Η εξοχική Λευκάδα O συγγραφέας περιηγείται το καλοκαίρι στη Λευκάδα. Αποφεύγει την τουριστική της όψη και κινείται στο εσωτερικό του νησιού, όπου ανακαλύπτει τη φύση και τη γνήσια ομορφιά του. Το κείμενο περιέχεται στη συλλογή αφηγημάτων του Ασλάνογλου, Ταξιδεύοντας στη δροσερή νύχτα (1991). Αργά το απόγευμα,
πλησιάζοντας το νοτιότερο άκρο της Λευκάδας, όλα λάμπουν στο φως. Σαν
ένα ηλιοβασίλεμα στο Θερμαϊκό. Δεκάδες χρωματιστά γουιντσέρφινγκ, μεγάλα
ιστιοφόρα και βάρκες στην οργιαστική βλάστηση των νερών. Οι ακτές είναι
μέσα στο πράσινο.
Μα η γνήσια Λευκάδα αρχίζει μόλις αντιλαμβάνεσαι ότι μπήκες πια στο νόημα μιας οργανωμένης πόλης. Τα μικρομάγαζα, οι δρόμοι, οι βιοτεχνίες, ένας ολόκληρος κόσμος μιας άλλης ομορφιάς, θα 'λεγες πως αλλάζει πρόσωπο σε κάτι που θα μπορούσε να γινόταν και δε γίνεται. Αυτή η αίσθηση δίνεται σ' όλα τα νησιώτικα κέντρα. Σαν να μην ανησυχεί κανέναν απολύτως τίποτα. Κι όμως, όταν περιπλανιέσαι σε μια άδεια καλοκαιρινή Λευκάδα, πολύ γεωμετρικά ρυμοτομημένη* και μοντέρνα προς την ηπειρωτική γη, καταλαβαίνεις τη συνεχή μεταμόρφωση. Χρειάζομαι μια πολιτιστική σελίδα για να γράψω για την ίδια την πόλη και την καλοκαιρινή ερήμωση. Ή μάλλον μια πολιτιστική ταινία ημίωρη. Οι οδηγοί* λένε λίγα πράγματα. Τα υπόλοιπα μαντεύονται υποδορίως.* Ν.-Α. Ασλάνογλου, Ταξιδεύοντας * σπάρτα: θαμνώδη φυτά * δισκοθήκη: ντισκοτέκ * Ταγγέρη: πόλη και σημαντικό λιμάνι του Μαρόκου * αφειδώς: με αφθονία * ρυμοτομημένη: πόλη διαιρεμένη σε οδούς και τμήματα * οι οδηγοί: τουριστικοί οδηγοί * υποδορίως: κάτω από το δέρμα, εδώ μεταφορικά, κάτω από την επιφανειακή όψη των πραγμάτων |
|
Η πόλη της Λευκάδας και το φρούριο της Αγίας Μαύρας |