Ρητορικά Κείμενα (Β΄ Λυκείου Ανθρωπιστικών Σπουδών) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)

 

ΚείμενοΕικόνα

     [6] ἢ γὰρ Τύχης βουλήμασι καὶ θεῶν βουλεύμασι καὶ Ἀνάγκης ψηφίσμασιν ἔπραξεν ἃ ἔπραξεν, ἢ βίᾳ ἁρπασθεῖσα, ἢ λόγοις πεισθεῖσα, <ἢ ὄψει ἐρασθεῖσα>. εἰ μὲν οὖν διὰ τὸ πρῶτον, ἄξιος αἰτιᾶσθαι ὁ αἲτιος μόνος· θεοῦ γὰρ προθυμίαν ἀνθρωπίνῃ προμηθίᾳ ἀδύνατον κωλύειν. πέφυκε γὰρ οὐ τὸ κρεῖσσον ὑπὸ τοῦ ἥσσονος κωλύεσθαι, ἀλλὰ τὸ ἧσσον ὑπὸ τοῦ κρείσσονος ἄρχεσθαι καὶ ἄγεσθαι, καὶ τὸ μὲν κρεῖσσον ἡγεῖσθαι, τὸ δὲ ἧσσον ἕπεσθαι. θεὸς δ᾽ ἀνθρώπου κρεῖσσον καὶ βίᾳ καὶ σοφίᾳ καὶ τοῖς ἄλλοις. εἰ οὖν τῇ Τύχῃ καὶ τῷ θεῷ τὴν αἰτίαν ἀναθετέον, ἦ τὴν Ἑλένην τῆς δυσκλείας ἀπολυτέον.
     [7] εἰ δὲ βίᾳ ἡρπάσθη καὶ ἀνόμως ἐβιάσθη καὶ ἀδίκως ὑβρίσθη, δῆλον ὅτι ὁ <μὲν> ἁρπάσας ὡς ὑβρίσας ἠδίκησεν, ἡ δὲ ἁρπασθεῖσα ὡς ὑβρισθεῖσα ἐδυστύχησεν. ἄξιος οὖν ὁ μὲν ἐπιχειρήσας βάρβαρος βάρβαρον ἐπιχείρημα καὶ λόγῳ καὶ νόμῳ καὶ ἔργῳ λόγῳ μὲν αἰτίας, νόμῳ δὲ ἀτιμίας, ἔργῳ δὲ ζημίας τυχεῖν· ἡ δὲ βιασθεῖσα καὶ τῆς πατρίδος στερηθεῖσα καὶ τῶν φίλων ὀρφανισθεῖσα πῶς οὐκ ἂν εἰκότως ἐλεηθείη μᾶλλον ἢ κακολογηθείη; ὁ μὲν γὰρ ἔδρασε δεινά, ἡ δὲ ἔπαθε· δίκαιον οὖν τὴν μὲν οἰκτίρειν, τὸν δὲ μισῆσαι.

 

79

 

 

μετάφρασηΕικόνα

 

 
     [6] Ή με της Τύχης τα θελήματα και των θεών τα βουλήματα και της Ανάγκης θεσπίσματα αυτά που έπραξε έπραξε, ή με τη βίαν αρπάχτηκε ή και σε λόγια εμπιστεύτηκε ή απ' ομορφιά γοητεύτηκε. Κι αν συμβαίνει το πρώτο από τον μόνον υπεύθυνο να ζητείτε ευθύνες, αφού αυτό που ο θεός θ' αποφασίσει δεν γίνεται ανθρώπων πρόβλεψη να εμποδίσει. Γιατί δεν είναι φυσικό το ισχυρό απο τ' αδύναμο να συγκρατείται, αλλά τ' αδύναμο απ' το ισχυρό να κυριαρχείται και να οδηγείται· το ισχυρό να οδηγεί και το αδύναμο ν' ακολουθεί. Κι είν' ο θεός από τον άνθρωπο ανώτερος σε δύναμη και γνώση και στα πάντα. Αν πρέπει λοιπόν στην Τύχη και το θείο την ευθυνη ν' αποδώσουμε, πρέπει και την Ελένη απ' την κατάκριση να αθωώσουμε.
     [7] Κι αν με τη βία την άρπαξαν και παράνομα την κράτησαν και αδίκως την πρόσβαλαν, φως φανερό πως αυτός που την άρπαξε, μια και την πρόσβαλε, την έχει αδικήσει, ενώ αυτή που αρπάχτηκε, μια και προσβλήθηκε, έχει κακοτυχήσει. Και αρμόζει ο βάρβαρος που τόλμημα τόλμησε βάρβαρο στον λόγο και στον νόμο και στην πράξη, με λόγο να κατακριθεί, με νόμο να ατιμασθεί, με πράξη να ζημιωθεί. Ενώ αυτήν π' αναγκάστηκε και την πατρίδα στερήθηκε κι απο τους φίλους χωρίστηκε, πώς και δεν είναι λογικό μάλλον να συμπονούμε παρά να την κακολογούμε; Γιατί εκείνος τα εγκλήματα έπραξε, ενώ αυτή, αντίθετα, έπαθε. Το δίκαιο είναι λοιπόν αυτήν να την λυπούμαστε κι εκείνον να μισούμε. 
Μετάφρ. Κ. I. Δάλκος

 

80

 

 


1. Με το «Ἑλένης Ἐγκώμιον» ο Γοργίας «παιγνιωδῶς» επιχειρεί με λογικά επιχειρήματα («εἰκότα») να απαλλάξει την Ελένη του Μενελάου από την ευθύνη του Τρωικού πολέμου.
Το απόσπασμα που παρατίθεται, αν απαγγελθεί με προσοχή, μπορεί να μας δώσει αρκετά σαφή ιδέα της τεχνικής και του ύφους του ρήτορα (βλ. σχετική αναφορά στην Εισαγωγή).

 

ΚείμενοΕικόνα

ΜΙΑ ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΠΕΡΙ ΡΗΤΟΡΩΝ
ΚΑΙ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ

 

Διὰ τί οἴεσθε, ὦ ἄνδρες, τοὺς νόμους μὲν καλῶς κεῖσθαι, τὰ δὲ ψηφίσματα εἶναι τῆς πόλεως καταδεέστερα, καὶ τὰς κρίσεις ἐνίοτε τὰς ἐν τοῖς δικαστηρίοις ἔχειν ἐπιπλήξεις; Ἐγὼ τὰς τούτων αἰτίας ἐπιδείξω. Ὅτι τοὺς μὲν νόμους τίθεσθε ἐπὶ πᾶσι δικαίοις, οὔτε κέρδους ἕνεκ᾽ ἀδίκου, οὔτε χάριτος οὔτ᾽ ἔχθρας, ἀλλὰ πρὸς αὐτὸ μόνον τὸ δίκαιον καὶ τὸ συμφέρον ἀποβλέποντες· ἐπιδέξιοι δ᾽ οἶμαι φύντες ἑτέρων μᾶλλον, εἰκότως καλλίστους νόμους τίθεσθε. Ἐν δὲ ταῖς ἐκκλησίαις καὶ τοῖς δικαστηρίοις πολλάκις ἀφέμενοι τῶν εἰς αὐτὸ τὸ πρᾶγμα λόγων, ὑπὸ τῆς ἀπάτης καὶ τῶν ἀλαζονευμάτων, ὑπάγεσθε, καὶ πάντων ἀδικώτατον ἔθος εἰς τοὺς ἀγῶνας παραδέχεσθε· ἐᾶτε γὰρ τοὺς ἀπολογουμένους ἀντικατηγορεῖν τῶν κατηγόρων. Ἐπειδὰν δ᾽ ἀπὸ τῆς ἀπολογίας ἀποσπασθῆτε καὶ τὰς ψυχὰς ἐφ᾽ ἑτέρων γένησθε, εἰς λήθην ἐμπεσόντες τῆς κατηγορίας, ἐξέρχεσθ᾽ ἐκ τῶν δικαστηρίων οὐδὲ παρ᾽ ἑτέρου δίκην εἰληφότες, οὔτε παρὰ τοῦ κατηγόρου, ψῆφος γὰρ κατ᾽ αὐτοῦ οὐ δίδοται, οὔτε παρὰ τοῦ ἀπολογουμένου, ταῖς γὰρ ἀλλοτρίαις αἰτίαις ἀποτριψάμενος τὰ ὑπάρχοντα αὑτῷ ἐγκλήματα ἐκπέφευγεν ἐκ τοῦ δικαστηρίου· οἱ δὲ νόμοι καταλύονται καὶ ἡ δημοκρατία διαφθείρεται καὶ τὸ ἔθος ἐπὶ πολὺ προβαίνει· εὐχερῶς γὰρ ἐνίοτε λόγον ἄνευ χρηστοῦ βίου προσδέχεσθε.
Ἀλλ᾽ οὐ Λακεδαιμόνιοι· καλὸν δ᾽ ἐστὶ καὶ τὰς ξενικὰς ἀρετὰς μιμεῖσθαι. Δημηγοροῦντος γάρ τινος ἐν τῇ τῶν Λακεδαιμονίων ἐκκλησίᾳ, ἀνδρὸς βεβιωκότος μὲν αἰσχρῶς, λέγειν δ᾽ εἰς ὑπερβολὴν δυνατοῦ, καὶ τῶν Λακεδαιμονίων, ὥς φασι, κατὰ τὴν ἐκείνου γνώμην ψηφίζεσθαι μελλόντων, παρελθών τις τῶν γερόντων, οὓς ἐκεῖνοι καὶ αἰσχύνονται καὶ δεδίασι, καὶ τὴν τῆς ἡλικίας αὐτῶν ἐπωνυμίαν ἀρχὴν μεγίστην εἶναι νομίζουσι, καθιστᾶσι δ᾽ αὐτοὺς ἐκ τῶν ἐκ παιδὸς εἰς γῆρας σωφρόνων, τούτων εἷς, ὡς λέγεται, παρελθών, ἰσχυρῶς ἐπέπληξε τοῖς Λακεδαιμονίοις, καί τι τοιοῦτον κατ᾽ αὐτῶν ἐβλασφήμησεν, ὡς οὐ πολὺν χρόνον τὴν Σπάρτην ἀπόρθητον οἰκήσουσι τοιούτοις ἐν ταῖς ἐκκλησίαις συμβούλοις χρώμενοι. Ἅμα δὲ παρακαλέσας ἄλλον τινὰ τῶν Λακεδαιμονίων, ἄνδρα λέγειν μὲν οὐκ εὐφυᾶ, τὰ δὲ κατὰ πόλεμον λαμπρὸν καὶ πρὸς δικαιοσύνην καὶ ἐγκράτειαν διαφέροντα, ἐπέταξεν αὐτῷ τὰς αὐτὰς εἰπεῖν γνώμας οὕτως ὅπως ἂν δύνηται, ἃς εἶπεν ὁ πρότερος ῥήτωρ, ‘ἵνα’, ἔφη, ‘Λακεδαιμόνιοι ἀνδρὸς ἀγαθοῦ φθεγξαμένου ψηφίσωνται, τὰς δὲ τῶν ἀποδεδειλιακότων καὶ πονηρῶν ἀνθρώπων φωνὰς μηδὲ τοῖς ὠσὶ προσδέχωνται’. Ταῦθ᾽ ὁ γέρων ὁ ἐκ παιδὸς σεσωφρονηκὼς παρῄνεσε τοῖς ἑαυτοῦ πολίταις.
Αἰσχίνου «Κατὰ Τιμάρχου» 177-181

 

 

μετάφρασηΕικόνα


 
Γιατί νομίζετε, άνδρες Αθηναίοι, ότι οι νόμοι είναι σωστά θεσμοθετημένοι, αλλά τα ψηφίσματα κατωτέρα της πόλεως και οι αποφάσεις κάποτε των δικαστηρίων δέχονται επικρίσεις; Εγώ θα σας υποδείξω τα αίτια. (Συμβαίνουν αυτά) διότι θεσμοθετείτε τους νόμους με γνώμονα όλες τις προϋποθέσεις της δικαιοσύνης, με κριτήριο όχι το άδικο κέρδος ούτε την εύνοια ούτε την έχθρα, αλλ' αποβλέποντας μόνο στο ίδιο το δίκαιο και το συμφέρον. Και επειδή από τη φύση σας είσθε ικανότεροι άλλων, ευλόγως θεσμοθετείτε άριστους νόμους. Στις συνελεύσεις όμως και στα δικαστήρια αφήνοντας στην άκρη τους λόγους που αφορούν την υπόθεση παρασύρεσθε από τ' απατηλά τεχνάσματα και τα παχιά λόγια. Και αποδέχεσθε στους δικαστικούς αγώνες την πιο άδικη συνήθεια απ' όλες, διότι επιτρέπετε στους κατηγορουμένους να κατηγο­ρούν τους κατηγόρους τους. Και όταν αποσπασθεί η προσοχή σας από την απολογία και ο νους σας προσκολληθεί σε άλλα, ξεχνάτε την κατηγορία και αποχωρείτε από το δικαστήριο χωρίς να τιμωρήσετε ούτε τον έναν ούτε τον άλλον, ούτε τον μηνυτή, διότι δεν επιτρέπεται ψηφοφορία εις βάρος του ούτε τον κατηγορούμενο, διότι με άσχετες προς την υπόθεση κατηγορίες εξαλείφει συνήθως τα αδικήματα που τον βαρύνουν και απαλλάσσεται από το δικαστήριο. Έτσι καταλύονται οι νόμοι και η δημοκρατία καταστρέφεται και η συνήθεια αυτή έχει πολλές επιπτώσεις, διότι κάποτε ευμενώς αποδέχεσθε ισχυρισμούς που δεν συνοδεύονται από έντιμο βίο. Αυτό όμως οι Λακεδαιμόνιοι δεν το αποδέχονται, είναι δε σωστό να μιμούμεθα και τις αρετές των άλλων.
Λοιπόν, αγόρευε στη συνέλευση των Λακεδαιμονίων ένας άνδρας που είχε ζήσει βίο αισχρό, αλλά διέθετε εξαιρετικές ρητορικές ικανότητες. Ενώ όμως, όπως λέγουν, ήσαν έτοιμοι οι Λακεδαιμόνιοι ν' αποφασίσουν σύμφωνα με τη γνώμη του, ανέβηκε στο βήμα ένα μέλος της Γερουσίας απ' αυτούς που εκείνοι και ντρέπονται και ευλαβούνται και παραδέχονται πως είναι μέγιστη αρχή αυτή που φέρει το όνομα της ηλικίας των. Αυτούς τους διορίζουν κατόπιν επιλογής μεταξύ εκείνων που έχουν επιδείξει σωφροσύνη από την παιδική ηλικία μέχρι τα γηρατειά τους. Ένας απ' αυτούς λοιπόν, όπως διηγούνται, ανέβηκε στο βήμα και παρατήρησε δριμύτατα τους Λακεδαιμονίους και διατύπωσε εις βάρος τους την εξής περίπου δυσοίωνη πρόβλεψη, ότι δηλαδή δεν θα κρατήσουν για πολύ απόρθητη τη Σπάρτη, αν στις συνελεύσεις έχουν τέτοιους συμβούλους. Συγχρόνως κάλεσε στο βήμα κάποιον άλλο Λακεδαιμόνιο, άνδρα που δεν είχε ρητορικές ικανότητες, αλλά ήταν σπουδαίος στα πολεμικά και διακρινόταν για τη δικαιοσύνη και την εγκράτεια του. Σ' αυτόν έδωσε την εντολή να εκθέσει όπως-όπως τις ίδιες προτάσεις που είχε διατυπώσει ο προηγούμενος ρήτορας, ώστε, είπε, οι Λακεδαιμόνιοι ν' αποφασίσουν με βάση τα λόγια ενός χρηστού ανθρώπου και τις φωνές των δειλών και ανέντιμων ανθρώπων να μη δέχονται ούτε στ' αυτιά τους.
Αυτά συμβούλεψε τους συμπολίτες του ο γέροντας που ήταν φρόνιμος από μικρό παιδί.

 
Μετάφρ. Κ.Ι. Δάλκος

 

 

 

ΚείμενοΕικόνα

II. ΣΩ. Καὶ μήν, ὦ Μενέξενε, πολλαχῇ κινδυνεύει καλὸν εἶναι τὸ ἐν πολέμῳ ἀποθνῄσκειν. καὶ γὰρ ταφῆς καλῆς τε καὶ μεγαλοπρεποῦς τυγχάνει, καὶ ἐὰν πένης τις ὢν τελευτήσῃ, καὶ ἐπαίνου αὖ ἔτυχεν, καὶ ἐὰν φαῦλος ᾖ, ὑπ᾽ ἀνδρῶν σοφῶν τε καὶ οὐκ εἰκῇ ἐπαινούντων, ἀλλὰ ἐκ πολλοῦ χρόνου λόγους παρεσκευασμένων, οἳ οὕτως καλῶς ἐπαινοῦσιν, ὥστε καὶ τὰ προσόντα καὶ τὰ μὴ περὶ ἑκάστου λέγοντες, κάλλιστά πως τοῖς ὀνόμασι ποικίλλοντες, γοητεύουσιν ἡμῶν τὰς ψυχάς, καὶ τὴν πόλιν ἐγκωμιάζοντες κατὰ πάντας τρόπους καὶ τοὺς τετελευτηκότας ἐν τῷ πολέμῳ καὶ τοὺς προγόνους ἡμῶν ἅπαντας τοὺς ἔμπροσθεν καὶ αὐτοὺς ἡμᾶς τοὺς ἔτι ζῶντας ἐπαινοῦντες, ὥστ᾽ ἔγωγε, ὦ Μενέξενε, γενναίως πάνυ διατίθεμαι ἐπαινούμενος ὑπ᾽ αὐτῶν, καὶ ἑκάστοτε ἓστηκα ἀκροώμενος καὶ κηλούμενος, ἡγούμενος ἐν τῷ παραχρῆμα μείζων καὶ γενναιότερος καὶ καλλίων γεγονέναι. καὶ οἷα δὴ τὰ πολλὰ ἀεὶ μετ᾽ ἐμοῦ ξένοι τινὲς ἕπονται καὶ ξυνακροῶνται, πρὸς οὓς ἐγὼ σεμνότερος ἐν τῷ παραχρῆμα γίγνομαι· καὶ γὰρ ἐκεῖνοι ταὐτὰ ταῦτα δοκοῦσί μοι πάσχειν καὶ πρὸς ἐμὲ καὶ πρὸς τὴν ἄλλην πόλιν, θαυμασιωτέραν αὐτὴν ἡγεῖσθαι εἶναι ἢ πρότερον, ὑπὸ τοῦ λέγοντος ἀναπειθόμενοι. καί μοι αὕτη ἡ σεμνότης παραμένει ἡμέρας πλείω ἢ τρεῖς· οὕτως ἔναυλος ὁ λόγος τε καὶ ὁ φθόγγος παρὰ τοῦ λέγοντος ἐνδύεται εἰς τὰ ὦτα, ὥστε μόγις τετάρτῃ ἢ πέμπτῃ ἡμέρᾳ ἀναμιμνῄσκομαι ἐμαυτοῦ καὶ αἰσθάνομαι οὗ γῆς εἰμί, τέως δὲ οἶμαι μόνον οὐκ ἐν μακάρων νήσοις οἰκεῖν· οὕτως ἡμῖν οἱ ῥήτορες δεξιοί εἰσιν.
ΙΙΙ. ΜΕΝ. Ἀεὶ σὺ προσπαίζεις, ὦ Σώκρατες, τοὺς ῥήτορας. νῦν μέντοι οἶμαι ἐγὼ τὸν αἱρεθέντα οὐ πάνυ εὐπορήσειν· ἐξ ὑπογύου γὰρ παντάπασιν ἡ αἵρεσις γέγονεν, ὥστε ἴσως ἀναγκασθήσεται ὁ λέγων ὥσπερ αὐτοσχεδιάζειν.
ΣΩ. Πόθεν, ὦ 'γαθέ; εἰσὶν ἑκάστοις τούτων λόγοι παρεσκευασμένοι, καὶ ἅμα οὐδὲ αὐτοσχεδιάζειν τά γε τοιαῦτα χαλεπόν. εἰ μὲν γὰρ δέοι Ἀθηναίους ἐν Πελοποννησίοις εὖ λέγειν ἢ Πελοποννησίους ἐν Ἀθηναίοις, ἀγαθοῦ ἂν ῥήτορος δέοι τοῦ πείσοντος καὶ εὐδοκιμήσοντος· ὅταν δέ τις ἐν τούτοις ἀγωνίζηται οὕσπερ καὶ ἐπαινεῖ, οὐδὲν μέγα δοκεῖν εὖ λέγειν.

 

 

μετάφρασηΕικόνα


 
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Λοιπόν, Μενέξενε, από πολλές απόψεις φαίνεται σχεδόν και να συμφέρει ο θάνατος στον πόλεμο. Διότι, και φτωχός αν πεθάνει κανείς, εξασφαλίζει όμορφη και μεγαλοπρεπή κηδεία και τον εγκωμιάζουν επίσης, ακόμη κι αν ήταν ασήμαντος, άνδρες σοφοί που δεν μιλούν έτσι στην τύχη, αλλά μετά από πολύ μακρά προετοιμασία. Αυτοί συντάσσουν τόσο όμορφα εγκώμια, ώστε για τον καθέναν αραδιάζοντας υπαρκτές και ανύπαρκτες αρετές, καθώς εξωραΐζουν τα πράγματα με λέξεις, μαγεύουν τις ψυχές μας εγκωμιάζοντας με κάθε τρόπο και την πόλη και τους νεκρούς του πολέμου και όλους τους προγόνους μας από παλιά, χωρίς να παραλείπουν να υμνολογούν κι εμάς τους ίδιους που ζούμε ακόμη. Εγώ λοιπόν, Μενέξενε, αισθάνομαι πολύ σπουδαίος, όταν αυτοί με επαινούν, και σε κάθε ομιλία στέκομαι αποσβολωμένος ακούγοντας και νοιώθοντας να με κυριεύει η γοητεία, θαρρώντας πως έγινα μονομιάς ψηλότερος και σπουδαιότερος και ομορφότερος. Και σχεδόν κάθε φορά τυχαίνει να μ' ακολουθούν και να είναι μαζί μου στο ακροατήριο κάποιοι ξένοι που στα μάτια τους εγώ φαντάζω αυτομάτως επιβλητικότερος. Γιατί έχω την εντύπωση πως ακριβώς τα ίδια νοιώθουν και αυτοί εν σχέσει προς εμέ και προς ολόκληρη την πόλη, καθώς ο ρήτορας τους πείθει να τη θαυμάζουν πιο πολύ απ' ό,τι προηγουμένως. Κι αυτή η αίσθηση του μεγαλείου κρατάει επάνω μου τρεις ημέρες και κάτι· τόσο βαθιά μπαίνει στ' αυτιά μου και ηχεί ο λόγος και ο ήχος της φωνής του ρήτορα, ώστε μόλις την τέταρτη ή πέμπτη ημέρα έρχομαι στον εαυτό μου και νιώθω πού βρίσκομαι, ενώ προηγουμένως νόμιζα πως ήμουν κάτοικος του παραδείσου. Τόσο πολύ ικανοί είναι οι ρήτορές μας.
ΜΕΝΕΞΕΝΟΣ. Πάντα εσύ, Σωκράτη, ειρωνεύεσαι τους ρήτορες. Όμως εγώ νομίζω πως αυτός που τώρα όρισαν (για να μιλήσει) την έχει μάλλον άσχημα, διότι η εκλογή του έγινε τελείως ξαφνικά και ίσως ο ρήτορας αναγκασθεί να αγορεύσει περίπου αυτοσχεδιάζοντας.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Κάνεις λάθος, φίλε μου. Έχουν όλοι αυτοί λόγους από πριν ετοιμασμένους και εκτός αυτού μήτε ο αυτοσχεδιασμός σε τέτοιες περιπτώσεις είναι δύσκολος. Διότι, αν κάποτε χρειαζόταν να επαινέσει κανείς τους Αθηναίους σε ακροατήριο Σπαρτιατών ή τους Σπαρτιάτες ενώπιον των Αθηναίων, θα έπρεπε να ευρεθεί ο ικανός ρήτορας που θα πείσει και θ' αφήσει καλές εντυπώσεις. Όταν όμως κάποιος αγορεύει ενώπιον αυτών τους οποίους εγκωμιάζει, δεν μου φαίνεται και σπουδαία υπόθεση να επιδοκιμασθεί.

Μετάφρ. Κ.Ι. Δάλκος


1. Το ανωτέρω απόσπασμα (364C - 235D) από τον Πλατωνικό «Μενέξενον», όπου ο Σωκράτης ειρωνεύεται τους ρήτορες των επιταφίων λόγων, είναι ενδεικτικό των Πλατωνικών αντιρρήσεων για τη ρητορική (βλ. Εισαγωγή).

 

ΚείμενοΕικόνα

Ἀρταξέρξης βασιλεὺς νομίζει δίκαιον τὰς μὲν ἐν τῇ Ἀσίᾳ πόλεις ἑαυτοῦ εἶναι καὶ τῶν νήσων Κλαζομενὰς καὶ Κύπρον, τὰς δὲ ἄλλας Ἑλληνίδας πόλεις καὶ μικρὰς καὶ μεγάλας αὐτονόμους ἀφεῖναι πλὴν Λήμνου καὶ Ἴμβρου καὶ Σκύρου· ταύτας δὲ ὥσπερ τὸ ἀρχαῖον εἶναι Ἀθηναίων. ὁπότεροι δὲ ταύτην τὴν εἰρήνην μὴ δέχονται, τούτοις ἐγὼ πολεμήσω μετὰ τῶν ταὐτὰ βουλομένων καὶ πεζῇ καὶ κατὰ θάλατταν καὶ ναυσὶ καὶ χρήμασιν.

Ξενοφ. Ἑλληνικά 5, 1, 31

 

μετάφρασηΕικόνα


 
Ο βασιλεύς Αρταξέρξης κρίνει δίκαιο οι πόλεις της Ασίας ν' ανήκουν σ' αυτόν και από τα νησιά οι Κλαζομενές και η Κύπρος. Και των άλλων Ελληνικών πόλεων, μικρών και μεγάλων (κρίνει δίκαιο) να επιτρέψει την αυτονομία εκτός από τη Λήμνο, Ίμβρο και Σκύρο. Αυτές ν' α­νήκουν όπως και στο παρελθόν στους Αθηναίους. Και όποιοι δεν εφαρμόζουν αυτή την ειρήνη, αυτούς εγώ θα τους πολεμήσω, μαζί μ' εκείνους που την αποδέχονται, στην ξηρά και στη θάλασσα, με πλοία και με χρήματα.

 

 

ΚείμενοΕικόνα

Ο ΟΡΚΟΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΕΦΗΒΩΝ

 

Οὐκ αἰσχυνῶ ὅπλα τὰ ἱερὰ, οὐδ' ἐγκαταλείψω τὸν παραστάτην ὅτῳ ἂν στοιχήσω· ἀμυνῶ δὲ καὶ ὑπὲρ ἱερῶν καὶ ὑπὲρ ὁσίων καὶ μόνος καὶ μετὰ πολλῶν· τὴν πατρίδα δὲ οὐκ ἐλάττω παραδώσω, πλείω δὲ καὶ ἀρείω ὅσης ἂν παραδέξωμαι. Καὶ εὐηκοήσω τῶν ἀεὶ κρινόντων, καὶ τοῖς θεσμοῖς τοῖς ἱδρυμένοις πείσομαι καὶ ὅσους ἂν ἄλλους τὸ πλῆθος ἱδρύσηται ὁμοφρόνως· καὶ ἄν τις ἀναιρῇ τοὺς θεσμοὺς ἢ μὴ πείθηται, οὐκ ἐπιτρέψω, ἀμυνῶ δὲ καὶ μόνος καὶ μετὰ πολλῶν. Καὶ ἱερὰ τὰ πάτρια τιμήσω. Ἵστορες θεοὶ τούτων, Ἄγλαυρος, Ἐνυάλιος, Ἄρης, Ζεύς, Θαλλώ, Αὐξώ, Ἡγεμόνη.

(Λυκούργου, κατὰ Λεωκράτους 77)

 

μετάφρασηΕικόνα


 
Δε θα ντροπιάσω τα ιερά όπλα, ούτε θα εγκαταλείψω τον σύντροφό μου, με οποιονδήποτε συμπορευθώ· θα αμυνθώ δε και υπέρ των ιερών και οσίων και μόνος και με πολλούς. Την πατρίδα δεν θα παραδώσω μικρότερη, αλλά μεγαλύτερη και ισχυρότερη απ' όση παραλάβω. Θα σέβομαι τους εκάστοτε άρχοντες, θα πείθομαι στους καθιερωμένους νόμους και σε όσους άλλους ο λαός ομόφωνα θεσπίσει. Και αν κάποιος καταλύει τους νόμους ή δεν πείθεται, δε θα το επιτρέψω, αλλά θα αμυνθώ και μόνος και με πολλούς. Και ακόμη τα πάτρια ιερά θα τιμήσω. Μάρτυρες αυτών οι θεοί, Άγλαυρος, Ενυάλιος, Άρης, Ζευς, Θαλλώ, Αυξώ, Ηγεμόνη.

 

 


1. Προσέξτε το περιεχόμενο και το ύφος του κειμένου αυτού. Οι Έλληνες με τις συνεχείς εμφύλιες συγκρούσεις τους επέτρεψαν να εκφράζεται έτσι αλαζονικά, ως νικητής, ο ηττημένος βασιλέας των Περσών.

 

ΚείμενοΕικόνα

ΣΤΡΟΦΗ ΠΡΟΣ ΤΗ ΡΗΤΟΡΙΚΗ

 

Τῆς δὲ πρὸς τοὺς λόγους ὁρμῆς ἀρχὴν αὐτῷ φασι τοιαύτην γενέσθαι. Καλλιστράτου τοῦ ῥήτορος ἀγωνίζεσθαι τὴν περὶ Ὠρωποῦ κρίσιν ἐν τῷ δικαστηρίῳ μέλλοντος ἦν προσδοκία τῆς δίκης μεγάλη διά τε τὴν τοῦ ῥήτορος δύναμιν, ἀνθοῦντος τότε μάλιστα τῇ δόξῃ, καὶ διὰ τὴν πρᾶξιν οὖσαν περιβόητον. Ἀκούσας οὖν ὁ Δημοσθένης τῶν διδασκάλων καὶ τῶν παιδαγωγῶν συντιθεμένων τῇ δίκῃ παρατυχεῖν, ἔπεισε τὸν ἑαυτοῦ παιδαγωγὸν δεόμενος καὶ προθυμούμενος, ὅπως αὐτὸν ἀγάγοι πρὸς τὴν ἀκρόασιν. Ὁ δ᾽ ἔχων πρὸς τοὺς ἀνοίγοντας τὰ δικαστήρια δημοσίους συνήθειαν, εὐπόρησε χώρας ἐν ᾗ καθήμενος ὁ παῖς ἀδήλως ἀκούσεται τῶν λεγομένων. Εὐημερήσαντος δὲ τοῦ Καλλιστράτου καὶ θαυμασθέντος ὑπερφυῶς, ἐκείνου μὲν ἐζήλωσε τὴν δόξαν, ὁρῶν προπεμπόμενον ὑπὸ πολλῶν καὶ μακαριζόμενον, τοῦ δὲ λόγου μᾶλλον ἐθαύμασε καὶ κατενόησε τὴν ἰσχὺν ὡς πάντα χειροῦσθαι καὶ τιθασεύειν πεφυκότος. Ὃθεν ἐάσας τὰ λοιπὰ μαθήματα καὶ τὰς παιδικὰς διατριβάς, αὐτός αὑτόν ἤσκει καὶ διεπόνει ταῖς μελέταις, ὡς ἂν τῶν λεγόντων ἐσόμενος καὶ αὐτός. Ἐχρήσατο δὲ Ἰσαίῳ πρὸς τὸν λόγον ὑφηγητῇ, καίπερ Ἰσοκράτους τότε σχολάζοντος, εἴτε ὥς τινες λέγουσι, τὸν ὡρισμένον μισθὸν Ἰσοκράτει τελέσαι μὴ δυνάμενος, τὰς δέκα μνᾶς, διὰ τὴν ὀρφανίαν, εἴτε μᾶλλον τοῦ Ἰσαίου τὸν λόγον ὡς δραστήριον καὶ πανοῦργον ἐπὶ τὴν χρείαν ἀποδεχόμενος. Ἕρμιππος δέ φησιν ἀδεσπότοις ὑπομνήμασιν ἐντυχεῖν, ἐν οἷς ἐγέγραπτο τὸν Δημοσθένη συνεσχολακέναι Πλάτωνι καὶ πλεῖστον εἰς τοὺς λόγους ὠφελῆσθαι, Κτησιβίου δὲ μέμνηται λέγοντος παρὰ Καλλίου τοῦ Συρακουσίου καί τινων ἄλλων τὰς Ἰσοκράτους τέχνας καὶ τὰς Ἀλκιδάμαντος κρύφα λαβόντα τὸν Δημοσθένην καταμαθεῖν.

Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Δημοσθένης §5

 

 

μετάφρασηΕικόνα


 
Η αρχή για να επιδοθεί στους ρητορικούς λόγους, καθώς λένε, ήταν η εξής: Όταν ο ρήτορας Καλλίστρατος επρόκειτο να μιλήσει στο δικαστήριο κατά την κρίση περί του Ωρωπού, ο κόσμος περίμενε με μεγάλο ενδιαφέρον τη δίκη, γιατί και ο ρήτορας ήταν δυνατός, και μάλιστα τότε ήταν στις μεγάλες του δόξες, και η πράξη που θα εκδικαζόταν ήταν περιβόητη. Όταν λοιπόν ο Δημοσθένης άκουσε τους δασκάλους του και τους παιδαγωγούς του να συμφωνούν για να πάνε στη δίκη, παρεκάλεσε κι αυτός τον παιδαγωγό του και δείχνοντας μεγάλο ζήλο, τον έπεισε να τον φέρει στο δικαστήριο για ν' ακούσει. Εκείνος είχε σχέσεις μ' αυτούς που ανοίγουν τα δικαστήρια, και βρήκε μια θέση από όπου το παιδί θάκουγε τα λεγόμενα, και θα καθόταν χωρίς να φαίνεται. Όταν ο Καλλίστρατος μίλησε πολύ πετυχημένα και τον θαύμαζαν πάρα πολύ, ο Δημοσθένης εζήλεψε τη δόξα του, βλέποντας να τον κατευοδώνουν πολλοί και να τον καλοτυχίζουν· εθαύμασε επίσης τη δύναμη του λόγου, που κατορθωνει να υποτάσσει και να εξημερώνει τα πάντα. Αφήνοντας λοιπόν τα άλλα μαθήματα και τις παιδικές διασκεδάσεις, γυμναζόταν μόνος του και προσπαθούσε με τη μελέτη να γίνει κι αυτός ρήτορας. Καθηγητή της ρητορικής επήρε τον Ισαίο, μολονότι τότε ο Ισοκράτης είχε ρητορική σχολή, είτε γιατί δεν μπορούσε, σαν ορφανός που ήταν, να πληρώσει, καθώς λένε, στον Ισοκράτη τον ορισμένο μισθό, που ήταν δέκα μναί, είτε, το πιθανότερο, γιατί προτίμησε το λόγο του Ισαίου σαν πιο έ­ντονο κι επινοητικό για κάθε ανάγκη. Ο Έρμιππος λέει, ότι βρήκε μερικά αδέσποτα απομνημονεύματα, που έγραφαν ότι ο Δημοσθένης εσπούδασε κοντά στον Πλάτωνα, και πως ωφελήθηκε πολύ απ' αυτόν για τους λόγους του. Αναφέρει μάλιστα και τον Κτησίβιο, που λέει ότι ο Δημοσθένης επήρε κρυφά από τον Καλλία το Συρακούσιο και μερικούς άλλους τις διδασκαλίες του Ισοκράτους και του Αλκιδάμαντος για τη ρητορική τέχνη και τις έμαθε.

Μετάφρ. Ανδρ. I. Πουρνάρας

 

 

 

ΚείμενοΕικόνα

Ο ΩΡΩΠΟΣ ΣΤΟΥΣ ΘΗΒΑΙΟΥΣ

 

Καὶ τὰ μὲν περὶ Εὔφρονος εἴρηται· ἐγὼ δὲ ἔνθεν εἰς ταῦτα ἐξέβην ἐπάνειμι. ἔτι γὰρ τειχιζόντων τῶν Φλιασίων τὴν Θυαμίαν καὶ τοῦ Χάρητος ἔτι παρόντος Ὠρωπὸς ὑπὸ τῶν φευγόντων κατελήφθη. στρατευσαμένων δὲ πάντων Ἀθηναίων ἐπ᾽ αὐτὸν καὶ τὸν Χάρητα μεταπεμψαμένων ἐκ τῆς Θυαμίας, ὁ μὲν λιμὴν αὖ ὁ τῶν Σικυωνίων πάλιν ὑπ᾽ αὐτῶν τε τῶν πολιτῶν καὶ τῶν Ἀρκάδων ἁλίσκεται· τοῖς δ᾽ Ἀθηναίοις οὐδεὶς τῶν συμμάχων ἐβοήθησεν, ἀλλ᾽ ἀνεχώρησαν Θηβαίοις παρακαταθέμενοι τὸν Ὠρωπὸν μέχρι δίκης.

Ξενοφ. Ἑλληνικά, 7, 4,1

 

 

μετάφρασηΕικόνα


 
Αυτά είχα να πω για τον Εύφρονα· τώρα ξαναγυρίζω στο σημείο απ' όπου έκανα παρέκβαση για να τα διηγηθώ.
Τον καιρό που οχύρωναν ακόμα οι Φλιάσιοι τη Θυαμία και που ο Χάρης βρισκόταν ακόμα μαζί τους, κυρίεψαν τον Ωρωπό οι εξόριστοί του. Οι Αθηναίοι εξεστράτευσαν εναντίον τους μ' όλο τους το στρατό, κ' έστειλαν να φέρουν και το Χάρητα από τη Θυαμία· τότε όμως κυριεύτηκε ξανά, με τη σειρά του, το λιμάνι της Σικυώνος από τους ίδιους τους πολίτες και τους Αρκάδες. Στο μεταξύ κανένας από τους συμμάχους δεν πήγε να βοηθήσει τους Αθηναίους, κ' έτσι έφυγαν αφήνοντας τον Ωρωπό στα χέρια των Θηβαίων ώσπου να γίνει διαιτησία.

Μετάφρ. Ρόδης Ρούφος

 

 

ΚείμενοΕικόνα

ΠΛΑΤΑΙΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΣΠΙΕΙΣ ΕΚΠΑΤΡΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΘΗΒΑΙΟΥΣ

 

Οἱ δὲ Ἀθηναῖοι, ἐκπεπτωκότας μὲν ὁρῶντες ἐκ τῆς Βοιωτίας Πλαταιέας, φίλους ὄντας, καὶ καταπεφευγότας πρὸς αὑτούς, ἱκετεύοντας δὲ Θεσπιέας μὴ σφᾶς περιιδεῖν ἀπόλιδας γενομένους, οὐκέτι ἐπῄνουν τοὺς Θηβαίους, ἀλλὰ πολεμεῖν μὲν αὐτοῖς τὰ μὲν ᾐσχύνοντο, τὰ δὲ ἀσυμφόρως ἔχειν ἐλογίζοντο· κοινωνεῖν γε μὴν αὐτοῖς ὧν ἔπραττον οὐκέτι ἤθελον, ἐπεὶ ἑώρων στρατεύοντάς τε αὐτοὺς ἐπὶ φίλους ἀρχαίους τῇ πόλει φωκέας, καὶ πόλεις πιστάς τ᾽ ἐν τῷ πρὸς τὸν βάρβαρον πολέμῳ καὶ φίλας ἑαυτοῖς ἀφανίζοντας. ἐκ τούτων δὲ ψηφισάμενος ὁ δῆμος εἰρήνην ποιεῖσθαι πρῶτον μὲν εἰς Θήβας πρέσβεις ἔπεμψε παρακαλοῦντας ἀκολουθεῖν, εἰ βούλοιντο, εἰς Λακεδαίμονα περὶ εἰρήνης· ἔπειτα δὲ ἐξέπεμψαν καὶ αὐτοὶ πρέσβεις. ἦν δὲ τῶν αἱρεθέντων Καλλίας Ἰππονίκου, Αὐτοκλῆς Στρομβιχίδου, Δημόστρατος Ἀριστοφῶντος, Ἀριστοκλῆς, Κηφισόδοτος, Μελάνωπος, Λύκαιθος. καὶ Καλλίστρατος δὲ ὁ δημηγόρος παρῆν· ὑποσχόμενος γὰρ Ἰφικράτει, εἰ αὐτὸν ἀφείη, ἢ χρήματα πέμψειν τῷ ναυτικῷ ἢ εἰρήνην ποιήσειν, οὕτως Ἀθήνησί τε ἦν καὶ ἔπραττε περὶ εἰρήνης· ἐπεὶ δὲ κατέστησαν ἐπὶ τοὺς ἐκκλήτους τε τῶν Λακεδαιμονίων καὶ τοὺς συμμάχους, πρῶτος ἔλεξεν αὐτῶν Καλλίας ὁ δᾳδοῦχος. ἦν δ᾽ οὗτος οἷος μηδὲν ἧττον ἥδεσθαι ὑφ᾽ αὑτοῦ ἢ ὑπ᾽ ἄλλων ἐπαινούμενος· καὶ τότε δὴ ἤρξατο ὧδέ πως·

Ξενοφ. 'Ελληνικά, 6, 3

 

 

 

 

μετάφρασηΕικόνα


 
Στο μεταξύ οι Αθηναίοι έβλεπαν τους Πλαταιείς, που ήταν φίλοι τους, νάχουν καταφύγει κοντά τους διωγμένοι από την Βοιωτία, ενώ παράλληλα οι Θεσπιείς τους ικέτευαν να μην τους αφήσουν στην τύχη τους τώρα που είχαν μείνει δίχως πατρίδα· έπαψαν λοιπόν οι Αθηναίοι να επαινούν τους Θηβαίους. Ντρέπονταν, είν' αλήθεια, να τους πολεμήσουν -λογάριαζαν άλλωστε ότι θα τους ήταν ασύμφορο- αλλά δεν ήθελαν και να συμμετέχουν πια στις επιχειρήσεις τους, βλέποντάς τους να εκστρατεύουν εναντίον των Φωκέων -που ήταν παλιοί φίλοι της Αθήνας- και ν' αφανίζουν πόλεις που τους είχαν δείξει και φιλία, και πίστη τον καιρό του πολέμου κατά των βαρβάρων. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η Συνέλευση των Αθηναίων ψήφισε να γίνη ειρήνη· τότε έστειλαν πρώτα πρεσβεία στους Θηβαίους, για να τους προτείνουν να πάνε κ' εκείνοι μαζί τους στη Λακεδαίμονα, αν θέλουν, για διαπραγματεύσεις ειρήνης, και κατόπι έστειλαν οι ίδιοι πρέσβεις στους Λακεδαιμονίους. Ανάμεσα σε τούτους είχαν εκλεγεί ο Καλλίας του Ιππονίκου, ο Αυτοκλής του Στρομβιχίδου, ο Δημόστρατος του Αριστοφώντος, ο Αριστοκλής, ο Κηφισόδοτος, ο Μελάνωπος και ο Λύκαιθος. Μαζί τους πήγε κι ο Καλλίστρατος ο ρήτωρ: είχε πάρει άδεια από τον Ιφικράτη με την υπόσχεση ότι είτε θα τούστελνε χρήματα για το ναυτικό είτε θα πετύχαινε να γίνει ειρήνη - γι' αυτό το λόγο βρισκόταν στην Αθήνα κ' ενεργούσε για ειρήνευση.
Όταν οι πρέσβεις παρουσιάστηκαν στη Συνέλευση των Λακεδαιμονίων και στους εκπροσώπους των συμμάχων τους, πήρε το λόγο πρώτος ο Καλλίας, ο δαδούχος· ήταν άνθρωπος που αγαπούσε τον αυτοέπαινο όσο και τους επαίνους των άλλων, και σ' εκείνη την περίπτωση άρχισε κάπως έτσι:

Μετάφρ. Ρόδης Ρούφος

 

 

 

ΚείμενοΕικόνα

«ΦΥΓΗ» ΤΩΝ ΠΛΑΤΑΙΕΩΝ
ΛΕΗΛΑΣΙΑ ΘΕΣΠΙΩΝ

    [4]  Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις κατὰ τὴν Βοιωτίαν Πλαταιεῖς ἀντεχόμενοι τῆς Ἀθηναίων συμμαχίας μετεπέμποντο στρατιώτας, κεκρικότες τοῖς Ἀθηναίοις παραδοῦναι τὴν πόλιν. ἐπὶ δὲ τούτοις οἱ βοιωτάρχαι χαλεπῶς διατεθέντες πρὸς τοὺς Πλαταιεῖς, καὶ σπεύδοντες φθάσαι τὴν παρὰ τῶν Ἀθηναίων συμμαχίαν, εὐθὺς ἐπ᾽ αὐτοὺς δύναμιν ἀξιόλογον ἦγον. [5] παραγενόμενοι δὲ πλησίον τῆς τῶν Πλαταιέων πόλεως, ἀπροσδοκήτου τῆς ἐπιθέσεως γενομένης, οἱ πλεῖστοι μὲν τῶν Πλαταιέων ἐπὶ τῆς χώρας καταληφθέντες ὑπὸ τῶν ἱππέων συνηρπάγησαν, οἱ δὲ λοιποὶ καταφυγόντες εἰς τὴν πόλιν, καὶ συμμάχων ὄντες ἔρημοι, συνηναγκάσθησαν ὁμολογίας συνθέσθαι τοῖς πολεμίοις εὐαρέστους· ἔδει γὰρ αὐτοὺς τὰ ἔπιπλα λαβόντας ἀπελθεῖν ἐκ τῆς πόλεως καὶ μηκέτι τῆς Βοιωτίας ἐπιβαίνειν. [6] Μετὰ δὲ ταῦτα οἱ μὲν Θηβαῖοι τὰς Πλαταιὰς κατασκάψαντες καὶ Θεσπιὰς ἀλλοτρίως πρὸς αὐτοὺς διακειμένας ἐξεπόρθησαν, οἱ δὲ Πλαταιεῖς εἰς Ἀθήνας μετὰ τέκνων καὶ γυναικῶν φυγόντες τῆς ἰσοπολιτείας ἔτυχον διὰ τὴν χρηστότητα τοῦ δήμου.

Διόδωρος Σικελιώτης, Ἱστορική βιβλιοθήκη 15, 46, 4-6

 

 

μετάφρασηΕικόνα


 
      [4] Ενώ συνέβαιναν όλ' αυτά, οι Πλαταιείς στη Βοιωτία, προσηλωμένοι στη συμμαχία με τους Αθηναίους, έστειλαν και ζητούσαν στρατιώτες, αποφασισμένοι να παραδώσουν στους Αθηναίους την πόλη. Οι Βοιωτάρχες1 διατέθηκαν εχθρικά προς τους Πλαταιείς για τον λόγο αυτό και, καθώς βιάζονταν να προλάβουν την άφιξη συμμαχικής δυνάμεως από την Αθήνα, οδήγησαν αξιόλογη στρατιωτική δύναμη εναντίον τους. [5] Έφθασαν κοντά στην πόλη των Πλαταιέων κι' όπως ήταν απροσδόκητη η επίθεση, οι περισσότεροι Πλαταιείς πιάστηκαν στα χωράφια και μεταφέρθηκαν από το ιππικό, ενώ οι υπόλοιποι που κατέφυγαν στην πόλη και ήταν χωρίς συμμάχους, αναγκάσθηκαν να συνάψουν συνθήκη, αρεστή στους εχθρούς τους. Γιατί έπρεπε να λάβουν όλη την κινητή τους περιουσία και να φύγουν από την πόλη και να μην πατήσουν πια το πόδι τους στη Βοιωτία. [6] Ύστερ' απ' αυτά οι Θηβαίοι κατέσκαψαν τις Πλαταιές και κατέλαβαν τις Θεσπιές, προς τις οποίες είχαν εχθρικές διαθέσεις. Οι Πλαταιείς με τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους κατέφυγαν στην Αθήνα και τους παραχωρήθηκαν ίσα πολιτικά δικαιώματα ως σημείο εύνοιας από τον Αθηναϊκό λαό.

Μετάφρ. Απ. Παπανδρέου

 

 


1. Ενιαύσιοι άρχοντες, έντεκα τον αριθμό, της Βοιωτικής συμμαχίας.

 

ΚείμενοΕικόνα

«ΜΕΣΣΗΝΙΟΙ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΤΕΣ
ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΤΟ 346 π.Χ.

 
     [16] Οὐδέ γ᾽ εἰ πάλιν πρὸς τοὺς Θηβαίους πολεμήσαιμεν δι᾽ Ὠρωπὸν ἤ τι τῶν ἰδίων, οὐδὲν ἂν ἡμᾶς παθεῖν ἡγοῦμαι· καὶ γὰρ ἡμῖν κἀκείνοις τοὺς βοηθοῦντας ἂν οἶμαι, εἰς τὴν οἰκείαν εἴ τις ἐμβάλοι, βοηθεῖν, οὐ συνεπιστρατεύσειν οὐδετέροις. καὶ γὰρ αἱ συμμαχίαι τοῦτον ἔχουσι τὸν τρόπον, ὧν καὶ φροντίσειεν ἄν τις, καὶ τὸ πρᾶγμα φύσει τοιοῦτόν ἐστιν· [17] οὐκ ἄχρι τῆς ἴσης ἕκαστός ἐστιν εὔνους οὔθ᾽ ἡμῖν οὔτε Θηβαίοις, σῶς τ᾽ εἶναι καὶ κρατεῖν τῶν ἄλλων, ἀλλὰ σῶς μὲν εἶναι πάντες ἂν βούλοινθ᾽ ἕνεχ᾽ αὑτῶν, κρατήσαντας δὲ τοὺς ἑτέρους δεσπότας ὑπάρχειν αὑτῶν οὐδὲ εἷς. τί οὖν ἡγοῦμαι φοβερὸν καὶ τί φυλάξασθαι δεῖν ἡμᾶς; μὴ κοινὴν πρόφασιν καὶ κοινὸν ἔγκλημ᾽ ὁ μέλλων πόλεμος πρὸς ἅπαντας λάβῃ. [18] εἰ γὰρ Ἀργεῖοι μὲν καὶ Μεσσήνιοι καὶ Μεγαλοπολῖται καί τινες τῶν λοιπῶν Πελοποννησίων, ὅσοι ταὐτὰ τούτοις φρονοῦσι, διὰ τὴν πρὸς Λακεδαιμονίους ἡμῖν ἐπικηρυκείαν ἐχθρῶς σχήσουσι καὶ τὸ δοκεῖν ἐκδέχεσθαί τι τῶν ἐκείνοις πεπραγμένων, Θηβαῖοι δ᾽ ἔχουσι μέν, ὡς λέγουσιν, ἀπεχθῶς, ἔτι δ᾽ ἐχθροτέρως σχήσουσιν, ὅτι τοὺς παρ᾽ ἐκείνων φεύγοντας σῴζομεν καὶ πάντα τρόπον τὴν δυσμένειαν ἐνδεικνύμεθ᾽ αὐτοῖς, [19] Θετταλοὶ δ᾽, ὅτι τοὺς Φωκέων φυγάδας σῴζομεν, Φίλιππος δ᾽, ὅτι κωλύομεν αὐτὸν κοινωνεῖν τῆς ἀμφικτυονίας, φοβοῦμαι μὴ πάντες περὶ τῶν ἰδίων ἕκαστος ὀργιζόμενος κοινὸν ἐφ᾽ ἡμᾶς ἀγάγωσι τὸν πόλεμον, τὰ τῶν Ἀμφικτυόνων δόγματα προστησάμενοι, εἶτ᾽ ἐπισπασθῶσιν ἕκαστοι πέρα τοῦ συμφέροντος ἑαυτοῖς [ἡμῖν πολεμῆσαι], ὥσπερ καὶ περὶ Φωκέας.

Δημοσθένης, Περὶ τῆς Εἰρήνης, 16-19

 

 

μετάφρασηΕικόνα


 
ΜΕΣΣΗΝΙΟΙ, ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΤΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΙ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΕ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ «ΕΠΙΚΗΡΥΚΕΙΑΣ» ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ
     [16] Ούτε βέβαια νομίζω πως εμείς θα παθαίναμε τίποτα, κι αν πολεμούσαμε πάλι εναντίον των Θηβαίων για τον Ωρωπό ή για κάποια άλλη διαφορά που έχουμε μ' αυτούς.
     Γιατί πιστεύω ότι θα μας βοηθούσαν, αυτοί που βοηθούν συνήθως εμάς ή εκείνους (οι σύμμαχοι), αν κάποιος εισβάλει στη χώρα μας ή στη χώρα τους, δε θ' ακολουθούσαν όμως σε μια εκστρατεία ούτε τον ένα ούτε τον άλλο. Γιατί έτσι γίνονται οι συμμαχίες και γι' αυτές θ' άξιζε να φροντίσει κανείς και το πράγμα έτσι είναι από τη φύση του.
     [17] Ο καθένας δηλαδή (σύμμαχος) δεν είναι στον ίδιο βαθμό ευνοϊκός ούτε σ' εμάς ούτε στους Θηβαίους, ώστε να εξασφαλίζουμε τη σωτηρία μας και να εξουσιάζουμε τους άλλους. Αλλά, ενώ όλοι θέλουν τη σωτηρία τους για το συμφέρον τους, κανείς δε θ' ανεχόταν να τον εξουσιάζουν οι άλλοι, ώστε να υπάρχουν δυνάστες (εξουσιαστές). Ποιο πράγμα λοιπόν θεωρώ φοβερό και από τι πρέπει να προφυλαχτούμε; Μήπως λάβει κοινή πρόφαση και κοινή αιτία αντεγκλήσεων για όλους (τους Έλληνες) ο πόλεμος που πρόκειται να γίνει.
    [18]  Γιατί, αν από τη μια οι Αργείοι και οι Μεσσήνιοι και οι Μεγαλοπολίτες και μερικοί από τους υπόλοιπους Πελοποννησίους, όσοι έχουν τα ίδια φρονήματα μ' αυτούς, θα νιώθουν έχθρα για μας, επειδή είμαστε σε διαπραγματεύσεις για ειρήνη με τους Λακεδαιμονίους και (γιατί) δίνουμε την εντύπωση ότι αποδεχόμαστε μερικές ενέργειές τους, κι από την άλλη (αν) οι Θηβαίοι, καθώς λένε, μας μισούν και θα μας μισήσουν πιο πολύ στο μέλλον, επειδή παρέχουμε πολιτικό άσυλο στους εξόριστους από την πόλη τους και με κάθε τρόπο δείχνουμε έμπρακτα την έχθρα μας γι' αυτούς, κι οι Θεσσαλοί εξάλλου, (μας μισούν) επειδή δεχόμαστε τους εξόριστους Φωκείς και, τέλος, ο Φίλιππος (μας μισεί), γιατί τον εμποδίζουμε να συμμετέχει στην αμφικτυονία, τότε φοβάμαι μήπως όλοι αυτοί, οργιζόμενος ο καθένας για τα δικά του συμφέροντα, κηρύξουν εναντίον μας κοινό πόλεμο καλυπτόμενοι πίσω από τις αποφάσεις των Αμφικτυόνων. Κι έπειτα (φοβάμαι μήπως) παρασυρθεί ο καθένας τους, πέρα από τα συμφέροντά τους, να πολεμήσει εναντίον μας όπως ακριβώς συνέβη με τους Φωκείς.

Μετάφρ. Γ.Π. Μανουσόπουλος

 

 

 

ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ TOΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΚΑΙ TOΥ ΛΑΟΥ

Η πολιτική είναι έργο του λαού, συγκεντρωμένου στην εκκλησία. Ο Δημοσθένης δεν έπαψε να επαναλαμβάνει: αυτό που καταστρέφει την πολιτική είναι ότι ο λαός υποτάσσεται στους δημαγωγούς που τον κολακεύουν. Και εδώ ακόμα η ιδέα δεν ήταν καινούργια. Ο Δημοσθένης όμως της έδωσε νέα ζωή. Μπόρεσε να δείξει την ελευθερία του λόγου αποδιωγμένη από το βήμα, το λαό να διασκεδάζει ενθαρρύνοντας ἀνθρώπους μισθωτούς... λέγειν και σιγά σιγά να χάνει την κυριαρχία του1: πρότερον μὲν γάρ... κατὰ συμμορίας εἰσεφέρετε, νυνί δὲ πολιτεύεσθε κατὰ συμμορίας, ῥήτωρ ἡγεμὼν ἑκατέρων, καὶ στρατηγὸς ὑπὸ τούτῳ καὶ οἱ βοησόμενοι, οἱ τριακόσιοι, οἱ δ' ἄλλοι προσνενέμησθε οἱ μὲν ὡς τούτους, οἱ δ' ὡς ἐκείνους. Ο λαός έχει περιέλθει σε κατάσταση υπηρέτη, εξαρτήματος (= ἐν ὑπηρέτου καὶ προσθήκης μέρει), έχει δαμασθεί και έγινε υποχείριος των δημαγωγών (= τιθασεύουσι χειροήθεις αὑτοῖς ποιοῦντες). Τέλος συγκρατείται από την δική του έλλειψη θελήσεως: ακολουθεί τον κατήφορο της λιγότερης προσπάθειας. Έτσι νηφαλιότητα και θέληση ενεργείας του διαφεύγουν μαζί.
Όλα αυτά ο Δημοσθένης τα λέει στον λαό με πικρή αυστηρότητα: θεωρεί πράγματι τον ρήτορα, δηλ. τον πολιτικό άνδρα, ως επιφορτισμένο με καθήκοντα: να λέει την αλήθεια στο λαό είναι το πρώτο· να είναι αφοσιωμένος στην πόλη είναι ένα άλλο καθώς επίσης και να γνωρίζει, να προαισθάνεται, να προβλέπει τα πράγματα από την αρχή τους και τέλος να μην αποφεύγει τις υποχρεώσεις που είναι για τον ρήτορα σαν του στρατιώτη στο πόστο του.
Για το λαό και για τους πολιτικούς άνδρες συνεπώς οι αξίες πρέπει να αποκατασταθούν. Και ως προς αυτό ο Δημοσθένης είναι πράγματι ένας «παιδαγωγός του λαού» (W. Jaeger). Οι αποκαταστημένες αξίες με τη σειρά τους θα ξαναπροσδώσουν το γόητρο που είχε η Αθήνα στο παρελθόν και που ο Δημοσθένης ποτέ δεν έπαψε να πιστεύει στην δυνατότητα επιστροφής του. Η Αθήνα των χρόνων των Μηδικών πολέμων είναι εκείνη που θα ήθελε να ξαναβρεί - με τον Φίλιππο στο ρόλο του βασιλιά της Περσίας. Θα ήθελε τη δόξα της, τα πρωτεία της, τη λάμψη της. Και η σταθερή αντίθεση, ανάμεσα σ' αυτό το μεγαλείο που έπρεπε να ανακτηθεί και στην αθλιότητα του παρόντος, εξηγεί τον χαρακτήρα του επείγοντος και της έντασης που είναι ακριβώς ιδιάζων στη ρητορική του. Όλα τα μέσα της ρητορικής μπαίνουν στην υπηρεσία αυτής της σκέψης, της ίδιας πάντοτε.

(Jacqueline de Romilly, Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία, Εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1988, σσ. 185-186)

 

ΤΟ ΥΦΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ

Η ευγλωττία του Δημοσθένη προϋποθέτει λοιπόν μια συμπυκνωμένη πείρα των μέσων της ρητορικής τέχνης. Όμως αυτά τα μέσα έχουν εδώ συγχωνευθεί σε μια εσωτερική ορμή, στην οποία η σημασία του στρατευμένου αγώνα δίνει όλη της την αξία: το ύφος του Δημοσθένη αντιστοιχεί στον καθολικό και γεμάτο πάθος χαρακτήρα της στράτευσής του. Στην πραγματικότητα η κορυφή αυτή της αθηναϊκής ρητορείας συγχέεται με την κρίση, στην οποία έμελλε να καταποντισθεί η ανεξαρτησία της πόλεως. Και μόνο φαινομενικά είναι παράδοξο, ότι το αθηναϊκό πατριωτικό ιδεώδες βρίσκει για μας την πιο θερμή του έκφραση τη στιγμή που διεξάγει μάταια τον έσχατο αγώνα του.

(Jacqueline de Romilly, ό.π. σ. 188)

 

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ -
Η ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΗΘΩΝ

Ο Δημοσθένης γνώρισε τη μοίρα όλων εκείνων που με πάθος ταυτίζονται με μια υπόθεση. Ενόσω ζούσε επαινέθηκε αλλά και σύρθηκε στη λάσπη, πράγμα που εξακολουθεί να συμβαίνει εικοσιπέντε αιώνες αργότερα, όταν κρίνεται χωρίς νηφαλιότητα. Μερικοί ζήτησαν να αποδείξουν ότι δεν ήταν παρά ένας πουλημένος. Καταδικάζεται η τύφλωση της πολιτικής του, που βασιζόταν σ' έναν πατριωτισμό περιορισμένο στην πόλη και ήταν ανίκανη να σταθμίσει τις νέες δυνάμεις που εμφανίζονταν (και που ο Ισοκράτης προαισθανόταν) ή ακόμα αντίστροφα γίνεται σύμβολο κάθε είδους αντίστασης και ανεξαρτησίας. Χαρακτηριστικό για τη δόξα του: ακόμα γράφουν γι' αυτόν με αφορμή την επικαιρότητα.
Όμως πέρα από τις αντικειμενικές καταστάσεις και τις προσωπικές επιλογές, είναι σαφές, ότι η ευγλωττία του Δημοσθένη θεμελιώνεται πάνω σε ορισμένες στέρεες και ακλόνητες ιδέες που αφορούν στον ηθικό και στον πολιτικό τομέα.
Ο Δημοσθένης ήταν δημοκρατικός. Αλλ' ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο θεωρούσε ότι το αληθινό φάρμακο για όλα τα πιθανά δεινά ήταν η ενίσχυση των δημοκρατικών ηθών. Γι' αυτό απαιτεί δύο πράγματα: τον σεβασμό του νόμου και τη θέληση από τον λαό να αναλάβει τις ευ­θύνες του.

(Jacqueline de Romilly, ό.π. σ. 184)

 

Η ΑΞΙΑ TOΥ ΛΟΓΟΥ TOΥ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΥΠΕΡ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΤΩΝ

Ἂν εἶναι σωστὸ ὅτι τὸ πρόγραμμα ποὺ ἀκολουθοῦσε τὸ κόμμα τοῦ Εὔβουλου ὑποστήριζε τὴν ἀρχὴ τῆς μὴ ἐπέμβασης, τότε θὰ πρέπει νὰ συμπεράνουμε πὼς ὁ Δημοσθένης, ἤδη ἀπὸ αὐτὴ τὴ δημηγορία, δὲν ἔχει βέβαια ἔρθει ἀκόμη σὲ ρήξη μὲ τὸν Εὔβουλο, ὁπωσδήποτε ὅμως ἔχει διαλέξει δικό του δρόμο. Αὐτὸ θὰ ἦταν καὶ ἡ αἰτία ποὺ δὲν κατάφερε τότε νὰ ἐπιβάλει τὴν ἀποψή του. Ἡ ἀπόφαση ποὺ ἔσπρωχνε τοὺς Ἀθηναίους νὰ πάρουν, τοὺς φαινόταν πὼς θὰ εἶχε ὑπερβολικὰ βαριὲς συνέπειες, ἡ λογική του εἶχε ὑπερβολικὴ ὀξύτητα καὶ τὸ κῦρος τοῦ νέου ἄνδρα δὲν εἶχε ἀκόμη ἀρκετὰ μεγάλη ἐπιρροή, ὅσο προσεκτικὰ καὶ ἂν ἄκουαν ἤδη οἱ Ἀθηναῖοι τὰ ἐπιχειρήματἀ του. Ἔτσι ἔπεσαν σὲ ἕνα βαρὺ σφάλμα, ποὺ ποτὲ δὲ θὰ μποροῦσαν νὰ ἐπανορθώσουν. Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνας δεύτερος λόγος ποὺ ἀνεβάζει τὴν ἀξία τῆς δημηγορίας. Ἐμεῖς οἱ μεταγενέστεροι βέβαια μόνο μικρὸ ἐνδιαφέρον μπορεῖ νὰ ἔχουμε γιὰ τὰ ἴδια τά ἱστορικὰ συμβάντα, ποὺ ἀναφέρονται ἐκεῖ μέσα. Ἀλλὰ τὰ συμβάντα αὐτὰ κέντρισαν τὸν Δημοσθένη νὰ κάνει μιὰ νοητικὴ ἐργασία ποὺ ἡ ἀξία της παραμένει, ὅταν, ξεκινώντας ἀπὸ τὸ συγκεκριμένο περιστατικό, ἀναπτύσσει γενικὰ πολιτικὰ διδάγματα. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἡ δημηγορία ἔγινε γιὰ τοὺς μεταγενέστερους ἕνα σχολεῖο ἀνώτερου πολιτικοῦ στοχασμοῦ καὶ μὲ τὴ μεταφορὰ τῶν θεμελιακῶν ἰδεῶν της στὰ μεγαλύτερα σύγχρονα ἀνάλογα προβλήματα ἐπηρέασε ἀποφασιστικὰ τὴν πολιτικὴ τῆς Εὐρώπης στὰ νεώτερα χρόνια. Γενικά, θὰ φανέρωνε ἔλλειψη ὀξυδέρκειας, ἂν ὑποτιμοῦσε κανεὶς τὴν ἑλληνικὴ ἱστορία, ἐπειδὴ διαδραματίζεται σὲ μικρῆς κλίμακας ὑποθέσεις. Οἱ τοπικὲς καὶ ἀριθμητικὲς διαστάσεις δὲν ἔχουν ποτὲ ἀποφασιστικὴ σημασία. Ἡ σημασία βρίσκεται στὴ δύναμη, μὲ τὴν ὁποία ὁ βίος γίνεται βίωμα, καὶ στὸ βάθος τῶν διαπιστώσεων ποὺ τὸ ἱστορικὸ συμβὰν ξυπνᾶ στὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ ὃμως λίγα ὑπάρχουν ποὺ μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὴν ἑλληνικὴ ἱστορία.

Werner Jaeger, Δημοσθένης,
Διαμόρφωση και εξέλιξη της Πολιτικής του,
Μ.I.E.Τ., Αθήνα 1979

 

 

Χάρτης της Β '
Χάρτης της Β ' Αθηναϊκής Συμμαχίας (Εκδ. Αθηνών Γ1)

1. «γιατί στο παρελθόν πληρώνατε τους φόρους κατά συμμορίες, τώρα όμως πολιτεύεσθε κατά συμμορίες. Αρχηγός κάθε μιας είναι ο ρήτωρ και κάτω από αυτόν ο στρατηγός και για να επιδοκιμάσουν τον καθένα από τους δυο οι τριακόσιοι. Οι υπόλοιποι μοιράζεστε άλλοι με αυτούς άλλοι με εκείνους» (Περὶ Συντ., 20=Ολυνθ. Β', 29).

 

ΚείμενοΕικόνα

ΙΣΟΚΡΑΤΟΥΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ
[115] (λγ'.) Καὶ μὴν οὐδὲ τὴν παροῦσαν εἰρήνην, οὐδὲ τὴν αὐτονομίαν τὴν ἐν ταῖς πολιτείαις μὲν οὐκ ἐνοῦσαν, ἐν δὲ ταῖς συνθήκαις ἀναγεγραμμένην, ἄξιον ἑλέσθαι μᾶλλον ἢ τὴν ἀρχὴν τὴν ἡμετέραν. τίς γὰρ ἂν τοιαύτης καταστάσεως ἐπιθυμήσειεν, ἐν ᾗ καταποντισταὶ μὲν τὴν θάλατταν κατέχουσι, πελτασταὶ δὲ τὰς πόλεις καταλαμβάνουσιν, [116] ἀντὶ δὲ τοῦ πρὸς ἑτέρους περὶ τῆς χώρας πολεμεῖν ἐντὸς τείχους οἱ πολῖται πρὸς ἀλλήλους μάχονται, πλείους δὲ πόλεις αἰχμάλωτοι γεγόνασιν ἢ πρὶν τὴν εἰρήνην ἡμᾶς ποιήσασθαι, διὰ δὲ τὴν πυκνότητα τῶν μεταβολῶν ἀθυμοτέρως διάγουσιν οἱ τὰς πόλεις οἰκοῦντες τῶν ταῖς φυγαῖς ἐζημιωμένων· οἱ μὲν γὰρ τὸ μέλλον δεδίασιν, οἱ δ᾽ ἀεὶ κατιέναι προσδοκῶσιν. [118] τοσοῦτον δ᾽ ἀπέχουσιν τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς αὐτονομίας, ὥσθ᾽ αἱ μὲν ὑπὸ τυράννοις εἰσί, τὰς δ᾽ ἁρμοσταὶ κατέχουσιν, ἔνιαι δ᾽ ἀνάστατοι γεγόνασιν, τῶν δ᾽ οἱ βάρβαροι δεσπόται καθεστήκασιν·

 

Ψήφισμα της Εκκλησίας   Ψήφισμα της Εκκλησίας του Δήμου για τη συμμαχία μεταξύ Αθήνας και Κέρκυρας. Στο ανάγλυφο παριστάνεται η Αθηνά, μια γυναικεία μορφή (προσωποποίηση της Κέρκυρας) και καθιστός ένας γενειοφόρος άνδρας (προσωποποίηση του Αθηναϊκού Δήμου). (Εκδοτ. Αθηνών Γ1)

 

 

μετάφρασηΕικόνα


 
  [Ο Ισοκράτης εδώ υπεραμύνεται της Αθηναϊκής ηγεμονίας]
  Και πράγματι ούτε την τωρινή ειρήνη ούτε την αυτονομία που είναι γραμμένη βέβαια στις συνθήκες, αλλά δεν υπάρχει ουσιαστικά στα πολιτεύματα, αξίζει να προτιμήσουν οι Έλληνες από τη δική μας ηγεμονία. Γιατί ποιος είναι δυνατόν να επιθυμήσει τέτοια κατάσταση, στην οποία πειρατές είναι κύριοι της θάλασσας, άτακτος στρατός καταλαμβάνει τις πόλεις και οι πολίτες, αντί να πολεμούν εναντίον ξένων προς υπεράσπιση της χώρας τους, έχουν εσωτερικές διαμάχες· και περισσότερες πόλεις έχουν κυριευτεί διά της βίας μετά τη σύναψη ειρήνης, ενώ εξαιτίας των συχνών πολιτικών μεταβολών ζουν με μεγαλύτερη αγωνία αυτοί που κατοικούν στις πόλεις παρά εκείνοι που έχουν τιμωρηθεί με εξορία· γιατί οι πρώτοι φοβούνται το μέλλον, ενώ οι άλλοι τρέφουν ελπίδες ότι κάποτε θα γυρίσουν στην πατρίδα τους. Τόσο μάλιστα απέχουν οι πόλεις από την ελευθερία και την αυτονομία, ώστε άλλες βρίσκονται υπό τυραννικό καθεστώς, άλλες τις εξουσιάζουν ξένοι διοικητές, μερικές έχουν καταστραφεί και σ' άλλες έχουν γίνει κύριοι οι βάρβαροι.
  Μετάφρ. Ν.Ι. Μπονόβας

 

Ψήφισμα Τιμητικό ψήφισμα των Αθηναίων σε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τους Σαμίους. Στην ανάγλυφη παράσταση η Αθηνά και η Ήρα (προστάτιδες των δύο πόλεων) σε μια χειραψία φιλίας. (Εκδ. Αθηνών Γ1)

 

 

 

 

 

 

 

ΚείμενοΕικόνα

ΠΕΡΙ ΕΙΡΗΝΗΣ
1. Εὐριπίδου Κρεσφόντου (απ. 453 Ν.2).

ΧΟΡ. Εἰρήνη βαθύπλουτε καὶ
καλλίστα μακάρων θεῶν,
ζῆλός μοι σέθεν ὡς χρονίζεις.
δέδοικα δὲ μὴ πρὶν πόνοις
ὑπερβάλῃ με γῆρας,
πρὶν σὰν χαρίεσσαν προσιδεῖν ὥραν
καὶ καλλιχόρους ἀοιδὰς
φιλοστεφάνους τε κώμους
ἴθι μοι, πότνα, πόλιν.
Τὰν δ' ἐχθρὰν στάσιν εἶργ' ἀπ' οἴ-
κων τὰν μαινομέναν τ' ἔριν
θηκτῷ τερπομέναν σιδάρῳ.

 

2. Ἀριστοφάνους Γεωργῶν (απ. 109 Κ.).

Εἰρήνη βαθύπλουτε καὶ ζευγάριον βοεικόν,
εἰ γὰρ ἐμοὶ παυσαμένῳ τοῦ πολέμου γένοιτο
σκάψαι κἀποκλάσαι καὶ λουσαμένῳ διελκύσαι
τῆς τρυγὸς ἄρτον λιπαρὸν και ῥάφανον φέροντι.

 

μετάφρασηΕικόνα


 

(=σχετικά με την ειρήνη)

1. ΧΟΡ. Ειρήνη μου βαθύπλουτη και πιο όμορφη
απ' όλους τους μακάριους θεούς,
σε λαχταρώ, που τόσο αργείς!
Φοβάμαιμήπως με τους κόπους
με καταβάλουν τα γερατειά,
προτού δω νιάτα χαριτωμένα,
τραγούδια σ' όμορφους χορούς,
γλέντια με στεφανωμένους γλεντοκόπους.
Έλα, σεβαστή, στην πόλη μου.
Διώξε απ' τα σπίτια μας τη μισητή
εμφύλια διαμάχη και τη μανιασμένη φιλονικία,
που χαίρεται με τ' ακονισμένο μαχαίρι της.

 

 

2. Ειρήνη μου βαθύπλουτη και βοϊδοζεύγαρό μου,
μακάρι να σταματούσε ο πόλεμος και να μπορούσα
να σκάψω, να κλαδέψω τ' αμπέλια, να λουστώ
και να τραβήξω μούστο έχοντας αφράτο ψωμί και
ρεπανάκι.
Στοβαίος (εκδ. Κάκτος)
(Μετάφραση Θ. Μαυρόπουλος)

 

 

 

 

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ TOΥ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΕΙΟ ΠΑΓΟ

 
Στην προ του Δράκοντος «ἀρχαίαν πολιτείαν».
 
«Τὰ μὲν οὖν περὶ τὰς ἀρχὰς τοῦτον εἶχε τὸν τρόπον. Ἡ δὲ τῶν Ἀρεοπαγιτῶν βουλὴ τὴν μὲν τάξιν εἶχε τοῦ διατηρεῖν τοὺς νόμους, διῴκει δὲ τὰ πλεῖστα καὶ τὰ μέγιστα τῶν ἐν τῇ πόλει, καὶ κολάζουσα καὶ ζημιοῦσα πάντας τοὺς ἀκοσμοῦντας κυρίως. Ἡ γὰρ αἵρεσις τῶν ἀρχόντων ἀριστίνδην καὶ πλουτίνδην ἦν, ἐξ ὧν οἱ Ἀρεοπαγῖται καθίσταντο· διὸ καὶ μόνη τῶν ἀρχῶν αὕτη μεμένηκε διὰ βίου καὶ νῦν.

Ἡ μὲν οὖν πρώτη πολιτεία ταύτην εἶχε τὴν ὑπογραφήν.» (Ἀθ. Πολ. 3, 6).

 

[Η διοικητική λοιπόν οργάνωση ήταν τέτοια. Η δε βουλή των Αρεοπαγιτών είχε ως καθήκον να φροντίζει για την τήρηση των νόμων, και συγκέντρωνε στα χέρια της τις περισσότερες και σημαντικότερες εξουσίες στην πόλη, έχοντας το απόλυτο δικαίωμα να τιμωρήσει και να επιβάλει πρόστιμο σ όλους όσοι παρεκτρέπονταν. Διότι η εκλογή των αρχόντων γινόταν βάσει της αριστοκρατικής καταγωγής και του πλούτου, και απ' αυτούς αναδεικνύονταν οι Αρεοπαγίτες· γι' αυτό και είναι το μόνο αξίωμα που παραμένει ισόβιο μέχρι και σήμερα.
Αυτή ήταν λοιπόν η μορφή του πρωταρχικού πολιτεύματος σε γενικές γραμμές.]

 

Επί Σόλωνος.
 

«...τὴν δὲ τῶν Ἀρεοπαγιτῶν ἔταξεν ἐπὶ τὸ νομοφυλακεῖν, ὥσπερ ὑπῆρχεν καὶ πρότερον ἐπίσκοπος οὖσα τῆς πολιτείας, καὶ τά τε ἄλλα τὰ πλεῖστα καὶ τὰ μέγιστα τῶν πολιτ<ικ>ῶν διετήρει, καὶ τοὺς ἁμαρτάνοντας ηὔθυνεν κυρία οὖσα καὶ ζημιοῦν καὶ κολάζειν, καὶ τὰς ἐκτίσεις ἀνέφερεν εἰς πόλιν, οὐκ ἐπιγράφουσα τὴν πρόφασιν δι᾽ ὃ [τὸ ἐ]κτ[ίν]εσθαι, καὶ τοὺς ἐπὶ καταλύσει τοῦ δήμου συνισταμένους ἔκρινεν, Σόλωνος θέντος νόμον εἰσαγγελίας περὶ αὐτῶν.» (Ἀθ. Πολ. 8, 4).

[... η δε βουλή των Αρεοπαγιτών ορίσθηκε (από τον Σόλωνα) να φροντίζει για την τήρηση των νόμων –όπως και πρωτύτερα, που ήταν επόπτης του πολιτεύματος–, είχε υπό την επιτήρηση της τις περισσότερες και τις σημαντικότερες δημόσιες υποθέσεις, τιμωρούσε όσους υπέπιπταν σε σφάλμα έχοντας απόλυτη εξουσία κολασμού και επιβολής προστίμων, ανακοίνωνε δημόσια τα πρόστιμα χωρίς να αναγράφει την αιτία για την οποία είχαν επιβληθεί, και δίκαζε όσους συνωμοτούσαν για την κατάλυση της δημοκρατίας, βάσει νόμου περί δημόσιας καταγγελίας τους που είχε θεσπίσει ο Σόλων.]

 

Μετά τα Μηδικά.
 

«μετὰ δὲ τὰ Μηδικὰ πάλιν ἴσχυσεν ἡ ἐν Ἀρείῳ πάγῳ βουλὴ καὶ διῴκει τὴν πόλιν, οὐδενὶ δόγματι λαβοῦσα τὴν ἡγεμονίαν, ἀλλὰ διὰ τὸ γενέσθαι τῆς περὶ Σαλαμῖνα ναυμαχίας αἰτία. Tῶν γὰρ στρατηγῶν ἐξαπορησάντων τοῖς πράγμασι καὶ κηρυξάντων σῴζειν ἕκαστον ἑαυτόν, πορίσασα δραχμὰς ἑκάστῳ ὀκτὼ διέδωκε καὶ ἐνεβίβασεν εἰς τὰς ναῦς. Διὰ ταύτην δὴ τὴν αἰτίαν παρεχώρουν αὐτῆς τῷ ἀξιώματι, καὶ ἐπολιτεύθησαν Ἀθηναῖοι καλῶς [[καὶ]] κατὰ τούτους τοὺς καιρούς.» (Ἀθ. Πολ. 23, 1).

[μετά δε τα Μηδικά η βουλή του Αρείου πάγου απέκτησε και πάλι δύναμη και κυβερνούσε την πόλη, όχι επειδή πήρε την εξουσία με κάποια επίσημη απόφαση, αλλά λόγω του ότι η ναυμαχία της Σαλαμίνας οφειλόταν σε δικές της ενέργειες. Διότι, ενώ οι στρατηγοί δεν ήξεραν τι να κάνουν και έβγαλαν διάγγελμα να φροντίσει ο καθένας για την ατομική του σωτηρία, η βουλή του Αρείου πάγου, αφού εξασφάλισε για τον καθένα οχτώ δραχμές, τους τις μοίρασε και τους επιβίβασε στα πλοία. Γι' αυτόν τον λόγο λοιπόν οι Αθηναίοι υποτάσσονταν στην εξουσία του Αρείου πάγου και ακολουθούσαν ορθό σύστημα διακυβέρνησης κατ' εκείνη την περίοδο.]

 

Επί Εφιάλτου.
 
«Ἔτη δὲ ἑπτακαίδεκα μάλιστα μετὰ τὰ Μηδικὰ διέμεινεν ἡ πολιτεία προεστώτων τῶν Ἀρεοπαγιτῶν, καίπερ ὑποφερομένη κατὰ μικρόν. Αὐξανομένου δὲ τοῦ πλήθους, γενόμενος τοῦ δήμου προστάτης Ἐφιάλτης ὁ Σοφωνίδου, δοκῶν καὶ ἀδωροδόκητος εἶναι καὶ δίκαιος πρὸς τὴν πολιτείαν, ἐπέθετο τῇ βουλῇ. Καὶ πρῶτον μὲν ἀνεῖλεν πολλοὺς τῶν Ἀρεοπαγιτῶν, ἀγῶνας ἐπιφέρων περὶ τῶν διῳκημένων· ἔπειτα τῆς βουλῆς ἐπὶ Κόνωνος ἄρχοντος ἅπαντα περιείλετο τὰ ἐπίθετα δι᾽ ὧν ἦν ἡ τῆς πολιτείας φυλακή, καὶ τὰ μὲν τοῖς πεντακοσίοις, τὰ δὲ τῷ δήμῳ καὶ τοῖς δικαστηρίοις ἀπέδωκεν. Ἒπραξε δὲ ταῦτα συναιτίου γενομένου Θεμιστοκλέους, ὃς ἦν μὲν τῶν Ἀρεοπαγιτῶν, ἔμελλε δὲ κρίνεσθαι μηδισμοῦ. Βουλόμενος δὲ καταλυθῆναι τὴν βουλὴν ὁ Θεμιστοκλῆς πρὸς μὲν τὸν Ἐφιάλτην ἔλεγεν ὅτι συναρπάζειν αὐτὸν ἡ βουλὴ μέλλει, πρὸς δὲ τοὺς Ἀρεοπαγίτας, ὅτι δείξει τινὰς συνισταμένους ἐπὶ καταλύσει τῆς πολιτείας. Ἀγαγὼν δὲ τοὺς αἱρεθέντας τῆς βουλῆς οὗ διέτριβεν ὁ Ἐφιάλτης, ἵνα δείξῃ τοὺς ἀθροιζομένους, διελέγετο μετὰ σπουδῆς αὐτοῖς. Ὁ δ᾽ Ἐφιάλτης ὡς εἶδεν καταπλαγεὶς, καθίζει μονοχίτων ἐπὶ τὸν βωμόν. Θαυμασάντων δὲ πάντων τὸ γεγονός, καὶ μετὰ ταῦτα συναθροισθείσης τῆς βουλῆς τῶν πεντακοσίων, κατηγόρουν τῶν Ἀρεοπαγιτῶν ὅ τ᾽ Ἐφιάλτης καὶ <ὁ> Θεμιστοκλῆς, καὶ πάλιν ἐν τῷ δήμῳ τὸν αὐτὸν τρόπον, ἕως περιείλοντο αὐτῶν τὴν δύναμιν. Καὶ... ἀνῃρέθη δὲ καὶ ὁ Ἐφιάλτης δολοφονηθεὶς μετ᾽ οὐ πολὺν χρόνον δι᾽ Ἀριστοδίκου τοῦ Ταναγραίου.

Ἡ μὲν οὖν τῶν Ἀρεοπαγιτῶν βουλὴ τοῦτον τὸν τρόπον ἀπεστερήθη τῆς ἐπιμελείας.» (Ἀθ. Πολ. 25, 1 κ.ε.).

 

[Επί δεκαεφτά περίπου χρόνια παρέμεναν οι Αρεοπαγίτες επικεφαλής του πολιτεύματος, αν και σιγά-σιγά η εξουσία τους φθειρόταν. Με την αύξηση όμως της δύναμης του λαού, ο Εφιάλτης, ο γιος του Σοφωνίδου, ο οποίος θεωρούνταν αδωροδόκητος και νομιμόφρων απέναντι στο πολιτικό σύστημα, αφού έγινε αρχηγός του δήμου, επιτέθηκε εναντίον της βουλής. Και κατά πρώτον θανάτωσε πολλούς από τους Αρεοπαγίτες προκαλώντας εναντίον τους δίκες οι οποίες είχαν ως αντικείμενο την εκ μέρους τους διαχείριση των κοινών. Έπειτα, επί άρχοντος Κόνωνος, αφαίρεσε όλες τις εξουσίες που είχε οικειοποιηθεί η βουλή και βάσει των οποίων επιτηρούνταν το πολίτευμα, και άλλες τις απέδωσε στους Πεντακοσίους, άλλες στην Εκκλησία του Δήμου, και άλλες στα δικαστήρια. Και αυτά τα έκανε με τη συνεργασία του Θεμιστοκλή ο οποίος ήταν μεν Αρεοπαγίτης, αλλά επρόκειτο να δικασθεί με την κατηγορία του μηδισμού. Επειδή δε ο Θεμιστοκλής ήθελε να καταλυθεί η εξουσία της βουλής, στον μεν Εφιάλτη έλεγε ότι η βουλή σκοπεύει να τον συλλάβει, στους δε Αρεοπαγίτες ότι θα τους φανερώσει, κάποιους που συνωμοτούσαν για την κατάλυση του πολιτεύματος. Κι αφού οδήγησε τα μέλη της βουλής που είχαν εκλεγεί στο μέρος που έμενε ο Εφιάλτης, για να τους δείξει τους συνωμότες, συζητούσε μαζί τους ζωηρά. Ο δε Εφιάλτης, μόλις τους είδε, κατεφεύγει τρομαγμένος ως ικέτης στον βωμό, φορώντας μόνο τον χιτώνα. Κι αφού όλοι εξεπλάγησαν με το γεγονός και συγκλήθηκε μετά απ' αυτά η Βουλή των Πεντακοσίων, κατηγορούσαν τους Αρεοπαγίτες και ο Εφιάλτης και ο Θεμιστοκλής, και πάλι ενώπιον του δήμου κατά τον ίδιο τρόπο, μέχρι που τους αφαίρεσαν τη δύναμη. [...] Και μετά από λίγον καιρό σκοτώθηκε ο Εφιάλτης, δολοφονημένος από τον Αριστόδικο τον Ταναγραίο.
Η βουλή λοιπόν των Αρεοπαγιτών με αυτόν τον τρόπο έχασε την ανώτατη εποπτεία του πολιτεύματος.]

 

Επί Περικλέους.

 «Μετὰ δὲ ταῦτα πρὸς τὸ δημαγωγεῖν ἐλθόντος Περικλέους καὶ πρῶτον εὐδοκιμήσαντος ὅτε κατηγόρησε τὰς εὐθύνας Κίμωνος στρατηγοῦντος νέος ὤν, δημοτικωτέραν ἔτι συνέβη γενέσθαι τὴν πολιτείαν· καὶ γὰρ τῶν Ἀρεοπαγιτῶν ἔνια παρείλετο καὶ μάλιστα προύτρεψεν τὴν πόλιν ἐπὶ τὴν ναυτικὴν δύναμιν, ἐξ ἧς συνέβη θαρρήσαντας τοὺς πολλοὺς ἅπασαν τὴν πολιτείαν μᾶλλον ἄγειν εἰς αὑτούς.» (Ἀθ. Πολ. 27, 1).

[Μετά δε απ' αυτά, όταν ο Περικλής αναμείχθηκε στην πολιτική και διακρίθηκε για πρώτη φορά, σε νεαρή ηλικία, όταν αμφισβήτησε τη λογοδοσία του Κίμωνος για τις πράξεις του ως στρατηγού, το πολίτευμα έγινε ακόμα πιο δημοκρατικό. Καθ' όσον απέσπασε από τους Αρεοπαγίτες ορισμένες αρμοδιότητες και προ πάντων προέτρεψε την πόλη να αποκτήσει ναυτική δύναμη, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να πάρει θάρρος ο λαός και να συγκεντρώσει σταδιακά όλη την πολιτική εξουσία στα χέρια του.]

 

Επί των Τριάκοντα.
 

«Τὸ μὲν οὖν πρῶτον μέτριοι τοῖς πολίταις ἦσαν καὶ προσεποιοῦντο διοικεῖν τὴν πάτριον πολιτείαν, καὶ τούς τ᾽ Ἐφιάλτου καὶ Ἀρχεστράτου νόμους τοὺς περὶ τῶν Ἀρεοπαγιτῶν καθεῖλον ἐξ Ἀρείου πάγου […] Ἐπεὶ δὲ τὴν πόλιν ἐγκρατέστερον ἔσχον, οὐδενὸς ἀπείχοντο τῶν πολιτῶν, ἀλλ᾽ ἀπέκτειναν τοὺς καὶ ταῖς οὐσίαις καὶ τῷ γένει καὶ τοῖς ἀξιώμασιν προέχοντας...» (Ἀθ. Πολ. 35, 2-4).

[Στην αρχή λοιπόν συμπεριφέρονταν (οι Τριάκοντα) με μετριοπάθεια στους πολίτες, προσποιούνταν ότι ακολουθούν το πατροπαράδοτο πολίτευμα, και κατήργησαν τους νόμους του Εφιάλτου και του Αρχεστράτου, τους σχετικούς με τους Αρεοπαγίτες [...] Μόλις όμως στερέωσαν την πολιτική τους εξουσία, δεν λογάριαζαν κανέναν απ' τους πολίτες, αλλά θανάτωναν κι όσους ξεχώριζαν για την περιουσία, την ευγενή καταγωγή ή τα αξιώματά τους...]

Μετάφραση Χ. Δάλκος

 

Απόσπασμα από τις Νεφέλες του Αριστοφάνους (στ. 961 - 972 και 990 - 995) στο οποίο ο Δίκαιος λόγος αναφέρεται στην παλαιά παιδεία. Η συγγένεια των αριστοφανικών απόψεων προς αυτές του Ισοκράτους είναι προφανής:

Δείξω τοίνυν τὴν ἀρχαίαν παιδείαν ὡς διέκειτο,
ὅτ᾽ ἐγὼ τὰ δίκαια λέγων ἤνθουν καὶ σωφροσύνη ᾽νενόμιστο.
Πρῶτον μὲν ἔδει παιδὸς φωνὴν γρύξαντος μηδέν᾽ ἀκοῦσαι·
εἶτα βαδίζειν ἐν ταῖσιν ὁδοῖς εὐτάκτως εἰς κιθαριστοῦ
τοὺς κωμήτας γυμνοὺς ἀθρόους, κεἰ κριμνώδη κατανείφοι.
Εἶτ᾽ αὖ προμαθεῖν ᾆσμ᾽ ἐδίδασκεν τὼ μηρὼ μὴ ξυνέχοντας,
ἢ Παλλάδα περσέπολιν δεινάν ἢ τηλέπορόν τι βόαμα,
ἐντειναμένους τὴν ἁρμονίαν, ἣν οἱ πατέρες παρέδωκαν.
Εἰ δέ τις αὐτῶν βωμολοχεύσαιτ᾽ ἢ κάμψειέν τινα καμπήν,
οἵας οἱ νῦν τὰς κατὰ Φρῦνιν ταύτας τὰς δυσκολοκάμπτους,
ἐπετρίβετο τυπτόμενος πολλὰς ὡς τὰς Μούσας ἀφανίζων.
........................................................................................................
Πρὸς ταῦτ᾽, ὦ μειράκιον, θαρρῶν ἐμὲ τὸν κρείττω λόγον αἱροῦ·
κἀπιστήσει μισεῖν ἀγορὰν καὶ βαλανείων ἀπέχεσθαι,
καὶ τοῖς αἰσχροῖς αἰσχύνεσθαι, κἂν σκώπτῃ τίς σε φλέγεσθαι·
καὶ τῶν θάκων τοῖς πρεσβυτέροις ὑπανίστασθαι προσιοῦσιν,
καὶ μὴ περὶ τοὺς σαυτοῦ γονέας σκαιουργεῖν, ἄλλο τε μηδὲν
αἰσχρὸν ποιεῖν, ὅτι τῆς αἰδοῦς μέλλει τἄγαλμ᾽ ἀναπλήσειν·

[Θά ξηγήσω μέ ποιές ἀρετές μεγαλώναν,
οἱ προγόνοι μας, ὅταν ἐγώ τούς δασκάλευα
καί στήν πόλην ἀνθοῦσε ἡ τιμή καί τό δίκιο.
Τά μικρά δέν ἐκάνανε γρῦ καί μουλώναν,
καί στό δρόμο πήγαιναν μέ τάξη στό δάσκαλο
χέρι χέρι, γυμνά, καλοκαίρι χειμώνα,
γειτονοπούλα πλῆθος νά μάθουν κιθάρα.
Καί καθόντουσαν χάμου, μεριά τεντωμένα,
Μέ τόν ὕμνο ἀρχινούσανε τῆς Ἀθηνᾶς
«Ὦ Παλλάδα λεβέντισσα, καστροχαλάστρα»
κι ἄλλα τέτοια βροντόλαλα πολεμοτράγουδα
μέ τήν πιό σοβαρήν ἁρμονία τῶν πατέρων.
Κι ἄν κανένας τολμούσε νά πεῖ βρωμοτράγουδα
ή νά κάνει τσακίσματα δυσκολογύριστα
τοῦ συρμοῦ, σάν τοῦ Φρύνη, τίς ἔτρωγε χύμα,
γιά νά μήν ἀτιμάζει τίς Μοῦσες, ὁ μάγκας·
...........................................................................
..................................... Καί γιά τοῦτο, καλόπαιδο,
παραδόσου σέ μένα, τό Δίκαιο τό Λόγο.
Ἀγορά καί λουτρά νά μισεῖς θά σέ μάθω
κι ἄν κανείς σέ πειράζει, θά παίρνεις φωτιά
κι ἅμα κάθεσαι κάπου καί γέροι περνοῦνε,
θά σηκώνεσαι ὀρθός. Θά τιμᾶς τούς γονιούς σου
καί ποτέ δέ θά κάνεις ξετσίπωτη πράξη
νά λεκιάζεις τό φῶς τῆς Αἰδοῦς, πό χεις μέσα σου.]

(Μεταφορά στη νέα μας γλώσσα: Κώστα Βάρναλη, εκδ. Κέδρος, β' έκδοση).