Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Α, Β, Γ Γυμνασίου)
back next

KEΦΑΛΑΙO I΄

Oι εγκλίσεις του ρήματος
στις ανεξάρτητες προτάσεις

§ 93

Οι εγκλίσεις του ρήματος είναι τέσσερις:

εγκλίσεις του ρήματος

N.E.: Oριστική, υποτακτική, προστακτική.

§ 94

Οι εγκλίσεις στον λόγο φανερώνουν την ψυχική διάθεση του υποκειμένου ως προς αυτό που σημαίνει το ρήμα, το αν δηλαδή αυτό που σημαίνει το ρήμα εκφράζεται ως βεβαιότητα, προσδοκία, ευχή, δυνατότητα, προσταγή κτλ. του υποκειμένου. Οι εγκλίσεις αποκτούν τις ποικίλες αυτές σημασιολογικές αποχρώσεις, που συνιστούν στοιχείο ύφους, ανάλογα με τη σημασία του ρήματος, την πρόταξη μορίων (εἴθε, ἂν κτλ.), τις κοινωνικές περιστάσεις κατά τις οποίες εκφράζεται το υποκείμενο και τον σκοπό της επικοινωνίας.

§ 95

Οι εγκλίσεις που χρησιμοποιούνται στις ανεξάρτητες προτάσεις είναι:

  1. α) Η οριστική
    • Απλή
    • Δυνητική
    • Επαναληπτική
    • Ευχετική
  1. β) Η υποτακτική
    • Βουλητική
    • Απορηματική
  1. γ) Η ευκτική
    • Ευχετική
    • Δυνητική
  1. δ) Η προστακτική

§ 96

Οι εγκλίσεις, ανάλογα με το αν εκφράζουν κρίση ή επιθυμία, απαντούν στα αντίστοιχα είδη προτάσεων και έτσι διακρίνονται σε:

  1. α) Εγκλίσεις των προτάσεων κρίσης
    (άρνηση οὐ):
    • Απλή οριστική
    • Δυνητική οριστική
    • Eπαναληπτική οριστική
    • Δυνητική ευκτική
  1. β) Εγκλίσεις των προτάσεων επιθυμίας
    (άρνηση μή):
    • Βουλητική υποτακτική
    • Απορηματική υποτακτική
    • Ευχετική οριστική
    • Ευχετική ευκτική
    • Προστακτική

Σημείωση: Για τις εγκλίσεις του ρήματος στις εξαρτημένες προτάσεις βλ. κεφ. «Υποτακτική σύνδεση προτάσεων».

 

 

1. Η οριστική

§ 97

Η απλή οριστική δηλώνει το πραγματικό1 στο παρόν, στο παρελθόν ή στο μέλλον και ειδικότερα το αντικειμενικά πραγματικό ή το πραγματικό κατά την κρίση του ομιλητή:
Λακεδαιμόνιοι πέμπουσι πρέσβεις ἐς τὴν Κόρινθον.
Φίλιππος δυσπολέμητός ἐστι.
N.E.: • Το παιδί έχει πυρετό. Δεν ακούει κανέναν.

§ 98

Η δυνητική οριστική είναι η οριστική ιστορικού χρόνου (παρατατικού, αορίστου, υπερσυντελίκου) με το δυνητικό ἄν· δέχεται άρνηση οὐ, μεταφράζεται με το «θα» + παρατατικό ή υπερσυντέλικο και δηλώνει το δυνατόν στο παρελθόν ή το αντίθετο του πραγματικού:
Ἐδυνάμην ἂν ἐγὼ σῶσαι ὑμᾶς. (Εγώ θα μπορούσα να σας σώσω.)
Εἰ δὲ κερδαίνειν ἐβούλου, τότ’ ἂν πλεῖστον ἔλαβες. (τότε θα έπαιρνες περισσότερα)
N.E.: • Θα έκανα τα πάντα για σένα. Αν γνώριζες, θα είχες άλλη γνώμη.

Το δυνητικό ἂν μπορεί να παραλείπεται στην οριστική παρατατικού απρόσωπων ρημάτων ή εκφράσεων, όπως ἔδει, ἐξῆν, ἐχρῆν, προσῆκε, ἄξιον ἦν, ἀνάγκη ἦν κτλ., γιατί αυτά δηλώνουν κάτι που ο ομιλητής αντιλαμβάνεται ως δυνατό ή αναγκαίο, το οποίο όμως δεν πραγματοποιήθηκε:
Ἔδει τὸν Ἀριστόδημον ἀγωνίζεσθαι.
Ἐξῆν αὐτῷ σωθῆναι.
N.E.: Έπρεπε να το είχες καταλάβει.

§ 99

Η επαναληπτική οριστική είναι η οριστική παρατατικού ή αορίστου με το μόριο ἂν και δηλώνει κάτι πραγματικό που επαναλαμβανόταν στο παρελθόν. Μεταφράζεται με παρατατικό ή με το «συνήθως» + παρατατικό:
Εἰ Ἀγησίλαος ἴδοι τοὺς νέους γυμναζομένους, ἐπῄνεσεν ἄν. (Aν / κάθε φορά που έβλεπε... τους επαινούσε / συνήθιζε να τους επαινεί.)
Εἴ τινες ἴδοιέν που τοὺς σφετέρους κρατοῦντας, ἀνεθάρρησαν ἄν. (Κάθε φορά που έβλεπαν τους δικούς τους κάπου να επικρατούν, έπαιρναν θάρρος.)
N.E.: Αν τον μάλωνες, έκλαιγε.

§ 100

Η ευχετική οριστική είναι η οριστική παρατατικού ή σπανιότερα αορίστου με τα μόρια εἰ γὰρ ή εἴθε· δέχεται άρνηση μὴ και δηλώνει ευχή ανεκπλήρωτη, σε αντίθεση με την ευχετική ευκτική (βλ. § 105). Μεταφράζεται με το «μακάρι να» + παρατατικό ή υπερσυντέλικο:
Εἴθ’ ἦσθα δυνατὸς δρᾶν, ὅσον πρόθυμος εἶ.
Εἴθε σοι, ὦ Περίκλεις, τότε συνεγενόμην.
N.E.: Μακάρι να σε γνώριζα νωρίτερα.

2. Η υποτακτική

§ 101

Η υποτακτική εκφράζει γενικά το προσδοκώμενο, δέχεται άρνηση μὴ και διακρίνεται σε βουλητική και απορηματική.

§ 102

Η βουλητική υποτακτική εκφράζει βούληση, επιθυμία του υποκειμένου και διακρίνεται σε:

  1. α) Προτρεπτική υποτακτική· δηλώνει παραίνεση, προτροπή και απαντά στο α΄ πρόσωπο ενικού, αλλά κυρίως πληθυντικού αριθμού, αναπληρώνοντας τα αντίστοιχα πρόσωπα της προστακτικής. Συνοδεύεται συνήθως από προτρεπτικά μόρια, όπως ἄγε (δή), ἴθι (δή), φέρε (δὴ) με τη σημασία του «εμπρός», «εμπρός λοιπόν», «έλα»:
    Φέρε δὴ κἀκεῖν’ ἐξετάσωμεν. (Ελάτε να εξετάσουμε κι εκείνο.)
    Ἄγε σκοπῶμεν τὰ ἐμοὶ πεπραγμένα.
    Φέρε δὴ πειραθῶ πρὸς ὑμᾶς ἀπολογήσασθαι. (Aς προσπαθήσω λοιπόν να απολογηθώ ενώπιόν σας.)
    N.E.: Ας μιλήσουμε καθαρά.
  2. β) Αποτρεπτική υποτακτική· δηλώνει αποτροπή, απαγόρευση και απαντά στο β΄ και στο γ΄ πρόσωπο:
    Μή με ἀπολέσητε ἀδίκως. (Μη με καταστρέψετε άδικα.)
    Tὸν ἐχέφρονα μηδεὶς ταράττῃ λόγος.
    N.E.: Να μην ξαναπάς εκεί.

§ 103

Η απορηματική υποτακτική εκφράζει απορία του υποκειμένου και απαντά στο α΄ πρόσωπο. Όταν μάλιστα η απορία του υποκειμένου συνδέεται με την επιθυμία άλλου προσώπου, προτάσσονται της απορηματικής υποτακτικής τα ρήματα βούλει, βούλεσθε, θέλεις, θέλετε. Η απορηματική υποτακτική τίθεται σε ερωτηματικές προτάσεις:
Ὦ Ζεῦ, τί λέξω;
Βούλει οὖν ἐπὶ τὴν ὑπόθεσιν πάλιν ἐξ ἀρχῆς ἐπανέλθωμεν;
Θέλεις μείνωμεν;
N.E.: Πότε να σας τηλεφωνήσω;

3. Η ευκτική

§ 104

Η ευκτική δηλώνει απλή σκέψη του υποκειμένου και δεν απαντά στη Ν.Ε. Διακρίνεται σε ευχετική και δυνητική.

§ 105

Η ευχετική ευκτική δηλώνει ευχή που αναφέρεται στο παρόν ή στο μέλλον και δέχεται άρνηση μή. Aυτής της ευκτικής προτάσσονται συνήθως τα ευχετικά μόρια εἴθε, εἰ γάρ. Μεταφράζεται με το «μακάρι να» + υποτακτική. Αντιστοιχεί στην ευχετική υποτακτική της Ν.Ε.:
Εἴθε φίλος ἡμῖν γένοιο. (μακάρι να γίνεις)
Εἴθ’ ἐθέλοιεν οἱ θεοὶ μεθ’ ἡμῶν εἶναι.
N.E.: Μακάρι να πετύχεις.

§ 106

Η δυνητική ευκτική είναι η ευκτική κάθε χρόνου, εκτός του μέλλοντα, με το δυνητικό ἄν. Δέχεται άρνηση οὐ και δηλώνει το δυνατόν στο παρόν ή στο μέλλον2. Μεταφράζεται με τα «είναι δυνατόν να», «μπορεί να», «θα» + παρατατικό. Αντιστοιχεί στη δυνητική υποτακτική της Ν.Ε.:
Πατὴρ πονηρὸς οὐκ ἄν ποτε γένοιτο δημαγωγὸς χρηστός.
Tίνι ἂν πόλις ἀρέσκοι ἄνευ νόμων;
N.E.: Αύριο να δεις γέλιο.

4. Η προστακτική

§ 107

Η προστακτική εκφράζει επιθυμία με τη μορφή προσταγής, προτροπής, απαίτησης κτλ. Δέχεται άρνηση μή. Πιο συγκεκριμένα η προστακτική δηλώνει:

  1. α) Προσταγή:
    Ἄπελθε εἰς τὴν θάλασσαν.
    N.E.: Φύγε από μπροστά μου.
  2. β) Αποτροπή, απαγόρευση:
    Μὴ ἐν πολλοῖς ὀλίγα λέγε, ἀλλ’ ἐν ὀλίγοις πολλά.
    N.E.: Μην τρέχετε.
  3. γ) Προτροπή ή παράκληση· της προστακτικής προτάσσονται συχνά τα μόρια ἄγε (δή), φέρε (δή), ἴθι (δή):
    Φέρε δὴ πρὸς θεῶν κἀκεῖνο σκέψασθε.
    Σκέψασθε δὴ καί μοι μνήσθητε.
    N.E.: • Δοκίμασε αυτό το γλυκό. Σκέψου λίγο και τη θέση μου.
  4. δ) Παραχώρηση, συγκατάθεση:
    Ἔστω οὕτως. (Ας γίνει έτσι.)
    Τοῦτο ἔστω τῆς Ἥρας ἱερόν.
    N.E.: Άντε πήγαινε, αφού βιάζεσαι.
  5. ε) Ευχή ή κατάρα:
    Χαῖρε, ὦ ξένε Ἀθηναῖε.
    Ἔρρωσο. (Να είσαι γερός.)
    N.E.: Πήγαινε στην ευχή του Θεού.

  1. Σε κάποιες περιπτώσεις η έννοια του πραγματικού μετριάζεται ή και αίρεται, με αποτέλεσμα η οριστική να δηλώνει ακόμα και κάτι μη πραγματικό. Αυτό συμβαίνει κυρίως:
    1. α) Με λέξεις ή εκφράσεις όπως μικροῦ, ὀλίγου, μικροῦ δεῖν, ὀλίγου δεῖν, παρ' ὀλίγον, παρὰ μικρὸν (παρά λίγο, σχεδόν, λίγο έλειψε) + οριστική (αορίστου κυρίως), ὀλίγου ἐδέησε, μικροῦ ἐδέησε, ἐλαχίστου ἐδέησε, παρ' ὀλίγον ἦλθον, παρὰ μικρὸν ἦλθον (παρά λίγο, σχεδόν, λίγο έλειψε) + απαρέμφατο αορίστου:
      Ὀλίγου ἐξηπάτησάς με.
      Ἀγησίλαος μικροῦ δεῖν τῆς χώρας ἐκράτησεν.
      Παρὰ μικρὸν ἦλθον ἀποθανεῖν.
      N.E. Κόντεψα να πεθάνω .
    2. β) Με τις περιοριστικές εκφράσεις της αναφοράς τὸ ἐπ' ἐμοί, τὸ ἐπί σοι, τὸ ἐπὶ τούτῳ, τὸ ἐφ' ἡμᾶς, τὸ ἐπὶ σφᾶς, τὸ ἐπ' ἐκείνοις κτλ. (όσο εξαρτάται από μένα, από σένα κτλ.) + οριστική:
      Τὸ ἐπὶ τούτῳ ἀπολώλαμεν. (Όσο εξαρτάται από αυτόν, είμαστε χαμένοι.)
  2. Η δυνητική ευκτική μπορεί να δηλώνει επίσης:
    1. α) Ευγενική προσταγή, αντί προστακτικής:
      Σὺ κομίζοις ἂν σεαυτὸν ᾗ θέλεις.
      N.E.: Αν το ξεχάσω, μου το θυμίζεις. [οριστ. ενεστώτα]
    2. β) Γνώμη με μετριοπάθεια, αντί οριστικής ενεστώτα ή μέλλοντα:
      Οὐ γὰρ ἂν ὑμᾶς βουλοίμην χείρους Ἀργείων φανῆναι.
      N.E.: Θα σου έλεγα να μείνεις. [θα + οριστ. παρατατικού]
    3. γ) Έντονο ισχυρισμό, σε συνδυασμό με την άρνηση οὐ:
      Οὐ γὰρ ἂν ἀπέλθοιμ', ἀλλὰ κόψω τὴν θύραν. (Όχι μόνο δε θα φύγω, αλλά...)
    4. δ) Κάτι πιθανό· ισοδυναμεί με οριστική μέλλοντα:
      Ἐπιλίποι δ' ἂν ἡμᾶς ὁ πᾶς χρόνος, εἰ πάσας τὰς ἐκείνου πράξεις καταριθμησαίμεθα. (δε θα μας φτάσει ο χρόνος)
      N.E.: Βρέξει δε βρέξει, θα βγω. [υποτακτική]