T.S. Eliot, «Δυσκολίες πολιτευομένου»
ΔΗΛΩΣΕ τί να δηλώσω;
Χορτάρι όλ' η σάρκα: και μαζί
Οι Εταίροι του Λουτρού, οι Ιππότες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, οι Ιππείς,
Ω Ιππείς! της Λεγεώνος της Τιμής,
Του Τάγματος του Μέλανος Αετού (1ης και 2ας τάξεως),
Και του Τάγματος του Ανατέλλοντος Ηλίου.
Δήλωσε δήλωσε τί να δηλώσω;
Σαν πρώτο πράγμα θάπρεπε να φτιάξω τις επιτροπές:
Τα γνωμοδοτικά συμβούλια, τις διαρκείς επιτροπές, τις εξεταστικές επιτροπές, τις υποεπιτροπές.
Ένας γραμματέας φτάνει γι' αρκετές επιτροπές.
Τί να δηλώσω;
Ο Arthur Edward Cyril Parker, διορισμένος τηλεφωνητής,
Παίρνει λίρα μια και δέκα τη βδομάδα και κάθε χρόνο αύξηση πέντε σελίνια
Μέχρι δυο και δέκα λίρες τη βδομάδα· σελίνια δώρο τα Χριστούγεννα τριάντα
Και μια βδομάδα άδεια το χρόνο.
Ορίστηκε επιτροπή για να προτείνει διορισμό μηχανικών
Που θα εξετάσουν τ' Αποθέματα Νερού.
Ορίστηκε επιτροπή
Για τα Δημόσια Έργα, με στόχο κύριο το ξαναχτίσιμο των οχυρών.
Ορίστηκε επιτροπή
Που θα συναντηθεί με μιαν επιτροπή των Βόλσκων
Να συζητήσουν την αιώνια ειρήνη: οι οπλουργοί κι οι σιδεράδες
Φτιάξανε μια κοινή επιτροπή να διαμαρτυρηθεί που πέσαν οι δουλειές.
Οι φρουροί στο μεταξύ ρίχνουν στα σύνορα ζαριές
Κι οι βάτραχοι (Ω Μαντουανέ) κοάζουνε στους βάλτους.
Κωλοφωτιές φεγγίζουν μπροστά από αστραπές διάχυτες, αχνές
Τί να δηλώσω;
Μητέρα μητέρα
Νά κι η σειρά των οικογενειακών πορτραίτων, φουσκωμένα στήθη, όλοι τους δείχνουν εκπληκτικά Ρωμαίοι,
Εκπληκτικά μοιάζουνε μεταξύ τους, καθώς φωτίζονται διαδοχικά από το φέγγος
Του πυρσού κάποιου κάθιδρου, που χασμουριέται.
Ω κρυμμένη κάτω από… Κρυμμένη κάτω από… Όπου, για μια στιγμή,
σφάλισε κι αναπαύτηκε το πόδι του περιστεριού,
Μια στιγμή ακίνητη, ανάπαψη μεσημεριού, κάτω απ' τα ψηλά κλωνάρια
του πιο βαθύσκιωτου μεσημεριάτικου δέντρου
Κάτω απ' τα πούπουλα του στήθους του που ανέμιζαν στου δειλινού την αύρα
Εκεί ανοίγει το κυκλάμινο φτερά, εκεί γέρνει στο περβάζι η κληματσίδα,
Ω μητέρα (όχι ανάμεσα σε τούτα τα πορτραίτα, όλα καλοβαλμένα)
Εγώ, ένα κεφάλι αποσταμένο, ανάμεσα σε τούτα τα κεφάλια
Με τράχηλους γερούς να τα βαστούν
Μύτες γερές να σκίζουν τον αγέρα
Μητέρα
Δε θα γινόταν άραγε κάποια στιγμή, σχεδόν αυτή, να ήμασταν μαζί
Αν οι θυσίες, οι σπονδές, οι προσευχές, οι προσφορές,
Τώρα θα εκπληρωθούν
Δε θα γινόταν άραγε
Ω κρυμμένη
Κρυμμένη στη γαλήνη του μεσημεριού, στη σιγαλή με τους αχούς της νύχτας.
Έλα μ' ένα χάιδεμα φτερού μικρής νυχτερίδας, μ' ένα σπίθισμα ελάχιστο λαμπυρίδας ή κωλοφωτιάς,
«Σηκώνονται και πέφτουν, στεφανωμένα σκόνη», τα ελάχιστα πλάσματα,
Τα ελάχιστα πλάσματα τη νύχτα σιγοψιθυρίζουνε μέσ' απ' τη σκόνη.
Ω μητέρα
Τί να δηλώσω;
Απαιτούμε μια επιτροπή, μια αντιπροσωπευτική επιτροπή, μια επιτροπή ερεύνης
ΠΑΡΑΙΤΗΣΟΥ ΠΑΡΑΙΤΗΣΟΥ ΠΑΡΑΙΤΗΣΟΥ
[πηγή: Τα ποιήματα 1909-1962 (δίγλωσση έκδοση), μτφ. Λέανδρος Κ. Βάτακας, Εξάντας, Αθήνα 1994, σ. 236-239]