Αρχές Οικονομικής Θεωρίας (Γ΄ Γενικού Λυκείου - Σπουδών Οικονομίας & Πληροφορικής)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

1. Εισαγωγή

Σε προηγούμενο κεφάλαιο γνωρίσαμε την έννοια της αγοράς. Υπάρχουν διάφορα κριτήρια με τα οποία διακρίνουμε τις μορφές της. Ένα κριτήριο είναι το είδος του εμπορεύματος που διακινείται. Για παράδειγμα έχουμε αγορά τροφίμων, αγορά ποτών, αγορά ετοίμων ενδυμάτων, αγορά συναλλάγματος κτλ. Ένα άλλο είναι ο βαθμός ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων ενός κλάδου, πού εξαρτάται από τον αριθμό των επιχειρήσεων και από την ομοιογένεια του προϊόντος που παράγουν και διαθέτουν. Με βάση το κριτήριο αυτό οι μορφές αγοράς που εξετάζονται σ' αυτό το κεφάλαιο είναι: Ο πλήρης (ή τέλειος) ανταγωνισμός, το μονοπώλιο, το ολιγοπώλιο και ο μονοπωλιακός ανταγωνισμός.

Κάθε επιχείρηση, ανάλογα με τη μορφή αγοράς στην οποία ανήκει το προϊόν που παράγει, διαμορφώνει και αντίστοιχη συμπεριφορά σχετικά με: (i) Την ποσότητα του προϊόντος που θα παράγει, (ii) την τιμή στην οποία θα προσφέρει την ποσότητα αυτή και (iii) τις άλλες ενέργειες που θα κάνει για να αυξήσει το κέρδος της.

Επισημαίνεται ότι πάντα αναφερόμαστε σε μια ιδεατή επιχείρηση που, ενώ έχει διαφορές με όλες τις πραγματικές επιχειρήσεις, συνδυάζει όλα τα κοινά τους στοιχεία και έτσι γίνεται η αντιπροσωπευτική του κλάδου.

2. Πλήρης (ή τέλειος) ανταγωνισμός

Η αγορά ενός προϊόντος θεωρείται πλήρως ανταγωνιστική, όταν έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

α. Υπάρχει μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που παράγουν το προϊόν.

β. Το προϊόν όλων των επιχειρήσεων είναι ομοιογενές.

γ. Υπάρχει ελευθερία εισόδου και εξόδου των επιχειρήσεων στον κλάδο παραγωγής

Ας δούμε πιο αναλυτικά τη σημασία αυτών των χαρακτηριστικών.

α) Όταν λέμε μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που παράγουν το προϊόν, εννοούμε ότι η κάθε μια επιχείρηση χωριστά δεν μπορεί με τις ενέργειές της να επηρεάσει την τιμή του προϊόντος. Η τιμή του προϊόντος καθορίζεται στην αγορά από τις δυνάμεις της προσφοράς και της ζήτησης και είναι δεδομένη για την επιχείρηση. Ο βασικός λόγος που ισχύει αυτό είναι ότι η ποσότητα προϊόντος που παράγει κάθε επιχείρηση είναι ένα ελάχιστο μέρος της συνολικής παραγωγής και προσφοράς όλων των επιχειρήσεων του κλάδου. Επομένως αύξηση ή μείωση της προσφοράς από έναν παραγωγό δεν έχει καμιά ουσιαστική επίδραση στην αγοραία προσφορά του προϊόντος και δεν μεταβάλλει την τιμή του. Επίσης δε συμφέρει τον μεμονωμένο παραγωγό να διαθέτει το προϊόν του σε τιμή διαφορετική από την τιμή που έχει διαμορφωθεί στην αγορά γιατί, αν προσφέρει σε μεγαλύτερη τιμή, οι αγοραστές μπορούν να βρουν το ίδιο προϊόν φτηνότερο στην αγορά, ενώ, αν το προσφέρει σε μικρότερη τιμή, θα μειωθούν τα έσοδά του

Το διάγραμμα 6.0 δείχνει το σχηματισμό της τιμής ενός προϊόντος στην αγορά από την αγοραία προσφορά (συνολική προσφορά όλων των επιχειρήσεων του κλάδου) και την αγοραία ζήτηση, ενώ για τη μεμονωμένη επιχείρηση η τιμή αυτή είναι δεδομένη, με συνέπεια

η επιχείρηση να μπορεί να προσφέρει στην τιμή αυτή οποιαδήποτε ποσότητα είναι σε θέση να παράγει.

Στον πλήρη ανταγωνισμό για κάθε επιχείρηση χωριστά η τιμή είναι δεδομένη και αυτή που προσδιορίζεται στην αγορά από τις δυνάμεις προσφοράς και ζήτησης.

pic61

Διάγραμμα 6.0. Καμπύλες ζήτησης του κλάδου και της επιχείρησης

β) Το προϊόν που προσφέρεται από όλες τις επιχειρήσεις είναι ομοιογενές. Οι καταναλωτές θεωρούν ότι όλες οι παραγόμενες και προσφερόμενες μονάδες προϊόντος από τις επιχειρήσεις του κλάδου είναι ίδιες.

γ) Είναι ελεύθερη η είσοδος και η έξοδος των επιχειρήσεων στον κλάδο παραγωγής του προϊόντος. Αυτό σημαίνει εξασφάλιση του ανταγωνισμού, μεταβολές στην αγοραία προσφορά και, συνεπώς, στην τιμή του προϊόντος και τα κέρδη των επιχειρήσεων. Όταν ένας κλάδος παραγωγής εμφανίζει μεγάλα κέρδη, τότε και νέες επιχειρήσεις μπορούν να παράγουν το προϊόν, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η αγοραία προσφορά και να μειώνεται η τιμή του. Αντίθετα, όταν σε ένα κλάδο υπάρχουν ζημιές, κάποιες επιχειρήσεις σταματούν την παραγωγή του προϊόντος, με. αποτέλεσμα να μειώνεται η προσφορά και να αυξάνεται η τιμή του.

Πρέπει να επισημάνουμε ότι ο πλήρης ανταγωνισμός είναι μια μορφή αγοράς που πολύ δύσκολα τη συναντάμε στην πραγματικότητα. Οι συνθήκες παραγωγής και διάθεσης ενός προϊόντος είναι διαφορετικές για κάθε επιχείρηση, όπως επίσης είναι δύσκολο για τον καταναλωτή να μην επηρεαστεί σχετικά με την ομοιογένεια του προϊόντος και από άλλα στοιχεία, για παράδειγμα, από τον τόπο παραγωγής για τα γεωργικά προϊόντα. Η μελέτη του όμως μας επιτρέπει να κατανοήσουμε ευκολότερα διάφορα οικονομικά φαινόμενα, όπως για παράδειγμα τη θεωρία των τιμών. Εξάλλου ο πλήρης ανταγωνισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέτρο σύγκρισης με τις υπάρχουσες συνθήκες μιας πραγματικής αγοράς. Ως αγορά πλήρους ανταγωνισμού μπορούμε να θεωρήσουμε το χρηματιστήριο και ορισμένα αγροτικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα σιτάρι, ρύζι, καλαμπόκι.

3. Έσοδα, Κόστος και Ισορροπία της Επιχείρησης στον πλήρη ανταγωνισμό

(i) Έσοδα της επιχείρησης

Συνολικά έσοδα (total revenue) μιας επιχείρησης είναι οι συνολικές εισπράξεις της από την πώληση ορισμένης ποσότητας ενός προϊόντος. Το συνολικό έσοδο (TR) υπολογίζεται από το γινόμενο της τιμής (Ρ) επί την ποσότητα (Q):

TR = P · Q (1)

Η παραπάνω συνάρτηση μπορεί να παρασταθεί γραφικά. Εφόσον στον τέλειο ανταγωνισμό η τιμή είναι δεδομένη για την επιχείρηση, το συνολικό έσοδο εξαρτάται μόνον από την πωλούμενη ποσότητα (Q). Επομένως, η συνάρτηση (1) είναι ευθεία γραμμή και διέρχεται από την αρχή των αξόνων [διάγραμμα 6.1].

Αν διαιρέσουμε το συνολικό έσοδο με την πωλούμενη ποσότητα, βρίσκουμε το μέσο έσοδο (AR) (average revenue), δηλαδή το έσοδο ανά μονάδα προϊόντος που πωλείται:

pic62

Το επιπλέον έσοδο από την πώληση μιας επιπλέον μονάδας προϊόντος ονομάζεται οριακό έσοδο (marginal revenue ή MR) και υπολογίζεται από το λόγο της μεταβολής του συνολικού εσόδου προς τη μεταβολή της πωλούμενης ποσότητας:

pic63

Στον τέλειο ανταγωνισμό το μέσο έσοδο και το οριακό έσοδο είναι σταθερά και ίσα με την τιμή:

pic64

Μπορούμε να μελετήσουμε ης μεταβολές των εσόδων μιας επιχείρησης με τα δεδομένα του πίνακα 6.1. Η πρώτη στήλη δείχνει τις ποσότητες του προϊόντος που διαθέτει η επιχείρηση στην αγορά. Η δεύτερη στήλη δείχνει την τιμή κάθε μονάδας προϊόντος. Επειδή η επιχείρηση λειτουργεί σε πλήρη ανταγωνισμό, η τιμή είναι δεδομένη και θεωρούμε ότι στην τιμή αυτή η επιχείρηση μπορεί να πωλήσει όλη την ποσότητα που παράγει. Η τιμή στο παράδειγμα είναι 20 ευρώ. Όλοι οι υπολογισμοί έγιναν με τη χρησιμοποίηση των τύπων (1), (2) και (3).

Διευκρινίζεται ότι σε άλλες μορφές αγοράς δεν ισχύουν οι υπολογισμοί του πίνακα 6.1 (πίν. 6.1 στην επόμενη σελίδα).

Πίνακας 6.1. Παράδειγμα υπολογισμού συνολικού μέσου και οριακού εσόδου

Μονάδες
Προϊόντος
Q
Τιμή
Μονάδας
Ρ
Συνολικό
Έσοδο
TR = Ρ · Q
Μέσο
Έσοδο
AR
Οριακό
Έσοδο
MR
0 20 0 20 20
1 20 20 20 20
2 20 40 20 20
3 20 60 20 20
4 20 80 20 20
5 20 100 20 20
6 20 120 20 20
7 20 140 20 20
8 20 160 20 20
9 20 180 20 20
10 20 200 20 20

Με βάση τα δεδομένα του πίνακα μπορούμε να δούμε τις σχέσεις (1 ),(2) και (3) στο διάγραμμα 6.1. Τα σημεία της ευθείας TR δείχνουν το συνολικό έσοδο της επιχείρησης για την αντίστοιχη ποσότητα προϊόντος. Η κλίση της ευθείας TR είναι η τιμή του προϊόντος. Η ευθεία P=AR=MR είναι παράλληλη στον άξονα των ποσοτήτων και δείχνει ότι η τιμή παραμένει σταθερή για την επιχείρηση, ανεξάρτητα από την ποσότητα του προϊόντος που διαθέτει στην αγορά.

pic65

Διάγραμμα 6.1. Οι καμπύλες συνολικού, μέσου και οριακού εσόδου

(ii) To κόστος της επιχείρησης

Συνολικό κόστος της επιχείρησης που παράγει ένα προϊόν είναι όλα τα έξοδα που κάνει η επιχείρηση για την παραγωγή του. Στο συνολικό κόστος συμπεριλαμβάνονται όλες οι δαπάνες για την πληρωμή των παραγωγικών συντελεστών που μετέχουν στην παραγωγή, ακόμη και εκείνων που ανήκουν στην επιχείρηση ή στον επιχειρηματία. Για παράδειγμα, το συνολικό κόστος του παραγωγού ντομάτας περιλαμβάνει όλες τις δαπάνες για σπόρο, λιπάσματα, νερό, φυτοφάρμακα, αμοιβές εργατών κτλ καθώς επίσης τις δαπάνες για τη φθορά των μηχανημάτων, που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή, το ενοίκιο της γης, έστω κι αν αυτή ανήκει στον παραγωγό, και επιπλέον την αμοιβή της εργασίας του ίδιου του παραγωγού. Το ενοίκιο της γης και η αμοιβή για την εργασία του ίδιου του παραγωγού περιλαμβάνονται στο κόστος, επειδή ο ιδιοκτήτης θα μπορούσε να νοικιάζει τη γη του και να εισπράττει ενοίκιο, αν δεν τη χρησιμοποιούσε ο ίδιος για παραγωγή, καθώς και να εισπράττει αμοιβή εργαζόμενος αλλού.

Το αριθμητικό παράδειγμα του πίνακα 6.2 δείχνει τη σχέση μεταξύ κόστους και παραγόμενης ποσότητας. Η δεύτερη στήλη δείχνει το συνολικό κόστος για κάθε ποσότητα παραγωγής. Η τρίτη στήλη δείχνει το κόστος ανά μονάδα προϊόντος σε διαφορετικά επίπεδα (ποσότητες) παραγωγής. Η τέταρτη στήλη δείχνει το επιπλέον κόστος από την παραγωγή μιας επιπλέον μονάδας προϊόντος σε κάθε επίπεδο παραγωγής.

Πίνακας 6.2. Το κόστος της επιχείρησης

Ποσότητα
Προϊόντος
Συνολικό
Κόστος
TC
Μέσο
(συνολικό)
κόστος
pic66
Οριακό
κόστος
pic67
0 10 - -
1 35 35 25
2 53 26,5 18
3 67 22,3 14
4 77 19,25 10
5 85 17 8
6 95 15,8 10
7 110 15,7 15
8 128 16 18
9 153 17 25
10 183 18,3 30

Στο διάγραμμα 6.2.α. φαίνεται η καμπύλη του συνολικού και του σταθερού κόστους της επιχείρησης. Το συνολικό κόστος αυξάνεται, καθώς αυξάνεται η παραγόμενη ποσότητα προϊόντος, επειδή απαιτούνται μεγαλύτερες ποσότητες παραγωγικών συντελεστών.

Στο διάγραμμα 6.2.β. το μέσο (συνολικό) και το οριακό κόστος μειώνονται, καθώς αυξάνεται η παραγόμενη ποσότητα έως κάποιο επίπεδο παραγωγής και, όταν η παραγωγή υπερβεί το μέγεθος αυτό, αρχίζουν να αυξάνονται.

pic68

Διάγραμμα 6.2.α. Οι καμπύλες του συνολικού και σταθερού κόστους

pic69

Διάγραμμα 6.2.β. Οι καμπύλες οριακού και μέσου(συνολικού) κόστους

(iii) Οικονομικό αποτέλεσμα και θέση ισορροπίας της επιχείρησης

Με τον όρο οικονομικό αποτέλεσμα της επιχείρησης εννοούμε το κέρδος ή τη ζημιά που προκύπτει, αν από τα συνολικά έσοδα αφαιρέσουμε το συνολικό κόστος:

Κέρδος (Κ) = Συνολικά έσοδα - Συνολικό κόστος ή Κ = TR - TC

Αν η διαφορά μεταξύ των συνολικών εσόδων και του συνολικού κόστους είναι θετική, η επιχείρηση έχει κέρδος. Αν η διαφορά είναι αρνητική, η επιχείρηση έχει ζημιά. Το κέρδος της επιχείρησης μπορεί να υπολογιστεί και με άλλο τρόπο: Αν από το έσοδο ανά μονάδα προϊόντος, δηλαδή το μέσο έσοδο (AR), αφαιρέσουμε το κόστος ανά μονάδα προϊόντος, δηλαδή το μέσο συνολικό κόστος (ATC), βρίσκουμε το κέρδος ανά μονάδα προϊόντος. Το γινόμενο του ανά μονάδα προϊόντος κέρδους επί το συνολικό αριθμό των μονάδων που πωλούνται (Q) δίνει το κέρδος της επιχείρησης:

Κ = (AR - ATC) . Q.

Με τα δεδομένα των πινάκων 6.1 και 6.2 μπορούμε να κατασκευάσουμε τον πίνακα 6.3 και να υπολογίσουμε το οικονομικό αποτέλεσμα της επιχείρησης για κάθε επίπεδο (ποσότητα) παραγωγής.

Πίνακας 6.3. Το οικονομικό αποτέλεσμα της επιχείρησης

Μονάδες
Προϊόντος
Q
Συνολικά
Έσοδα
TR
Συνολικό
κόστος
TC
Κέρδος
Κ = TR.TC
0 0 10 -10
1 20 35 -15
2 40 53 -13
3 60 67 -7
4 80 77 3
5 100 85 15
6 120 95 25
7 140 110 30
8 160 128 32
9 180 153 27
10 200 183 17

Όπως φαίνεται στον πίνακα 6.3, όταν η επιχείρηση παράγει μια μονάδα προϊόντος, έχει ζημιά 15 ευρώ. Αν αυξήσει την παραγωγή της στις δύο μονάδες προϊόντος, μειώνει τη ζημιά στα 13 ευρώ. Η επιχείρηση αρχίζει να εμφανίζει κέρδος, όταν παράγει 4 μονάδες προϊόντος.

Αντικειμενικός σκοπός της επιχείρησης είναι το μέγιστο κέρδος. Στο παράδειγμα του πίνακα 6.3 αυτό επιτυγχάνεται, όταν η επιχείρηση παράγει 8 μονάδες προϊόντος και το κέρδος της γίνεται 32 ευρώ. Όσο χρονικό διάστημα η τιμή στην αγορά παραμένει σταθερή (20 ευρώ), συμφέρει την επιχείρηση να συνεχίσει να παράγει 8 μονάδες προϊόντος, γιατί μεγιστοποιεί το κέρδος της. Στην περίπτωση αυτή η επιχείρηση βρίσκεται σε θέση ισορροπίας.

Τη θέση ισορροπίας μπορούμε να εντοπίσουμε και στο διάγραμμα 6.3 που βασίζεται στα δεδομένα του πίνακα 6.3. Στο διάγραμμα αυτό παρατηρούμε τις καμπύλες του συνολικού εσόδου (TR) και του συνολικού κόστους (TC). Στο επίπεδο παραγωγής, όπου η ευθεία του συνολικού εσόδου βρίσκεται "κάτω" από την καμπύλη του συνολικού κόστους, η επιχείρηση έχει ζημιά. Στο επίπεδο παραγωγής, όπου οι δύο καμπύλες τέμνονται το κέρδος είναι μηδέν. Στα επίπεδα παραγωγής, όπου η ευθεία του συνολικού εσόδου βρίσκεται "πάνω" από την καμπύλη του συνολικού κόστους, η επιχείρηση έχει κέρδος. Το μέγιστο κέρδος της επιχείρησης είναι στο επίπεδο παραγωγής όπου η κατακόρυφη απόσταση μεταξύ των καμπυλών είναι η μεγαλύτερη και είναι η θέση ισορροπίας της επιχείρησης. Στο παράδειγμα η μεγαλύτερη απόσταση είναι η ΑΒ-32, που αντιστοιχεί σε παραγωγή 8 μονάδων προϊόντος και είναι, όπως είπαμε, η θέση ισορροπίας της επιχείρησης

pic610

Διάγραμμα 6.3. Ισορροπία της επιχείρησης, όταν η διαφορά TR-TC είναι μέγιστη.

Ας υποθέσουμε ότι η τιμή του προϊόντος στην αγορά μεταβάλλεται, για παράδειγμα, γίνεται 15 ευρώ. Για την επιχείρηση αυτό σημαίνει μείωση των συνολικών εσόδων και αλλαγή στη θέση ισορροπίας. Στον πίνακα 6.4 φαίνεται ότι η επιχείρηση θα έχει ζημία σε όλα τα επίπεδα παραγωγής. Σκοπός της επιχείρησης στην περίπτωση αυτή είναι η ελαχιστοποίηση της ζημιάς. Επομένως, η νέα θέση ισορροπίας επιτυγχάνεται όταν η παραγωγή είναι 7 μονάδες προϊόντος και η ζημία 5 ευρώ. Φυσικά μια επιχείρηση που έχει ζημιές δεν μπορεί να επιβιώσει μακροχρόνια. Αυτό όμως είναι δυνατό να συμβεί βραχυχρόνια, εφόσον η επιχείρηση καλύπτει το μεταβλητό κόστος και ένα μέρος του σταθερού κόστους. Στο διάγραμμα 6.4 η νέα καμπύλη συνολικών εσόδων είναι η TR1 με μικρότερη κλίση από τη TR. Η καμπύλη TR1 βρίσκεται "κάτω" από την καμπύλη του συνολικού κόστους, αφού η επιχείρηση παρουσιάζει ζημιά σε όλα τα επίπεδα παραγωγής. Η κατακόρυφη απόσταση μεταξύ των καμπυλών TC και TR1 δείχνει τη ζημιά της επιχείρησης στο αντίστοιχο επίπεδο παραγωγής. Επομένως, η νέα θέση ισορροπίας βρίσκεται εκεί που η απόσταση είναι η ελάχιστη. Στο παράδειγμα η ελάχιστη απόσταση είναι η ΓΔ = 5.

Πίνακας 6.4. Η επιχείρηση παρουσιάζει παντού ζημιά

Μονάδες
Προϊόντος
Q
Συνολικά
Έσοδα
TR
Συνολικό
κόστος
TC
Κέρδος
Κ = TR.TC
0 0 10 -10
1 15 35 -20
2 30 53 -23
3 45 67 -22
4 60 77 -17
5 75 85 -10
6 90 95 -5
7 105 110 -5
8 120 128 -8
9 135 153 -18
10 150 183 -33

pic611

Διάγραμμα 6.4 Ισορροπία της επιχείρησης ,όταν έχει ζημιά

(iv) Συνθήκη ισορροπίας της επιχείρησης

Στο προηγούμενο τμήμα προσδιορίσαμε τη θέση ισορροπίας της επιχείρησης βρίσκοντας την ποσότητα του προϊόντος που αποφέρει το μέγιστο κέρδος, μελετώντας τη συμπεριφορά του συνολικού εσόδου και του συνολικού κόστους. Ένας άλλος τρόπος προσδιορισμού της θέσης ισορροπίας είναι αυτός που εξετάζει τη συμπεριφορά του οριακού εσόδου (Μ R ) και του οριακού κόστους (Μ C ).

Έστω ότι η επιχείρηση παράγει μια συγκεκριμένη ποσότητα προϊόντος και φυσικά γνωρίζει το κόστος και τα έσοδά της για την ποσότητα αυτή. Πώς όμως θα αποφασίσει αν τη συμφέρει να παράγει μια επιπλέον μονάδα προϊόντος; Κριτήριο σε αυτήν την απόφαση είναι αν το επιπλέον έσοδο (οριακό έσοδο), που της επιφέρει η πρόσθετη μονάδα προϊόντος, είναι μεγαλύτερο από το επιπλέον έξοδο (οριακό κόστος), που θα δημιουργήσει η παραγωγή της. Η διαφορά μεταξύ οριακού εσόδου και οριακού κόστους είναι το κέρδος που αποφέρει η παραγωγή της επιπλέον μονάδας. Εφόσον το οριακό κόστος είναι μικρότερο από τό οριακό έσοδο, η επιχείρηση έχει κάθε λόγο να παράγει την επιπλέον μονάδα. Η επιχείρηση δεν έχει συμφέρον να αυξήσει την παραγωγή της, αν η επιπλέον μονάδα που θα παράγει έχει οριακό κόστος μεγαλύτερο από το οριακό έσοδο.

Για παράδειγμα ας πάρουμε τα δεδομένα των προηγούμενων πινάκων. Η τιμή του προϊόντος είναι 20 ευρώ, άρα και το οριακό έσοδο της επιχείρησης είναι 20 ευρώ. Στον πίνακα 6.5 μπορούμε να δούμε αν συμφέρει την επιχείρηση να προχωρήσει στην παραγωγή της επόμενης μονάδας προϊόντος. Το κέρδος από τη συνολική παραγωγή προκύπτει από το αλγεβρικό άθροισμα των διαφορών του οριακού εσόδου και του οριακού κόστους. Το συνολικό κέρδος της επιχείρησης για κάθε επίπεδο παραγωγής βρίσκεται, αν από το κέρδος της συνολικής παραγωγής αφαιρέσουμε το σταθερό κόστος, γιατί το σταθερό κόστος δε συμπεριλαμβάνεται στο οριακό κόστος.

Πίνακας 6.5.

Παραγόμενη
Ποσότητα
Οριακό
έσοδο
Οριακό
κόστος
Κέρδος από παραγωγή
μιας επιπλέον μονάδας
προϊόντος
Άθροισμα κερδών
από συνολική
παραγωγή
Σταθερό
κόστος
Συνολικό
κέρδος
1 20 25 -5 -5 10 -15
2 20 18 2 -3 10 -13
3 20 14 6 3 10 -7
4 20 10 10 13 10 3
5 20 8 12 25 10 15
6 20 10 10 35 10 25
7 20 15 5 40 10 30
8 20 18 2 42 10 32
9 20 25 -5 37 10 27
10 20 30 -10 27 10 17

Έστω ότι η επιχείρηση παράγει 7 μονάδες προϊόντος. Πώς θα αποφασίσει αν τη συμφέρει να παράγει 8 μονάδες; Από τον πίνακα 6.5 βλέπουμε ότι από την παραγωγή της 8ης μονάδας θα έχει έσοδα 20 ευρώ, ενώ θα της κοστίσει 18 ευρώ. Συνεπώς, θα της αυξήσει το κέρδος κατά 2 ευρώ και συμφέρει να την παράγει. Αντίθετα, από την παραγωγή της 9ης μονάδας θα έχει έσοδο 20 ευρώ, ενώ θα της κοστίσει 25 ευρώ. Συνεπώς θα της δημιουργήσει ζημιά 5 ευρώ και δε συμφέρει να την παράγει. Το διάγραμμα 6.5 δείχνει τις καμπύλες του οριακού εσόδου και του οριακού κόστους. Όταν η καμπύλη του οριακού κόστους είναι "κάτω" από την ευθεία του οριακού εσόδου, δηλαδή MC < MR, κάθε επιπλέον παραγόμενη μονάδα αυξάνει το κέρδος κατά τη διαφορά MR-MC. Όταν η καμπύλη του οριακού κόστους είναι "πάνω" από την ευθεία του οριακού εσόδου, δηλαδή MC > MR, κάθε επιπλέον παραγόμενη μονάδα ζημιώνει την επιχείρηση κατά τη διαφορά MR-MC.

Στα σημεία Α και Β όπου οι καμπύλες τέμνονται το οριακό κόστος είναι ίσο με οριακό έσοδο και η διαφορά MR-MC είναι μηδέν. Το σημείο Α βρίσκεται στο κατερχόμενο τμήμα της καμπύλης του οριακού κόστους και η επιχείρηση έχει μόνο ζημιά. Το σημείο Β βρίσκεται στο ανερχόμενο τμήμα της καμπύλης του οριακού κόστους, με αποτέλεσμα όλες οι προηγούμενες μονάδες προϊόντος στο τμήμα ΑΒ να φέρουν κέρδος στην επιχείρηση. Επομένως, η συνθήκη ισορροπίας της επιχείρησης προκύπτει από την ισότητα οριακού εσόδου και οριακού κόστους, όταν το οριακό κόστος ανέρχεται.

Σύμφωνα με τη συνθήκη ισορροπίας, στο παράδειγμα [διάγραμμα 6.5] η θέση ισορροπίας είναι ανάμεσα στην 8η και 9η μονάδα προϊόντος. Αν η μονάδα μέτρησης της ποσότητας του προϊόντος δεν υποδιαιρείται, τότε η θέση ισορροπίας είναι στην 8η μονάδα (Q=8), αφού στην 9η μονάδα (Q=9) το οριακό κόστος είναι μεγαλύτερο από το οριακό έσοδο. Μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα: Η επιχείρηση βρίσκει τη θέση ισορροπίας της, δηλαδή μεγιστοποιεί το κέρδος της (ή ελαχιστοποιεί τη ζημιά της), όταν φθάσει & εκείνο το μέγεθος παραγωγής, όπου το οριακό κόστος ανερχόμενο ισούται με το οριακό έσοδο, δηλαδήpic612

pic613

Διάγραμμα 6.5. Η θέση ισορροπίας της επιχείρησης, όταν MC=MR

4. Η καμπύλη προσφοράς της επιχείρησης στον πλήρη ανταγωνισμό

Η επιχείρηση στη βραχυχρόνια περίοδο έχει σταθερό και μεταβλητό κόστος. Στην περίπτωση που η επιχείρηση δεν παράγει καθόλου, έχει ζημιά ίση με το σταθερό κόστος. Για να παράγει η επιχείρηση θα πρέπει να καλύπτει οπωσδήποτε το μεταβλητό της κόστος. Αν με την παραγωγή της δεν το καλύπτει πλήρως, τότε η ζημιά της θα είναι μεγαλύτερη, δηλαδή θα είναι όσο το σταθερό κόστος και επιπλέον το μέρος του μεταβλητού κόστους που δεν καλύπτεται από τα έσοδα. Στην περίπτωση αυτή είναι προτιμότερο για την επιχείρηση να μην παράγει καθόλου, ώστε να περιορίζει τη ζημιά της μόνο στο σταθερό κόστος.

Στον πλήρη ανταγωνισμό το οριακό έσοδο της επιχείρησης είναι σταθερό και ίσο με την τιμή. Τα συνολικά έσοδα της επιχείρησης είναι το γινόμενο της τιμής επί την ποσότητα που παράγει και προσφέρει: TR=P · Q. Το μεταβλητό κόστος είναι (VC) είναι γινόμενο του μέσου μεταβλητού κόστους (AVC) επί την παραγόμενη ποσότητα Q: VC = AVC Q. Μπορούμε να διακρίνουμε τις εξής περιπτώσεις:

(α) Αν η τιμή είναι μικρότερη από το μέσο μεταβλητό κόστος: Ρ1 < AVC1.

Στην τιμή Ρ1 το οριακό έσοδο θα είναι MR1 = Ρ1 και, σύμφωνα με τη συνθήκη ισορροπίας (ισότητα οριακού εσόδου και οριακού κόστους), η παραγόμενη ποσότητα θα είναι Q1. [διάγραμμα 6.6.α], Τότε Ρ1 · Q1 < AVC1 Q1 δηλαδή TR1 < VC1 .Η επιχείρηση δεν καλύπτει το μεταβλητό κόστος και, επομένως, δεν τη συμφέρει να παράγει. Στο διάγραμμα 6.6.α το εμβαδόν του παραλληλόγραμμου [ΟΡ1 AQ1] παριστάνει τα έσοδα από την παραγωγή και πώληση Q1 μονάδων, ενώ το εμβαδόν [ΟΚ1 A'Q1 ] παριστάνει το μεταβλητό κόστος. Είναι φανερό ότι, αφού ΟΡ1 < ΟΚ1 ,το εμβαδόν [OP1 AQ1 ] < [ΟΚ1 A'Q1].

(β) Αν η τιμή είναι ίση με το μέσο μεταβλητό κόστος: P2=AVC2.

Στην τιμή Ρ2 το οριακό έσοδο θα είναι MR2 = Ρ2 και, σύμφωνα με τη συνθήκη ισορροπίας (MR2 = MC2), η παραγόμενη ποσότητα θα είναι Q2. [διάγραμμα 6.6.β]. Τότε Ρ2 · Q2 =AVC2 · Q2, δηλαδή TR2 < VC2. Η επιχείρηση καλύπτει ακριβώς, μόνο το μεταβλητό κόστος. Από τις ισότητες P2=AVC2, MR2 = Ρ2 και MR2 = MC2 προκύπτει ότι Ρ2 = MR2 = MC2 = AVC2. Γνωρίζουμε ότι το οριακό κόστος γίνεται ίσο με το μεταβλητό κόστος, όταν το μέσο μεταβλητό κόστος είναι ελάχιστο. Στο διάγραμμα 6.6.β αυτό συμβαίνει στο σημείο Β. Για την επιχείρηση είναι αδιάφορο αν θα παράγει ή όχι, γιατί και στις δύο περιπτώσεις η ζημία της ισούται με το σταθερό κόστος. Το εμβαδόν του παραλληλόγραμμου [ΟΡ2 BQ2] παριστάνει το συνολικό έσοδο, ενώ το εμβαδόν [ΟΚ2 B'Q2] το μεταβλητό κόστος. Είναι προφανές ότι [ΟΡ2 BQ2] = [ΟΚ2 B'Q2].

pic614

Διάγραμμα 6.6.α

Διάγραμμα 6.6.β

(γ) Αν η τιμή είναι μεγαλύτερη από το μέσο μεταβλητό κόστος, αλλά μικρότερη από το μέσο συνολικό κόστος: AVC3 <Ρ3 < ATC3.

Στην τιμή Ρ3 το οριακό έσοδο θα είναι MR3 = Ρ3 και, σύμφωνα με τη συνθήκη ισορροπίας, η παραγόμενη ποσότητα θα είναι Q3. [διάγραμμα 6.6.γ]. Τότε AVC3 · Q3 < Ρ3 · Q3 < ATC3 · Q3 δηλαδή VC3 < TR3 < TC3. Η επιχείρηση καλύπτει πλήρως όλο το μεταβλητό κόστος και ένα μέρος του σταθερού κόστους. Έχει ζημιά ίση με το υπόλοιπο σταθερό κόστος και βραχυχρόνια τη συμφέρει να παράγει. Στο διάγραμμα 6.6.γ το εμβαδόν [ΟΚ3 Γ'Q3] παριστάνει το μέσο μεταβλητό κόστος, το εμβαδόν [ΟΡ3 TQ3] το συνολικό έσοδο και το εμβαδόν [ΟΚ'3 Γ''Q3] το συνολικό κόστος της επιχείρησης. Είναι προφανές ότι [ΟΚ3 Γ'Q3] < [ΟΡ3 ΓQ3] < [ΟΚ'3 Γ''Q3]. Το εμβαδόν [Ρ3 Κ'3 Γ"Γ3] είναι η διαφορά μεταξύ των εμβαδών [ΟΚ'3 Γ''Q3] και [ΟΡ3 ΓQ3] παριστάνει τη ζημιά της επιχείρησης.

(δ) Αν η τιμή είναι ίση με το μέσο συνολικό κόστος Ρ4 = ATC4.

Στην τιμή Ρ4, το οριακό έσοδο θα είναι MR4 = P4 και, σύμφωνα με τη συνθήκη ισορροπίας, η παραγόμενη ποσότητα θα είναι Q4 [διάγραμμα 6.6.δ]. Τότε Ρ4 · Q4 = ATC4 · Q4, δηλαδή TR4 < VC4. Η επιχείρηση καλύπτει ακριβώς το συνολικό κόστος και δεν έχει ούτε κέρδος ούτε ζημιά και, αν δεν μεταβληθούν οι συνθήκες (π.χ. η τιμή), ισορροπεί μακροχρόνια. Από τις ισότητες Ρ4 = MR4, MR4 = MC4 και Ρ4 = ATC4 προκύπτει η ισότητα Ρ4 = MR4 = MC4 = ATC4. Γνωρίζουμε ότι το οριακό κόστος ισούται με το μέσο συνολικό κόστος, όταν το μέσο συνολικό κόστος είναι ελάχιστο. Στο διάγραμμα 6.6.δ αυτό συμβαίνει στο σημείο Δ. Το εμβαδόν [ΟΡ4 ΔQ4] που παριστάνει τα συνολικά έσοδα ταυτίζεται με το εμβαδόν των συνολικών εξόδων [ΟΚ'4 ΔQ4],

pic615

Διάγραμμα 6.6.γ

Διάγραμμα 6.6.δ

(ε) Αν η τιμή είναι μεγαλύτερηαπό το μέσο συνολικό κόστος: Ρ5 > ATC5.

Στην τιμή Ρ5 το οριακό έσοδο θα είναι MR5 = Ρ5 και, σύμφωνα με τη συνθήκη ισορροπίας, η παραγόμενη ποσότητα θα είναι Q5. [διάγραμμα 6.6.ε]. Τότε Ρ5 · Q5 > ATC5 Q5, δηλαδή το συνολικό έσοδο είναι μεγαλύτερο από το συνολικό κόστος και η επιχείρηση έχει κέρδος. Στον πλήρη ανταγωνισμό όμως, όπως γνωρίζουμε, όταν οι επιχειρήσεις έχουν κέρδη, προκαλείται η είσοδος νέων επιχειρήσεων στην παραγωγή του προϊόντος, με αποτέλεσμα να μειώνεται η τιμή από την αύξηση της προσφοράς, ώστε αυτή η θέση ισορροπίας να μην ισχύει μακροχρόνια για την επιχείρηση. Στο διάγραμμα 6.6.ε το εμβαδόν [ΟΡ5 EQ5] παριστάνει το συνολικό έσοδο είναι μεγαλύτερο από το εμβαδόν [ΟΚ'5 E'Q5] που παριστάνει το συνολικό κόστος της επιχείρησης. Η διαφορά των δύο εμβαδών [Κ'5 Ρ5ΕΕ'] παριστάνει το κέρδος της επιχείρησης.

pic616

Διάγραμμα 6.6.ε

Από την προηγούμενη ανάλυση προκύπτουν δύο συμπεράσματα: Πρώτον, καθώς μεταβάλλεται η τιμή του προϊόντος στην αγορά, η επιχείρηση μεταβάλλει την ποσότητα που παράγει και προσφέρει, όπως αυτή καθορίζεται από τη συνθήκη ισορροπίας. Δεύτερον, για να παράγει η επιχείρηση πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον το μεταβλητό κόστος. Αυτό σημαίνει ότι η επιχείρηση αρχίζει την παραγωγή, άρα και την προσφορά του προϊόντος, από το σημείο που το ανερχόμενο τμήμα της καμπύλης του οριακού κόστους τέμνει την καμπύλη του μέσου μεταβλητού κόστους (σημείο Α). Γι' αυτόν το λόγο ορίσαμε ως καμπύλη προσφοράς της επιχείρησης το ανερχόμενο τμήμα του οριακού κόστους που βρίσκεται πάνω από την καμπύλη του μέσου μεταβλητού κόστους.

5. Μακροχρόνια ισορροπία της επιχείρησης στον πλήρη ανταγωνισμό

Η σημασία της ελεύθερης εισόδου και εξόδου νέων επιχειρήσεων στην παραγωγή ενός προϊόντος σε αγορά πλήρους ανταγωνισμού φαίνεται στη μακροχρόνια περίοδο:

Ας υποθέσουμε ότι η τιμή του προϊόντος στην αγορά έχει υπερκαλύψει το μέσο κόστος της επιχείρησης και απέφερε κέρδος. Αυτό θα αποτελέσει κίνητρο, ώστε νέες επιχειρήσεις να εισέλθουν στον κλάδο, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η αγοραία προσφορά του προϊόντος και να μειωθεί η τιμή του, μέχρι να εξισωθεί με το μέσο κόστος και να μηδενιστεί το κέρδος.

Αν, σε αντίθετη περίπτωση, η τιμή του προϊόντος στην αγορά δεν έχει υπερκαλύψει το μέσο κόστος, τότε η επιχείρηση θα έχει ζημιά. Αυτό θα κάνει κάποιες επιχειρήσεις να εξέλθουν από τον κλάδο παραγωγής και να στραφούν σε παραγωγή άλλων προϊόντων, με αποτέλεσμα να μειωθεί η αγοραία προσφορά του συγκεκριμένου προϊόντος και, συνεπώς, να αυξηθεί η τιμή του, μέχρι να εξισωθεί με το μέσο κόστος και να εξαφανιστεί η ζημιά

Το διάγραμμα 6.7.α δείχνει την τιμή ισορροπίας Ρ0 και την ποσότητα ισορροπίας Q0 όπως διαμορφώνονται στην αγορά από τη συνολική προσφορά και ζήτηση. Το διάγραμμα 6.7.β δείχνει τη μακροχρόνια θέση ισορροπίας μιας αντιπροσωπευτικής επιχείρησης του κλάδου. Σύμφωνα με τη συνθήκη ισορροπίας, για τη δεδομένη τιμή Ρ0, θα είναι εκεί όπου εξισώνονται το οριακό έσοδο με το οριακό κόστος και το μέσο κόστος (σημείο Α), ώστε η επιχείρηση δε θα έχει ούτε ζημιά ούτε κέρδος. Αν στη θέση ισορροπίας η παραγωγή της επιχείρησης είναι q0 και υποθέσουμε ότι ο κλάδος αποτελείται από Ν όμοιες επιχειρήσεις, τότε η αγοραία ποσότητα προϊόντος που προσφέρεται είναι: Q0 = Ν q0.

pic617

Διάγραμμα 6.7.α. Αγορά.

Διάγραμμα 6.7.β. Επιχείρηση.

Από τα προηγούμενα γίνεται σαφές ότιστην αγορά του πλήρους ανταγωνισμού, η μακροχρόνια ισορροπία της επιχείρησης επιτυγχάνεται με ελάχιστο κόστος παραγωγής, δηλαδή δε γίνεται σπατάλη παραγωγικών συντελεστών, γι' αυτό θεωρείται η άριστη μορφή αγοράς.

6. Συμπεριφορά της επιχείρησης στον πλήρη ανταγωνισμό

Σκοπός της επιχείρησης πάντα είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους της. Αυτό συμβαίνει με τη μεγιστοποίηση της διαφοράς μεταξύ του συνολικού εσόδου και του συνολικού κόστους. Για την επιχείρηση όμως η τιμή είναι δεδομένη και η ποσότητα που παράγει καθορίζεται από τη συνθήκη ισορροπίας. Επομένως, το κέρδος της επιχείρησης θα αυξηθεί μόνο αν μειώσει το κόστος παραγωγής. Αυτό μπορεί να γίνει με καλύτερη οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας, με εξοικονόμηση εργασίας και πρώτων υλών, με βελτίωση της τεχνολογίας δηλαδή με τη χρησιμοποίηση νέων, πιο αποδοτικών μηχανημάτων.

Η διαφήμιση του προϊόντος δε συμφέρει την επιχείρηση, αφού τα προϊόντα όλων των επιχειρήσεων του κλάδου θεωρούνται ομοιογενή.

7. Μονοπώλιο και χαρακτηριστικά του μονοπωλίου

Η αγορά ενός προϊόντος μπορεί να χαρακτηριστεί μονοπωλιακή, όταν το προϊόν αυτό παράγεται και προσφέρεται από μια μόνο επιχείρηση. Συνήθως όμως υπάρχουν αρκετά αγαθά που ικανοποιούν εξίσου ή σχεδόν εξίσου καλά την ίδια ανάγκη. Για παράδειγμα, αναπτήρας και τα σπίρτα. Εφόσον υπάρχουν αγαθά που μπορεί το ένα να υποκαταστήσει το άλλο στην κατανάλωση, είναι δύσκολο να υπάρξει μονοπώλιο για την ικανοποίηση της σχετικής ανάγκης. Συνεπώς για την ύπαρξη μονοπωλίου απαιτούνται δύο χαρακτηριστικά:

(α) μια μόνο επιχείρηση να παράγει και να προσφέρει το προϊόν και

(β) έλλειψη άλλων προϊόντων που να ικανοποιούν την ίδια ανάγκη εξίσου ικανοποιητικά, δηλαδή έλλειψη στενών υποκατάστατων.

Παράδειγμα μονοπωλίου στην Ελλάδα μπορούν να θεωρηθούν τα κρατικά μονοπώλια, όπως ο Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος (ΟΣΕ), η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ).

8. Αιτίες δημιουργίας μονοπωλίου

Βασικές αιτίες για τη δημιουργία μονοπωλίου στην παραγωγή ενός προϊόντος είναι οι ακόλουθες:

(i) Η πρώτη ύλη που είναι απαραίτητη για την παραγωγή του προϊόντος βρίσκεται στην κατοχή ενός ατόμου ή μιας επιχείρησης. Για παράδειγμα, η ιδιοκτησία και η εκμετάλλευση μιας ιαματικής πηγής.

(ii) Η αποκλειστική κατοχή από μία επιχείρηση της γνώσης και τεχνολογίας που απαιτείται για την παραγωγή του προϊόντος. Για παράδειγμα, η ανακάλυψη ενός νέου φαρμάκου. Υπάρχουν βεβαίως επιχειρήσεις που παράγουν συγγενή προϊόντα και μπορεί να δημιουργήσουν κάποιο υποκατάστατο.

(iii) To ίδιο το κράτος με νόμο αναλαμβάνει την αποκλειστική παραγωγή και τη διάθεση ενός προϊόντος. Σκοπός σε αυτήν την περίπτωση είναι η εξυπηρέτηση του κοινωνικού συμφέροντος και όχι η μεγιστοποίηση του κέρδους. Παραδείγματα είναι, όπως αναφέραμε παραπάνω, η ΔΕΗ, ο ΟΣΕ.

(iv) Ο θεμιτός ή αθέμιτος ανταγωνισμός των επιχειρήσεων στα πλαίσια της ελεύθερης οικονομίας. Ορισμένες επιχειρήσεις δεν μπορούν να ανταποκριθούν στον ανταγωνισμό για την κατάκτηση της αγοράς και λόγω ζημιών διακόπτουν την παραγωγή τους. Η σταδιακή μείωση του αριθμού των επιχειρήσεων και η τελική επικράτηση μόνο της ισχυρότερης, δημιουργεί μονοπώλιο.

9. Συμπεριφορά της μονοπωλιακής επιχείρησης

Η μονοπωλιακή επιχείρηση κυριαρχεί στην αγορά του προϊόντος που παράγει, αφού δεν έχει κανέναν ανταγωνισμό και έτσι έχει τη δυνατότητα να προσδιορίζει την τιμή του προϊόντος της. Η καμπύλη ζήτησης όμως του προϊόντος τη δεσμεύει, γιατί όσο μεγαλύτερη τιμή επιβάλλει στο προϊόν τόσο μειώνεται η ζητούμενη ποσότητα. Για το λόγο αυτό η μονοπωλιακή επιχείρηση έχει δύο επιλογές: ή να προσδιορίσει την τιμή του προϊόντος και να δει τι ποσότητα παραγωγής είναι διατεθειμένοι να απορροφήσουν οι καταναλωτές στην τιμή αυτή, ή να προσδιορίσει την ποσότητα του προϊόντος που θα παράγει και να δει σε ποια τιμή μπορεί να την απορροφήσουν οι καταναλωτές.

Κριτήριο για να αποφασίσει σε ποια τιμή θα πουλήσει το προϊόν της είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους της, δηλαδή, θα επιβάλλει μια τιμή τέτοια, ώστε η διαφορά μεταξύ της συνολικής προσόδου και του συνολικού κόστους να είναι η μεγαλύτερη δυνατή. Μόλις επιτευχθεί η μεγιστοποίηση, η μονοπωλιακή επιχείρηση βρίσκει τη θέση ισορροπίας, με την έννοια ότι δεν υπάρχει κίνητρο για μεταβολή ούτε της παραγόμενης ποσότητας ούτε της τιμής.

Η συνθήκη ισορροπίας της μονοπωλιακής επιχείρησης είναι η ίδια, όπως και της επιχείρησης στον πλήρη ανταγωνισμό, δηλαδή το κέρδος γίνεται μέγιστο, όταν το οριακό κόστος αυξανόμενο είναι ίσο με την οριακή πρόσοδο. Η διαφορά τους είναι ότι η οριακή πρόσοδος στο μονοπώλιο είναι φθίνουσα, επειδή, καθώς η ποσότητα αυξάνεται, η τιμή μειώνεται, ενώ στον πλήρη ανταγωνισμό είναι σταθερή, αφού σταθερή είναι και η τιμή για την επιχείρηση.

Άλλες ενέργειες στις οποίες μπορεί να προβεί η μονοπωλιακή επιχείρηση για να αυξήσει το κέρδος της είναι η μείωση του κόστους παραγωγής και η αύξηση της ζήτησης για το προϊόν της. Μείωση του κόστους παραγωγής μπορεί να επιτευχθεί με την κατάλληλη οργάνωση της επιχείρησης και την εισαγωγή βελτιωμένης τεχνολογίας στην παραγωγή.

Αύξηση της ζήτησης του προϊόντος που παράγει, επομένως και αύξηση των πωλήσεων μπορεί να επιτευχθεί με διάφορους τρόπους, όπως, για παράδειγμα, με τη διαφήμιση. Η διαφήμιση σκοπό έχει να πείσει τα άτομα που δεν καταναλώνουν το προϊόν να γίνουν καταναλωτές του.

Το αποτέλεσμά της είναι να μετατοπιστεί η καμπύλη ζήτησης του προϊόντος προς τα δεξιά, έτσι ώστε σε κάθε τιμή να ζητούνται μεγαλύτερες ποσότητες προϊόντος και να αυξάνονται οι πωλήσεις και το κέρδος.

Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που η μονοπωλιακή επιχείρηση μπορεί να προσφέρει το προϊόν σε χαμηλότερη τιμή, ώστε να αποτρέψει τυχόν κρατική παρέμβαση ή είσοδο ανταγωνιστών στον κλάδο.

Ολιγοπώλιο

10. Χαρακτηριστικά της αγοράς του ολιγοπωλίου

Όταν υπάρχουν λίγες επιχειρήσεις που παράγουν και προσφέρουν ένα προϊόν, η αγορά ονομάζεται ολιγοπωλιακή. Η κάθε μια από αυτές τις επιχειρήσεις διεκδικεί στην αγορά ένα μερίδιο πωλήσεων για το δικό της προϊόν. Ο μικρός όμως αριθμός τους προσδίδει στην ολιγοπωλιακή αγορά το χαρακτηριστικό της έντονης αλληλεξάρτησης, δηλαδή κάθε ενέργεια μιας επιχείρησης, με σκοπό να επηρεάσει την κατάσταση στην αγοράς προς όφελός της, προκαλεί αντιδράσεις εκ μέρους των άλλων επιχειρήσεων, που με τη σειρά τους παρεμβαίνουν στην αγορά με δικές τους αντίστοιχες ενέργειες. Για παράδειγμα, αν μια επιχείρηση μειώσει την τιμή του προϊόντος της για να προσελκύσει περισσότερους καταναλωτές, τότε και οι άλλες επιχειρήσεις είναι αναγκασμένες να μειώσουν την τιμή για να μη χάσουν τους πελάτες τους. Η διαδικασία αύξησης της πελατείας με συνεχείς μειώσεις των τιμών οδηγεί τις επιχειρήσεις του ολιγοπωλίου σε ένα "πόλεμο τιμών" μεταξύ τους, που καταλήγει σε βάρος τους και σε όφελος των καταναλωτών. Για να αποτρέψουν αυτόν τον "πόλεμο τιμών", οι επιχειρήσεις σιωπηρά ή με ρητή συμφωνία αποφασίζουν να μην υπάρχει ανταγωνισμός τιμών.

Το προϊόν που παράγουν οι επιχειρήσεις στο ολιγοπώλιο μπορεί να είναι ομοιογενές ή και διαφοροποιημένο. Η διαφοροποίηση μπορεί να είναι σημαντική, για παράδειγμα στην ποιότητα, είτε ασήμαντη, για παράδειγμα στο χρώμα ή τη συσκευασία.

Παραδείγματα ολιγοπωλιακής αγοράς είναι: Οι αγορές τσιμέντου και κινητής τηλεφωνίας με προϊόν ομοιογενές. Η αγορά ηλεκτρικών συσκευών (ψυγείων, πλυντηρίων, κουζινών κτλ.) με ορισμένες διαφοροποιήσεις στο προϊόν. Η αγορά αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης με σημαντικές διαφοροποιήσεις στο προϊόν. Επίσης οι αγορές ηλεκτρονικών υπολογιστών, εφημερίδων και περιοδικών, τσιγάρων, απορρυπαντικών, γάλακτος κτλ.

11. Συμπεριφορά της επιχείρησης στο ολιγοπώλιο

Το χαρακτηριστικό της έντονης αλληλεξάρτησης των επιχειρήσεων στο ολιγοπώλιο προσδιορίζει και τη συμπεριφορά τους. Σημαντικό ρόλο παίζουν οι μεταξύ τους συμφωνίες για τον προσδιορισμό της τιμής. Συμφωνίες επιπλέον μπορεί να υπάρξουν, για παράδειγμα, για τις περιοχές που κάθε επιχείρηση θα διαθέτει το προϊόν της ή για κοινή στάση προκειμένου να αποτρέψουν την είσοδο μιας νέας επιχείρησης στον κλάδο. Όλες οι συμφωνίες έχουν σκοπό να μειώσουν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, ώστε να εκμεταλλευτούν την αγορά με τρόπου που να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους. Επειδή όμως οι συμφωνίες αυτές οδηγούν πολλές φορές σε ουσιαστική μονοπώληση της αγοράς, το κράτος παρεμβαίνει νομοθετικά απαγορεύοντάς τες, για να προστατεύσει τους καταναλωτές.

Εφόσον ο ανταγωνισμός στην τιμή του προϊόντος δε συμφέρει τις επιχειρήσεις, μεταφέρεται σε άλλα πεδία, όπως π.χ. καινοτομίες στο προϊόν (στην εμφάνιση, στα συστατικά υλικά κτλ.), προσφορές (δώρα, κουπόνια, οικονομικές συσκευασίες κτλ.) και βέβαια διαφήμιση του προϊόντος με όλα τα μέσα και σε μεγάλη έκταση.

Κάθε επιχείρηση του ολιγοπωλίου επιπλέον έχει κίνητρο να μειώσει το κόστος παραγωγής για να εξασφαλίσει την επιβίωση της, εξαιτίας του ανταγωνισμού και της έντονης αλληλεξάρτησής της από τις άλλες επιχειρήσεις του κλάδου.

Σε πολλές περιπτώσεις οι επιχειρήσεις του ολιγοπωλίου συμφωνούν σιωπηρά ο προσδιορισμός της τιμής να γίνεται από μια επιχείρηση, τη λεγόμενη ηγετική επιχείρηση, και οι υπόλοιπες να προσαρμόζουν ανάλογα τις τιμές τους. Η ηγετική επιχείρηση είναι συνήθως η μεγαλύτερη, χωρίς αυτό να είναι υποχρεωτικό. Ηγετική επιχείρηση μπορεί να είναι εκείνη που προβλέπει με επιτυχία τις μεταβολές που επέρχονται στην αγορά και ενεργεί έτσι, ώστε να εξασφαλίζονται ικανοποιητικά κέρδη στο σύνολο των επιχειρήσεων του ολιγοπωλίου.

Μονοπωλιακός Ανταγωνισμός

12. Χαρακτηριστικά της αγοράς του μονοπωλιακού ανταγωνισμού

Μια αγορά ονομάζεται αγορά μονοπωλιακού ανταγωνισμού, όταν συνδυάζει τα εξής δύο χαρακτηριστικά: (i) Υπάρχουν τόσες πολλές επιχειρήσεις που παράγουν και προσφέρουν το προϊόν, ώστε κάθε επιχείρηση μπορεί να παίρνει αποφάσεις, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τις πιθανές αντιδράσεις των άλλων, δηλαδή λείπει το στοιχείο της αλληλεξάρτησης. (ii) Το προϊόν κάθε επιχείρησης είναι σχετικά διαφοροποιημένο από τα προϊόντα των άλλων επιχειρήσεων. Η διαφοροποίηση μπορεί να είναι σημαντική, ασήμαντη ή και φανταστική και μπορεί να αφορά την ποιότητα του προϊόντος, το σχήμα, τη συσκευασία, το χρώμα, τη φίρμα κτλ.

Το πρώτο χαρακτηριστικό, η ύπαρξη δηλαδή πολλών επιχειρήσεων, κάνει αδύνατη την κρυφή ή φανερή συμφωνία μεταξύ τους, αντίθετα από ό,τι συμβαίνει στην αγορά του ολιγοπωλίου, όπου οι συμφωνίες είναι συνηθισμένες. Το δεύτερο χαρακτηριστικό, δηλαδή η διαφοροποίηση του προϊόντος, επιτρέπει σε κάθε επιχείρηση να προσδιορίζει διαφορετική τιμή για το προϊόν της. Αυτός είναι ο λόγος που υπάρχουν πολλές διαφορετικές τιμές, για παράδειγμα, στα είδη ένδυσης και υπόδησης. Εκτός όμως από τον ανταγωνισμό στις τιμές, επιτρέπει τον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων με την προβολή των διαφορετικών στοιχείων του προϊόντος.

Η μορφή λοιπόν αυτή αγοράς έχει ένα στοιχείο ανταγωνισμού (πολλές επιχειρήσεις) και ένα στοιχείο μονοπωλίου (διαφοροποίηση του προϊόντος), γι' αυτό ονομάζεται μονοπωλιακός ανταγωνισμός.

Παράδειγμα τέτοιων αγορών είναι τα καταστήματα που πουλάνε ενδύματα, τα πρατήρια βενζίνης, τα κουρεία και κομμωτήρια, τα φροντιστήρια, τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια κτλ.

13. Η συμπεριφορά της επιχείρησης στον μονοπωλιακά ανταγωνισμό

Σκοπός της επιχείρησης είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους της. Η συνθήκη μεγιστοποίησης του κέρδους είναι πάλι η εξίσωση του οριακού κόστους, όταν είναι αυξανόμενο, με το οριακό έσοδο, που είναι φθίνουσα, αφού η τιμή δεν είναι σταθερή για την επιχείρηση.

Οι ενέργειες που μπορεί να κάνει η επιχείρηση για να έχει μεγαλύτερο κέρδος είναι για: α) αύξηση των εσόδων της με την ανάπτυξη των πωλήσεων, που μπορεί να επιτευχθεί με τη διαφήμιση των προϊόντων της και β) μείωση του κόστους παραγωγής.

14. Σχόλια

Σε όλες τις μορφές αγοράς που εξετάσαμε, δηλαδή του τέλειου ανταγωνισμού, του μονοπωλίου, του ολιγοπωλίου και του μονοπωλιακού ανταγωνισμού, το κοινό στοιχείο είναι ότι βασικός σκοπός κάθε επιχείρησης παραμένει η μεγιστοποίηση του κέρδους της. Στην προσπάθειά της να πετύχει αυτό το σκοπό η επιχείρηση επιδιώκει, αφ' ενός τη μείωση του κόστους παραγωγής και αφ' ετέρου την αύξηση των πωλήσεών της

Άριστη μορφή αγοράς είναι του τέλειου ανταγωνισμού γιατί η παραγωγή μακροχρόνια γίνεται με το ελάχιστο κόστος, δηλαδή δεν έχουμε σπατάλη παραγωγικών συντελεστών. Στην αγορά του τέλειου ανταγωνισμού, σε αντίθεση με τις άλλες μορφές αγοράς, δεν υπάρχει διαφήμιση και αυτό είναι προς όφελος του καταναλωτή, αφού ένα μεγάλο μέρος των εξόδων της διαφήμισης επιβαρύνει τελικά τους καταναλωτές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
Ερωτήσεις

1. Να σημειώσετε τη σωστή απάντηση

(ι) Σε αγορά πλήρους ανταγωνισμού μια επιχείρηση συμφέρει να παράγει βραχυχρόνια όταν:

(α) Το μέσο μεταβλητό κόστος της είναι ελάχιστο,
(β) Το οριακό κόστος της είναι ελάχιστο.
(γ) Η τιμή του προϊόντος ισούται με το μέσο μεταβλητό κόστος της.
(δ) Η τιμή του προϊόντος ισούται με το οριακό κόστος της.
(ε) Η τιμή του προϊόντος είναι μεγαλύτερη από το μέσο μεταβλητό κόστος της.
(στ) Συνδυάζονται τα (α) και (δ).
(ζ) Συνδυάζονται τα (δ) και (ε).
(η) Συνδυάζονται τα (α) και (γ).

ii) Η ελαστικότητα της προσφοράς ως προς την τιμή δείχνει:

(α) Τη μεταβολή στην προσφερόμενη ποσότητα του αγαθού σε μια μεταβολή της τεχνολογίας.
(β) Τη μεταβολή στην προσφερόμενη ποσότητα του αγαθού σε μια μεταβολή της τιμής των παραγωγικών συντελεστών που συμμετέχουν στην παραγωγή του αγαθού.
(γ) Τη μεταβολή στην προσφερόμενη ποσότητα του αγαθού σε μια μεταβολή της τιμής πώλησης του αγαθού.
(δ) Τίποτα από τα παραπάνω.

iii) Η ελαστικότητα της προσφοράς ως προς την τιμή δείχνει:

(α) Η επιχείρηση παρουσιάζει ζημία αλλά τη συμφέρει να παράγει βραχυχρόνια.
(β) Η επιχείρηση πρέπει να σταματήσει την παραγωγή.
(γ) Η επιχείρηση πρέπει να μειώσει το σταθερό της κόστος.
(δ) Η επιχείρηση πρέπει να μειώσει την παραγωγή της, ώστε να μειωθεί το μεταβλητό κόστος

iv) Σε αγορά πλήρους ανταγωνισμού στη μακροχρόνια ισορροπία:

(α) Τα συνολικά έσοδα της επιχείρησης είναι μεγαλύτερα από το συνολικό κόστος.
(β) Το συνολικό κόστος της επιχείρησης ισούται με τα συνολικά έσοδα.
(γ) Επειδή το κέρδος της επιχείρησης είναι μηδέν, η επιχείρηση αποχωρεί από τον κλάδο.
(δ) Το οριακό έσοδο της επιχείρησης ισούται με το ελάχιστο μέσο συνολικό κόστος.

v) Η μονοπωλιακή επιχείρηση:

(α) Μπορεί να αυξήσει τα κέρδη της, αυξάνοντας την τιμή του προϊόντος.
(β) Έχει φθίνον οριακό έσοδο.
(γ) Είναι η ηγετική επιχείρηση του ολιγοπωλίου.
(δ) Μπορεί να διαθέτει στην αγορά οποιαδήποτε ποσότητα θελήσει, στην τιμή που επιθυμεί.
(ε) Μεγιστοποιεί το κέρδος της, όταν το οριακό κόστος είναι μικρότερο από το οριακό έσοδο.
(στ) Ανταγωνίζεται άλλες επιχειρήσεις με τη διαφήμιση.

Ασκήσεις
v) Η μονοπωλιακή επιχείρηση:

(α) Μπορεί να αυξήσει τα κέρδη της, αυξάνοντας την τιμή του προϊόντος.
(β) Έχει φθίνον οριακό έσοδο.
(γ) Είναι η ηγετική επιχείρηση του ολιγοπωλίου.
(δ) Μπορεί να διαθέτει στην αγορά οποιαδήποτε ποσότητα θελήσει, στην τιμή που επιθυμεί.
(ε) Μεγιστοποιεί το κέρδος της, όταν το οριακό κόστος είναι μικρότερο από το οριακό έσοδο.
(στ) Ανταγωνίζεται άλλες επιχειρήσεις με τη διαφήμιση.

1 Για ένα προϊόν σε αγορά πλήρους ανταγωνισμού δίνονται οι αγοραίες συναρτήσεις ζήτησης QD= 180 - 18Ρ και προσφοράς Qs= 4+4Ρ. Μια επιχείρηση που παράγει το προϊόν αυτό έχει παραγωγή και κόστος, όπως φαίνονται στον παρακάτω πίνακα. Να βρεθεί η θέση ισορροπίας της επιχείρησης και να υπολογιστεί το κέρδος της.
 
Προϊόν 0 1 2 3 4 5 6 7 8 9
Σταθερό κόστος 18 18 18 18 18 18 18 18 18 18
Μεταβλητό κόστος 0 6 10 12 16 22 30 40 52 66
 
2 Σε αγορά πλήρους ανταγωνισμού τρεις αντιπροσωπευτικές επιχειρήσεις του κλάδου παράγουν με τα δεδομένα του παρακάτω πίνακα. Αν η τιμή του προϊόντος είναι 400 ευρώ, τι συμπεραίνετε για τις επιχειρήσεις αυτές;
  Μέσο Μεταβλητό Κόστος Μέσο Συνολικό Κόστος
ΕΠΙΧ/ΣΗ. "Α" 500 540
ΕΠΙΧ/ΣΗ. "Β" 400 450
ΕΠΙΧ/ΣΗ. "Γ" 300 380
3 Στον παρακάτω πίνακα δίνονται τα στοιχεία κόστους και παραγωγής για μια επιχείρηση που λειτουργεί σε πλήρως ανταγωνιστική αγορά.
(α) Να παρασταθεί γραφικά η θέση ισορροπίας της επιχείρησης, αν η τιμή του προϊόντος είναι i) 1000 ii) 3200 iii) 7000.
(β) Να βρεθούν το κέρδος ή η ζημιά για κάθε μια από τις παραπάνω τιμές:
i) Υπολογιστικά.
ii) Γραφικά από το διάγραμμα με το οριακό, μέσο μεταβλητό, μέσο συνολικό κόστος
Προϊόν Σταθερό Κόστος Μεταβλητή Κόστος
0 10.000 0
1 10.000 3.000
2 10.000 5.000
3 10.000 6.000
4 10.000 6.800
5 10.000 7.800
6 10.000 11.000
7 10.000 18.000
8 10.000 26.000
9 10.000 35.000
10 10.000 45.000
4 Μια επιχείρηση σε αγορά τέλειου ανταγωνισμού, παράγει όπως δείχνει ο παρακάτω πίνακας. Ο εργατικός μισθός είναι 1000 ευρώ και το κόστος της πρώτης ύλης είναι 100 ευρώ για κάθε προϊόν. Σταθερό κόστος 2000 ευρώ. Η αγοραία συνάρτηση ζήτησης είναι QD = 52.500 - 250Ρ και η αγοραία συνάρτηση προσφοράς είναι Qs = 100 Ρ
(α) Να βρεθεί η θέση ισορροπίας της επιχείρησης και να αιτιολογηθεί αν η επιχείρηση πρέπει να παράγει.
(β) Αν η αγοραία συνάρτηση ζήτησης γίνει Q'D = 30.000 - 50 Ρ, να βρεθεί η νέα θέση ισορροπίας και να υπολογισθούν τα κέρδη της επιχείρησης.
(γ) Πόσο θα αυξηθεί το κόστος της επιχείρησης αν αυξήσει την παραγωγή της από 90 σε 105 μονάδες προϊόντος;
L Q
4 80
5 100
6 110
lorem
Ο Τζών Μ. Κέυνς (1883-1946) θεωρείται ο σπουδαιότερος ίσως οικονομολόγος
του 20ού αιώνα. Το έργο του "Η Γενική θεωρία της Απασχόλησης, του Τόκου και του χρήματος" που δημοσιεύτηκε το 1936 μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση του 1929-32 επηρέασε βαθιά την οικονομική σκέψη και την οικονομική πολιτική.