νέα ελληνική το πιο συχνό σχήμα ονοματικής φράσης. Το άρθρο, οριστικό και αόριστο, βρίσκεται στην ίδια πτώση, αριθμό και γένος με το ουσιαστικό, π.χ. η αίθουσα, τα δάπεδα. Βρίσκεται πάντοτε πριν από το ουσιαστικό. Ανάμεσα στο άρθρο και το ουσιαστικό παρεμβάλλονται λέξεις στις εξής περιπτώσεις: α) όταν έχουμε μία ή περισσότερες λέξεις που χαρακτηρίζουν ή δίνουν μια ιδιότητα στο ουσιαστικό, π.χ. Το μεγάλο δέντρο. Χρειάζεται μια δική του προσπάθεια, β) όταν θέλουμε να πετύχουμε κάποιο ιδιαίτερο ύφος, π.χ. Οι εκτός των πολυτεχνικών σχολών φοιτήτριες. Η χρήση αυτή ονομάζεται υπερβατό σχήμα.

Μερικές φορές το άρθρο μπορεί να βρίσκεται πριν από ένα άλλο μέρος του λόγου, εκτός από ουσιαστικό, ή και πριν από ολόκληρη πρόταση. Στις περιπτώσεις αυτές προσδίδει τη λειτουργία του ουσιαστικού στο λεκτικό μέρος που ακολουθεί (το ουσιαστικοποιεί), π.χ. Πέρασε τόσα και τόσα, αλλά δεν άλλαξε τα πιστεύω του. Είναι άχρηστο το να επαναλαμβάνει συνέχεια τα ίδια πράγματα.

β. Ουσιαστικό με ουσιαστικό

Πολύ συχνός είναι και ο σχηματισμός μιας ονοματικής φράσης με τον συνδυασμό δύο ουσιαστικών με ή χωρίς άρθρο. Το ένα από τα δύο ουσιαστικά προσδιορίζει και συμπληρώνει την έννοια του άλλου. Ο προσδιορισμός αυτός ονομάζεται ονοματικός προσδιορισμός και είναι δύο ειδών:

 

α)      Ομοιόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, όταν και τα δύο ουσιαστικά βρίσκονται στην ίδια πτώση, π.χ. Ο Περικλής, ο γείτονάς σου.

β)      Ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, όταν το ένα από τα δύο ουσιαστικά βρίσκεται σε διαφορετική πτώση από το άλλο, π.χ. Η ζωή ενός φιλόσοφου.

Ομοιόπτωτοι ονοματικοί προσδιορισμοί

Στην περίπτωση των ομοιόπτωτων ονοματικών προσδιορισμών έχουμε δύο κατηγορίες: α) την παράθεση και β) την επεξήγηση.

 

α) Η παράθεση προσδιορίζει ένα ουσιαστικό και του προσδίδει ένα χαρακτηριστικό που το ξεχωρίζει από άλλα όμοια, π.χ. Συχνά μιλάει για τη Σοφία, την αδελφή του. Η παράθεση συμφωνεί πάντοτε ως προς την πτώση με το ουσιαστικό που προσδιορίζει, π.χ. Έζησε πολλά χρόνια στα Ιωάννινα, την πρωτεύουσα της Ηπείρου. Στη θέση του ουσιαστικού μπορεί να έχουμε για παράθεση ένα επίθετο ή και μια ολόκληρη πρόταση, π.χ. Βγήκε από το σπίτι του, πανύψηλο και επιβλητικό σαν πύργος. Η συνήθως ακολουθεί στον λόγο το ουσιαστικό που προσδιορίζει. Μερικές φορές, όταν δεν αναφέρεται σε ουσιαστικό αλλά σε ολόκληρη πρόταση, προηγείται. Η παράθεση αυτή ονομάζεται προεξαγγελτική, π.χ. Το πιο σημαντικό, όλοι θα κερδίσετε ένα δώρο. Η παράθεση μπορεί να συνδυάζεται ή με ένα επίθετο ή με άλλο ουσιαστικό, π.χ. Κάηκε το δάσος, ο πνεύμονας της πόλης μας.

β) Η επεξήγηση προσδιορίζει ένα ουσιαστικό και το επεξηγεί κάνοντας πιο συγκεκριμένη μια γενικότερη και αόριστη έννοια, π.χ. Του πρόσφερε ένα καταπληκτικό δώρο, ένα αυτοκίνητο. Πριν από την επεξήγηση μπορεί να προταχθεί το δηλαδή, π.χ. Του πρόσφερε ένα καταπληκτικό δώρο, δηλαδή ένα αυτοκίνητο. Η επεξήγηση, όπως και η παράθεση, συμφωνεί πάντοτε ως προς την πτώση με το ουσιαστικό που προσδιορίζει, π.χ. Μια ήταν η δύναμή του, το πείσμα του. Η επεξήγηση, όπως και η παράθεση, συχνά συνοδεύεται και από ένα επίθετο ή μια γενική, π.χ. Όλοι οι ποδοσφαιριστές μια σκέψη έχουν στον νου, τη νίκη της ομάδας τους. Η επεξήγηση μπορεί να προσδιορίζει και άλλο μέρος του λόγου εκτός από ουσιαστικό, π.χ. Ο στόχος του ήταν ένας, να νικήσει τους αντιπάλους. Μπορεί ακόμη και να εκφράζεται με άλλα μέρη του λόγου εκτός από ουσιαστικό, π.χ. Ήθελε να πάει να ξεκουραστεί σε ένα σπίτι, το δικό του.

Η διαφορά μεταξύ παράθεσης και επεξήγησης γενικά είναι ότι στην παράθεση η έννοια του προσδιοριζόμενου είναι στενότερη από την έννοια αυτού που το προσδιορίζει, ενώ στην επεξήγηση συμβαίνει το αντίθετο.

Οι ομοιόπτωτοι ονοματικοί προσδιορισμοί γενικά μπορούν να εκφράζουν και κάποια από τις παρακάτω σχέσεις:

α) Του περιεχομένου, π.χ. Ένα μπουκάλι κρασί.

β) Του τόπου, π.χ. Ένα στρέμμα χωράφι.

γ) Του χρόνου, π.χ. Κυριακή πρωί.

Ετερόπτωτοι ονοματικοί προσδιορισμοί

Στην περίπτωση των ετερόπτωτων ονοματικών προσδιορισμών έχουμε τους προσδιορισμούς: α) σε γενική πτώση και β) σε αιτιατική πτώση.

 

α) Ο ονοματικός προσδιορισμός σε γενική πτώση εκφράζει διάφορες σχέσεις, οι πιο συχνές από τις οποίες είναι:

Γενική κτητική (σχέση κτήσης), π.χ. Τα σπίρτα της Φρόσως.

Γενική ιδιότητας (προσδίδει ιδιότητες στο ουσιαστικό που προσδιορίζεται), π.χ. Παντελόνι της μόδας.

Γενική περιεχομένου (δηλώνει αυτό που περιέχει το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό), π.χ. Τσουβάλι τσιμέντου.

Γενική διαιρετική (εκφράζει σύνολο μέρος του οποίου δηλώνει το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό),π.χ. Κορυφή του βουνού.

Γενική υποκειμενική (σχέση υποκειμένου), π.χ. Η πτώση του τείχους.

Γενική αντικειμενική (σχέση αντικειμένου), π.χ. Ο σωτήρας του έθνους.

Γενική της αιτίας (σχέση αιτίας), π.χ. Η χαρά της νίκης.

Γενική του σκοπού (σχέση σκοπού), π.χ. Παπούτσια χορού.

Γενική καταγωγής (σχέση καταγωγής ή συγγένειας), π.χ. Η κόρη του Περικλή.

Γενική δημιουργού (σχέση δημιουργού), π.χ. Η Ιστορία του Θουκυδίδη.

Γενική τόπου (σχέση τοπική), π.χ. Η συνθήκη της Λωζάνης.

Γενική χρόνου (σχέση χρονική), π.χ. Τεχνοτροπία της Αναγέννησης.

 

β) Ο ονοματικός προσδιορισμός σε αιτιατική εκφράζει πολύ λίγες σχέσεις, τις εξής:

Αιτιατική της αναφοράς (σχέση αναφοράς), π.χ. Είναι ένας άντρας δύο μέτρα ύψος.

Αιτιατική του ποσού (σχέση ποσότητας), π.χ. Κάνει καθημερινά δρόμο πέντε χιλιόμετρα.

γ. Επίθετο με ουσιαστικό

Ο συνδυασμός επιθέτου με ουσιαστικό είναι πολύ συχνός στις ονοματικές φράσεις. Το επίθετο με το ουσιαστικό συνδυάζονται σε μια ονοματική φράση με δύο τρόπους, τους εξής: α) να είναι στην ίδια πτώση, οπότε το επίθετο λειτουργεί ως ομοιόπτωτος προσδιορισμός στο ουσιαστικό και β) να είναι σε διαφορετική πτώση, οπότε το ουσιαστικό λειτουργεί ως ετερόπτωτος προσδιορισμός στο επίθετο.

 

α) Το επίθετο ως ομοιόπτωτος προσδιορισμός στο ουσιαστικό: το επίθετο στην περίπτωση αυτή λειτουργεί ως προσδιορισμός στο ουσιαστικό και του δίνει μια συγκεκριμένη ιδιότητα, π.χ. το κτίριο → το χαμηλό κτίριο. Η θέση του επιθέτου είναι κανονικά πριν από το ουσιαστικό, π.χ. Καλή μέρα διάλεξες. Όταν υπάρχει άρθρο, το επίθετο μπαίνει ανάμεσα στο άρθρο και το ουσιαστικό, π.χ. ο καλός μαθητής. Είναι δυνατό, για λόγους έμφασης ή αποσαφήνισης ή και για λόγους διαμόρφωσης ιδιαίτερου ύφους, το επίθετο να μπαίνει μετά από το ουσιαστικό, ιδίως αν δεν υπάρχει άρθρο ή αν χρησιμοποιείται αόριστο άρθρο, π.χ. Συνάντησε μια πλατεία τεράστια. Στην ίδια περίπτωση, αν πριν από το ουσιαστικό υπάρχει οριστικό άρθρο, τότε αυτό επαναλαμβάνεται και με το επίθετο, π.χ. Η βιβλιοθήκη η μεγάλη έκλεισε.

Τα επίθετα, όταν είναι ομοιόπτωτοι προσδιορισμοί ουσιαστικών, μπορεί να είναι: επιθετικοί προσδιορισμοί και κατηγορηματικοί προσδιορισμοί.

i) Επιθετικοί προσδιορισμοί: είναι οι προσδιορισμοί οι οποίοι προσδίδουν μια μόνιμη ιδιότητα στο ουσιαστικό που προσδιορίζουν και δένονται με αυτό πολύ στενά σημασιολογικά, κάποτε τόσο στενά, που μπορεί η ονοματική φράση να αποδοθεί με μία λέξη, π.χ. μικρά πράγματα → μικροπράγματα.

Ως επιθετικοί προσδιορισμοί χρησιμοποιούνται, εκτός από τα επίθετα, τα εξής:

  • Αντωνυμίες, π.χ. Αυτήν τη χαρά δεν την ένιωσα άλλη φορά.
  • Αριθμητικά, π.χ. Μας επισκέφτηκαν τρεις υπουργοί.
  • Μετοχές, π.χ. Οι παντρεμένοι στρατιώτες υπηρετούν λιγότερο.
  • Ουσιαστικά, π.χ. Αγόρι παιδί και διστάζει να μπει στο νερό.
  • Επιρρήματα, π.χ. Ανέβηκε στον πάνω όροφο.
  • Προθετικές φράσεις, π.χ. Έζησε μια ζωή με ανία (ανιαρή).

Συχνά από τον συνδυασμό επιθέτου και ουσιαστικού στην ονοματική φράση παραλείπεται το ουσιαστικό. Το επίθετο που μένει λειτουργεί ως ουσιαστικό, π.χ. Πήγε στη λαϊκή(ενν. αγορά). Η ομάδα μας συμμετέχει στους ημιτελικούς (ενν. αγώνες).

 

ii) Κατηγορηματικοί προσδιορισμοί: είναι οι προσδιορισμοί που προσδίδουν στα ουσιαστικά μια παροδική ιδιότητα, π.χ. Η μητέρα του αγριεμένη μπήκε στο δωμάτιό του. Ως κατηγορηματικοί προσδιορισμοί χρησιμοποιούνται συνήθως τα επίθετα: όλος, ολόκληρος, ακέραιος, μισός, μονός, διπλός, μόνος, μοναχός κ.ά.

 

β) Το ουσιαστικό ως ετερόπτωτος προσδιορισμός του επιθέτου: στην περίπτωση αυτή το ουσιαστικό λειτουργεί ως συμπλήρωμα στο επίθετο, π.χ. Ήταν ο κύριος υπεύθυνος του ατυχήματος. Κανονικά το επίθετο προηγείται του ουσιαστικού. Για λόγους ύφους όμως μπορεί να προηγείται και το ουσιαστικό, όταν επιδιώκεται να δοθεί έμφαση σ' αυτό, π.χ. Μπήκε σε μια αίθουσα γεμάτη φοιτητές, αλλά και Μπήκε σε μια αίθουσα φοιτητές γεμάτη. Το ουσιαστικό ως ετερόπτωτος προσδιορισμός στη νέα ελληνική βρίσκεται σε γενική ή σε αιτιατική πτώση.

Όταν το ουσιαστικό βρίσκεται σε γενική πτώση, εκφράζει τις εξής σχέσεις, από την ονομασία των οποίων χαρακτηρίζεται και η γενική:

Γενική της αξίας, π.χ. Η ομάδα του σχολείου μας ήταν άξια της νίκης της.

Γενική αντικειμενική, π.χ. Η διευθύντρια ήταν συνομήλικη της μητέρας μου.

Γενική της αιτίας, π.χ. Όλοι είμαστε υπεύθυνοι της καταστροφής.

Γενική συγκριτική, π.χ. Η Κατερίνα είναι μικρότερη της Φωτεινής.

Οι γενικές αυτές χρησιμοποιούνται κατά κανόνα σε τυπικό ύφος. Σε ουδέτερο και οικείο ύφος αντικαθίστανται από πρόθεση + αιτιατική, π.χ. Η διευθύντρια ήταν συνομήλικη με τη μητέρα μου. Όλοι είμαστε υπεύθυνοι για την καταστροφή.

Η σχέση της σύγκρισης εκφέρεται με γενική ουσιαστικού ή με τις προθέσεις από και παρά + ουσιαστικό ή αντωνυμία ή επίθετο ή ρήμα ή επίρρημα, π.χ. Η είσοδος του κτιρίου είναι μεγαλύτερη από την έξοδο. Καλύτερα αφελής παρά πονηρός. Σε μια σύγκριση πάντα υπάρχουν δυο όροι, οι οποίοι συγκρίνονται μεταξύ τους. Ο πρώτος όρος της σύγκρισης είναι αυτός που αποτελεί τη βάση της σύγκρισης, ενώ ο δεύτερος είναι αυτός με τον οποίο γίνεται η σύγκριση, π.χ. Ο κινηματογράφος (α΄ όρος) μου αρέσει περισσότερο από το θέατρο (β΄ όρος). Ορισμένες φορές ο β΄ όρος της σύγκρισης παραλείπεται, γιατί εννοείται εύκολα, π.χ. Σήμερα δούλεψα περισσότερο (ενν. από ό,τι τις άλλες μέρες).

Παρατηρώ και…καταλαβαίνω…

 

1. Το οριστικό άρθρο κανονικά χρησιμοποιείται πριν από το ουσιαστικό και το προσδιορίζει. Συμβαίνει όμως συχνά να μπαίνει πριν από άλλα μέρη του λόγου (ρήματα, αντωνυμίες, επιρρήματα κτλ.) και να τα κάνει να λειτουργούν στον λόγο ως ουσιαστικά. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ουσιαστικοποίηση. Παρατηρήστε τα παρακάτω παραδείγματα.


α.  Με το τρία θα ξεκινήσετε (αριθμητικό).

β.  Η παρέμβαση της κυρίας Αντωνοπούλου έφερε τα πάνω κάτω (επίρρημα).

γ.  Το να συμπεριφέρεται κανείς με ανάρμοστο τρόπο δεν είναι θεμιτό (ρήμα).

δ.   Το εγώ και το αυτό είναι όροι της ψυχανάλυσης (αντωνυμίες).

ε.   Κάθε ενέργεια έχει και τα συν της (πρόθεση).

 

Παρατηρούμε ότι οι χρωματιστές λέξεις, ενώ ανήκουν σε άλλα μέρη του λόγου, λειτουργούν στις συγκεκριμένες προτάσεις ως ουσιαστικά λόγω της πρόταξης του άρθρου.

 

2. Η παράθεση και η επεξήγηση αποτελούν δύο είδη ομοιόπτωτων προσδιορισμών, που διαφέρουν μόνο ως προς τη σχέση του προσδιοριζόμενου με το προσδιορίζον. Παρατηρήστε τη διαφορά της σχέσης αυτής στα παρακάτω παραδείγματα. Τα παραδείγματα α και γ περιέχουν επεξηγήσεις, ενώ τα β και δ παραθέσεις.

 

α. Η συμπρωτεύουσα της Ελλάδος, η Θεσσαλονίκη, μεγαλώνει συνέχεια.

β. Επισκέφτηκε φέτος το καλοκαίρι τα Γιάννενα, την Πρέβεζα, τον Λούρο και την Ηγουμενίτσα, όλες πόλεις της Ηπείρου.

γ. Οι πρωταγωνιστές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, Γερμανοί, Γάλλοι, Άγγλοι, Αμερικανοί, Ρώσοι και Ιάπωνες, συνεχίζουν να ακμάζουν μεταπολεμικά.

δ. Μαθητές, καθηγητές και γραμματείς, το σύνολο του προσωπικού του σχολείου, ήταν παρόντες.

 

Παρατηρούμε ότι στα α και γ τα προσδιορίζοντα (η Θεσσαλονίκη, Γερμανοί, Γάλλοι, Άγγλοι, Αμερικανοί, Ρώσοι και Ιάπωνες) έχουν πιο στενή έννοια από τα προσδιοριζόμενα, ενώ αντίθετα στα β και δ τα προσδιορίζοντα (πόλεις, το σύνολο του προσωπικού) έχουν έννοια πιο ευρεία από ό,τι τα προσδιοριζόμενα.

 

3. Στη νέα ελληνική έχουμε συχνά δύο ουσιαστικά στην ίδια πτώση, που το ένα προσδιορίζει το άλλο. Παρατηρήστε τις παρακάτω προτάσεις, οι οποίες περιέχουν τέτοιους προσδιορισμούς.

 

α. Φέρε μου, σε παρακαλώ, ένα ποτήρι νερό.

β. Πήγαινε στον κύριο ένα μπουκάλι μπίρα.

γ. Ήταν Δευτέρα μεσημέρι.

δ. Η γιορτή μας έγινε Χριστούγεννα βράδυ.

 

Τα ουσιαστικά νερό (α), μπίρα (β), μεσημέρι (γ) και βράδυ (δ) προσδιορίζουν τα ουσιαστικά που προηγούνται: ποτήρι (α), μπουκάλι (β), Δευτέρα (γ) και Χριστούγεννα (δ). Μεταξύ αυτών των ουσιαστικών υπάρχει και κάποια σχέση. Έτσι στα α και β η σχέση είναι του περιεχομένου και στα γ και δ του χρόνου.

 

4. Οι επιθετικοί προσδιορισμοί κατά κανόνα προηγούνται της λέξης που προσδιορίζουν. Είναι δυνατό όμως να βρίσκονται σε άλλη θέση, ανάλογα με το ύφος που θέλει να πετύχει ο ομιλητής. Παρατηρήστε τα παρακάτω παραδείγματα.

 

α. Ξεκίνησε να γράφει ένα διήγημα για δύο αγνώστους μεταξύ τους ανθρώπους.

β. Πέρασε μια εβδομάδα δύσκολη και ανιαρή.

γ. Πέρασε τη μέρα του σε μια ακτή φιλόξενη.

 

Παρατηρούμε ότι στο α ο επιθετικός προσδιορισμός προηγείται, αλλά ανάμεσα στον προσδιορισμό και στο προσδιοριζόμενο ουσιαστικό μεσολαβούν δυο άλλες λέξεις (μεταξύ τους). Οι λέξεις αυτές μπορούσαν να μπουν και μετά τον προσδιορισμό (… ανθρώπους αγνώστους μεταξύ τους) αλλά, κυρίως στον προφορικό λόγο, και πριν από τον προσδιορισμό (... μεταξύ τους αγνώστους ανθρώπους). Η συγκεκριμένη σύνταξη αποτελεί συνειδητή επιλογή του ομιλητή που δίνει έμφαση στους προτασσόμενους όρους. Στα β και γ οι επιθετικοί προσδιορισμοί έπονται των προσδιοριζόμενων ουσιαστικών, πάλι για λόγους έμφασης. Με τον τρόπο αυτό δίνεται έμφαση στη σημασία που δηλώνεται από τους επιθετικούς προσδιορισμούς.

 

5. Οι ετερόπτωτοι προσδιορισμοί σε ουσιαστικό ή σε επίθετο δηλώνουν διάφορες σχέσεις. Παρακάτω παρατίθενται αποσπάσματα από κείμενα με ετερόπτωτους προσδιορισμούς και δίπλα σε κάθε απόσπασμα ο χαρακτηρισμός της σχέσης που δηλώνεται.

 

α. Τα μέλη της Σχολής ήταν χωρισμένα σε δύο μέρη [διαιρετική].

β. Τα κείμενα επιδέχονταν δύο επίπεδα ερμηνείας [ιδιότητας].

γ. Έπρεπε να ανακαλέσει στη μνήμη του όλα τα γεγονότα της προηγούμενης μέρας [χρόνου].

δ. Εισέπραττε κατά την αναχώρησή του μέρος των αγαθών που είχε καταθέσει [διαιρετική].

ε. Στα μαθηματικά αυτό λέγεται διερεύνηση του προβλήματος [αντικειμενική].

στ. Το πανεπιστήμιο του Βερολίνου του είχε στείλει μια επιστολή [τόπου].

ζ. Δεν είναι εύκολο πράγμα να ακούει κανείς τη φωνή ενός ανθρώπου που λείπει [υποκειμενική].

η. Βγαίνοντας από το σπίτι του Παύλου, είδαν στην είσοδο ένα τεράστιο όγκο [κτητική].

θ. Ελπίζω να έρθουν και οι δύο κόρες του Περικλή [συγγένειας].

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

ΟΝΟΜΑΤΙΚΗ ΦΡΑΣΗ

ΑΡΘΡΟ + ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ

ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ +ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ

Ομοιόπτωτος προσδιορισμός

Παράθεση
Επεξήγηση

Ετερόπτωτος προσδιορισμός

Σε γενική
Σε αιτιατική

ΕΠΙΘΕΤΟ + ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ

Το επίθετο ως ομοιόπτωτος προσδιορισμός

Επιθετικός προσδιορισμός
Κατηγορηματικός προσδιορισμός

Το ουσιαστικό ως ετερόπτωτος
προσδιορισμός

Σε γενική

 


1. Τα σύνολα των λέξεωνλεκτικά σύνολα) είναι λέξεις ή ενότητες λέξεων που μπορούν να αντικατασταθούν από άλλες με ισότιμο συντακτικό ρόλο στην πρόταση, π.χ. Ο Γιώργος (η Μαρία, ο Στέλιος) ζήτησε (πέταξε, έριξε) ένα μολύβι (τετράδιο, μήλο). Τα λεκτικά σύνολα που αποτελούνται από ενότητες λέξεων μετακινούνται, όταν χρειαστεί, συνολικά και όχι κάθε στοιχείο χωριστά, π.χ. Ο Γιώργος ζήτησε ένα μολύβι μπορεί να γίνει Ένα μολύβι ζήτησε ο Γιώργος, όχι όμως ένα ζήτησε ο μολύβι Γιώργος. Τα λεκτικά σύνολα ανάλογα με το βασικό γραμματικό στοιχείο που περιέχουν παίρνουν τις εξής ονομασίες: ονοματική φράσηονοματικό σύνολο), ρηματική φράση ρηματικό σύνολο), επιρρηματική φράση επιρρηματικό σύνολο), προθετική φράση προθετικό σύνολο).