Μαθηματικά (Γ΄ Λυκείου Θετικών Σπουδών & Σπουδών Υγείας και Σπουδών Οικονομίας & Πληροφορικής)- Βιβλίο Μαθητή

1.3 ΜΟΝΟΤΟΝΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ - ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ

Μονοτονία συνάρτησης

● Οι έννοιες "γνησίως αύξουσα συνάρτηση", "γνησίως φθίνουσα συνάρτηση" είναι γνωστές από προηγούμενη τάξη. Συγκεκριμένα, μάθαμε ότι :

ΟΡΙΣΜΟΣ

Μια συνάρτηση f λέγεται (1) :

γνησίως αύξουσα σ' ένα δ ι ά σ τ η μ α Δ του πεδίου ορισμού της, όταν για οποιαδήποτε
x1, x2 ϵ Δ   με   x1 < x2 ισχύει :
f(x1) < f(x2)     (Σχ. α)
γνησίως φθίνουσα σ' ένα δ ι ά σ τ η μ α Δ του πεδίου ορισμού της, όταν για οποιαδήποτε
x1, x2 ϵ Δ   με   x1 < x2 ισχύει :
f(x1) > f(x2)     (Σχ. β)

 

Εικόνα

Για να δηλώσουμε ότι η f είναι γνησίως αύξουσα (αντιστοίχως γνησίως φθίνουσα) σε ένα διάστημα Δ, γράφουμε f ↑ Δ (αντιστοίχως f ↓ Δ).

Για παράδειγμα, η συνάρτηση f(x) = x2:

  Εικόνα
— είναι γνησίως αύξουσα στο [0,+∞), αφού για 0 ≤ x1 < x2

έχουμε Εικόνα, δηλαδή
f(x1) < f(x2

— είναι γνησίως φθίνουσα στο (−∞,0], αφού για x1 < x2 ≤ 0

έχουμε 0 ≤ − x2 < − x1, οπότε Εικόνα, δηλαδή
f(x1) > f(x2)  

Αν μια συνάρτηση f είναι γνησίως αύξουσα ή γνησίως φθίνουσα σ' ένα διάστημα Δ του πεδίου ορισμού της, τότε λέμε ότι η f είναι γνησίως μονότονη στο Δ. Στην περίπτωση που το πεδίο ορισμού της f είναι ένα διάστημα Δ και η f είναι γνησίως μονότονη σ' αυτό, τότε θα λέμε, απλώς, ότι η f είναι γνησίως μονότονη.

 

(1) Μια συνάρτηση f λέγεται, απλώς , :

αύξουσα σ' ένα διάστημα Δ , όταν για οποιαδήποτε x1 , x2 ϵ Δ με x1 < x2 ισχύει

f(x1) ≤ f(x2)  .

φθίνουσα σ' ένα διάστημα Δ , όταν για οποιαδήποτε x1 , x2 ϵ Δ με x1 < x2 ισχύει

f(x1) ≥ f(x2)  .

Ακρότατα συνάρτησης

Οι έννοιες "μέγιστο", "ελάχιστο", συνάρτησης είναι και αυτές γνωστές από προηγούμενες τάξεις. Συγκεκριμένα μάθαμε ότι :

ΟΡΙΣΜΟΣ

Μια συνάρτηση f με πεδίο ορισμού Α θα λέμε ότι :

● Παρουσιάζει στο x0 ϵ A (ολικό) μέγιστο, το f(x0), όταν

f(x)  ≤  f(x0)     για κάθε x ϵ A    (Σχ. 27α)

● Παρουσιάζει στο x0 ϵ A (ολικό) ελάχιστο, το f(x0), όταν

f(x)  ≥  f(x0)     για κάθε x ϵ A    (Σχ. 27β)

Εικόνα

Για παράδειγμα:

— Η συνάρτηση f(x) = − x2 + 1 (Σχ. 28α) παρουσιάζει μέγιστο στο x0 = 0, το f(0) = 1 ,

αφού f(x) ≤ f(0)   για κάθε   x ϵ R.

— Η συνάρτηση f(x) = | x−1 | (Σχ. 28β) παρουσιάζει ελάχιστο στο x0 = 1, το f(1) = 0,

αφού f(x) ≥ f(1)   για κάθε    x ϵ R.

Εικόνα

— Η συνάρτηση f(x) = ημx (Σχ. 29α) παρουσιάζει μέγιστο, το y = 1, σε καθένα από τα σημεία

2κπ + π/2, κ ϵ Z και ελάχιστο, το y = −1, σε καθένα από τα σημεία 2κπ − π/2, κ ϵ Z, αφού −1 ≤ ημx ≤ 1

για κάθε x ϵ R.

— Η συνάρτηση f(x) = x3 (Σχ. 29β) δεν παρουσιάζει ούτε μέγιστο, ούτε ελάχιστο, αφού είναι γνησίως αύξουσα.

Εικόνα

Όπως είδαμε και στα προηγούμενα παραδείγματα, άλλες συναρτήσεις παρουσιάζουν μόνο μέγιστο, άλλες μόνο ελάχιστο, άλλες και μέγιστο και ελάχιστο και άλλες ούτε μέγιστο ούτε ελάχιστο.

Το (ολικό) μέγιστο και το (ολικό) ελάχιστο μιας συνάρτησης f λέγονται (ολικά) ακρότατα της f.


Συνάρτηση 1−1

Έστω η συνάρτηση Εικόνα Παρατηρούμε ότι για οποιαδήποτε
x1 , x2 ≠ 0 ισχύει η συνεπαγωγή:
Εικόνα
"Aν x1 ≠ x2, τότε f(x1) ≠ f(x2)",
που σημαίνει ότι:
"Τα διαφορετικά στοιχεία x1 , x2 ϵ Df  έχουν πάντοτε διαφορετικές εικόνες".

Λόγω της τελευταίας ιδιότητας η συνάρτηση Εικόνα λέγεται συνάρτηση 1−1 (ένα προς ένα). Γενικά:

ΟΡΙΣΜΟΣ

Μια συνάρτηση f : A → R λέγεται συνάρτηση 1−1, όταν για οποιαδήποτε x1 , x2 ϵ A ισχύει η συνεπαγωγή:

αν    x1 ≠ x2,    τότε    f(x1) ≠ f(x2) .

Με απαγωγή σε άτοπο αποδεικνύεται ότι:

Μια συνάρτηση f : A → R είναι συνάρτηση 1−1, αν και μόνο αν για οποιαδήποτε x1 , x2 ϵ A ισχύει η συνεπαγωγή:

αν    f(x1) = f(x2) ,    τότε   x1 = x2.

Έτσι για παράδειγμα:

— Η συνάρτηση f(x) = αx + β, με α ≠0 είναι συνάρτηση 1−1. (Σχ. 31α, β)

Εικόνα

αφού, αν υποθέσουμε ότι f(x1) = f(x2), τότε έχουμε διαδοχικά:

αx1 + β = αx2 + β
αx1 = αx2
x1 = x2.

 

— Η συνάρτηση f(x) = β δεν είναι συνάρτηση 1-1 (Σχ. 31γ), αφού

f(x1) = f(x2) = β για οποιαδήποτε x1 , x2 ϵ R,

 

  Εικόνα
— Η συνάρτηση f(x) = x2 (Σχ. 32) δεν είναι συνάρτηση 1-1, αφού

f(−1) = f(1) = 1 αν και είναι −1≠1.
 

ΣΧΟΛΙΑ

● Από τον παραπάνω ορισμό προκύπτει ότι μια συνάρτηση f είναι 1-1, αν και μόνο αν:

— Για κάθε στοιχείο y του συνόλου τιμών της η εξίσωση f(x) = y έχει ακριβώς μια λύση ως προς x.

— Δεν υπάρχουν σημεία της γραφικής της παράστασης με την ίδια τεταγμένη. Αυτό σημαίνει ότι κάθε οριζόντια ευθεία τέμνει τη γραφική παράσταση της f το πολύ σε ένα σημείο (Σχ. 33α).

Εικόνα

● Αν μια συνάρτηση είναι γνησίως μονότονη, τότε προφανώς, είναι συνάρτηση ''1-1''. Έτσι, οι συναρτήσεις f1(x) = αx + β, α ≠ 0, f2(x) = αx3, α ≠ 0, f3(x) = αx , 0< α ≠1   και   f4(x) = logαx, 0< α ≠1 είναι συναρτήσεις 1-1. Υπάρχουν, όμως, συναρτήσεις που είναι 1-1 αλλά δεν είναι γνησίως μονότονες, όπως για παράδειγμα η συνάρτηση

  Εικόνα
Εικόνα

Αντίστροφη συνάρτηση
Έστω μια συνάρτηση f : A → R. Αν υποθέσουμε ότι αυτή είναι 1-1, τότε για κάθε στοιχείο y του συνόλου τιμών, f(A) , της f υπάρχει μοναδικό στοιχείο x του πεδίου ορισμού της Α για το οποίο ισχύει f(x) = y. Επομένως ορίζεται μια συνάρτηση   Εικόνα
g : f(A) → R
 
με την οποία κάθε y ϵ f(A) αντιστοιχίζεται στο μοναδικό x ϵ A για το οποίο ισχύει f(x) = y.

Από τον τρόπο που ορίστηκε η g προκύπτει ότι:

— έχει πεδίο ορισμού το σύνολο τιμών f(A) της f,

— έχει σύνολο τιμών το πεδίο ορισμού Α της f και

— ισχύει η ισοδυναμία:
f(x) = y    ⇔   g(y) = x.
Αυτό σημαίνει ότι, αν η f αντιστοιχίζει το x στο y, τότε η g αντιστοιχίζει το y στο x και αντιστρόφως. Δηλαδή η g είναι η αντίστροφη διαδικασία της f. Για το λόγο αυτό η g λέγεται αντίστροφη συνάρτηση της f και συμβολίζεται με f −1 . Επομένως έχουμε   Εικόνα

f(x) = y    ⇔   f −1(y) = x

οπότε

Εικόνα

 

Για παράδειγμα, έστω η εκθετική συνάρτηση f(x) = αx. Όπως είναι γνωστό η συνάρτηση 1-1 αυτή είναι με πεδίο ορισμού το R και σύνολο τιμών το (0,+∞). Επομένως ορίζεται η αντίστροφη συνάρτηση f −1 της f. Η συνάρτηση αυτή, σύμφωνα με όσα είπαμε προηγουμένως,   Εικόνα

— έχει πεδίο ορισμού το (0, +∞)

— έχει σύνολο τιμών το R και

— αντιστοιχίζει κάθε y ϵ (0, +∞) στο μοναδικό x ϵ R για το οποίο ισχύει αx = y. Επειδή όμως

αx = y     ⇔    x = logαy
θα είναι f −1(y) = logαy. Επομένως, η αντίστροφη της εκθετικής συνάρτησης f(x) = αx, 0< α ≠1, είναι η λογαριθμική συνάρτηση g(x) = logαx. Συνεπώς

Εικόνα

● Ας πάρουμε τώρα μια 1-1 συνάρτηση f και ας θεωρήσουμε τις γραφικές παραστάσεις C και Cʹʹ των f και της f −1, αντιστοίχως, στο ίδιο σύστημα αξόνων (Σχ. 37). Επειδή

  Εικόνα
f(x) = y    ⇔  f −1(y) = x ,

αν ένα σημείο M(α, β) ανήκει στη γραφική παράσταση C της f, τότε το σημείο Μʹ(α,β) θα ανήκει στη γραφική παράσταση Cʹ της f −1 και αντιστρόφως. Τα σημεία, όμως, αυτά είναι συμμετρικά ως προς την ευθεία που διχοτομεί τις γωνίες xOy και xʹOyʹ. Επομένως:

Οι γραφικές παραστάσεις C και Cʹ των συναρτήσεων f και f −1 είναι συμμετρικές ως προς την ευθεία y = x που διχοτομεί τις γωνίες xOy και xʹOyʹ.

Έτσι, οι γραφικές παραστάσεις των συναρτήσεων f(x) = αx και g(x) = logαx,   0< α ≠1, είναι συμμετρικές ως προς την ευθεία y = x.

 

ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Να αποδειχτεί ότι η συνάρτηση f(x) = 2e3x−2 + 1είναι 1-1 και να βρεθεί η αντίστροφή της.

ΛΥΣΗ

— Έστω x1 , x2 ϵ R με f(x1) = f(x2). Θα δείξουμε ότι x1 = x2. Πράγματι έχουμε διαδοχικά:

Εικόνα

— Για να βρούμε την αντίστροφη της f θέτουμε y =f(x) και λύνουμε ως προς x. Έχουμε λοιπόν

Εικόνα

Επομένως, Εικόνα, οπότε η αντίστροφη της f είναι η συνάρτηση

Εικόνα

 

ΑΣΚΗΣΕΙΣ

Α΄ ΟΜΑΔΑΣ

1. Nα βρείτε ποιες από τις παρακάτω συναρτήσεις είναι γνησίως αύξουσες και ποιες γνησίως φθίνουσες

Εικόνα

2. Να βρείτε ποιες από τις παρακάτω συναρτήσεις είναι "1-1" και για καθεμία απ' αυτές να βρείτε την αντίστροφή της

Εικόνα

3. Δίνονται οι γραφικές παραστάσεις των συναρτήσεων f, g, φ και ψ.

Εικόνα
Εικόνα

Να βρείτε ποιες από τις συναρτήσεις f, g, φ, ψ έχουν αντίστροφη και για καθεμία απ' αυτές να χαράξετε τη γραφική παράσταση της αντίστροφής της.

4. Να δείξετε ότι:

i) Αν μια συνάρτηση f είναι γνησίως αύξουσα σε ένα διάστημα Δ, τότε η συνάρτηση − f είναι γνησίως φθίνουσα στο Δ.

ii) Αν δύο συναρτήσεις f, g είναι γνησίως αύξουσες σε ένα διάστημα Δ, τότε η συνάρτηση f + g είναι γνησίως αύξουσα στο Δ.

iii) Αν δύο συναρτήσεις f, g είναι γνησίως αύξουσες σε ένα διάστημα Δ και ισχύει f(x) ≥ 0 και g(x) ≥ 0 για κάθε x ϵ Δ, τότε η συνάρτηση fg είναι γνησίως αύξουσα στο Δ.

Ανάλογα συμπεράσματα διατυπώνονται, αν οι f, g είναι γνησίως φθίνουσες σε ένα διάστημα Δ.