Ιστορία (Α΄ Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)
1. Ο Ελληνισμός της Δύσης
Στο διάστημα δύο αιώνων (8ος-6ος αι. π.Χ.) οι Έλληνες εξαπλώθηκαν στον Εύξεινο Πόντο και στη Μεσόγειο. Ίδρυσαν μεγάλο αριθμό αποικιών και ήρθαν σε επαφή με τους γηγενείς πληθυσμούς. Οι εγκαταστάσεις που δημιούργησαν αποτέλεσαν νέες ανεξάρτητες πόλεις-κράτη και όχι προεκτάσεις των μητροπόλεων.
Οι Έλληνες της Δύσης διατήρησαν τις πολιτιστικές επαφές με τη μητροπολιτική Ελλάδα, ιδιαίτερα μέσω των πανελληνίων ιερών ωστόσο, διαμόρφωσαν κοινωνικοοικονομικές συνθήκες ζωής διαφορετικές από τις μητροπόλεις τους.
Τα χαρακτηριστικά των ελληνικών κρατών της Δύσης προσδιορίστηκαν κυρίως από τη γεωγραφική θέση, την οικονομική κατάσταση και τις σχέσεις τους με τους λαούς της δυτικής Μεσογείου.
Το πολιτικό καθεστώς που επικράτησε στα περισσότερα κράτη της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας από τις πρώτες δεκαετίες του 5ου αι. π.Χ. ήταν η τυραννίδα. Αρκετές μικρές πόλεις υποτάχθηκαν στις μεγαλύτερες προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία μεγάλων κρατικών σχηματισμών, όπως συνέβη με τις Συρακούσες.
Οι ελληνικές πόλεις της Δύσης βαθμιαία αλλά σταθερά εξελίχθηκαν σε κέντρα τον ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ο Ελληνισμός της Δύσης επηρέασε αλλά και δέχτηκε ως ένα βαθμό επιρροές από τους λαούς με τους οποίους ήρθε σε επαφή.

1.1 Οικονομική, κοινωνική και πολιτική οργάνωση των αποίκων

Οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν στη Μεγάλη Ελλάδα - όπως ονόμασαν την Κάτω Ιταλία - στη Σικελία, και σε άλλες περιοχές της δυτικής Μεσογείου ίδρυσαν πόλεις ανεξάρτητες από τις μητροπόλεις που οργανώθηκαν εξαρχής ως κράτη.
Η ίδρυση των περισσότερων αποικιών οφειλόταν σε οικονομικούς λόγους. Οι άποικοι εγκατέλειψαν τις μητέρες-πόλεις αναζητώντας περιοχές προς εγκατάσταση που θα τους παρείχαν μέσα οικονομικής ανάπτυξης, όπως ήταν η ενασχόληση με τη γεωργία ή το εμπόριο. Η αναζήτηση καλλιεργήσιμων εκτάσεων ή επίκαιρων θέσεων, που διευκόλυναν το εμπόριο πρώτων υλών και κυρίως μετάλλων, αποτέλεσαν τους καθοριστικούς παράγοντες εξάπλωσης των Ελλήνων στην Κάτω Ιταλία, στη Σικελία και ακόμα δυτικότερα στη νότια Γαλλία και την Ιβηρική χερσόνησο.
Τα οικονομικά προβλήματα των αποίκων ήταν πολύ λιγότερα από εκείνα των πολιτών της μητροπολιτικής Ελλάδας. Η ίδρυση μιας νέας πόλης δεν μπορούσε να νοηθεί χωρίς την εξασφάλιση καλλιεργήσιμης γης για εκείνους που την είχαν στερηθεί στη μητέρα-πόλη. Δεν είναι τυχαίο ότι πρωταρχική μέριμνα του οικιστή, δηλαδή του αρχηγού της αποστολής, ήταν η διανομή των γαιών. Αυτό βέβαια δεν απέκλειε την περίπτωση της ενασχόλησης των

αποίκων με το εμπόριο, ιδιαίτερα όταν η θέση της πόλης τους το ευνοούσε. Και αυτό σημαίνει ότι στο χώρο των αποικιών διαμορφώθηκε «αστική» τάξη*, δίπλα στους λίγους γόνους αριστοκρατικών οικογενειών που είχαν βρεθεί στις αποικίες κυρίως εξαιτίας πολιτικών διενέξεων. Οι γηγενείς πληθυσμοί παρείχαν φτηνά εργατικά χέρια που διευκόλυναν την ανάπτυξη της δουλείας και συνέβαλλαν παράλληλα στην εξέλιξη της βιοτεχνίας1.
Οι σχέσεις με τους γηγενείς και οι συγκρούσεις με τους Καρχηδόνιους ήταν ένας από τους παράγοντες που προσδιόρισαν την πολιτική οργάνωση των αποικιών της Σικελίας από τον 5ο αι. π.Χ. μέχρι και την επικράτηση των Ρωμαίων.
Με την υποταγή των μικρότερων πόλεων στις μεγαλύτερες, τη μετακίνηση πληθυσμών και την πολιτογράφηση μισθοφόρων δημιουργήθηκαν μεγαλύτεροι κρατικοί σχηματισμοί από εκείνον της πόλης-κράτους οι οποίοι περιελάμβαναν πολλές πόλεις. Το πολίτευμα διακυβέρνησης αυτών των μεγάλων σε έκταση κρατών ήταν κυρίως η τυραννίδα. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του κράτους των Συρακουσών.
Οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στις αποικίες ήταν εκείνες που συνετέλεσαν ώστε να επικρατήσουν εκεί αριστοκρατικά και τυραννικά καθεστώτα.

Οι ελληνικές αποικίες της Σικελίας

Οι ελληνικές αποικίες της Σικελίας

1. Η ίδρυση και η οργάνωση μιας ιδιότυπης αποικίας στις Λιπάρες νήσους

Διάλεξαν ως αρχηγούς τους τους συγγενείς του Πεντάθλου Γόργο, Θέστορα και Επιθερσίδη και έπλεαν πίσω μέσω του Τυρρηνικού πελάγους. Όταν όμως έπιασαν στη Λιπάρα και βρήκαν εκεί φιλική υποδοχή, πείσθηκαν να εγκατασταθούν στη Λιπάρα μαζί με τους εγχώριους, καθώς όσοι είχαν απομείνει από την αποικία που είχε ιδρύσει ο Αίολος δεν ήταν πάνω από πεντακόσιοι. Αργότερα, επειδή καταπονούνταν από τους Ετρούσκους πειρατές, κατασκεύασαν στόλο και χωρίστηκαν σε δύο μέρη: οι μισοί καλλιεργούσαν τα νησιά τα οποία είχαν κάνει κοινή ιδιοκτησία όλων, ενώ οι άλλοι μισοί πολεμούσαν εναντίον των πειρατών και αφού έκαναν τις περιουσίες τους κοινή ιδιοκτησία, εφάρμοσαν το σύστημα των συσσιτίων και έζησαν κάμποσο καιρό με αυτόν τον κοινοτικό τρόπο. Αργότερα μοίρασαν μεταξύ τους τη νήσο Λιπάρα, όπου ήταν και η πόλη τους, αλλά τα άλλα νησιά τα καλλιεργούσαν από κοινού. Τέλος μοίρασαν μεταξύ τους όλα τα νησιά για μια περίοδο είκοσι ετών και τα ξαναμοιράζουν με κλήρο, όταν περάσει αυτό το χρονικό διάστημα. Ύστερα απ' αυτά ενίκησαν τους Ετρούσκους σε πολλές ναυμαχίες και από τα λάφυρα πολλές φορές έκαναν αξιόλογες αφιερώσεις της «δεκάτης» στους Δελφούς.

Διόδωρος Σικελιώτης, V, 9 μετ. Τ. Κουκουλιού, Austin Μ.Μ., Vidal-Naquet P., Οικονομία και κοινωνία στην αρχαία Ελλάδα, εκδ. Δαίδαλος.