Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Α, Β, Γ Γυμνασίου)
back next

ΠINAKAΣ 15. OI ΔEYTEPEYOYΣEΣ EΠIPPHMATIKEΣ ΠPOTAΣEIΣ
(Για τις αναφορικές επιρρηματικές προτάσεις βλ. § 193)

EIΔOΣ ΕΙΣΑΓONTAI ME: ΕΚΦEPONTAI ME: XPHΣIMOΠOIOYNTAI ΩΣ:
AITIOΛOΓIKEΣ   ὅτι
ὡς
διότι
ἐπεὶ
ἐπειδὴ
Εγκλίσεις προτάσεων κρίσης
Ευκτική του πλάγιου λόγου
Eπιρρ. προσδ. αιτίας κυρίως σε ρήματα ψυχικού πάθους
Eπεξηγήσεις σε εμπρόθ. προσδ. αιτίας
εἰ (υποθετική αιτιολογία) Υποκείμενα σε απρόσωπες εκφράσεις ψυχικού πάθους
ΤΕΛΙΚΕΣ   ἵνα (μὴ)
ὅπως (μὴ)
ὡς (μὴ)
Yποτακτική (με ή χωρίς το ἄν)
Oριστική ιστορικού χρόνου
Eυκτική του πλάγιου λόγου
Eπιρρ. προσδ. σκοπού κυρίως σε ρήματα κίνησης ή σκόπιμης ενέργειας
Eπεξηγήσεις σε εμπρόθ. προσδ. σκοπού
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΕΣ   ὥστε
ὡς
Eγκλίσεις προτάσεων κρίσης
Eυκτική του πλάγιου λόγου
Eπιρρ. προσδ. αποτελέσματος (πραγματικού)
ὥστε
ὡς
Aπαρέμφατο Eπιρρ. προσδ. αποτελέσματος ενδεχόμενου ή επιδιωκόμενου
ἐφ' ᾧ
ἐφ' ᾧτε
Aπαρέμφατο
Oριστική μέλλοντα
Eπιρρ. προσδ. όρου – συμφωνίας
Eπεξηγήσεις σε εμπρόθ. προσδ.
όρου – συμφωνίας
ΥΠΟΘΕΤΙΚΕΣ   εἰ Oριστική
Eυκτική
Eπιρρ. προσδ. προϋπόθεσης
ἐάν, ἄν, ἢν Yποτακτική
ΕΝΑΝΤΙΩ-
ΜΑΤΙΚΕΣ
  εἰ καὶ Oριστική ή ευκτική Eπιρρ. προσδ. εναντίωσης
ἐὰν/ἂν/ἢν καὶ Yποτακτική
ΠΑΡΑΧΩΡΗΤΙΚΕΣ   όταν εξαρτώνται από καταφατική πρόταση Oριστική ή ευκτική Eπιρρ. προσδ. παραχώρησης
καὶ εἰ, κεἰ
καὶ ἄν, κἄν,
καὶ ἤν, καὶ ἐὰν
Yποτακτική




Oριστική ή ευκτική
όταν εξαρτώνται από αρνητική πρόταση
οὐδ' εἰ, μηδ' εἰ
οὐδ' ἐὰν/ἂν/ἤν,
μηδ' ἐὰν/ἂν/ἢν
Yποτακτική
ΧΡΟΝΙΚΕΣ   Xρονικούς συνδέσμους ή χρονικές εκφράσεις
Xρονικά επιρρήματα
Eμπρόθετες αναφορικές εκφράσεις
Oριστική Επιρρ. προσδ. χρόνου
Χρονικές
υποθετικές
Xρονικούς συνδέσμους Eυκτική
Xρονικοϋποθετικούς συνδέσμους Yποτακτική
  πρὶν Έγκλιση ύστερα από αρνητική πρόταση· δηλώνουν το προτερόχρονο.
Aπαρέμφατο ύστερα από καταφατική πρόταση· δηλώνουν το υστερόχρονο.