Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Α, Β, Γ Γυμνασίου)
back next

B. OI ΠΛAΓIEΣ ΠTΩΣEIΣ ΩΣ ΕΠIPPHMATIKOI ΠPOΣΔIOPIΣMOI

Η γενική

§ 151

Η γενική ως επιρρηματικός προσδιορισμός διακρίνεται σε:

  1. α) Γενική του χρόνου· δηλώνει το χρονικό διάστημα κατά το οποίο συμβαίνει ένα γεγονός και ως τέτοια χρησιμοποιείται κυρίως η γενική ονομάτων που φανερώνουν φυσική υποδιαίρεση χρόνου, όπως:
    δείλης (το δειλινό) ἡμέρας νυκτὸς ὀλίγου/πολλοῦ χρόνου
    ἔαρος (την άνοιξη) θέρους ὀπώρας (το φθινόπωρο) τοῦ λοιποῦ (στο εξής)
    ἐνιαυτοῦ / ἔτους / ἐτῶν μεσημβρίας ὄρθρου (τα ξημερώματα) κ.ά.
    ἑσπέρας μηνὸς χειμῶνος  

    Ἐπιγίγνεται τῆς νυκτὸς χιὼν παμπληθής.
    Ἐξήλθομεν ἐκ τοῦ δεσμωτηρίου ἑσπέρας.
    Καὶ ἱμάτιον ἠμφίεσαι οὐ μόνον φαῦλον ἀλλὰ τὸ αὐτὸ θέρους τε καὶ χειμῶνος.
    Ἢν οὖν ἐμοὶ πείθῃ, μάλιστα οὐ ποιήσει τοῦ λοιποῦ πονηρὰς ὑποθέσεις.
    N.E.: Θα ξανάρθουμε του χρόνου.

  2. β) Γενική της αιτίας· προσδιορίζει:
    1. Ρήματα ψυχικού πάθους, όπως ἀγανακτῶ, ἄγαμαι (θαυμάζω), εὐδαιμονίζω / μακαρίζω (καλοτυχίζω), ζηλῶ, ἥδομαι, θαυμάζω, οἰκτίρω (λυπάμαι), ὀργίζομαι, χαίρω κ.τ.ό.:
      Νῦν δὲ ζηλῶ σε καὶ μακαρίζω τῆς εὐδαιμονίας.
      Τούτους μὲν οὖν ἔγωγε καὶ πάνυ οἰκτίρω τῆς ἄγαν χαλεπῆς νόσου.
      N.E.: Πεθαίνω της πείνας.
    2. Ρήματα δικανικής σημασίας, όπως αἰτιῶμαι (κατηγορώ), ἁλίσκομαι (καταδικάζομαι), καταψηφίζομαι (καταδικάζω με την ψήφο μου / καταδικάζομαι), γράφομαι / διώκω (καταγγέλλω), δικάζω, καταγιγνώσκω (καταδικάζω), κατηγορῶ, φεύγω (κατηγορούμαι), κρίνομαι (δικάζομαι) κ.τ.ό.· με τα ρήματα αυτά η γενική της αιτίας δηλώνει το έγκλημα για το οποίο κάποιος κατηγορείται ή δικάζεται (ονομάζεται και γενική του εγκλήματος):
      Ἀρχῖνος ἐγράψατο παρανόμων Θρασύβουλον. (κατήγγειλε για παρανομία)
      Οἱ τῶν ἀδικούντων κολασταὶ δώρων ἐκρίθησαν. (δικάστηκαν για δωροδοκία)
  3. γ) Γενική της αξίας ή του ποσού· προσδιορίζει ρήματα όπως ἀγοράζω, ἀνταλλάσσω, ἀξιῶ, διδάσκω, ἐκτιμῶ, πιπράσκω (πουλώ), πωλῶ, τιμῶ (ορίζω ως τιμή), τιμῶμαι, ὠνοῦμαι (αγοράζω) κ.τ.ό.:
    Θεασάμενος ἄγαλμα Διὸς ἠρώτα, πόσου τις αὐτὸ πρίασθαι δύναται. (πόσο μπορεί κανείς να το αγοράσει)
    Θεμιστοκλέα τῶν μεγίστων δωρεῶν ἠξίωσαν.
    N.E.: [αλλά:] Το σπίτι αξίζει μια περιουσία. [με αιτ.]
  4. δ) Γενική της ποινής ή του τιμήματος· προσδιορίζει ρήματα δικανικής σημασίας που δηλώνουν την ποινή που προτείνεται ή επιβάλλεται, όπως τιμῶ (ορίζω ως ποινή), τιμῶμαι (προτείνω ως ποινή), ὑπάγω (καταγγέλλω για έγκλημα που τιμωρείται με) κ.τ.ό.:
    Ἐν αὐτῇ τῇ δίκῃ ἐξῆν σοι φυγῆς τιμήσασθαι.
    Οἱ δ' ἔφοροι τὸν Σφοδρίαν ὑπῆγον θανάτου.
  5. ε) Γενική του τόπου· η χρήση της είναι περιορισμένη, καθώς ως προσδιορισμοί τόπου χρησιμοποιούνται κυρίως τοπικά επιρρήματα ή δοτική πτώση:
    Καὶ ὁ μὲν Πολύτροπος μαχόμενος αὐτοῦ ἀποθνῄσκει.
    N.E.: Μείνε αυτού που είσαι.
  6. στ) Γενική του σκοπού· είναι γενική έναρθρου απαρεμφάτου (βλ. και § 114.5):
    Ἐτειχίσθη Ἀταλάντη τοῦ μὴ λῃστὰς κακουργεῖν τὴν Εὔβοιαν.
    N.E.: Έπεσε του θανατά.

Η δοτική

§ 152

Η δοτική ως επιρρηματικός προσδιορισμός διακρίνεται σε:

  1. α) Δοτική της αιτίας· προσδιορίζει κυρίως ρήματα ψυχικού πάθους, όπως ἀγάλλομαι, ἀθυμῶ, αἰσχύνομαι, ἄχθομαι, ἥδομαι, λυποῦμαι, μεταμέλομαι, χαίρω, χαλεπαίνω / χαλεπῶς φέρω (οργίζομαι, αγανακτώ) κ.τ.ό.:
    Καλλίξενος λιμῷ ἀπέθανεν.
    Οἱ μὲν νέοι τοῖς τῶν πρεσβυτέρων ἐπαίνοις χαίρουσιν, οἱ δὲ γεραίτεροι ταῖς τῶν νέων τιμαῖς ἀγάλλονται.
  2. β) Δοτική του τόπου· εκφέρεται με:
    1. Δοτική τοπωνυμίων, όπως Δελφοῖς, Ἐλευσῖνι, Ἰσθμοῖ, Μαραθῶνι, Νεμέᾳ, Πλαταιαῖς, Σαλαμῖνι κ.τ.ό., και δηλώνει στάση σε τόπο:
      Οἰκίαν ᾠκοδόμηκεν Ἐλευσῖνι.
      Ἐνίκησεν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ.
    2. Δοτική ονομάτων ή αντωνυμιών που λαμβάνονται επιρρηματικά και ονομάζονται δοτικοφανή επιρρήματα τόπου· δηλώνουν στάση σε τόπο ή κίνηση διαμέσου ενός τόπου (διέλευση). Τέτοια επιρρήματα είναι τα:
      ἄλλῃ (αλλού, από αλλού) κύκλῳ (κυκλικά, τριγύρω)
      γῇ (στο έδαφος) ταύτῃ (εδώ, μέσα από αυτό το μέρος)
      ᾗ / ὅπῃ (όπου, από όπου) τῇδε (σ' αυτό εδώ το μέρος)
      ἐκείνῃ (μέσα από εκεί) κ.ά.

      Τὰς πύλας ἐσῆλθον ἔκλῃσε, ὥστε μηδὲ ταύτῃ ἔξοδον εἶναι.
      Καταλαμβάνει τὰ κύκλῳ ὄρη τοῦ πεδίου.
      N.E.: [αλλά:] Ήρθε μέσω Pώμης.

  3. γ) Δοτική του χρόνου· δηλώνει το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο συμβαίνει αυτό που εκφράζει το ρήμα. Τέτοιες δοτικές είναι:
    1. Οι δοτικές ονομάτων εορτών, όπως Διονυσίοις, Ἐλευσινίοις, Παναθηναίοις κ.τ.ό.:
      Ἀνήλωσα Παναθηναίοις τοῖς μικροῖς τριακοσίας δραχμάς.
    2. Οι δοτικές ονομάτων που δηλώνουν χρονική διαίρεση, όπως ἔτει, ἡμέρᾳ, θέρει, μηνί, νυκτί, χρόνῳ, τῇ προτεραίᾳ / τῇ ὑστεραίᾳ (την προηγούμενη/την επόμενη ημέρα), κ.τ.ό.:
      Ἕκτῳ δὲ ἔτει Σαμίοις καὶ Μιλησίοις πόλεμος ἐγένετο.
      Καὶ μετὰ τὸν κατάπλουν τρίτῳ μηνὶ ἀνήχθη ἐπ' Ἄνδρον.
      Οἱ Πελοποννήσιοι τροπαῖον τῇ ὑστεραίᾳ ἔστησαν.
  4. δ) Δοτική της συνοδείας· δηλώνει το πρόσωπο, το πράγμα ή τις συνθήκες που συνοδεύουν το υποκείμενο του ρήματος σε κάποια ενέργειά του. Τίθεται κυρίως με ρήματα που δηλώνουν κίνηση, όπως ἀφικνοῦμαι, βαδίζω, βαίνω, ἐλαύνω, ἔρχομαι, πλέω, πορεύομαι, στρατεύω κ.ά. Ως δοτικές της συνοδείας χρησιμοποιούνται συνήθως οι λέξεις:
    ἀνδράσι ναυσὶ πλήθει στρατῷ
    δυνάμει ναυτικῷ πρεσβείᾳ στρατιώταις
    ἱππεῦσι ὁπλίταις στόλῳ τριήρεσι
    ἵππῳ πεζῷ στρατεύματι / στρατιᾷ κ.ά.
    Ἡμεῖς δ', ἔφη, καὶ ἵπποις τοῖς δυνατωτάτοις καὶ ἀνδράσι πορευώμεθα.
    Στρατεύουσιν ἐπ' αὐτοῖς οἱ Κερκυραῖοι τεσσαράκοντα ναυσί.
    Καρχηδόνιοι στρατεύσαντες εἴκοσι καὶ ἑκατὸν τριήρεσι εἷλον Ἀκράγαντα.
  5. ε) Δοτική της αναφοράς· συντάσσεται με ρήματα που δηλώνουν σύγκριση, διαφορά, υπεροχή και μεταφράζεται με τα «ως προς», «σε»:
    Διαφέρει τὰ σώματα σχήμασιν. (ως προς τα σχήματα)
    Ὑμεῖς καὶ χρήμασι καὶ τιμαῖς τούτων ἐπλεονεκτεῖτε. (και σε χρήματα και σε τιμές)
    Ἐπλεονέκτουν οἱ σὺν Ἀλεξάνδρῳ τῇ τε ἄλλῃ ῥώμῃ καὶ ἐμπειρίᾳ.
  6. στ) Δοτική του οργάνου ή του μέσου· δηλώνει το εργαλείο (κάτι υλικό) ή το μέσο (κάτι αφηρημένο) με το οποίο γίνεται αυτό που σημαίνει το ρήμα:
    Ὡπλισμένοι δὲ πάντες ἦσαν θώραξι χαλκοῖς, κράνεσι χαλκοῖς, μαχαίραις.
    Ἅπας ὁ τῶν ἀνθρώπων βίος φύσει καὶ νόμοις διοικεῖται.
    Ἐνίους χρήμασι διέφθειρον.
  7. ζ) Δοτική του ποσού (του μέτρου ή της διαφοράς)· συντάσσεται με ρήματα ή άλλες λέξεις που έχουν συγκριτική σημασία:
    Πολλῷ μείζων ἐγίγνετο ἡ βοή, ὅσῳ πλείους ἐγίγνοντο.
    Δερκυλίδας τοσούτῳ διέφερεν εἰς τὸ ἄρχειν τοῦ Θίβρωνος.
    N.E.: Ψήλωσε τρία εκατοστά. [με αιτ.]
  8. η) Δοτική του τρόπου· μπορεί να είναι η δοτική κάθε ονόματος και συνηθέστερα η δοτική τρόπῳ. Τρόπο δηλώνει και η δοτική ονομάτων ή αντωνυμιών που λαμβάνονται ως επιρρήματα και ονομάζονται δοτικοφανή επιρρήματα τρόπου, όπως:
    ἀκοῇ (σύμφωνα με τη φήμη, τις διαδόσεις) λόγῳ (στα λόγια, θεωρητικά)
    βίᾳ (διά της βίας) πανστρατιᾷ (με όλο το στράτευμα)
    δημοσίᾳ (με έξοδα του δημοσίου, ως πολίτης) πεζῇ (με τα πόδια)
    δρόμῳ (τρέχοντας, γρήγορα) σιγῇ / σιωπῇ (σιωπηλά)
    ἔργῳ (με έργα, στην πραγματικότητα) σπουδῇ (με σοβαρότητα)
    ἰδίᾳ (ιδιαιτέρως, χωριστά, ως άτομο) σχολῇ (αργά, με άνεση)
    κοινῇ (από κοινού) ταύτῃ / τῇδε (μ' αυτό τον τρόπο, έτσι)
    κομιδῇ (ακριβώς, απόλυτα) φύσει (εκ φύσεως) κ.ά.

    Τούτῳ τῷ τρόπῳ οἱ Ἀθηναῖοι τὴν πόλιν ἐτείχισαν.
    Οἱ Ἀθηναῖοι τοῖς Βοιωτοῖς πάσῃ προθυμίᾳ ἐβοήθουν.
    ἰδίᾳ πονηρὸς οὐκ ἂν γένοιτο δημοσίᾳ χρηστός.
    Ἐπορεύοντο οἱ ὁπλῖται πεζῇ ἐς Τάναγραν.
    N.E.: O άνθρωπος είναι φύσει κοινωνικό ον.

Η αιτιατική

§ 153

Η αιτιατική ως επιρρηματικός προσδιορισμός διακρίνεται σε:
  1. α) Αιτιατική της αναφοράς· μπορεί να προσδιορίζει κάθε ρήμα και κυρίως όσα σημαίνουν ομοιότητα ή διαφορά. Ως αιτιατικές της αναφοράς χρησιμοποιούνται οι παρακάτω λέξεις και μεταφράζονται με τα «ως προς», «σε»:
    τὸ γένος ταῦτα τὸ μέγεθος
    τὴν γνώμην τὴν φύσιν τὸ πλῆθος
    τὴν διάνοιαν τὴν ψυχὴν τὸ σῶμα
    τὸ εἶδος τὸ δέμας (στο σώμα) τὸν ἀριθμὸν
    τὰ ἄλλα / τἆλλα τὸ ἐπί σε (όσο εξαρτάται από σένα) τὸν δάκτυλον
    τὰ ὄμματα τὸ εὖρος τὸν ὀφθαλμὸν κ.ά.

    Οἱ φύσει πονηροί, κἂν τὸ εἶδος μεταβληθῶσι, τὸν τρόπον οὐ μεταβάλλονται. (ως προς τη μορφή – ως προς τη συμπεριφορά)
    Διαφέρει γυνὴ ἀνδρὸς τὴν φύσιν. (ως προς τη φύση)

  2. β) Αιτιατική του χρόνου· δηλώνει χρονική διαίρεση ή χρονική διάρκεια. Συνήθεις αιτιατικές του χρόνου είναι οι παρακάτω:
    ἔτος / ἔτη τὸ κατ' ἀρχὰς
    ἐνιαυτὸν (για ένα χρόνο) τὸ πάλαι / τὸ παλαιὸν (την/από την παλιά εποχή)
    ἡμέραν / ἡμέρας τὸ πλέον (τον περισσότερο καιρό)
    νύκτα / νύκτας τὸ πρῶτον (στην αρχή, πρώτα-πρώτα)
    τὴν ἀρχὴν (αρχικά) τὸ πρότερον (πρωτύτερα)
    τὸ θέρος τὸ τελευταῖον (στο τέλος)
    τὸ ἀρχαῖον (την παλιά εποχή) χρόνον
    τὸ νῦν (τώρα) κ.ά.

    Τὴν δὲ μητέρα τελευτήσασαν πέπαυμαι τρέφων τρίτον ἔτος τουτί. (εδώ και τρία χρόνια)
    Ἐνταῦθα ἔμειναν ἡμέρας τὰς πάσας μίαν καὶ εἴκοσι.
    Καὶ τὸ πάλαι τύραννος ὁ Ἔρως λέγεται.
    Τὰ ψηφίσματα τὸν ἅπαντα χρόνον φυλάττετε.
    N.E.: • Έλα το βράδυ για φαγητό. Δουλεύει εκεί δύο χρόνια.

  3. γ) Αιτιατική του τόπου· δηλώνει τοπική απόσταση ή τοπική έκταση:
    Ἀπέχει ἡ Γάζα τῆς θαλάσσης εἴκοσι μάλιστα σταδίους.
    Διὰ ταύτης τῆς χώρας οἱ Ἕλληνες ἐπορεύθησαν ὀκτὼ σταθμούς.
    N.E.: Βάδιζε τοίχο-τοίχο.
  4. δ) Αιτιατική του τρόπου· συνήθεις αιτιατικές του τρόπου είναι:
    • δίκην (όπως, σαν)
    • δωρεὰν
    • κύκλον (κυκλικά)
    • προῖκα (ως δώρο)
    • τὴν εὐθεῖαν (κατευθείαν)
    • τὴν πρώτην (αμέσως)
    • τὴν ταχίστην (πολύ γρήγορα)
    • (ἐκεῖνον/τόνδε/τοῦτον) τὸν τρόπον
    • τὸ σύμπαν (γενικά)
    • ὃν τρόπον (με ποιον τρόπο; / με όποιον τρόπο)
    • (πάντα/τίνα/τὸν αὐτὸν) τρόπον (με κάθε/με ποιον;/με τον ίδιο τρόπο)
    • τρόπον τινὰ (κατά κάποιον τρόπο)
      κ.ά.

    Τέτταρα τάλαντα προῖκα καὶ δωρεὰν ἔδωκεν.
    Καὶ τρόπον τινὰ αἴτιος ἐγένετο τῆς συμφορᾶς.
    N.E.: Πήρε γραμμή τα μαγαζιά. [με τη σειρά]

  5. ε) Αιτιατική της αιτίας· προσδιορίζει ρήματα δικανικής σημασίας, ψυχικού πάθους ή άλλα των οποίων η έννοια χρειάζεται αιτιολόγηση. Ως αιτιατική της αιτίας λαμβάνεται συχνά και η αιτιατική του ουδετέρου δεικτικής, αναφορικής ή ερωτηματικής αντωνυμίας:
    Ἐπὶ τελευτῇ τοῦ βίου τοῦ Περικλέους, κλοπὴν αὐτοῦ κατεψηφίσαντο. (τον καταδίκασαν για κλοπή)
    Οὐ τὴν Ἀθηναίων χάριν ἐστρατεύοντο. (Δεν εκστράτευαν για χάρη των Αθηναίων.)
    Τί με δεῖ ζῆν ἐν δεσμωτηρίῳ; (Γιατί πρέπει να ζω στη φυλακή;)
    N.E.: Τι γελάς;
  6. στ) Αιτιατική του σκοπού· εκφέρεται με το ουδέτερο δεικτικής, αναφορικής ή ερωτηματικής αντωνυμίας και συντάσσεται κυρίως με ρήματα κίνησης:
    Τί τηνικάδε ἀφῖξαι, ὦ Κρίτων; (Για ποιον σκοπό έχεις έρθει τέτοια ώρα, Κρίτων;)
    N.E.: Έβγαλε βόλτα τον σκύλο.
  7. ζ) Αιτιατική της ποινής· συντάσσεται με ρήματα που έχουν τη σημασία του «καταδικάζω» (βλ. και § 77.5):
    Θάνατον μὲν γὰρ ἡ φύσις πάντων κατεψηφίσατο τῶν θνητῶν. (σε θάνατο)