Λατινική Γραμματική (Γ΄ Γενικού Λυκείου)

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΤΩΝΥΜΙΩΝ

α´) Προσωπικές, κτητικές (§ 56 και § 57).

150. 1) Οι πλάγιες πτώσεις των προσωπικών αντωνυμιών του α´ και του β´ προσώπου χρησιμοποιούνται και για να δηλωθεί αυτοπάθεια: laudo me επαινώ τον εαυτό μου - laudatis vos επαινείτε (υμάς αυτούς) τον εαυτό σας.

2) Η προσωπική αντωνυμία του γ´ προσώπου (sui, sibi, se), καθώς και η κτητική του γ´ προσώπου (suus, sua, suum) χρησιμοποιούνται μόνο για άμεση ή έμμεση αυτοπάθεια: Aiax gladio se interfēcit (ο Αίας ξίφει εαυτόν απέκτεινε =) ο Αίας με ξίφος σκότωσε τον εαυτό του- sua pauci vitia cernunt λίγοι βλέπουν τα δικά τους ελαττώματα∙ Athenienses Socratem capitis damnaverunt, quod filios suos corrumperet οι Αθηναίοι καταδίκασαν το Σωκράτη σε θάνατο, επειδή διέφθειρε τα παιδιά τους.

3) Η αιτιατική του πληθυντικού των προσωπικών αντωνυμιών (nos, vos, se) με την πρόθεση inter χρησιμοποιείται για να δηλωθεί και αλληλοπάθεια: furtim inter se aspiciebant κρυφά προσέβλεπαν ο ένας τον άλλο (αλλήλους).

Σημείωση.Η αλληλοπάθεια στη Λατινική εκφράζεται ακόμη ως εξής: χρησιμοποιείται δυο φορές το σχετικό όνομα ή η αντωνυμία alter (για δύο πρόσωπα) ή η alius (για πολλά), πρώτα σε ονομαστική (ως υποκείμενο), έπειτα σε μια από τις πλάγιες πτώσεις, όποια δηλ. απαιτεί η σύνταξη της προτάσεως: manus manum lavat (πρβ. χειρ χείρα νίπτει) alter alterum adiuvat βοηθούσαν αλλήλους = ο ένας βοηθάει τον άλλο· alius alium increpabant επέπλητταν ο άλλος τον άλλο (αλλήλους), (πβ. νεοελλ. κατηγορεί ο ένας τον άλλο).

β´) Δεικτικές, οριστικές (§ 58 και § 59).

151. 1) Η δεικτική αντωνυμία iste αναφέρεται κανονικά στο β´ πρόσωπο. (Για το λόγο αυτό πολλές φορές συνοδεύεται και από την κτητική αντωνυμία tuus): ista vox αυτή η φωνή (σου)∙ iste furor tuus αυτή η μανία σου.

2) Η αντωνυμία is (ea, id) χρησιμοποιείται κανονικά όταν θέλουμε να δείξουμε κάτι που ειπώθηκε (ή πρόκειται να ειπωθεί ή να διασαφηθεί με προσδιοριστική αναφορική πρόταση), δηλ. «επί νοητής δείξεως»: apud Helvetios longe nobilissimus fuit Orgetŏrix∙ is coniurationem fecit στους Ελβετούς πάρα πολύ ευγενικός ήταν ο Οργέτοριξ∙ αυτός έκαμε συνωμοσία, divitissimus est is, qui paucis contentus est πλουσιότατος είναι εκείνος, ο οποίος είναι ευχαριστημένος με τα λίγα (βλ. § 124).

Η ανωτέρω χρήση της is έκαμε ώστε στις πλάγιες πτώσεις να λαμβάνεται ως επαναληπτική: Deum agnoscis ex operibus eius το θεό αναγνωρίζεις από τα έργα του.

Σημείωση.Ύστερα από την is μπορεί να ακολουθεί πρόταση που εκφέρεται με υποτακτική, αναφορική αποτελεσματική (εισάγεται με το qui) ή καθαρά αποτελεσματική (εισάγεται με το ut), οπότε η is ισοδυναμεί με την talis (τέτοιος): non is sum, qui (= ut) terrear δεν είμαι τέτοιος, ώστε να φοβούμαι.

γ´) Αόριστες (§ 62).

152. Από τις διάφορες αόριστες αντωνυμίες της Λατινικής, που αντίστοιχή τους στην ελληνική είναι η τις (= κάποιος),

1) η quidam (§ 62, 5) χρησιμοποιείται, όταν πρόκειται για πρόσωπο ή πράγμα που δε θέλει ή δεν μπορεί να κατονομάσει αυτός που μιλάει: quaedam bestiolae unum diem vivunt μερικά ζωύφια ζουν μια ημέρα (βλ. § 149, 3). Perses quidam Πέρσης τις (= κάποιος Πέρσης).

2) η aliquis (επιθετικούς aliqui, § 62, 2) και η quispiam (§ 62, 3) χρησιμοποιούνται κανονικά σε καταφατικές προτάσεις, ενώ η quisquam και η ullus (§ 62, 4) μόνο σε αρνητικές, ή καταφατικές ερωτηματικές που ισοδυναμούν με αρνητικές: dicat quispiam (είποι τις αν) μπορεί να ειπεί κάποιος∙ sine ulla spe pacis donum redierunt γύρισαν στην πατρίδα χωρίς καμιά ελπίδα ειρήνης∙ an quisquam Croeso divitior fuit? άραγε υπήρξε κανένας πλουσιότερος από τον Κροίσo; (= κανένας δεν υπήρξε, κτλ.).

3) η αόριστη αντωνυμία quis (επιθετικούς qui, § 62, 1) χρησιμοποιείται αντί της aliquis ύστερα από τα μόρια si, nisi, ne, num και αναφορικές λέξεις γενικά: ne quid respublica detrimenti capiat μήπως η πολιτεία πάθει καμιά βλάβη (§ 129, 2, α´)· num quod (= aliquod) vestigium apparet? Μήπως φαίνεται κανένα ίχνος; quo quis sapientior est, eo solet esse modestior όσο κάποιος είναι σοφότερος τόσο συνήθως είναι μετριοφρονέστερος.

4) Η αντωνυμία quisque (§ 62, 9) χρησιμοποιείται,

 α´) ύστερα από τις (αυτοπαθείς) αντωνυμίες (sui, sibi, se) και την κτητική του γ´προσώπου (suus, -a -um): se quisque dilĭgit καθένας αγαπά τον εαυτό του∙ suum cuique tribuendum est (βλ. 134, 2).

β´) ύστερα από υπερθετικά επίθετα και τακτικά αριθμητικά: optimum quidque rarissimum est καθετί το άριστο είναι σπανιότατο∙ vix decimus quisque miles sine vulnere erat μόλις μεταξύ των δέκα ένας στρατιώτης ήταν άτρωτος·

γ´) ύστερα από τα αναφορικά γενικώς: quam quisque norit (= noverit) artem, in hac se exercĕat πβ. έρδοι τις, ην έκαστος ειδείη τέχνην.