Λατινική Γραμματική (Γ΄ Γενικού Λυκείου)

ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΟΙ ΠΤΩΣΕΙΣ

127. H συντακτική χρήση της ονομαστικής και κλητικής, της γενικής, της δοτικής και της αιτιατικής στη Λατινική είναι γενικώς όμοια προς την Ελληνική.

128. H αφαιρετική είναι η πτώση, με την οποία δίδεται απάντηση στην ερώτηση:

1) πόθεν; (από πού; από ποιον; κτλ.) δηλ. η αφαιρετική φανερώνει την αφετηρία κάποιας ενέργειας του υποκειμένου: venit Romā (= έρχεται εκ Ρώμης) έρχεται από τη Ρώμη· (ablativus separatīvus, αφαιρετική του αποχωρισμού, κυρίως αφαιρετική, που αντιστοιχεί προς τη γενική αφαιρετική της αρχαίας Ελληνικής· πβ. Θέτις ανέδυ πολιής αλός)·

2) μετά τίνος; (με ποιον; με τι; πώς;), δηλ. η αφαιρετική φανερώνει το πρόσωπο ή το πράγμα που συνοδεύει το υποκείμενο σε κάποια ενέργειά του: decem navibus Romam rediit με δέκα πλοία επέστρεψε στη Ρώμη (ablativus sociatīvus, αφαιρετική της κοινωνίας ή της συνοδείας, που αντιστοιχεί προς την όμοια δοτική της αρχαίας Ελληνικής∙ πβ. κατέπλευσεν εις Πάρον ναυσίν είκοσιν).

Από την αφαιρετική αυτή προήλθε η ablativus instrumentalis, η οργανική αφαιρετική, (αντίστοιχη προς την όμοια δοτική της αρχαίας Ελληνικής: secūri (αφαιρ.) hostem percussit με τσεκούρι χτύπησε τον εχθρό∙ (πβ. την θύραν τῃ βακτηρίᾳ έκρουε).

Σημείωση. Στη θέση απλής αφαιρετικής της συνοδείας τίθεται και εμπρόθετο με την cum+αφαιρετική, κυρίως όταν η αφαιρετική αυτή δεν έχει επιθετικό προσδιορισμό: cum exercitu profectus est ανεχώρησε μαζί με το στρατό.

Στη θέση της οργανικής αφαιρετικής, όταν είναι πρόσωπο εκείνο με το οποίο ενεργεί κάποιος κάτι, τίθεται η per με αιτιατική ή η (αφαιρετική) opĕrā ή auxiliō με γενική του προσώπου: per servum certior factus est πληροφορήθηκε από το δούλο. Ciceronis operā res publica conservata est η πολιτεία διασώθηκε από τον Κικέρωνα. Κατά τον ίδιο τρόπο και operā meā, nostrā - operā tuā, vestrā, κτλ. αντί per me, per nos, per te, κτλ

3) πού; η αφαιρετική φανερώνει τον τόπο κάποιας ενέργειας του υποκειμένου: Babylōne mortuus est πέθανε στη Βαβυλώνα (= εν Βαβυλώνι)∙ (ablativus locatīvus, τοπική αφαιρετική, αντίστοιχη προς την όμοια δοτική της αρχαίας Ελληνικής· πβ. πατήρ αυτόθι μίμνει αγρῴ).

Σημείωση.Ως τοπική πτώση σε ορισμένες περιπτώσεις λαμβάνεται και η (ενική) γενική (βλ. κατωτέρω).

Χρήση των πτώσεων

1. Η γενική.

α´) Με ουσιαστικά, επίθετα και επιρρήματα.

129. 1) Η γενική κτητική (genetivus possessīvus) στη Λατινική με μερικά ονόματα, όπως nomen, vox, virtus κ.ά. σημαίνει ό,τι η παράθεση ή επεξήγηση: nomen regis in odio fuit Romanis (το όνομα του βασιλιά) το όνομα βασιλιάς έγινε μισητό στους Ρωμαίους (genetivus explicatīvus ή epexegetĭcus).

Σημείωση. Στη θέση της γενικής των προσωπικών αντωνυμιών (mei, tui, nostri, κτλ. § 50) ως κτητικής, βρίσκουμε στη Λατινική κανονικά τις αντίστοιχες κτητικές αντωνυμίες. Λέγεται π.χ. nulla epistula tua (όχι tui) καμία επιστολή σου. Αν όμως υπάρχει και προσδιορισμός παραθέσεως ή επιθετικός προσδιορισμός του προσώπου, που νοείται από την κτητική αντωνυμία, αυτός εκφέρεται σε γενική: meā consulis operā «δι' εμού του υπάτου»· (πβ. § 128, 2, Σημ.).

2) Ως γενική διαιρετική (genetivus partitīvus) χρησιμοποιείται στη Λατινική (με μεγάλη ιδιορρυθμία) εκτός από άλλους τρόπους η γενική ενικού ονόματος ουσιαστικού ή του ουδετέρου δευτερόκλιτου επιθέτου που λαμβάνεται οις ουσιαστικό, μολονότι αυτά δε σημαίνουν ένα διηρημένο όλο ή ποσό. Με τη γενική αυτή συντάσσονται:

α´) το ουδέτερο επιθέτων ή επιθετικών αντωνυμιών που σημαίνουν ποσό, όπως και το ουδέτερο άλλων αντωνυμιών, που λαμβάνεται ως ουσιαστικό σε πτώση ενική ονομαστική ή αιτιατική που εκφέρεται χωρίς πρόθεση, όπως multum, plus, plurimum, nimium – paulium, minus, minimum – tantum, quantum – hoc, id, idem, quod, quid, aliquid, nihil, κτλ. π.χ. multum labōris πολύς κόπος· virtus nihil expĕtit praemii η αρετή δεν απαιτεί καμιά αμοιβή· quid novi? nihil novi? τι νέα; κανένα νέο;

Σημείωση. Αν η όλη έκφραση αποτελεί εμπρόθετο ή αν το επίθετο που ακολουθεί τα ανωτέρω επίθετα ή αντωνυμίες είναι τριτόκλιτο, τότε δε χρησιμοποιείται γενική διαιρετική αλλά επιθετικός προσδιορισμός. Έτσι (tantum audaciae τόσο μεγάλη τόλμη, αλλά) ad tantam audaciam σε τόσο μεγάλη τόλμη· (aliquid boni κάτι αγαθό, αλλά) aliquid memorabile κάτι αξιομνημόνευτο (και όχι memorabilis, γεν.).

β´) τα ποσοτικά επιρρήματα satis, nimis, parum. Π.χ. ea amicitia non satis habet firmitatis η φιλία αυτή δεν έχει αρκετή σταθερότητα.

3) α´) Με γενική αντικειμενική (genetivus obiectīvus) συντάσσονται και στη Λατινική πολλά επίθετα, που τα αντίστοιχά τους και στην αρχαία Ελληνική συντάσσονται με γενική αντικειμενική. Αξιοσημείωτο είναι το επίθετο certior (συγκριτικό του certus βέβαιος, ασφαλής). που συντάσσεται και αυτό με γενική αντικειμενική στις φράσεις certior fio alicuius rei πληροφορούμαι για κάτι, και certiorem facio aliquem alicuius rei πληροφορώ κάποιον για κάτι.

β´) Με γενική αντικειμενική συντάσσονται και πολλές μετοχές ενεστώτα ενεργητικών μεταβατικών ρημάτων που συντάσσονται με αιτιατική, όταν λαμβάνονται ως επίθετα και δηλώνουν κάποια διαρκή ιδιότητα: (amo patriam, αλλά) amans patriae = φιλόπατρις, (appĕto laudem, αλλά) appetens laudis φιλόδοξος. (πβ. αρχ. Ελλην. οιωvών· σάφα ειδώς, κ.τ.ό.).

β´) Mε ρήματα

130. Αντικείμενο σε γενική στη Λατινική παίρνουν μόνο τα ρήματα που σημαίνουν μνήμη ή λήθη (memini, § 98, 1, reminiscor, obliviscor, κτλ) και τα αναμνηστικά (admoneo, commoneo κτλ.) τα οποία, όταν είναι ενεργητικά μεταβατικά, έχουν και άλλο αντικείμενο σε αιτιατική, που φανερώνει το πρόσωπο, που υπενθυμίζει κάποιος: memini amicorum (= μέμνημαι των φίλων - θυμάμαι τους φίλους): legati foederis Carthaginienses admonuerunt (= οι πρέσβεις υπέμνησαν τους Καρχηδονίους τη συνθήκη - οι πρέσβεις υπενθύμισαν στους Καρχηδ. τη συνθήκη).

Τα ανωτέρω ρήματα παίρνουν το αντικείμενό τους και σε αιτιατική, όταν δε φανερώνει πρόσωπο. Κανονικά όμως το αντικείμενο τίθεται σε αιτιατική, όταν είναι το ουδέτερο αντωνυμίας ή επιθέτου: iniurias obliviscitur λησμονεί τις βρισιές∙ illud semper memento εκείνο πάντοτε να θυμάσαι.

Σημείωση. Τα άλλα ρήματα της Λατινικής που αντιστοιχούν σε ρήματα της αρχαίας Ελληνικής που συντάσσονται με γενική, συντάσσονται στη Λατινική είτε με δοτική είτε τα πιο πολλά, με αφαιρετική (βλ. κατωτέρω).

131. Συντάσσονται με γενική της αιτίας (genetivus causae) 1) τα δικαστικά ρήματα (verba iudicalia), όπως accusāre, damnāre, absolvĕre κ.τ.ό., από τα οποία τα ενεργητικά μεταβατικά έχουν και άλλο αντικείμενο σε αιτιατική, που φανερώνει το πρόσωπο που κατηγορεί, καταδικάζει κάποιος, κτλ.: Miltiades proditionis accusatus est ο Μιλτιάδης κατηγορήθηκε για προδοσία· consulem condemnaverunt inertiae κατηγόρησαν τον ύπατο για αμέλεια.

Σύμφωνα με αυτά λέγεται και accusare aliquem capĭtis (υπάγειν τινά θανάτου = εγκαλώ κάποιον ενώπιον του δήμου για έγκλημα που ποινή του είναι ο θάνατος) και damnare aliquem capĭtis (καταγιγνώσκειν τινός θάνατον = καταδικάζω κάποιον σε θάνατο).

Σημείωση. Αντί της γενικής της αιτίας με τα ρήματα αυτά τίθεται και εμπρόθετο που αποτελείται από την πρόθεση de με αφαιρετική: cum (repetundarum ή) de repetundis damnaverunt τον καταδίκασαν για κάκωση επαρχίας. Κανονικώς λέγεται accusare ή damnare aliquem de vi (επί βίᾳ = για βία). Πβ. § 27,6.

2) Τα απρόσωπα ρήματα που φανερώνουν συναίσθημα piget, pudet, paenĭtet, taedet, pertaesum est και miseret (§ 99, 2). To πρόσωπο που δοκιμάζει το συναίσθημα φανερώνεται με αιτιατική: eum pudet deorum hominumque ντρέπεται θεούς και ανθρώπους· paenitebit vos huius consilii (μεταμελήσει υμίν ταύτης της βουλής = θα μετανοήσετε γι' αυτή την απόφαση).

Σημείωση Αν εκφράζεται με ρήμα εκείνο που φανερώνει το αίτιο του συναισθήματος, αυτό εκφέρεται με απαρέμφατο· me pudet ea dicĕre ντρέπομαι να λέγω αυτά. Αν εκφράζεται με ουδέτερο αντωνυμίας, τότε χρησιμοποιείται προσωπική σύνταξη με υποκείμενο του ρήματος την αντωνυμία αυτή: non te haec pudent? δεν ντρέπεσαι γι' αυτά;

132. Με γενική συντάσσεται και το απρόσωπο ρήμα intĕrest (= ενδιαφέρει), η γενική φανερώνει το πρόσωπο, το οποίο κάτι ενδιαφέρει: Ciceronis interest ενδιαφέρει τον Κικέρωνα. Όμως γενική προσωπικής αντωνυμίας (mei, tui κτλ.) δε συντάσσεται με το interest, αλλά στη θέση της τίθεται η ενική αφαιρετική του θηλυκού των αντίστοιχων κτητικών αντωνυμιών (meā, tuā, suā, nostrā, vestrā), όπως mea (tua) interest με (ή σε) ενδιαφέρει. (Πβ. § 128, 2 Σημ. και § 129, 1 Σημ.). Αλλ' όμως λέγεται omnium nostrum (ή vestrum) interest ενδιαφέρει όλους μας (ή σας).

Σημείωση α´.Εκείνο που ενδιαφέρει κάποιον εκφράζεται με πολλούς τρόπους, δηλ. με απαρεμφατική πρόταση, με πλάγια ερώτηση, με βουλητική πρόταση που εισάγεται με το ut ή το ne και το ουδέτερο δεικτικής αντωνυμίας (ποτέ με όνομα ουσιαστικό): tua et mea maxime interest te valēre (ή ut valeas) πάρα πολύ ενδιαφέρει εμέ και σε να υγιαίνεις συ. hoc reipublicae interest αυτό ενδιαφέρει την πολιτεία. Το πόσο ενδιαφέρει κάποιον εκφράζεται ακόμη και με γενική (της αξίας, genetivus pretii): illud Cιceronis magni intererat εκείνο πάρα πολύ ενδιέφερε τον Κικέρωνα.

Σημείωση β´.Όπως το interest, συντάσσεται και το συνώνυμο του rēfert (διαφορετικό από το rĕfert, δηλ. το γ´ ενικό του refero = αναφέρω). Αλλά με το rēfert συνηθισμένες είναι μόνο οι φράσεις meā (tuā, κτλ.) refert και quid refert? nihil refert τι ενδιαφέρει; καθόλου δεν ενδιαφέρει.

2. Η δοτική .

α´) Με ουσιαστικά, επίθετα και επιρρήματα.

133. Η σύνταξη ουσιαστικού με δοτική είναι πολύ σπάνια (όπως και στην αρχαία Ελληνική): obtemperatio legibus υπακοή στους νόμους (όπως obtempero legibus υπακούω στους νόμους).

2) Επίθετα που συντάσσονται με δοτική και στη Λατινική είναι πολλά και αντιστοιχούν σχεδόν όλα προς τα επίθετα της αρχαίας Ελληνικής που συντάσσονται με δοτική, όπως amicus, inimicus, similis (κτλ.) alicui.

Πολλά όμως από αυτά που λαμβάνονται ως ουσιαστικά συντάσσονται και με γενική (κτητική), όπως amici Ciceronis οι φίλοι του Κικέρωνα (πβ. αρχ. Ελλην. φίλος τινί - φίλος τινός κ.τ.ό.). Πάντοτε λέγεται mei (tui, nostri κτλ.) similis (όμοιος εμοί, σοι, ημίν κτλ.) = όμοιός μου, όμοιός σου, όμοιά μας), καθώς και veri similis (= πιθανός), και όχι mihi (tibi κτλ), similis ούτε vero similis.

3) Με δοτική συντάσσονται και επιρρήματα που παράγονται από επίθετα τα οποία συντάσσονται με δοτική ή έχουν συγγενή σημασία μαζί τους: naturae (δοτ.) convenienter vivere (= να ζει κανείς σύμφωνα με τη φύση).

Τα επιρρήματα όμως propius (εγγύτερον) και proxime (εγγύτατα) συντάσσονται πάντοτε με αιτιατική (όπως η συγγενής τους πρόθεση prope, § 102, 1): proxime Pompeium sedebat καθόταν πολύ κοντά στον Πομπήιο.

Με αιτιατική συντάσσονται ακόμη τα επίθετα propior (εγγύτερος) και proxinius (εγγύτατος): Ubii proximi Rhenum incoluerunt οι Ούβιοι κατώκησαν πάρα πολύ κοντά στο Ρήνο.

Σημείωση.Με δοτική συντάσσονται και τα επιφωνήματα vae και hei: vae victis (ουαί τοις ηττημένοις = αλίμονο στους νικημένους)· hei mihi misero αλίμονο σε μένα το δυστυχή.

β´) Mε ρήματα.

134. Αντικείμενο σε δοτική δέχονται γενικά τα ρήματα εκείνα που και τα αντίστοιχά τους στην αρχαία Ελληνική συντάσσονται με δοτική:

1) ρήματα που σημαίνουν φιλική ή εχθρική ενέργεια ή διάθεση για κάποιον ή έχουν την έννοια του πρέπει, αρμόζει κ.τ.ό., όπως obtemperare, ignoscĕre, placere, fidere, invidere, favere, irasci alicui - convenire alicui, κ.ά.τ. oboediamus legibus να υπακούομε στους νόμους∙ vir probus invidet nemini ο χρηστός άνθρωπος δε φθονεί κανένα∙ haec ornamenta tibi conveniunt αυτά τα κοσμήματα σου ταιριάζουν.

2) ρήματα που γενικά έχουν τη σημασία του λέγω, δείχνω, δίνω, στέλνω κ.τ.ό., όπως dicere, narrare, indicare, dare, mittere. Κατά τη σύνταξη αυτών των ρημάτων εκτός από τη δοτική, που επέχει θέση έμμεσου αντικειμένου, συνάπτεται συγχρόνως και αιτιατική του άμεσου αντικειμένου: timor addit alas pedibus ο φόβος προσθέτει φτερά στα πόδια, suum cuique tribuere να δίνει κανείς σε καθέναν το δικό του.

3) ρήματα σύνθετα με τις προθέσεις ad, ante, cum, in, inter, ob, post, prae, sub ή με το αχώριστο μόριο re (§ 114, 2, ε´), που συγγενεύουν κατά τη σημασία με τα ανωτέρω ρήματα: adsum alicui (παρίσταμαι = βοηθώ τινι) βοηθώ κάποιον∙ committo alicui pecuniam εμπιστεύομαι σε κάποιον τα χρήματα· succedo alicui διαδέχομαι κάποιον∙ resisto alicui αντιστέκομαι σε κάποιον∙ terror incidit exercitui φόβος ενέπεσε στο στράτευμα.

Σημείωση α´. Με δοτική συντάσσονται στη Λατινική πολλά ρήματα που είναι αμετάβατα (τα αντίστοιχα τους στην αρχαία Ελληνική συντάσσονται με αιτιατική ή γενική), όπως prodesse, nocēre alicui ωφελώ, βλάπτω κάποιον (αλλά πβ. λυσιτελώ τινι), suadēre, persuadēre alicui πείθω, καταπείθω κάποιον, blandiri alicui κολακεύω κάποιον κ.ά. parcĕre alicui φείδομαι κάποιον: Themistocles persuasit Atheniensibus, ut... ο Θεμιστοκλής έπεισε τους Αθηναίους να... philosophia modētur animis η φιλοσοφία θεραπεύει τις ψυχές.

Παθητικό των ανωτέρω ρημάτων σχηματίζεται μόνο απροσώπως, όπως π.χ. mihi (tibi, κτλ.), invidētur φθονούμαι (φθονεῖσαι κτλ.): parcetur victis θα δοθεί χάρη στους νικημένους.

Σημείωση β´. Πολλά ρήματα συντάσσονται άλλοτε με δοτική και άλλοτε με αιτιατική, επειδή λαμβάνονται με διαφορετική σημασία. (Πβ. αρχ. ελλην. αγαπάν τινα και αγαπάν τινι). Ετσι π.χ. consulο aliquem (π.χ. medicum) συμβουλεύομαι κάποιον - consulo alicui (π.χ. fratri) φροντίζω για κάποιον∙ caveo, timeo aliquem ή aliquid φοβούμαι κάποιον ή κάτι – caveo, timeo alicui (rei) φοβούμαι για κάποιον, tempero aliquid αναμιγνύω κάτι - temperο alicui (= parco alicui) φείδομαι κάποιον.

Σημείωση γ´. Με δοτική του έμμεσου αντικειμένου και αιτιατική του άμεσου, συντάσσονται ρήματα που τα αντιστοιχά τους στην αρχαία Ελληνική συντάσσονται με δύο αιτιατικές ή έχουν άλλη σύνταξη, όπως π.χ. induere, exuere alicui alicuid (ενδύειν, εκδύειν τινά τι) ντύνω ή γδύνω κάποιον από κάτι, adspergere, circumfundere alicui aliquid περιβάλλω κάποιον με κάτι∙ adspergere, inspergere alicui aliquid ραίνω κάποιον με κάτι: Herculi tunĭcam induit έντυσε τον Ηρακλή με το χιτώνα∙ murum urbi circumdederunt με τείχος περιέβαλαν την πόλη.

Τα ρήματα donare, adspergere, circumdare, induere και intercludere, εκτός από τη σύνταξη που μνημονεύσαμε για τα ρήματα της προηγούμενης παραγράφου, συντάσσονται ακόμη και με αιτιατική του προσώπου και αφαιρετική του πράγματος, όπως π.χ. victori corōnam donant στο νικητή δίνουν για δώρο στεφάνι και victorem coronā donant το νικητή με στεφάνι τιμούν. Από τη διπλή αυτή σύνταξη προήλθε και η φράση interdicere alicui aqua et igni (αφαιρ.) να εμποδίζει κανείς κάποιον από το νερό και τη φωτιά (κατά συμφυρμό από τις δύο συντάξεις interdicere alicui aquam et ignem και interdicere aliquem aqua et igni).

135. Με ρήματα συνάπτεται η δοτική ως προσωπική που έχει τις ίδιες σημασίες που έχει και στην αρχαία Ελληνική (δοτική προσωπική κτητική, χαριστική ή αντιχαριστική, ηθική, της αναφοράς, του ενεργούντος προσώπου). Ιδιαίτερα για τη δοτική αυτή διατυπώνονται οι εξής παρατηρήσεις:

1) Στη φράση est alicui nomen ή cognomen (έστι τινι όνομα ή επώνυμον = έχει κάποιος όνομα ή επώνυμο) το όνομα (ή το επώνυμο) εκφέρεται είτε σε ονομαστική, συμφωνώντας προς το υποκείμενο της προτάσεως (nomen ή cognomen), είτε σε δοτική, δηλαδή σε όποια πτώση εκφέρεται η δοτική κτητική που υπάρχει στην πρόταση. Λέγεται π.χ. est meo filio nomen Gaius και est meo filio nomen Gaio (= ο γιος μου ονομάζεται Γάιος).

2) Δοτική χαριστική συνάπτεται ακόμη και με το ρήμα vacare (ασχολούμαι με κάτι) και το ρήμα nubĕre (= παντρεύομαι). Λέγεται π.χ. Cicero vacabat philosophiae (δοτ.) ο Κικέρων ησχολείτο με τη φιλοσοφία. Venus nupsit Vulcano (δοτ.) η Αφροδίτη παντρεύτηκε τον Ήφαιστο.

Σημείωση. H αρχική σημασία του nubĕre ήταν φορώ νυφικό κάλυμμα. Ώστε nubere alicui κύριος = καλύπτομαι χάριν κάποιου. Για τον άνδρα λέγεται aliquam uxorem in ή matrimonium ducere (= άγομαι γυναίκα, λαμβάνω γυναίκα = παίρνω γυναίκα).

3) Δοτική του ενεργούντος προσώπου (dativus auctōris), για να δηλωθεί το (προσωπικό) ποιητικό αίτιο, κανονικά συντάσσεται με το γερουνδιακό (§ 75, 5), πολλές φορές όμως και με τους σύνθετους χρόνους του παθητικού ρήματος (σπάνια και με τους άλλους χρόνους του): Sors sua est cuīqua ferenda καθένας πρέπει να φέρνει την τύχη του· mihi consilium iam diu captum est απόφαση από εμένα έχει παρθεί πριν αρκετό καιρό (πβ. ο ποταμός εστίν ημίν διαβατέος· ταύτα Θεμιστογένει γέγραπται).

Σημείωση. Και με το γερουνδιακό, όπως κανονικά με τα παθητικά ρήματα γενικώς, το ποιητικό (προσωπικό) αίτιο πολλές φορές εκφέρεται με την πρόθεση ab (η α) και αφαιρετική, αντί δοτική, για να αποφεύγεται σύγχυση στο νόημα της φράσεως, κυρίως όταν το γερουνδιακό ανήκει σε ρήμα που παίρνει το αντικείμενο του σε δοτική: a patribus consulendum est libĕris οι πατέρες πρέπει να φροντίζουν για τα παιδιά. (To consulo στη σημασία του φροντίζω συντάσσεται με δοτική, § 134, 3 Σημ. β´. Αν λοιπόν λεγόταν patribus consulendum est liberis, ήταν δυνατό να ερμηνευθεί και = για τους πατέρες πρέπει να φροντίζουν τα παιδιά).

136. Ιδιόρρυθμα στη Λατινική χρησιμοποιείται η δοτική με ρήματα και ως κατηγορηματική, για να δηλωθεί σκοπός (dativus finālis ή dativus praedicatīvus). Με αυτή τη σημασία χρησιμοποιείται η δοτική ουσιαστικού ονόματος (όχι συγκεκριμένου, πάντοτε ενικού αριθμού) πρώτα με το ρήμα esse (§ 125), έπειτα και με τα ρήματα accipere, arcessere, habēre, dare, relinquere, mittere, tribuere, dicere, ducere, venire, κ.ά.ό., για να δηλωθεί ο σκοπός (ή το αποτέλεσμα) της πράξεως που φανερώνει το ρήμα. Με τη δοτική αυτή του σκοπού υπάρχει σχεδόν πάντοτε και άλλη δοτική (χαριστική ή αντιχαριστική ή του έμμεσου αντικειμένου). Ακόμη, όταν το ρήμα είναι ενεργητικό μεταβατικό, συνυπάρχει και αιτιατική του άμεσου αντικειμένου: hoc mihi curae (δοτ.) est (= μέλει μοι τούτου) γι' αυτό ενδιαφέρομαι∙ Aedui equitatum auxilio (δοτ.) Caesari miserunt οι Αίδουοι έστειλαν στον Καίσαρα ιππικό για βοήθεια.

3. H αιτιατική.

α´) Με ονόματα και επιρρήματα ή απολύτως.

137. 1) Η σύνταξη ουσιαστικού με αιτιατική (σπάνια και στην αρχαία Ελληνική) δεν είναι εύχρηστη στη Λατινική και η σύνταξη επιθέτου ή επιρρήματος είναι σπάνια (Βλ, § 133, 3).

2) Συνήθης είναι η χρήση αιτιατικής, είτε μόνης είτε με επιφωνήματα (heu!o!) σε αναφωνήσεις, για να εκφραστεί έκπληξη ή πόνος: me miserum∙ ο me miserum∙ αλίμονο σε μένα το δυστυχή.

Σημείωση.Η αιτιατική αυτή εξηγείται επειδή προήλθε από αρχικές πληρέστερες φράσεις στις οποίες είχε θέση αντικειμένου: νidēre me miserum! δες τε με τον άθλιο!

β´) Με ρήματα.

138. Το αντικείμενο των ρημάτων σε πτώση αιτιατική και στη Λατινική είναι ή εξωτερικό αντικείμενο, π.χ. Romulus Remum interfecit ο Ρωμύλος σκότωσε το Ρώμο, Deus aedificavit mundum ο θεός δημιούργησε τον κόσμο, ή εσωτερικό αντικείμενο, π.χ. solicitam (ή exsulis) vitam vivimus ζούμε ζωή γεμάτη φροντίδες (ή εξορίστου)∙ longam viam imus βαδίζουμε μακρό δρόμο. (Figura etymologica ετυμολογικό σχήμα).

Σημείωση. Και στη Λατινική πολλές φορές παραλείπεται η αιτιατική του σύστοιχου ουσιαστικού και τότε ο επιθετικός προσδιορισμός του εκφέρεται σε ουδέτερο γένος ενικού ή σπάνια πληθυντικού αριθμού: dulce ridet γλυκά γελά (= dulcem risum ridet) graviora patimur βαρύτερα πάσχουμε.

Σε μερικές φράσεις η σύστοιχη σύνταξη γίνεται με βραχυλογία, όπως π.χ stadium currĕre (= cursum stadii currere∙ πβ. αγωνίζεσθαι στάδιον)· piscis sapit mare το ψάρι έχει χυμό θάλασσας (πβ. το ψάρι μυρίζει θάλασσα) (= piscis saporem maris sapit), κ.ά.τ.

139.  Με αιτιατική εξωτερικού αντικειμένου συντάσσονται και στη Λατινική τα κύριως μεταβατικά ρήματα. Αλλά και πολλά άλλα που τα αντίστοιχά τους στην Ελληνική συντάσσονται ή με δοτική ή με εμπρόθετο, συντάσσονται με αιτιατική, επειδή λαμβάνονται ως μεταβατικά, όπως π.χ.

1) τα ρήματα aequare, adaequare (aliquem ή aliquid = ισουσθαί τινι) iuvare, adiuvare (aliquem = βοηθείν τινι), sequi, sectari (§ 80, aliquem = έπεσθαι, ακολουθείν τινι∙  αλλά πβ. διώκειν τινά), decere, dedecere (aliquem = πρέπειν, ου πρέπειν τινι∙ πβ. όμως § 134, 1): virtus maiorum famām adaequat η αρετή τον προγόνων είναι ίση με τη φήμη∙ te toga decet σου πρέπει η τήβεννος.

2) ρήματα ψυχικού πάθους σημαντικά, indignari, queri (§ 80 aliquid = αγανακτείν, μεμψιμοιρείν επί τινι), rιdēre (aliquid = γελάν επί τινι), iniuriam queror = μεμψιμοιρώ για την αδικία.

Σημείωση. Βλ και § 134, 3, Σημ. β´ .

140.   Με διπλή αιτιατική συντάσσονται στη Λατινική:

1) ρήματα που και τα αντίστοιχά τους στην αρχαία Ελληνική συντάσσονται με δύο αιτιατικές:

α´) τα παιδευτικά (docere, edocere) και το ρήμα celare (aliquem, aliquid, τινά τι): Cato filium litteras, docuit ο Κάτων δίδαξε το γιο (του) γράμματα· nemo potest deum celare consilia sua κανένας δεν μπορεί να αποκρύπτει από το θεό τις επιθυμίες του.

β´) τα αιτητικά (όσα δηλ. έχουν την έννοια του ζητώ, ερωτώ κτλ.) όπως poscere, flagitare (aliquem, aliquid, τινά τι): pacem te poscimus ειρήνη ζητούμε από σε∙ εδώ ανήκει και η σύνταξη του ρήματος rogare (ερωτάν) στη φράση του επίσημου λόγου rogare aliquem sententiam (ερωτάν τινά την (εαυτού) γνώμην (εν τῃ συγκλήτῳ).

γ´) ρήματα κλητικά (όπως appellare, κτλ.), δοξαστικά (όπως putare, existimare, κτλ.), προχειριστικά (όπως creare, eligĕre, κτλ.), μεταποιητικά (όπως facere, reddere, κτλ.). κ.ά.τ.: solitudinem pacem appellant την ερημία (ερήμωση) ονομάζουν ειρήνη∙ cupiditas homines caecos reddit το πάθος κάνει τους ανθρώπους τυφλούς· εδώ ανήκει και η φράση aliquem certiorem facere (alicuius rei ή de aliqua re. Βλ. § 129, 3, α´).

Σημείωση. Βλ. και § 184, Σημ. γ´ (induere, κτλ.).

2) ρήματα μεταβατικά σύνθετα με την πρόθεση trans, όπως transducere ή traducere, transportare, κ.τ.ό. (= διαβιβάζειν, διακομίζειν, κτλ.)∙ σ' αυτά η δεύτερη αιτιατική που φανερώνει κάποιον τόπο (ποτάμι κ.τ.τ.) ανήκει κυρίως στην πρόθεση trans: dux exercitum flumen transportavit ο στρατηγός πέρασε το στρατό πέρα από το ποτάμι (πβ. και dux exercitum trans flumen traduxit).

Σημείωση. Στις §§ 130, 131 γίνεται λόγος για δίπτωτα ρήματα με αιτιατική και γενική, στην § 134, 2, 3 και Σημ. γ´ με αιτιατική και δοτική. Παρακάτω με αιτιατική και αφαιρετική.

4. H αφαιρετική.

α´) Με ονόματα και επιρρήματα.

141. Αφαιρετική ουσιαστικού (που συνοδεύεται πάντοτε από επιθετικό προσδιορισμό) χρησιμοποιείται ως προσδιορισμός άλλου ουσιαστικού, για να δηλωθεί κάποια χαρακτηριστική ιδιότητά του: vir summo ingenio άντρας με μεγάλη ευφυΐα (ευφυέστατος) (ablativus qualitātis, αφαιρετική της ιδιότητας, που υπάγεται στην ablativus sociatīvus, § 128, 2. Πρβ. νεοελλ. π.χ. άνθρωπος με πολύ μυαλό).

Για να δηλωθεί όμως ιδιότητα, χρησιμοποιείται κατά τον ίδιο τρόπο και η γενική (genetivus qualitātis), όπως και στην Ελληνική, όταν αυτή η ιδιότητα είναι διαρκής, κυρίως ύστερα από αριθμητικό για να καθορισθεί μέτρο, βάρος, ηλικία κ.τ.ό.: vir magnae prudentiae άντρας μεγάλης συνέσεως (συνετότητας)· fossa pedum quindecim τάφρος δεκαπέντε ποδών∙ puer decem annorum παιδί δέκα χρόνων.

142. Ως προσδιορισμός επιθέτου (ή επιρρήματος) συνάπτεται αφαιρετική ουσιαστικού (και σπανιότερα επιθέτου), και

1) καθαρά αφαιρετική (§ 128, 1) παίρνουν:

α´) επίθετα που σημαίνουν απαλλαγή, στέρηση, κ.τ.ό., όπως liber, nudus, orbus, vacuus, (alienus) κ.ά.τ.: liber metu απηλλαγμένος φόβου = απαλλαγμένος από φόβο (άφοβος)· (πβ. νεοελλ.: ελεύθερος από φροντίδες)

β´) συγκριτικά επίθετα: nemo fuit divitior Croeso κανένας δεν ήταν πλουσιότερος από τον Κροίσο· (ablativus comparatīvus, αφαιρετική συγκριτική, αντίστοιχη προς τη συγκριτική γενική της αρχαίας Ελληνικής. Πβ. νεοελλ.: ο Πέτρος είναι πλουσιότερος από τον Παύλο).

Σημείωση. Ο β´ όρος της συγκρίσεως εκφέρεται με αφαιρετική πάντοτε, όταν είναι αναφορική αντωνυμία: Cato, quo tum nemo fuit doctor o Κάτων από τον οποίο κανένας τότε δεν υπήρξε πιο μεγάλος επιστήμονας. Στις άλλες περιπτώσεις ο β´ όρος της συγκρίσεως εκφέρεται και με το συγκριτικό quam (= ή, από, παρά) και στην ίδια πτώση με τον α´ όρο συγκρίσεως, patria mihi carior est quam vita (= carior vitā) η πατρίς εμοί προσφιλεστέρα εστί της ζωής (ή η ζωή) = η πατρίδα μου είναι πιο αγαπημένη από τη ζωή.

Κανονικά με το quam ο β´ όρος της συγκρίσεως, όταν ο α´ όρος είναι σε πτώση γενική ή δοτική ή όταν μπορεί να επέλθει σύγχυση τον νοήματος της προτάσεως λόγω της εκφοράς του β´ όρου της συγκρίσεως με αφαιρετική: peius victoribus (α´ όρος, δοτική) quam victis (β´ όρος, πάλι δοτική) accidit χείρον συνέβη τοις νικηταίς ή τοις ηττημένοις = μεγαλύτερο κακό έπαθαν οι νικητές από τους νικημένους. Brutum non minus amo quam tu τον Βρούτον όχι ολιγώτερον αγαπώ ή συ (= το Βρούτο αγαπώ όχι λιγότερο από σένα)· (αν στο β´ όρο αντί tu είχαμε αφαιρετική te ήταν δυνατό να ερμηνευθεί ως = ή σε).

Μετά τα συγκριτικά plus, amplius, longius ακολουθεί κάποτε ο β´ όρος της συγκρίσεως χωρίς το quam στην ίδια πτώση με τον α´ όρο: plus (ή amplius) mille homines convenerunt συγκεντρώθηκαν περισσότεροι από χίλιοι άνθρωποι.

2) αφαιρετική της κοινωνίας ή της συνοδείας (§ 128, 2) παίρνουν,

α´) τα επίθετα onustus, praedĭtus, refectus, καθώς και τα επίθετα που φανερώνουν ψυχικό πάθος contentus, fretus, laetus, superbus, tristis, κ.ά. τ. navis frumento onusta πλοίο φορτωμένο σιτάρι∙ paucis contentus ευχαριστημένος με τα λίγα (ολιγαρκής)  (πβ. νεοελλ.: γεμάτος με χόρτο κ.τ.τ.)∙

β´) τα επίθετα dignus, indignus και διάφορα άλλα, με τα οποία η αφαιρετική φανερώνει το κατά τι ή αναφορά (ablativus limitationis): dignus laude άξιος για έπαινο (άξιος επαίνου)∙ claudus altero pede (= χωλός (κατά) τον έτερο πόδα) χωλός από το ένα πόδι∙ par ingenio ίσος κατή την ευφυΐα∙ εδώ ανήκουν και τα maior ή minor natu (πρεσβύτερος ή νεώτερος)∙ maximus ή minimus natu (πρεσβύτατος ή νεώτατος)∙

γ´) τα συγκριτικά επίθετα (ή επιρρήματα) και γενικά επίθετα (ή επιρρήματα) που έχουν παραθετική έννοια, όταν πρόκειται να δηλωθεί μέτρο ή διαφορά (ablativus mensūrae ή discrimĭnis): dimidio minor μικρότερος κατά το μισό∙ multis annis ante πριν από πολλά χρόνια∙ paulo post ύστερα από λίγο.

β´) με ρήματα.

143. α´) Με καθαρά αφαιρετική (§ 128, 1) συντάσσονται τα ρήματα που σημαίνουν γενικώς απομάκρυνση ή χωρισμό, προέλευση, απαλλαγή, στέρηση, κ.τ.τ., όπως π.χ. expellere, prohibere, abesse, liberare, privare, spoliare, κτλ. (ablativus separatīvus), carere, egere, vacare (ablativus inopiae). Από αυτά, τα ενεργητικά μεταβατικά παίρνουν εκτός από την αφαιρετική και αιτιατική του άμεσου αντικειμένου: Tarquinius regno expulsus est ο Ταρκύνιος διώχτηκε από τη βασιλεία. Consules cives metu liberaverunt οι ύπατοι απάλλαξαν τους πολίτες από το φόβο∙ alter alterius auxilio eget ο ένας έχει ανάγκη από τη βοήθεια του άλλου (πβ. και § 142, 1, α´).

Πριν από την αφαιρετική αυτή πολλές φορές μπαίνει και η πρόθεση ab (ή ex ή de). Κανονικά μπαίνει η ab πριν από την αφαιρετική αυτή, όταν δηλώνει πρόσωπο: patriam a tyrannis liberavit την πατρίδα ελευθέρωσε από τους τυράννους.

Σημείωση.Αντί απλής αφαιρετικής χρησιμοποιείται και n ex με αφαιρετική (όταν πρόκειται να δηλωθεί η άμεση καταγωγή με το ρήμα nasci) ή η ab με αφαιρετική (στην έμμεση καταγωγή με το ρήμα oriri): Achilles ex Thetide natus est Ο Αχιλλεύς γεννήθηκε από τη Θέτιδα∙ plerique Belgae a Germanis orti sunt οι πλείστοι Βέλγοι κατάγονται από τους Γερμανούς. (Πβ. οι εκ Διός-οι αφ' Ηρακλέους).

144. β´) Με αφαιρετική της κοινωνίας ή της συνοδείας (§ 128, 2) συντάσσονται διάφορα ρήματα:

1) όσα φανερώνουν πλησμονή ή πλήρωση, όπως π.χ. abundare, (com-, ex-) im-plere, cumulare κτλ., καθώς και τα ρήματα afficere, ornare, imbuere, instruere, κ.ά.ό. (ablativus copiae). Από αυτά τα ενεργητικά δέχονται, μαζί με την αφαιρετική, και αιτιατική του άμεσου αντικειμένου: otio abundat έχει μεγάλη άνεση∙ aras donis cumulant τους βωμούς γεμίζουν (από) δώρα∙ cives victores laudibus ornant οι πολίτες στολίζουν τους νικητές με επαίνους (πβ. § 142, 2, α´).

2) όσα σημαίνουν πωλώ, αγοράζω, μισθώνω, εκτιμώ, εκτιμώμαι, κ.τ.τ. όπως vendere, venire, (του veneo), emere, conducere, locare, stare, constare, esse (με τη σημασία του τιμώμαι, αξίζω), docere, κ.ά.τ., όταν πρόκειται να δηλωθεί η τιμή ή αμοιβή ορισμένη (ablativus pretiis). Όσα από αυτά είναι ενεργητικά μεταβατικά δέχονται, μαζί με την αφαιρετική, και αιτιατική του άμεσου αντικειμένου: hortum viginti minis emit αγόρασε τον κήπο με είκοσι μνας∙ decem talentis constat κοστίζει δέκα τάλαντα∙ Socrates non docebat mercēde ο Σωκράτης δε δίδασκε με αμοιβή (αντί μισθού).

Όταν όμως η τιμή ή αξία δεν είναι ορισμένη, αλλ' εκφράζεται αόριστα με επίθετο ή επιθετική αντωνυμία (που φανερώνει ποσό), τότε αντί αφαιρετικής χρησιμοποιείται γενική (genetivus pretii). Έτσι με τα ρήματα vendere, emere, locare συντάσσονται οι γενικές quanti, tanti, tantidem, pluris, minoris, με τα ρήματα aestimare, ducere, facere, habere, pendere, putare και το esse (= aestimari) οι γενικές magni, permagni (όχι το multi), parvi, pluris (όχι το maioris), minoris, maximi, plurimi, minimi, quanti, tanti, tantidem, nihil, π.χ. vendit agrum tanti, quanti eum emit πωλεί το χωράφι τόσο, όσο το αγόρασε∙ pluris decet facere virtutem, quam pecuniam αρμόζει να προτιμά κανείς την αρετή ή τα χρήματα.

3) τα αποθετικά ρήματα utor, fungor, furor, pascor, vescor και potior (που δέχονται σε αφαιρετική το αντικείμενό τους): quosque tantem, Catilina, abutere patientia nostra? ως πότε, Κατιλίνα, θα κάνεις κατάχρηση της υπομονής μας; fungitur officis επιτελεί τα καθήκοντα∙ lacte et carne vescuntur τρέφονται με γάλα και κρέας∙ urbe potitus est κυρίευσε την πόλη. (Αλλά πάντοτε rerum potīri και όχι rebus potīri = παίρνω την εξουσία).

4) η φράση opus est, συνώνυμη της usus est (= χρεία εστί, υπάρχει ανάγκη): libris nobis opus est έχουμε ανάγκη από βιβλία. Ομοια και consulto (= consulere) opus est δει βουλεύεσθαι: είναι ανάγκη να σκεφθούμε (με αφαιρετική του ενικού του ουδετέρου της μετοχής του παθητικού παρακειμένου, που ισοδυναμεί με απαρέμφατο ενεστώτα).

Σημείωση. Με τη λέξη οpus και το ρήμα esse σχηματίζεται και χρησιμοποιείται προσωπική σύνταξη, όπως libri nobis opus sunt έχουμε ανάγκη από βιβλία. Αυτή η σύνταξη είναι κανονική, όταν εκείνο για το οποίο υπάρχει χρεία εκφράζεται με ουδέτερο επιθέτου ή αντωνυμίας: Themistocles ccleriler, quae opus erant, reperiebat ο Θεμιστοκλής επινοούσε γρήγορα τα δέοντα.

5) τα παθητικά ρήματα. Με τα ρήματα αυτά εκφέρεται με αφαιρετική το ποιητικό αίτιο, όταν είναι όνομα που φανερώνει πράγμα (ablativus rei effirientis) : discordia maximae res dicabuntur με τη διχόνοια μέγιστα πράγματα διαλύονται. Όταν όμως το ποιητικό αίτιο είναι όνομα προσώπου (ή και πράγματος ή ζώου που είναι προσωποποιημένο), τότε κανονικά εκφέρεται με εμπρόθετο από την ab + αφαιρετική (καθαρά, § 128, 1, ablativus auctoris): Roma a Romulo condita est η Ρώμη χτίστηκε από το Ρωμύλο∙ eo a natura ipsa deducimur σ' αυτό από την ίδια τη φύση οδηγούμαστε (βλ. και § 135, 3).

6) ρήματα που σημαίνουν ψυχικό πάθος, όπως gaudere, laetari, dolere, maerere, κ.τ.τ. (ablativus causae, αφαιρετική της αιτίας∙ πβ. § 131): delicto dolere, correctione gaudere oporter για το αμάρτημα (σφάλμα) πρέπει να λυπάται κανείς και για την επανόρθωση να χαίρει.

Σημειωση.Αφαιρετική της αιτίας μπορεί να συνάπτεται και με κάθε άλλο ρήμα. Συνηθισμένες αφαιρετικές που φανερώνουν το αίτιο που προκαλεί μια πράξη είναι amore, odio, metu, misericordia, spe, κτλ.: hostes metu abscesserunt οι εχθροί από φόβο αναχώρησαν. Οι αφαιρετικές όμως αυτές είναι δυνατό να συνεκφέρονται και με μια κατάλληλη μετοχή του παθητικού παρακειμένου ως αφαιρετικές του ποιητικού αιτίου (όπως coactus, ductus, compulsus, incitatus, κτλ., odio, amore, κτλ.). Με τον τρόπο αυτό εκφέρεται κανονικά σε αρνητικές προτάσεις το κωλύον αίτιον, το οποίον εκφέρεται και με εμπρόθετο από την πρόθεση prae και αιτιατική· morbo impeditus non adfui ad iudicium δεν παρευρέθηκα στο δικαστήριο, γιατί εμποδίστηκα από αρρώστια∙ prae lacrimis loqui non potest από τα δάκρυα δεν μπορεί να ομιλεί.

7) ρήματα που έχουν παραθετική έννοια, όπως antecellere, antevenire, praestare, superare, malle, κ.ά.τ.· η αφαιρετική κοντά στα ρήματα αυτά φανερώνει το κατά τι ή μέτρο ή διαφορά∙ (πβ. § 142, 2, β´ και γ´): hostes numero militum supĕrant οι εχθροί υπερέχουν κατά τον αριθμό τον στρατιωτών∙ multo malo hoc κατά πολύ προτιμώ αυτό.

145. Με οποιοδήποτε ρήμα μπορεί να συνάπτεται αφαιρετική (της κοινωνίας), για να δηλωθεί ο τρόπος κάποιας ενέργειας (ablativus modi, αφαιρετική τροπική): summa aequitate res constituit ταχτοποίησε τα πράγματα με πολύ μεγάλη δικαιοσύνη.

Συνηθισμένες αφαιρετικές του τρόπου είναι silentio, (hoc, eo) modo, (ea, simili) ratione, (hac, ea, illa) conditione, lege, (nostro, maiorum) more, (aequo, forti) animo, κ.ά.τ. Επίσης αφαιρετικές που φανερώνουν τρόπο σωματικής εμφανίσεως, όπως capite nudo ή operto, capillo promisso, barba promissa, pedibus nudis, κ.ά.τ.: multi pecudum ritu vivunt πολλοί ζουν όπως τα ζώα.

Σημείωση.Η τροπική αφαιρετική προήλθε από την οργανική αφαιρετική, για την οποία βλ. § 128, 2.

5. Οι πλάγιες πτώσεις ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί (προσδιορισμός του τόπου και του χρόνου).

146. Ο προσδιορισμός του τόπου και του χρόνου γίνεται και στη Λατινική όχι μόνο με επιρρήματα (§ 101, 1-2) ή εμπρόθετα (§ 102), αλλά και με απλή πλάγια πτώση, (όπως και στην αρχαία Ελληνική· πρβ.: ενίκησαν Ισθμοί και Νεμέᾳ∙ οι λαγῳ της νυκτός νέμονται).

147. α´) Προσδιορισμός του τόπου· 1) η στάση («η εν τόπῳ στάσις») (ubi? που;) εκφέρεται με την in και αφαιρετική 2) η κίνηση σε τόπο («η εις τόπον κίνησις») (quo? ποί;) με την in και αιτιατική και 3) η κίνηση από τόπο («η από τόπου κίνησις») (unde? πόθεν;) με την ex ή ab με αφαιρετική: in horto sum-eo in hortum-venio ex horto-venio ex Italia - ab urbe έρχομαι από την Ιταλία, από την πόλη (πβ. όμοια διαφορά της εκ και της από στην αρχαία Ελληνική). Στην περίπτωση ομως που ο προσδιορισμός του τόπου αναφέρεται σε ονόματα πόλεων ή μικρών νησιών (ή χερσονήσων), τότε, 1) για τη δήλωση της στάσεως χρησιμοποιείται απλή γενική, αν το όνομα της πόλεως ή του μικρού νησιού είναι της α´ ή της β´ κλίσεως και ενικού αριθμού, και απλή αφαιρετική (τοπική, § 128, 3), αν το όνομα αυτό είναι της γ´ κλίσεως ή πληθυντικού αριθμού οποιασδήποτε κλίσεως: Romae, (Corinthi, Deli) habitat - αλλά Babylone (Athēnis, Delphis, Sardĭbus) habĭtat κατοικεί στη Ρώμη (Κόρινθο, Δήλο) - Βαβυλώνα (Αθήνα, Δελφούς, Σάρδεις) κτλ.

2) για να δηλωθεί η κίνηση σε τόπο χρησιμοποιείται απλή αιτιατική: eo Romam (Athenas, Sardes, κτλ.) πηγαίνω στη Ρώμη, (στην Αθήνα, στις Σάρδεις κτλ.)·

3) για να δηλωθεί η κίνηση από τόπο χρησιμοποιείται απλή αφαιρετική (§ 128, 1): venio Romā (Athenis, Corintho, κτλ.) έρχομαι από τη Ρώμη (από την Αθήνα, Κόρινθο κτλ.).

Σημειωση 1.Kαι με τα ονόματα των πόλεων χρησιμοποιείται το κατάλληλο εμπρόθετο, αν αυτά (τα ονόματα) ακολουθούν έπειτα από τις λέξεις urbs, oppidum, (municipium) ως επεξήγηση: in oppido Cιtio στην πόλη Κίτιο (ενώ απλώς Citii = εν Κιτιῳ)∙ in oppidum Cirtam στην πόλη Κίρτα (ενώ απλώς Cirtam = στην Κίρτα)· ex urbe Corintho από την πόλη Κόρινθο (ενώ απλώς Corintho = από την Κόρινθο). Αλλά Corinthi (in) pulcherrima Craeciae urbe - Tarquinios se contulit, in urbem Etruriae florentis-simam – Athenis, ex urbe doctissima ortus est.

Σημείωση 2.Για να δηλωθεί η στάση χρησιμοποιείται γενικά απλή αφαιρετική, όταν το όνομα του τόπου, έχει επιθετικό προσδιορισμό, κυρίως το επίθετο totus ή την αντωνυμία ipse∙ π.χ. totā urbe, totā Italiā, totis castris (σε ολόκληρη την πόλη, σε ολόκληρη την Ιταλία, σε όλο το στρατόπεδο) -ipsā Romā σ' αυτή τη Ρώμη. Το ίδιο και hoc loco (σ' αυτόν τον τόπο), multis locis, κτλ.

Σημείωση 3.Κατά τον ίδιο τρόπο με τα ονόματα των πόλεων και των μικρών νησιών χρησιμοποιούνται και τα ονόματα domus, (§ 30, 3), rus και humus (§ 17)∙ π.χ. domi est (οίκοι εστί =) είναι στο σπίτι - humi sedet (κάθηται χαμαί =) κάθεται χάμω - domum (rus) rediit επέστρεψεν (οίκαδε =) γύρισε στην πατρίδα (στην εξοχή) - domo profugit (έφυγεν εκ του οίκου) εκ της πατρίδος =) έφυγε από την πατρίδα - rure rediit (επέστρεψεν εκ της εξοχής =) γύρισε από την εξοχή.

Σύμφωνα με το domi που σημαίνει όχι μόνον οίκοι (=στο σπίτι) αλλά και εν ειρήνῃ (= σε καιρό ειρήνης), λέγεται και belli ή militiae (στον πόλεμο, στην εκστρατεία) στις φράσεις domi bellique domi militiaque (= εν ειρήνῃ και εν πολεμῳ, στον πόλεμο και στην ειρήνη). Η ίδια έννοια αποδίδεται με τα in bello, in militia.

148. H «δια τόπου κίνησις» (qua? πῃ; μέσα από...) εκφέρεται με απλή αφαιρετική (τοπική, § 128, 3) κανονικά όταν πρόκειται για οδό, γέφυρα, πύλη, κ.τ.τ. Στις άλλες περιπτώσεις χρησιμοποιείται και εμπρόθετο από την per και αιτιατική: via Appia - per forum proficiscitur (δια της Αππίας οδού) μέσω της Αππίας οδού (δια της αγοράς πορεύεται =) πορεύεται μέσω της αγοράς.

Εδώ ανήκουν και οι (τοπικές) αφαιρετικές terra, mari (= per terram, per mare) - terra marique (δια ξηράς και θαλάσσης) μέσα από ξηρά και θάλασσα.

149. β´) ο προσδιορισμός του χρόνου εκφέρεται:

1) Με απλή αφαίρετική (τοπική, § 128, 3), όταν πρόκειται να δηλωθεί απλώς το πότε (quando?) quā nocte natus Alexander est, eādem Dianae Ephesiae templum deflagravit τη νύχτα που γεννήθηκε ο Αλέξανδρος, την ίδια (νύχτα) πυρπολήθηκε ο ναός της Εφεσίας Αρτέμιδας.

Συνηθισμένες τέτοιες αφαιρετικές είναι: (eō, quō) tempŏre, annō, diē - (eā-quā) horā, aestāte, - (primā, secundā, tertiā) vigiliā κ.ά.τ.

2) με απλή αφαιρετική (οργανική, § 128, 2), όταν πρόκειται να δηλωθεί το μέσα σε πόσο χρόνο ή ύστερα από πόσο χρόνο: biduo sciemus μέσα σε δυο ημέρες θα ξέρουμε. Agamemnon vix decem annis unam cepit urbem ο Αγαμέμνων μόλις ύστερα από δέκα έτη μια πόλη κατέλαβε.

3) με απλή αιτιατική, όταν πρόκειται να δηλωθεί πόσο χρόνο διαρκεί μια πράξη: quaedam bestiolae unum diem vivunt μερικά ζωύφια ζουν μια ημέρα.

Σημείωση.Πρβ. και § 142, 2, γ´.