Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων (Γυμνασίου-Λυκείου)
Ομοιοκαταληξία   Οξύμωρο
Ο
Ομοιοκαταληξία

Στους δύο παρακάτω στίχους από τον Επιτάφιο του Γ. Ρίτσου:

 

πού πέταξε τ' αγόρι μου, πού πήγε, πού μ' αφήνει

χωρίς πουλάκι το κλουβί, χωρίς νερό η κρήνη

 

παρατηρούμε το εξής: οι δύο στίχοι παρουσιάζουν μια πλήρη ηχητική ομοιότητα από το τελευταίο τους τονισμένο φωνήεν και μετά: αφήνει - κρήνη. Αυτή, ακριβώς, η πλήρης ομοιότητα, όπως επισημάνθηκε στα προαναφερόμενα, ονομάζεται ομοιοκαταληξία.

Αναλυτικότερα, μπορούμε να πούμε ότι «ομοιοκαταληξία είναι η πλήρης ομοιότητα δύο ή περισσότερων στίχων από το τελευταίο τονισμένο φωνήεν και μετά» (βλ. σχετικά: Ξ. Α. Κοκόλης, 1983).

Όταν δύο στίχοι ομοιοκαταληκτούν, το τελευταίο τονισμένο φωνήεν μπορεί να βρίσκεται στη λήγουσα, στην παραλήγουσα ή στην προπαραλήγουσα της τελευταίας λέξης:

 

σβηστός
κλειστός
θέρος
γέρος
θάλασσα
χάλασα

Με βάση αυτό το κριτήριο, η ομοιοκαταληξία διακρίνεται σε:

  • α) οξύτονη:  όταν η τελευταία λέξη του στίχου τονίζεται στη λήγουσα. Στις οξύτονες ομοιοκαταληξίες, η ηχητική ομοιότητα πρέπει κανονικά να συμπεριλαμβάνει και το σύμφωνο ή τα σύμφωνα που τυχόν υπάρχουν πριν από το τονιζόμενο τελευταίο φωνήεν του στίχου (διαφορετικά η ομοιοκαταληξία θεωρείται ατελής)
γη
οδηγοί

(τέλεια)
τρομερή
γη

(ατελής)
  • β) παροξύτονη, όταν τονίζεται το φωνήεν της προτελευταίας συλλαβής του στίχου

μέρος        χρόνια         λάμπος 

θέρος        αλώνια        κάμπος

 

  • γ) προπαροξύτονη, όταν το τελευταίο τονιζόμενο φωνήεν είναι η προπαραλήγουσα της καταληκτικής λέξης του στίχου

μέλισσες         πέρασες

θέλησες          γέρασες

 

παραδείγματα

Και μην έχοντας πιο κάτου άλλο σκαλί

για τ' ανέβασμα ξανά που σε καλεί

(οξύτονη ομοιοκαταληξία)

 

και θα σβήσεις καθώς σβήνουνε λιβάδια

πιο αλαφρά του περασμού σου τα σημάδια

(παροξύτονη ομοιοκαταληξία)

 

Άγγελος και σ' εσάς φέρνει την είδηση

οι ζητούντες να πνίξουν τη συνείδηση    

(προπαροξύτονη ομοιοκαταληξία)

 

Ανάλογα με τον τρόπο που διατάσσονται οι ομοιοκατάληκτοι στίχοι μέσα στη στροφή, η ομοιοκαταληξία διακρίνεται σε:

 

α) ζευγαρωτή (τύπος ααββ)

 

Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει·

Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει.

Τα μάτια η πείνα εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει.

Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει

(Δ. Σολωμός)

 

β) πλεχτή (τύπος αβαβ)

 

Δεν ξέρω πώς να σου το ειπώ. Μα ο δρόμος χτες το βράδυ

μες στη σταχτιά τη συννεφιά σα θέατρο είχε γίνει.

Μόλις φαινόταν η σκηνή στ' ανάριο το σκοτάδι

και σα σκιές φαινόντανε μακριά μου οι θεατρίνοι

(Λ. Πορφύρας)

 

γ) σταυρωτή (τύπος αββα)

 

Φυσάει τ' αεράκι μ' ανάλαφρη φόρα
και τες τριανταφυλλιές αργά σαλεύει·
στις καρδιές και στην πλάση βασιλεύει
ρόδινο σούρουπο, ώρα μυροφόρα

(Κ. Παλαμάς)

 

δ) ζευγαροπλεχτή (τύπος ααβγγβ)

 

Γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα
μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα, λυπητερά
πώς η ψυχή μου σέρνεται μαζί σας!
Είναι χυμένη από τη μουσική σας
και πάει με τα δικά σας τα φτερά.

(Κ. Παλαμάς)

 

ε) ελεύθερη (παρουσιάζει διάφορους τύπους)

 

Το Μιχαλιό τον πήρανε στρατιώτη,
Καμαρωτά ξεκίνησε κι ωραία
με το Μαρή και με τον Παναγιώτη.
Δεν μπόρεσε να μάθει καν το «επ' ώμου».
Όλο μουρμούριζε: «Κυρ-Δεκανέα,
άσε με να γυρίσω στο χωριό μου...»

(Κ. Γ. Καρυωτάκης)

(Βλ. Συνήχηση)

 

 

Ομοιοτέλευτο

Από τα χρόνια του Ομήρου μέχρι και σήμερα, έχει παρατηρηθεί το εξής: στα διάφορα κείμενα (πεζά, ποιητικά και κυρίως ρητορικά) είναι δυνατόν κάποιες λέξεις να ομοηχούν στο καταληκτικό τους μέρος. Αυτή η ομοηχία, που άλλοτε είναι εντελώς συμπτωματική και άλλοτε την επιδιώκει ο δημιουργός του κειμένου, ονομάζεται ομοιοτέλευτο. Στο παρακάτω π.χ. απόσπασμα απ'  το Λυσία (Κατά Φίλωνος δοκιμασίας, 26), δύο λέξεις (βουλεύειν - δουλεύειν) ομοηχούν ως προς το καταληκτικό τους μέρος, οπότε έχουμε περίπτωση ομοιοτέλευτου:

 

Καίτοι δικαίως γ' ἄν, ὅστις φανερῶς ὥσπερ οὗτος προὔδωκε τν ἐλευθερίαν, οὐ περ τοῦ βουλεύειν  ἀλλ περ τοῦ δουλεύειν κα τῆς μεγίστης τιμωρίας ἀγωνίζοιτο.

 

Το ομοιοτέλευτο, που χαρακτηρίζει κυρίως τα αρχαία ρητορικά κείμενα, θεωρείται από ορισμένους μελετητές ο μακρινός πρόγονος της ομοιοκαταληξίας. Σύμφωνα, δηλαδή, μ' αυτή την άποψη, η ομοιοκαταληξία προήλθε από το ομοιοτέλευτο.

Ομοιοτέλευτο μπορούμε να έχουμε και μέσα στον ίδιο στίχο, όταν δυο λέξεις ομοηχούν στο καταληκτικό τους μέρος. Αυτό φαίνεται καθαρά στους παρακάτω στίχους του Κωστή Παλαμά:

 

- Γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα

- και βογκάει και βαριά μοσχοβολάει

κι όλο αρχίζει, γυρίζει, δεν τελειώνει

 

Όταν δύο στίχοι τελειώνουν με την ίδια ακριβώς λέξη, δεν έχουμε περίπτωση κανονικής ομοιοκαταληξίας αλλά ομοιοτέλευτο λέξεων, όπως αυτό φαίνεται στους παρακάτω στίχους του Γ. Σεφέρη:

 

μαζεύοντας την πίκρα του κορμιού μας
να βγούμε από την πίκρα του κορμιού μας

 

(Βλ. Ομοιοκαταληξία).

 

 

Οξύμωρο

Στο γνωστό αρχαιοελληνικό ρητό σπεῦδε βραδέως μπορούμε να παρατηρήσουμε τα εξής: συνεκφέρονται δύο έννοιες (λέξεις), το ρήμα σπεῦδε και το επίρρημα βραδέως, που η νοηματική τους σχέση είναι τέτοια, ώστε να δημιουργείται λογική αντίφαση· η σημασία του σπεῦδε  αναιρεί το βραδέως και το βραδέως αναιρεί το σπεῦδε. Αυτή η συνεκφορά αντιφατικών εννοιών (π.χ. ο θάνατος των αθανάτων, χαῖρε νύμφη ανύμφευτε, πάω αργά γιατί βιάζομαι, αγγελικό και μαύρο φως κτλ.) ονομάζεται σχήμα οξύμωρο.

Στο οξύμωρο σχήμα συνάπτονται, βέβαια, δύο λέξεις αντιφατικές μεταξύ τους, αλλά, τελικά, το εκφραζόμενο νόημα είναι σωστό. Το ρητό λ.χ. σπεῦδε βραδέως περιέχει το εξής σωστό νόημα: στη ζωή πρέπει κανείς να σπεύδει, να είναι ταχύς και γρήγορος, αλλά αυτή η σπουδή, η ταχύτητα στις ενέργειες πρέπει να συνδυάζεται με σύνεση.

 

eikonaA09