Αντόνιο Ματσάδο, «Το φονικό έγινε στη Γρανάδα»
I
Το φονικό
Τον είδαν, προχωρώντας ανάμεσα στα τουφέκια,
από ένα δρόμο μακρύ,
να βγαίνει στο κρύο χωράφι,
της έναστρης, ακόμη, αυγής.
Σκότωσαν το Φεδερίκο
με το γλυκοχάραμα.
Το απόσπασμα των φονιάδων
δεν τόλμησε να τον κοιτάξει καταπρόσωπο.
Όλοι κλείσαν τα μάτια τους·
προσεύχονταν: μήτε ο Θεός σε γλιτώνει!
Ο Φεδερίκο σωριάστηκε νεκρός.
—αίμα στο μέτωπο και μολύβι στα σπλάχνα—
… όταν έγινε το φονικό στη Γρανάδα
ξέρετε —καημένη Γρανάδα!— στη Γρανάδα του…
ΙΙ
Ο ποιητής και ο θάνατος
Τον είδαν να προχωρεί μόνο μ' Εκείνον
χωρίς να σκιάζεται απ' το δρεπάνι του.
Κιόλας ο ήλιος από πύργο σε πύργο· τα σφυριά
πάνω στ' αμόνι — αμόνια κι αμόνια μες στα σιδεράδικα.
Μιλούσε ο Φεδερίκο,
και χαριεντίζονταν με το θάνατο. Εκείνος πρόσεχε.
«Σύντροφε, επειδή χτες μέσα στο στίχο μου
ακούστηκε ο χτύπος της ξερής σου παλάμης,
κι έδωσες την παγωνιά στο τραγούδι μου, και την κόψη
του ασημένιου σου δρεπανιού στην τραγωδία μου,
θα σου τραγουδήσω τη σάρκα που δεν έχεις,
τα μάτια που σου λείπουν,
τα μαλλιά σου που τα 'παιζε ο άνεμος,
τα κόκκινα χείλη που σ' τα φίλησαν…
Σήμερα όπως χτες, γύφτε μου, θάνατε,
τί όμορφα να ήμασταν μαζί,
σ' αυτούς τους αγέρηδες της Γρανάδας, της Γρανάδας μου».
ΙΙΙ
Τον είδαν να προχωρεί…
φτιάξετε, φίλοι,
από πέτρα και όνειρο, στην Αλάμπρα,
ένα τύμβο για τον ποιητή,
πάνω από μια βρύση που θρηνεί το νερό,
κι αδιάκοπα λέει:
το φονικό έγινε στη Γρανάδα, στη Γρανάδα του!
[πηγή: Κλείτος Κύρου, Ξένες Φωνές, Κέδρος, Αθήνα 1979, σ. 155-156]