Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Α, Β, Γ Γυμνασίου)
back next

1. OI ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΡOΤΑΣΕΙΣ

§ 175

Ειδικές ονομάζονται οι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις που ειδικεύουν το γενικό και αόριστο περιεχόμενο της πρότασης από την οποία εξαρτώνται, προσδιορίζουν δηλαδή ακριβέστερα το νόημά της. Δέχονται άρνηση οὐ.
N.E.: Πιστεύω ότι θα πετύχεις.

1. Eισαγωγή

Oι ειδικές προτάσεις εισάγονται με τους ειδικούς συνδέσμους:

  1. α) ὅτι, όταν δηλώνουν κρίση αντικειμενική·
  2. β) ὡς, όταν δηλώνουν κρίση υποκειμενική.

Μερικές φορές οι σύνδεσμοι ὅτι και ὡς δεν παρουσιάζουν σημασιολογική διαφορά και η εναλλαγή στη χρήση τους είναι θέμα ύφους.
N.E.: Eισάγονται με τα ότι, πως, που, [σπάνια:] να, και.

2. Eκφορά

Oι ειδικές προτάσεις εκφέρονται με:

  1. α) Oριστική, όταν δηλώνουν κάτι πραγματικό:
    Λέγει Πτολεμαῖος ὅτι Περδίκκας πρῶτος ἐνέβαλεν ἐς τῶν Θηβαίων τὴν προφυλακήν.
  2. β) Δυνητική οριστική, όταν δηλώνουν το δυνατόν στο παρελθόν ή το μη πραγματικό:
    Δῆλον ἦν ὅτι ῥᾳδίως ἂν ἐδύναντο πολεμεῖν αὐτοῖς.
  3. γ) Δυνητική ευκτική, όταν δηλώνουν το δυνατόν στο παρόν ή στο μέλλον:
    Οἶδα ὅτι πάντες ἂν ὁμολογήσαιτε. (ότι όλοι θα συμφωνούσατε)
  4. δ) Eυκτική του πλάγιου λόγου, ύστερα από ιστορικό χρόνο, και δηλώνουν υποκειμενική γνώμη:
    Ἔλεγον ὅτι βασιλεὺς σφίσι φίλος ἔσοιτο.

3. Συντακτικός ρόλος

Oι ειδικές προτάσεις χρησιμοποιούνται στον λόγο, όπως και στη N.E., ως:

  1. α) Αντικείμενα σε ρήματα λεκτικά (λέγω, διδάσκω, ἀγγέλλω, δηλῶ, ἀποκρίνομαι κ.τ.ό.), δεικτικά (δείκνυμι, ἀποδείκνυμι κ.τ.ό.), γνωστικά και αισθητικά (γιγνώσκω, οἶδα, μανθάνω, ἐπίσταμαι, πυνθάνομαι, αἰσθάνομαι, ἀκούω κ.τ.ό.):

    Λέγει ὡς ἄρα Ἀργεῖοι ἦσαν οἱ ἐπικαλεσάμενοι τὸν Πέρσην ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα. (πως δήθεν)
    Οἶδα ὅτι μάτην σοι αὐτὰ λέξομεν.
    Πυνθάνομαι ὡς χρήματα εἴληφεν Aἰσχίνης. (ότι τάχα)

  2. β) Υποκείμενα σε απρόσωπα ρήματα ή απρόσωπες εκφράσεις που σημαίνουν ό,τι και τα παραπάνω ρήματα (λέγεται, ἀγγέλλεται, μαρτυρεῖται, δέδεικται, δῆλόν ἐστι, ἄδηλόν ἐστι, φανερόν ἐστι, σαφές ἐστι κ.τ.ό.):

    Ἠγγέλθη ὅτι τεθνηκότες εἶεν.
    Ὡς δὲ ἠδίκουν σαφές ἐστι.

  3. γ) Επεξηγήσεις σε όρο της προηγούμενης πρότασης, συνήθως σε δεικτική αντωνυμία ουδέτερου γένους:

    Τοῦτο δ' ὁ λόγος λέγει, ὅτι φιλάργυροι σοφίζονται τὸ θεῖον χάριν φιλαργυρίας. (ότι δηλαδή)

(εὖ) οἶδ' ὅτι, (εὖ) ἴσθ' ὅτι, ἴστε ὅτι, δῆλον ὅτι, όταν δεν ακολουθεί ρήμα, χρησιμοποιούνται ως βεβαιωτικά επιρρήματα με τη σημασία του «βέβαια», «βεβαιότατα», «προφανώς»:
Ἐρρήθη δῆλον ὅτι πολλά.
Ἀκούετε μὲν οὖν εὖ οἶδ' ὅτι καὶ ὑμεῖς Ἰάσονος ὄνομα.

4. Iσοδύναμες συντακτικές μορφές

Οι ειδικές προτάσεις ισοδυναμούν συντακτικά με ειδικό απαρέμφατο ή κατηγορηματική μετοχή, ανάλογα με τη σύνταξη του ρήματος εξάρτησης, και μπορούν να αντικατασταθούν από αυτά:

Πυνθάνομαι ὅτι Ἀρταξέρξης πλησίον ἐστί. → Πυνθάνομαι Ἀρταξέρξην πλησίον εἶναι.
Γιγνώσκω ὅτι τὸ θεῖον ἀλάθητόν ἐστι. → Γιγνώσκω τὸ θεῖον ἀλάθητον ὄν.