Γραμματική Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Α-Β-Γ Γυμνασίου)
back next
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΥΝΤΑΞΗ

Κείμενο, περίοδος, ημιπερίοδος, πρόταση
Υποκείμενο, ρήμα, κατηγόρημα, κατηγορούμενο
Η συμφωνία και η σειρά των κύριων όρων της πρότασης
Τα είδη της πρότασης
1. ΚΕΙΜΕΝΟ – ΠΕΡΙΟΔΟΣ – ΠΡΟΤΑΣΗ
1.1
Το κείμενο και η περίοδος: ορισμοί

Κείμενο ονομάζεται ένα σύνολο από λέξεις που έχει μια νοηματική αυτοτέλεια και συνοχή και μπορεί να απαρτίζεται από μια ακολουθία φράσεων, από μία μόνο φράση ή και από τμήμα μιας φράσης. Περιέχει στοιχεία από τις επικοινωνιακές προθέσεις του δημιουργού του κειμένου και νοήματα σε αναφορά με εξωγλωσσικές καταστάσεις, με τις οποίες σχετίζεται το κείμενο. Μπορεί να είναι προφορικό ή γραπτό. (Βλ. στο κεφ. Πραγματολογία-Κειμενογλωσσολογία)

Περίοδος ονομάζεται ένα σύνολο από λέξεις που εκφράζει ένα πλήρες νόημα. Μια περίοδος μπορεί να περιέχει μία, δύο ή και περισσότερες προτάσεις. Στον προφορικό λόγο το σύνολο αυτό βρίσκεται ανάμεσα σε παύσεις της φωνής, ενώ στον γραπτό ανάμεσα σε τελείες.

Ημιπερίοδος ονομάζεται ένα σύνολο από λέξεις που εκφράζει ένα νόημα, αλλά όχι ολοκληρωμένο. Μπορεί να περιέχει κι αυτή μία ή περισσότερες προτάσεις. Στον γραπτό λόγο μπαίνει στο τέλος της ημιπεριόδου άνω τελεία. Στον προφορικό λόγο, στο τέλος της ημιπεριόδου, γίνεται μια παύση της φωνής μικρότερη από αυτήν που γίνεται στο τέλος της περιόδου. Στη νέα ελληνική η ημιπερίοδος, στον γραπτό λόγο, τείνει να εξαφανιστεί. Παραδείγματα: Οι μαθητές συχνά υιοθετούν πρακτικές επίλυσης προβλημάτων παρόμοιες με αυτές που διδάσκονται (περίοδος). Ο Γιώργος βγήκε από την αίθουσα κατάκοπος· τα μαλλιά του ανακατωμένα· τα ρούχα του τσαλακωμένα· όλα επάνω του ήταν σε απελπιστική κατάσταση(ημιπερίοδοι).

Το κείμενο με τις ημιπεριόδους μπορεί να αποδοθεί και ως εξής:

Ο Γιώργος βγήκε από την αίθουσα κατάκοπος, τα μαλλιά του ανακατωμένα, τα ρούχα του τσαλακωμένα. Όλα επάνω του ήταν σε απελπιστική κατάσταση.

1.2
Η πρόταση: ορισμός
Η πρόταση, στην απλούστερή της μορφή, αποτελεί ένα σύνολο λέξεων που περιέχει ως απαραίτητα στοιχεία ένα υποκείμενο και ένα κατηγόρημα. Πολύ συχνά, και κυρίως στον προφορικό λόγο, ο ένας από τους δύο όρους μπορεί να μην υπάρχει στον λόγο, αλλά να εννοείται. Με την πρόταση πάντως είτε δίνεται ένα αυτοτελές νόημα είτε συμπληρώνεται το νόημα μιας άλλης πρότασης, π.χ. Η γη γυρίζει. Ο Γιάννης οδηγεί το αυτοκίνητό του. Τρέχει (ενν. το υποκείμενο). Τα παιδιά (ενν. το ρήμα, π.χ. έρχονται, φεύγουν, κλαίνε κτλ.).

Συνταγματικές και παραδειγματικές σχέσεις μεταξύτων όρων μιας πρότασης

 

Oι όροι μιας πρότασης, όπως το άρθρο με το ουσιαστικό, το ρήμα με το ουσιαστικό, το επίρρημα με το ρήμα κτλ., συνδυάζονται μεταξύ τους συνάπτοντας συνταγματικές σχέσεις. Eξάλλου, ένας όρος είναι δυνατό να αντικαθίσταται από έναν άλλο ομοειδή όρο στο ίδιο σημείο μιας πρότασης, π.χ. η μαμά και η Mαίρη: η μαμά αγκάλιασε το παιδί / η Mαίρη αγκάλιασε το παιδί. Oι όροι που μπορούν να αντικαθίστανται αμοιβαία συνάπτουν μεταξύ τους παραδειγματικές σχέσεις. Tα δύο αυτά είδη γλωσσικών σχέσεων αντιστοιχούν στους δύο θεμελιώδεις άξονες του λόγου: τον συνταγματικό άξονα, που αναφέρεται στους πιθανούς συνδυασμούς των όρων μέσα στην πρόταση, και τον παραδειγματικό άξονα, που αναφέρεται στις ομάδες ομοειδών όρων οι οποίοι είναι δυνατό να αντικαθίστανται αμοιβαία σε διάφορα σημεία της πρότασης.

1.3
Η σύνταξη της απλής πρότασης: οι όροι

α. Οι κύριοι όροι της πρότασης

Η απλή πρόταση περιέχει απαραίτητα δύο όρους: το υποκείμενο και το κατηγόρημα. Γύρω από αυτούς οργανώνονται όλοι οι άλλοι όροι.

To υποκείμενο

 

Αποτελεί συνήθως το θέμα για το οποίο γίνεται λόγος στην πρόταση. Βρίσκεται, όταν απαντήσουμε στην ερώτηση ποιος (ποια;, ποιο; κτλ.) κάνει αυτό που λέει το ρήμα της πρότασης, π.χ. Η πρόταση έχει πέντε λέξεις (Ερώτ.: ποια έχει πέντε λέξεις;. Απάντ.: η πρόταση). Ως υποκείμενα χρησιμοποιούνται ουσιαστικά, αντωνυμίες, ουσιαστικοποιημένα επίθετα ή άλλες λέξεις, είτε ακόμα προτάσεις με πρόταξη του άρθρου ή και άλλες προτάσεις που εισάγονται με το όποιος, ό,τι κτλ., π.χ. Το μολύβι γράφει (ουσιαστ.). Εσείς διαβάζετε (αντων.). Οι μικροί βλέπουν τηλεόραση (ουσιαστικοποιημένο επίθετο). Όποιος βιάζεται σκοντάφτει (πρόταση με το όποιος).

Το υποκείμενο, όταν είναι ουσιαστικό, αντωνυμία ή ουσιαστικοποιημένο επίθετο, βρίσκεται σε πτώση ονομαστική, π.χ. Τα παιδιά ζωγραφίζουν. Πολύ σπάνια, όταν πρόκειται να δηλωθεί ποσό κατά προσέγγιση, βρίσκεται σε πτώση αιτιατική, μετά από τις λέξεις γύρω σε, περί κ.ά., π.χ. Μας επισκέφθηκαν γύρω στους πεντακόσιους μαθητές.

Το υποκείμενο παραλείπεται συχνά, όταν εννοείται από τα συμφραζόμενα. Πολύ συχνά παραλείπεται, όταν είναι η προσωπική αντωνυμία, εκτός αν θέλουμε να τονίσουμε το πρόσωπο που δηλώνει η αντωνυμία, π.χ. Εσύ θα πας στον διευθυντή (εσύ, όχι εγώ). Δε χρησιμοποιείται επίσης υποκείμενο στα απρόσωπα ρήματα, π.χ. βρέχει, νύχτωσε. .

To ρήμα ή το κατηγόρημα

 

Το ρήμα αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία οικοδομείται η πρόταση. Ονομάζεται και κατηγόρημα, γιατί «κατηγορεί», δηλαδή φανερώνει τι κάνει ή τι παθαίνει ή σε ποια κατάσταση βρίσκεται το υποκείμενο του ρήματος, π.χ. Οι καθηγητές συνεδριάζουν. Το κατηγόρημα μπορεί να εκφράζεται είτε μόνο με έναν ρηματικό τύπο (κατηγορηματικό ρήμα), π.χ. Ο διευθυντής μιλά, είτε με έναν τύπο του ρήματος είμαι ή συγγενικού και ένα ουσιαστικό ή επίθετο, π.χ. Ο διευθυντής είναι ψηλός. Στη δεύτερη περίπτωση το ρήμα λέγεται συνδετικό και το επίθετο ή το ουσιαστικό ονομάζεται κατηγορούμενο.

Τα κυρίως συνδετικά ρήματα είναι το είμαι και το γίνομαι, π.χ. Ο πίνακας είναι μαύρος. Άλλα συνδετικά ρήματα είναι τα φαίνομαι, θεωρούμαι, λέγομαι, ονομάζομαι, κληρώνομαι, ανακηρύσσομαι, μένω, βρίσκομαι, ζω, στέκομαι, βγαίνω κ.ά., π.χ. Η αδελφή του φαίνεται μελαγχολική. Ο κ. Γιαλουράκης στέκεται όρθιος.

Ως κατηγορούμενα κανονικά χρησιμοποιούνται ουσιαστικά ή επίθετα. Συχνά όμως χρησιμοποιούνται και: α) άλλα μέρη του λόγου ή προτάσεις, όταν λειτουργούν ως επίθετα ή ουσιαστικά, π.χ. Η Μαρία είναι εκείνη; Το δωμάτιό της είναι άνω κάτω, β) εμπρόθετα, π.χ. Το βάζο είναι από γυαλί.

Όταν το κατηγορούμενο εκφράζει κάποια επιρρηματική σχέση, ονομάζεται επιρρηματικό κατηγορούμενο. Αυτό συμβαίνει ιδίως, όταν στην πρόταση έχουμε ρήμα που δηλώνει κίνηση, π.χ. Η Νίνα ήρθε πρώτη. Ο Παύλος ταξίδευε μοναχός του.

Το ρήμα ή το κατηγόρημα μπορεί να λείπει (ή να εννοείται) σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν εκφράζονται ζωηρά συναισθήματα, έντονες προσταγές, ευχές κτλ., π.χ. Τι ωραία! Στο καλό.

Σε ορισμένα ρήματα που συντάσσονται με δύο αιτιατικές, η μία αιτιατική εισάγει αντικείμενο και η άλλη ένα κατηγορούμενο του αντικειμένου, που μπορεί να είναι ουσιαστικό ή επίθετο, π.χ. Θεωρούν τον Nίκο επιμελή (μαθητή).

β. Η συμφωνία των κύριων όρων της πρότασης

Οι κύριοι όροι της πρότασης διέπονται από ορισμένους κανόνες ως προς τη μεταξύ τους σχέση. Οι κανόνες αυτοί ονομάζονται στη σύνταξη συμφωνία.

Συμφωνία του ρήματος με το υποκείμενο

Το ρήμα συμφωνεί κανονικά ως προς τον αριθμό και το πρόσωπο με το υποκείμενο, π.χ. Σήμερα οι εκπαιδευτικοί απεργούν.

Όταν το υποκείμενο είναι περιληπτικό και βρίσκεται σε ενικό αριθμό, το ρήμα μπορεί να βρίσκεται σε πληθυντικό, π.χ. Το σύνολοτων μαθητών είχαν καλές εντυπώσεις γι' αυτόν.

Όταν τα υποκείμενα ενός ρήματος είναι δύο ή περισσότερα, το ρήμα μπαίνει κανονικά στον πληθυντικό αριθμό, π.χ. Το άλογο, η αγελάδα και η κατσίκα ανήκουν στα τετράποδα ζώα.

Πολλές φορές, όταν προηγείται το ρήμα και ακολουθούν υποκείμενα σε ενικό αριθμό, τότε το ρήμα μπαίνει σε ενικό αριθμό, π.χ. Τον προστατεύει η εξυπνάδα του και η ευφράδειά του.

Όταν τα υποκείμενα ενός ρήματος είναι δύο ή περισσότερα και ανήκουν σε διαφορετικά πρόσωπα, τότε το ρήμα μπαίνει στο επικρατέστερο πρόσωπο. Επικρατέστερο είναι το πρώτο πρόσωπο σε σχέση με το δεύτερο και το τρίτο. Το δεύτερο είναι επικρατέστερο σε σχέση με το τρίτο, π.χ. Εσύ κι αυτός να έρθετε αύριο.

Συμφωνία του κατηγορούμενου με το υποκείμενο

Όταν το κατηγορούμενο είναι επίθετο, συμφωνεί με το υποκείμενο στο γένος, στον αριθμό και στην πτώση, π.χ. Ο διάδρομος είναι στενός.

Όταν το κατηγορούμενο είναι ουσιαστικό, συμφωνεί κανονικά με την πτώση του υποκειμένου, π.χ. Οι πόλεμοι είναι καταστροφή. Μπορεί όμως συμπτωματικά να συμφωνεί στο γένος και στον αριθμό, π.χ. Το αυτοκίνητό του είναι αστέρι.

Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί το κατηγορούμενο που είναι επίθετο να μπαίνει στον ενικό αριθμό του ουδέτερου γένους ανεξάρτητα από τον αριθμό και το γένος του υποκειμένου, π.χ. Οι καβγάδες μεταξύ αδελφών είναι ακατανόητο (ενν. πράγμα).

Όταν υπάρχουν στην πρόταση δύο ή περισσότερα υποκείμενα, το κατηγορούμενο μπαίνει κανονικά στον πληθυντικό αριθμό, π.χ. Οι γονείς και οι μαθητές είναι ενθουσιασμένοι με τη δασκάλα της πέμπτης τάξης.

Όταν υπάρχουν στην πρόταση δύο ή περισσότερα έμψυχα υποκείμενα, το κατηγορούμενο μπαίνει στον πληθυντικό αριθμό, στο γένος των υποκειμένων, π.χ. Η Νίνα και η Σοφία είναι παντρεμένες.Όταν όμως τα υποκείμενα είναι διαφορετικού γένους, τότε το κατηγορούμενο μπαίνει στον πληθυντικό, συνήθως στο επικρατέστερο γένος (το αρσενικό είναι επικρατέστερο του θηλυκού και το θηλυκό του ουδετέρου), π.χ. Ο πατέρας του και η μητέρα του είναι αυστηροί.

Όταν υπάρχουν στην πρόταση δύο ή περισσότερα υποκείμενα που δηλώνουν πράγματα, το κατηγορούμενο μπαίνει σε ουδέτερο γένος ανεξάρτητα από το γένος των υποκειμένων, π.χ. Τα πλοία, οι βάρκες και οι φρεγάτες είναι πλωτά.

γ. Η σειρά των κύριων όρων της πρότασης

Η σειρά με την οποία τοποθετούνται οι κύριοι όροι της πρότασης κανονικά είναι ελεύθερη. Συνήθως εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως είναι το στοιχείο που προβάλλεται στον λόγο, το αν η πληροφορία που δίνεται από την πρόταση είναι εξ ολοκλήρου ή εν μέρει νέα, ο επιτονισμός κτλ., π.χ. Ο Βασίλης παρέδωσε τα βιβλία, αλλά και Τα βιβλία παρέδωσε ο Βασίλης (στην πρώτη περίπτωση γίνεται λόγος για το υποκείμενο της πρότασης, ενώ στη δεύτερη για το αντικείμενο).

1.4
Τα είδη της πρότασης
Η πρόταση αποτελεί συστατικό στοιχείο του λόγου σε μια γλώσσα. Ως τέτοιο παρουσιάζει διάφορες μορφές, εκφράζει διάφορα νοήματα και συνάπτει διάφορες σχέσεις με άλλες προτάσεις. Με βάση λοιπόν αυτές τις διαφορετικές ιδιότητες γίνεται η κατηγοριοποίηση των προτάσεων ως προς τα εξής χαρακτηριστικά: α) ως προς το περιεχόμενό τους, β) ως προς την ποιότητά τους, γ) ως προς τη σχέση τους με τις άλλες και δ) ως προς τη δομή τους.

α) Ως προς το περιεχόμενό τους οι προτάσεις διακρίνονται σε:

Προτάσεις αποφαντικέςκρίσης): είναι οι προτάσεις με τις οποίες εκφράζεται μια γνώμη, μια κρίση ή ανακοινώνεται κάτι. Εκφέρονται σε οριστική, π.χ. Το σχολείο μας βγήκε πρώτο στους διασχολικούς αγώνες.

Προτάσεις προστακτικέςεπιθυμίας): είναι οι προτάσεις με τις οποίες εκφράζεται επιθυμία, προτροπή ή υπόσχεση. Εκφέρονται σε προστακτική και υποτακτική, π.χ. Πηγαίνετε να τον ακούσετε.

Προτάσεις επιφωνηματικές: είναι οι προτάσεις με τις οποίες εκφράζονται έντονα συναισθήματα (λύπη, χαρά, έκπληξη, θαυμασμός κτλ.). Στον γραπτό λόγο συνοδεύονται με θαυμαστικό (!),ενώ στον προφορικό χαρακτηρίζονται από το ανέβασμα της φωνής, π.χ. Τι ωραίο γραπτό!

Προτάσεις ερωτηματικές: είναι οι προτάσεις με τις οποίες εκφράζεται ερώτηση. Εκφέρονται σε οριστική ή υποτακτική. Εισάγονται με ερωτηματικές αντωνυμίες και ερωτηματικά επιρρήματα, όταν η ερώτηση αφορά ένα από τα συστατικά της πρότασης (ερωτήσεις μερικής άγνοιας), π.χ. Ποιος σε ενόχλησε σήμερα; Όταν η ερώτηση αφορά ολόκληρη την πρόταση (ερωτήσεις ολικής άγνοιας), δεν υπάρχει ερωτηματική αντωνυμία, π.χ. Υπάρχει καλύτερος μαθητής από τον Ιωάννου;

β) Ως προς την ποιότητά τους οι προτάσεις διακρίνονται σε:

Προτάσεις καταφατικές: είναι οι προτάσεις που δεν περιέχουν άρνηση, π.χ. Οι δρόμοι όλοι είναι ανοιχτοί.

Προτάσεις αρνητικέςαποφατικές): είναι οι προτάσεις που περιέχουν άρνηση, π.χ. Οι άνθρωποι σήμερα δεν επικοινωνούν.

γ) Ως προς τη σχέση τους με άλλες οι προτάσεις διακρίνονται σε:

Προτάσεις κύριεςανεξάρτητες): είναι οι προτάσεις που κατά κανόνα μπορούν να σταθούν στον λόγο χωρίς να χρειάζεται να συνδυαστούν με μια άλλη πρόταση, π.χ. Χθες τελείωσαν τα μαθήματα.

Προτάσεις δευτερεύουσεςεξαρτημένες): είναι οι προτάσεις που, για να σταθούν στον λόγο, χρειάζεται να συνδυαστούν με μια άλλη πρόταση, π.χ. Όταν τελειώσουν τα μαθήματα, θα πάω στο εξωτερικό.

δ) Ως προς τη δομή τους οι προτάσεις διακρίνονται σε:

Προτάσεις απλές: είναι οι προτάσεις που περιλαμβάνουν μόνο τους κύριους όρους της πρότασης, π.χ. Ο Ορέστης έρχεται.

Προτάσεις σύνθετες: είναι οι προτάσεις που περιλαμβάνουν περισσότερα από ένα υποκείμενα ή κατηγορούμενα, π.χ. Το βιβλίο είναι μεγάλο και πολύχρωμο.

Προτάσεις επαυξημένες: είναι οι προτάσεις που περιλαμβάνουν, εκτός από τους κύριους όρους, και άλλους προσδιορισμούς, οι οποίοι λειτουργούν ως συμπληρώματα της έννοιας που δίνουν οι κύριοι όροι, π.χ. Οι μαθητές της Α΄ τάξης είναι καλοί αθλητές.

Προτάσεις ελλειπτικές: είναι οι προτάσεις από τις οποίες λείπει κάποιος κύριος όρος, γιατί εννοείται από τα συμφραζόμενα, π.χ. [εσύ] Τι κάνεις;

Παρατηρώ και… καταλαβαίνω…

 

1. Το υποκείμενο, το ρήμα και το κατηγορούμενο αποτελούν τους κύριους όρους της πρότασης. Παρατηρήστε τις παρακάτω προτάσεις.

α. Οι υπάλληλοι της εταιρείας φαίνονται ευχαριστημένοι.

β. Ορισμένα τρόφιμα κρίθηκαν ακατάλληλα.

γ. Ο Παναγιώτης χειροτονήθηκε διάκονος.

δ. Οι επιβάτες της πτήσης 205 αποδείχτηκαν τυχεροί.

 

Οι λέξεις υπάλληλοι (α), τρόφιμα (β), Παναγιώτης (γ) και επιβάτες (δ) είναι υποκείμενα των ρημάτων των αντίστοιχων προτάσεων. Οι λέξεις ευχαριστημένοι (α), ακατάλληλα (β), διάκονος (γ) και τυχεροί (δ) είναι κατηγορούμενα στα αντίστοιχα υποκείμενα.

 

2. Κανονικά ο αριθμός των υποκειμένων στη σύνταξη συμφωνεί με τον αριθμό του ρήματος, δηλαδή, όταν το υποκείμενο είναι ένα, το ρήμα μπαίνει σε ενικό αριθμό, ενώ, όταν τα υποκείμενα είναι πολλά, το ρήμα μπαίνει στον πληθυντικό. Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις από τον γενικό αυτόν κανόνα. Παρατηρήστε τα παρακάτω αποσπάσματα από διάφορα κείμενα.

Ο κύριος όγκος των σπιτιών βλέπουν προς το πέλαγος, στη δεξιά και πιο ανοιχτή πλευρά του λιμανιού [Υποκείμενο σε ενικό – Ρήμα σε πληθυντικό].

Η Χριστίνα και ο Σωτήρης ήταν περίπου ογδόντα χρονών. Το ζευγάρι των ηλικιωμένων ζούσαν μαζί εδώ και σαράντα χρόνια. Τίποτε δεν μπορούσε να τους χωρίσει [Υποκείμενο σε ενικό – Ρήμα σε πληθυντικό].

Απογοητεύτηκε πλήρως. Δεν τον ενδιαφέρει πια ούτε η καριέρα του ούτε η θέση του ούτε η γνώμη του κόσμου [Υποκείμενα πολλά – Ρήμα σε ενικό].

Για το τελείωμα αυτού του κήπου χρειάζεται ακόμη ένας θάμνος, ένα δεντράκι και μια βρύση στη γωνία [Υποκείμενα πολλά – Ρήμα σε ενικό].

Παρατηρούμε ότι στο πρώτο και το δεύτερο παράδειγμα το υποκείμενο (ο όγκος, το ζευγάρι) βρίσκεται σε ενικό αριθμό, ενώ το ρήμα στον πληθυντικό. Αυτό συμβαίνει, γιατί τα υποκείμενα έχουν σημασία περιληπτική, ενώ ο ομιλητής έχει στο μυαλό του τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται η περιληπτική έννοια. Στο τρίτο και το τέταρτο παράδειγμα τα υποκείμενα είναι πολλά (τρία), αλλά το ρήμα μπαίνει σε ενικό αριθμό. Αυτό συμβαίνει, γιατί το ρήμα βρίσκεται πριν από τα υποκείμενα, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται ο αριθμός του ρήματος από το πρώτο υποκείμενο. Εννοείται ότι αυτή η σύνταξη δεν είναι απόλυτη. Θα μπορούσαμε να έχουμε και στις δύο περιπτώσεις απόλυτη συμφωνία υποκειμένου/-ων και ρήματος/-ων.

 

3. Κανονικά στη νέα ελληνική το κατηγορούμενο, όταν είναι κλιτό μέρος του λόγου που έχει τρία γένη και δύο αριθμούς, συμφωνεί με το υποκείμενο του ρήματος στον αριθμό, στην πτώση και στο γένος. Επειδή, όμως, αφενός το κατηγορούμενο δεν έχει πάντα αυτά τα χαρακτηριστικά και αφετέρου μπορούμε να έχουμε περισσότερα του ενός υποκείμενα σε διαφορετικό γένος, ο κανόνας αυτός δεν μπορεί να ισχύει πάντοτε. Αυτές τις αποκλίσεις μπορείτε να τις παρατηρήσετε στα παρακάτω παραδείγματα.

α. Από τα αρχαία χρόνια πολλά θαλάσσια όντα έχουν γίνει πηγή έμπνευσης για μύθους και παραδόσεις.

β. Η παράδοση αναφέρει πως ο Θεός, αν ήταν ψάρι, θα ήταν φάλαινα.

γ. Η Δημητρούλα είναι ένα άτολμο κορίτσι.

δ. Αυτός ο πίνακας είναι μια πλάνη.

ε. Οι συνεχείς χαλαζοπτώσεις είναι καταστροφικό (ενν. πράγμα).

στ. Οι κινήσεις που κάνουν οι χορευτές του μπαλέτου είναι ασύλληπτο (ενν. πράγμα).

ζ. Ο γιος και η κόρη του Αχιλλέα είναι πολύ έξυπνοι.

η. Οι ενήλικοι εκπαιδευόμενοι και εκπαιδευόμενες θεωρούνται πιο αποτελεσματικοί.

θ. Η μελιτζάνα και το σπανάκι ως τροφή θεωρούνται δύσπεπτα.

 

Παρατηρούμε στις παραπάνω φράσεις ότι δεν υπάρχει απόλυτη συμφωνία μεταξύ του/των υποκειμένου/-ων και του/των κατηγορουμένου/-ων είτε γιατί το κατηγορούμενο είναι ουσιαστικό (α, β, γ, δ), είτε γιατί ο ομιλητής χρησιμοποιεί το ουδέτερο επίθετο σε ενικό αριθμό εννοώντας τη λέξη πράγμα (ε, στ), είτε γιατί τα έμψυχα υποκείμενα είναι διαφορετικού γένους και το κατηγορούμενο μπαίνει στο επικρατέστερο γένος (ζ, η), είτε γιατί τα υποκείμενα είναι άψυχα διαφορετικού γένους κι έτσι το κατηγορούμενο μπαίνει σε ουδέτερο γένος (θ).

 

4. Κάθε πρόταση μπορεί να ενταχθεί σε μια γενικότερη κατηγορία προτάσεων με βάση ορισμένα κριτήρια, όπως το είδος του περιεχομένου της πρότασης και το αν περιέχει κατάφαση ή άρνηση. Παρατηρήστε στο παρακάτω κείμενο προτάσεις που ανήκουν στις δύο αυτές κατηγορίες και τις υποκατηγορίες τους. Το κείμενο αποτελεί αυτούσιο απόσπασμα από το μονόπρακτο του Γιώργου Δανιήλ «Ο Κυρ Αντώνης» (βλ. Γ. Δανιήλ, Πέντε μονόπρακτα, Αθήνα, 1991, σσ. 43-44).

 

ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Μωρέ, μπράβο … άκου άκου φασαρία που κάνουν τ' αφιλότιμα, σηκώσανε τον κόσμο στο ποδάρι.

ΦΑΝΗ (βγαίνει απ' τη δική της πόρτα μ' ένα πλεχτό στα χέρια): Πάλι σε ξυπνήσανε τα παιδιά, κυρ Σταμάτη;

ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Μα δεν άκουσες τι γίνηκε τώρα δα …, πανζουρλισμός! Τι τα πιάνει κι αυτή την ώρα μάλιστα … δεν έχουνε μανάδες να τα μαζέψουνε; (κάθεται στο πεζούλι).

ΦΑΝΗ: Έτσι εύκολα μαζεύονται, θαρρείς, τα παιδιά, κυρ Σταμάτη μου … δεν έχεις εσύ και δεν ξέρεις.

 

Στο μικρό αυτό απόσπασμα υπάρχουν προτάσεις αποφαντικές, που δηλώνουν κρίση (π.χ. σηκώσανε τον κόσμο στο ποδάρι), προστακτικές, που δηλώνουν προτροπή (άκου άκου φασαρία), προτάσεις που δηλώνουν συναισθήματα του ομιλητή, δηλαδή επιφωνηματικές (γίνηκε … πανζουρλισμός!) και ερωτηματικές (πάλι σε ξυπνήσανε τα παιδιά, κυρ Σταμάτη;). Από αυτές τις προτάσεις άλλες είναι καταφατικές (Έτσι εύκολα μαζεύονται[...] τα παιδιά, κυρ Σταμάτη μου) και άλλες αρνητικές (δεν έχεις εσύ).

 

5. Εκτός από τις κατηγορίες των προτάσεων που αναφέρθηκαν παραπάνω, υπάρχουν και κατηγορίες που διακρίνονται με βάση άλλα κριτήρια, όπως με κριτήριο τη σχέση της πρότασης με άλλες και με κριτήριο τη δομή της.

Παρατηρήστε το παρακάτω απόσπασμα, που προέρχεται από το ίδιο μονόπρακτο (σ. 45).

ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Παράξενος άνθρωπος …!

ΦΑΝΗ: Ένα πρωί έτυχε να περάσω από 'να δρόμο και κει τον πήρε το μάτι μου την ώρα που δούλευε σε μια πολυκατοικία. Να τόνε βλέπεις να πηδάει τις σκαλωσιές σα ζαρκάδι … Στάθηκα από κάτω και τόνε κοίταζα, μέχρι που μ' είδε, κατέβηκε, είπε να με κεράσει καφέ. Κυρ Αντώνη μου, του λέω, χαρά στη γυναίκα που θα σε πάρει, τέτοιο δουλευτή ποια δε θα τον ήθελε; Εκεί σα να συννέφιασε το πρόσωπό του. Έμεινε λίγη ώρα σιωπηλός, κι έπειτα γύρισε και μου είπε: «Μη με κοιτάς που παλεύω έτσι, κυρά Φανή. Δεν είναι για το ψωμί, ούτε θα 'ναι για τη γυναίκα, αν είναι τυχερό μου να παντρευτώ … Εγώ δουλεύω για το μεράκι».

ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Για το μεράκι, ε …!

 

Στο παραπάνω απόσπασμα παρατηρούμε ότι υπάρχουν προτάσεις κύριες (εγώ δουλεύω για το μεράκι), δευτερεύουσες (αν είναι τυχερό μου να παντρευτώ), ελλειπτικές (Παράξενος άνθρωπος …!), επαυξημένες (έμεινε λίγη ώρα σιωπηλός).


ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

ΤΑ ΕΙΔΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ

ΩΣ ΠΡΟΣ
ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

Αποφαντικές (ή κρίσης), προστακτικές (ή επιθυμίας), επιφωνηματικές, ερωτηματικές

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ

Καταφατικές, αρνητικές (ή αποφατικές)

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΣΧΕΣΗ
ΜΕ ΤΙΣ ΑΛΛΕΣ

Κύριες (ή ανεξάρτητες), δευτερεύουσες (ή εξαρτημένες)

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΟΜΗ

Απλές, σύνθετες, επαυξημένες, ελλειπτικές