KEIMENO36. «Ἄρξομαι δὲ ἀπὸ τῶν προγόνων πρῶτον· δίκαιον γὰρ αὐτοῖς καὶ πρέπον δὲ ἅμα ἐν τῷ τοιῷδε τὴν τιμὴν ταύτην τῆς μνήμης δίδοσθαι. τὴν γὰρ χώραν οἱ αὐτοὶ αἰεὶ οἰκοῦντες διαδοχῇ τῶν ἐπιγιγνομένων μέχρι τοῦδε ἐλευθέραν δι’ ἀρετὴν παρέδοσαν. καὶ ἐκεῖνοί τε ἄξιοι ἐπαίνου καὶ ἔτι μᾶλλον οἱ πατέρες ἡμῶν·1 κτησάμενοι γὰρ πρὸς οἷς ἐδέξαντο ὅσην ἔχομεν ἀρχὴν οὐκ ἀπόνως2 ἡμῖν τοῖς νῦν προσκατέλιπον. τὰ δὲ πλείω αὐτῆς αὐτοὶ ἡμεῖς οἵδε οἱ νῦν ἔτι ὄντες μάλιστα ἐν τῇ καθεστηκυίᾳ ἡλικίᾳ3 ἐπηυξήσαμεν καὶ τὴν πόλιν τοῖς πᾶσι παρεσκευάσαμεν καὶ ἐς πόλεμον καὶ ἐς εἰρήνην αὐταρκεστάτην. ὧν ἐγὼ τὰ μὲν κατὰ πολέμους ἔργα, οἷς ἕκαστα ἐκτήθη, ἢ εἴ τι αὐτοὶ ἢ οἱ πατέρες ἡμῶν βάρβαρον ἢ ῞Ελληνα πολέμιον ἐπιόντα προθύμως ἠμυνάμεθα, μακρηγορεῖν ἐν εἰδόσιν οὐ βουλόμενος ἐάσω· ἀπὸ δὲ οἵας τε ἐπιτηδεύσεως ἤλθομεν ἐπ’ αὐτὰ καὶ μεθ’ οἵας πολιτείας καὶ τρόπων ἐξ οἵων μεγάλα ἐγένετο, ταῦτα δηλώσας πρῶτον εἶμι καὶ ἐπὶ τὸν τῶνδε ἔπαινον, νομίζων ἐπί τε τῷ παρόντι οὐκ ἂν ἀπρεπῆ λεχθῆναι αὐτὰ καὶ τὸν πάντα ὅμιλον καὶ ἀστῶν καὶ ξένων ξύμφορον εἶναι ἐπακοῦσαι αὐτῶν». 1 Ἡ γενιὰ τῶν Μαραθωνομάχων καὶ τῶν Σαλαμινομάχων στὰ χρόνια ἀπὸ τὸ 490 μέχρι τὸ 465 περίπου, αὐτῶν ποὺ θεμελίωσαν τὴν Ἀθηναϊκὴ αὐτοκρατορία. 2 Πρβ. 1, 70, 8. 3 «Ἡ σταθερά, ἡ στάσιμος ἡλικία καθ’ ἣν ἐπέρχεται στάσις τῆς ἀναπτύξεως τῶν σωματικῶν δυνάμεων» Γρ. Β. Ἡ γενιὰ τοῦ ἴδιου τοῦ Περικλῆ ποὺ θὰ ἦταν τότε περίπου 60 ἐτῶν. ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ36. Θὰ ἀρχίσω ἀπὸ τοὺς προγόνους πρῶτα. Καθῆκον μας εἶναι καὶ συγχρόνως πρέπον σὲ τούτη τὴν περίσταση νὰ ἀποδίδεται αὐτὴ ἡ τιμὴ στὴ μνήμη τους. Γιατὶ ζώντας ἀδιαλείπτως σὲ αὐτὴ τὴ χώρα μᾶς τὴν παρέδωσαν, διαδοχικὰ ἡ μιὰ γενιὰ μετὰ τὴν ἄλλη χάρη στὴν ἀνδρεία τους, ἐλεύθερη ὣς τώρα. Καὶ ἀξίζουν νὰ τοὺς δοξάζουμε, καὶ ἐκεῖνοι κι ἀκόμη περισσότερο οἱ πατέρες μας. Διότι, πέρα ἀπὸ ὅσα κληρονόμησαν, ἀπέκτησαν ἀκόμη, ὄχι χωρὶς κόπο, καὶ ἄφησαν σ’ ἐμᾶς τοὺς τωρινοὺς ὅση ἡγεμονία ἔχουμε. Κι ὅ,τι παραπέρα ἀποκτήθηκε, ἐμεῖς ποὺ εἴμαστε τώρα περίπου στὴν ὥριμη ἡλικία ἀκόμα τὸ μεγαλώσαμε κι ἄλλο καὶ φροντίσαμε νὰ εἶναι ἡ πόλη μας πανέτοιμη καὶ γιὰ τὸν πόλεμο καὶ γιὰ τὴν εἰρήνη. Ὡστόσο ἐγὼ τὰ πολεμικὰ κατορθώματα μὲ τὰ ὁποῖα ἀποκτήθηκε τοῦτο κι ἐκεῖνο, ἢ ἐὰν κάποτε οἱ ἴδιοι ἐμεῖς ἢ οἱ πατέρες μας ἀντιμετωπίσαμε ψυχωμένα ἕνα βάρβαρο ἢ Ἕλληνα ἐπιδρομέα, αὐτά, ἐπειδὴ δὲν θέλω νὰ μακρηγορῶ σὲ ἀνθρώπους ποὺ τὰ γνωρίζουν, θὰ τὰ ἀφήσω. Ὅμως μὲ ποιές ἀρχὲς ὡς βάση τὰ κατακτήσαμε καὶ μὲ ποιούς πολιτικοὺς θεσμοὺς καὶ δημόσιο βίο, μὲ ποιά ἰδιοσυγκρασία φθάσαμε σὲ αὐτὴ τὴν ἀκμή, αὐτὰ θὰ ἐκθέσω πρῶτα, καὶ ὕστερα θὰ προχωρήσω καὶ στὸν ἔπαινο τούτων τῶν νεκρῶν, διότι πιστεύω ὅτι τούτη τὴν ὥρα δὲν εἶναι ἀταίριαστο νὰ λεχθοῦν αὐτὰ καὶ ὅτι ὅλοι οἱ συγκεντρωμένοι ἐδῶ, ντόπιοι καὶ ξένοι, ὄφελος θὰ ἔχουν νὰ τὰ ἀκούσουν μὲ προσοχή. |