Η ηθοποιία στη ρητορική τέχνη

Οι μαθητές μπορούν να ανατρέξουν στο Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής, προκειμένου να κατανοήσουν τη σημασιολογία του λήμματος «ἦθος»:

[πηγή: Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα]

Το ήθος του ρήτορα-ομιλητή (Αριστοτέλης, «Ρητορική» 1356a1-1356a13):

«τῶν δὲ διὰ τοῦ λόγου ποριζομένων πίστεων τρία εἴδη ἔστιν: αἱ μὲν γάρ εἰσιν ἐν τῷ ἤθει τοῦ λέγοντος, αἱ δὲ ἐν τῷ τὸν ἀκροατὴν διαθεῖναί πως, αἱ δὲ ἐν αὐτῷ τῷ λόγῳ διὰ τοῦ δεικνύναι ἢ φαίνεσθαι δεικνύναι. [4] διὰ μὲν οὖν τοῦ ἤθους, ὅταν οὕτω λεχθῇ ὁ λόγος ὥστε ἀξιόπιστον ποιῆσαι τὸν λέγοντα: τοῖς γὰρ ἐπιεικέσι πιστεύομεν μᾶλλον καὶ θᾶττον, περὶ πάντων μὲν ἁπλῶς, ἐν οἷς δὲ τὸ ἀκριβὲς μὴ ἔστιν ἀλλὰ τὸ ἀμφιδοξεῖν, καὶ παντελῶς. δεῖ δὲ καὶ τοῦτο συμβαίνειν διὰ τοῦ λόγου, ἀλλὰ μὴ διὰ τοῦ προδεδοξάσθαι ποιόν τινα εἶναι τὸν λέγοντα: οὐ γάρ, ὥσπερ ἔνιοι τῶν τεχνολογούντων, οὐ τίθεμεν ἐν τῇ τέχνῃ καὶ τὴν ἐπιείκειαν τοῦ λέγοντος, ὡς οὐδὲν συμβαλλομένην πρὸς τὸ πιθανόν, ἀλλὰ σχεδὸν ὡς εἰπεῖν κυριωτάτην ἔχει πίστιν τὸ ἦθος».

[πηγή: Perseus Digital Library]

[Μετάφραση]

«Ο ρητορικός λόγος λειτουργεί πειστικά με τρεις τρόπους: άλλοτε μέσω του χαρακτήρα του ρήτορα, άλλοτε μέσω της συγκεκριμένης διάθεσης που δημιουργεί στην ψυχή του ακροατή και άλλοτε με τα αποδεικτικά ή φαινομενικά αποδεικτικά επιχειρήματα που περιέχει ο ίδιος. Με τον χαρακτήρα του ο ρήτορας πείθει όταν μιλάει με τέτοιον τρόπο ώστε ο λόγος του να τον κάνει αξιόπιστο· γιατί στους έντιμους ανθρώπους χαρίζουμε σε μεγαλύτερο βαθμό και με περισσότερη προθυμία την εμπιστοσύνη μας για όλα, βέβαια, εν γένει, τα θέματα, κατά τρόπο όμως απόλυτο για τα θέματα στα οποία δεν υπάρχει βεβαιότητα και μας αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας. Και αυτό όμως πρέπει να προκύπτει από τον λόγο και όχι να είναι το αποτέλεσμα μιας καλής ιδέας που έχουμε από πριν για τον ρήτορα: εγώ δεν δέχομαι, όπως το δέχονται κάποιοι συγγραφείς εγχειριδίων ρητορικής, ότι η εντιμότητα του ρήτορα δεν αποτελεί στοιχείο της ρητορικής τέχνης, γιατί δήθεν δεν συντελεί καθόλου στο να πεισθεί ο ακροατής· ίσα ίσα θα έλεγα ότι ο χαρακτήρας του ρήτορα είναι σημαντικότατο μέσο πειθούς».

[πηγή: Αριστοτέλης, «Ρητορική» Βιβλίο Πρώτο. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Δ. Λυπουρλής, Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 136-161]

Η ηθοποιΐα του Λυσία (Διονύσιος Αλικαρνασσεύς, «Λυσίας» 8):

«ἀποδίδωμί τε οὖν αὐτῷ καὶ τὴν εὐπρεπεστάτην ἀρετήν, καλουμένην δὲ ὑπὸ πολλῶν ἠθοποιΐαν. ἁπλῶς γὰρ οὐδὲν εὑρεῖν δύναμαι παρὰ τῷ ῥήτορι τούτῳ πρόσωπον οὔτε ἀνηθοποίητον οὔτε ἄψυχον. τριῶν τε ὄντων, ἐν οἷς καὶ περὶ ἃ τὴν ἀρετὴν εἶναι ταύτην συμβέβηκε, διανοίας τε καὶ λέξεως καὶ τρίτης τῆς συνθέσεως, ἐν ἅπασι τούτοις αὐτὸν ἀποφαίνομαι κατορθοῦν. οὐ γὰρ διανοουμένους μόνον ὑποτίθεται χρηστὰ καὶ ἐπιεικῆ καὶ μέτρια τοὺς λέγοντας, ὥστε εἰκόνας εἶναι δοκεῖν τῶν ἠθῶν τοὺς λόγους, ἀλλὰ καὶ τὴν λέξιν ἀποδίδωσι τοῖς ἤθεσιν οἰκείαν, ᾗ πέφυκεν αὐτὰ ἑαυτῶν κράτιστα δηλοῦσθαι, τὴν σαφῆ καὶ κυρίαν καὶ κοινὴν καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις συνηθεστάτην: ὁ γὰρ ὄγκος καὶ τὸ ξένον καὶ τὸ ἐξ ἐπιτηδεύσεως ἅπαν ἀνηθοποίητον».

[πηγή: Perseus Digital Library]

[Μετάφραση]

«Αποδίδω εξάλλου στον Λυσία και την πιο ευχάριστη αρετή, που γενικά ονομάζεται «διάπλαση χαρακτήρα». Αδυνατώ πραγματικά να βρω οποιοδήποτε πρόσωπο στους λόγους του ρήτορα αυτού στερημένο από ήθος ή ζωντάνια. Καθώς υπάρχουν τρεις τομείς, στους οποίους και με τους οποίους εκδηλώνεται αυτή η αρετή, εννοώ το σκεπτικό, τη γλώσσα και, τρίτον, τη δομή, δηλώνω πως ο Λυσίας τα καταφέρνει και στους τρεις. Διότι όχι μόνο αποδίδει στους ομιλητές σκέψεις καλές, λογικές και δίκαιες, ώστε να φαίνονται οι λόγοι να απεικονίζουν τα χρηστά τους ήθη, αλλά επιπλέον το λεξιλόγιο που επιλέγει ταιριάζει σε αυτά τα ήθη, όποιο είναι το καλύτερο εκ φύσεως να αποκαλύψει τον χαρακτήρα τους, δηλαδή, το σαφές, κυριολεκτικό, κοινό και το πιο οικείο σε όλους τους ανθρώπους· διότι το πομπώδες, το ξενικό και επιτηδευμένο δεν προσφέρεται ποτέ για διάπλαση ανθρώπινου χαρακτήρα».

[πηγή: Διονύσιος Αλικαρνασσεύς, «Περί τῶν ἀρχαίων ῥητόρων-Λυσίας», Κάκτος, Αθήνα 2003]

Ο χαρακτήρας του ομιλητή (Διονύσιος Αλικαρνασσεύς, «Λυσίας» 19):

καὶ τὰς ἐκ τῶν ἠθῶν γε πίστεις ἀξιολόγως πάνυ κατασκευάζειν ἔμοιγε δοκεῖ. πολλάκις μὲν γὰρ ἐκ τοῦ βίου καὶ τῆς φύσεως, πολλάκις δ᾽ ἐκ τῶν προτέρων πράξεων καὶ προαιρέσεων ἀξιόπιστα κατασκευάζει τὰ ἤθη. ὅταν δὲ μηδεμίαν ἀφορμὴν τοιαύτην λάβῃ παρὰ τῶν πραγμάτων, αὐτὸς ἠθοποιεῖ καὶ κατασκευάζει τὰ πρόσωπα τῷ λόγῳ πιστὰ καὶ χρηστά, προαιρέσεις τε αὐτοῖς ἀστείας ὑποτιθεὶς καὶ πάθη μέτρια προσάπτων καὶ λόγους ἐπιεικεῖς ἀποδιδοὺς καὶ ταῖς τύχαις ἀκόλουθα φρονοῦντας εἰσάγων καὶ ἐπὶ μὲν τοῖς ἀδίκοις ἀχθομένους καὶ λόγοις καὶ ἔργοις, τὰ δὲ δίκαια προαιρουμένους ποιῶν καὶ πάντα τὰ παραπλήσια τούτοις, ἐξ ὧν ἐπιεικὲς ἂν καὶ μέτριον ἦθος φανείη, κατασκευάζων.

[πηγή: Perseus Digital Library]

[Μετάφραση]

«Μου φαίνεται επίσης πολύ αξιόλογος στη διαγραφή χαρακτήρων. Διαγράφει αξιόπιστα τον χαρακτήρα του ομιλητή, πολλές φορές αναφερόμενος στον βίο και στη γενιά του ή συχνά στις προηγούμενες πράξεις και τις αρχές του. Όταν πάλι δεν μπορεί να στηριχτεί στα πραγματικά γεγονότα, διαμορφώνει μόνος του το ήθος, κάνοντας τα πρόσωπα να φαίνονται από τον λόγο του αξιόπιστα και χρηστά, προικίζοντάς τα με ανώτερες αρχές, προσδίδοντάς τους μετριοπάθεια, βάζοντάς τους να λένε λόγια που ακούγονται λογικά, παρουσιάζοντάς τους ως ανθρώπους που σκέφτονται ανάλογα με τις συγκυρίες της ζωής τους και που απεχθάνονται κάθε αδικία, στα λόγια ή στις πράξεις, που επιλέγουν πάντα το δίκαιο, και δίνοντάς τους όλες τις παρόμοιες ιδιότητες που μπορεί να αποκαλύπτουν ένα χαρακτήρα δίκαιο και μετριοπαθή».

[πηγή: Διονύσιος Αλικαρνασσεύς, «Περί τῶν ἀρχαίων ῥητόρων-Λυσίας», Κάκτος, Αθήνα 2003]

Η σημασία της ηθοποιΐας για τον Δημοσθένη (Πλούταρχος, «Βίοι παράλληλοι-Δημοσθένης» 11):

«Τόσον πολύ ο Δημοσθένης ενόμιζεν ότι συντείνει ο τόνος και η ηθοποιΐα των αγορευόντων εις το να γίνουν ούτοι πιστευτοί. Και το μεν πλήθος εθαύμαζε πολύ την ηθοποιΐαν του, οι αποβλέποντες όμως εις την χάριν των λόγων εθεωρούσαν ως απρεπή και μαλακή την έκφρασή του, μεταξύ δε αυτών ήταν και ο Δημήτριος ο Φαληρεύς. Ο Έρμιππος λέγει ότι ερωτηθείς κάποτε ο Αισίων περί των παλαιών ρητόρων και των συγχρόνων του είπεν ότι, εάν κανείς τους ήκουε, θα εθαύμαζε περισσότερον εκείνους, καθώς ωμιλούσαν προς τον δήμον κοσμίως και μεγαλοπρεπώς, όταν όμως αναγιγνώσκωνται οι λόγοι του Δημοσθένη, υπερέχουν πολύ κατά την τέχνη και τη δύναμη».

[πηγή: Πλούταρχος, «Βίοι παράλληλοι-Δημοσθένης» εισ. μτφρ. σχόλια Θ. Παπακωνσταντίνου, Ζαχαρόπουλος, Αθήνα]

Οι λογογράφοι και η τέχνη της ηθοποιΐας:

Ο λογογράφος δεν ήταν καθόλου υποχρεωμένος να λάβει προσωπική θέση για έναν εντολέα που του εμπιστευόταν την υπόθεση, αλλά αντίθετα έπρεπε να εξαλείψει ολότελα τον εαυτό του και να γίνει η γραφίδα εκείνου, από το στόμα του οποίου μιλούσε. Η ιδιαίτερη ικανότητα που είχε αποφασιστική σημασία και που ήδη ο Λυσίας είχε αναπτύξει σε εξαιρετικό βαθμό ήταν η ηθοποιία δηλαδή η τέχνη, που είχε εξελιχθεί σε υπέρτατη δεξιοτεχνία, να σκιαγραφηθεί ο χαρακτήρας του ξένου ομιλητή μέσα στα λόγια που του δάνειζαν να πει. Γιατί, ως γνήσιοι Έλληνες, οι δικαστές απαιτούσαν από ένα τέτοιο λόγο όχι μόνο τη θεωρητική αντιμετώπιση μιας νομικής περίπτωσης, αλλά ήθελαν πίσω και μέσα σ' αυτήν να δουν τον όλο άνθρωπο, αν όχι έτσι, όπως πραγματικά ήταν, οπωσδήποτε όμως όπως ήθελε να παρουσιαστεί. Μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο μεγάλη παρόρμηση θα πρέπει να ήταν αυτό το καθήκον για ένα λαό με τόσο υψηλό καλλιτεχνικό αίσθημα, όπως ήταν οι Αθηναίοι, σε μια εποχή μάλιστα που η δραματική ποίηση είχε οδηγήσει στο αποκορύφωμά της την ικανότητα του ανθρώπου να ταυτίζεται ως ποιητής ή ακροατής με την ψυχή ενός άλλου. Στη στροφή από τον 5ο στον 4ο αιώνα, τότε που η ζωηρή δραματική παραγωγή άρχισε να στερεύει, ο δημοσιευμένος δικανικός λόγος πρόσφερε ένα καινούριο είδος δραματικής λογοτεχνίας, που κινιόταν πολύ κοντά στο ρεαλιστικό πεδίο της ζωής. Αυτές οι δημοσιεύσεις δεν είχαν μόνο στόχο να διαφημίσουν τον λογογράφο, αλλά παράλληλα ήταν περιζήτητες και ως ψυχαγωγικά κείμενα. Είναι περίεργο πόσο λίγο εκτιμήθηκε αυτή η δεύτερη σημασία τους στην εποχή μας, μολονότι οι εφημερίδες γεμίζουν κάθε μέρα τις στήλες τους με ατέλειωτες δικαστικές ειδήσεις και η αίθουσα του δικαστηρίου δεν υστερεί σε ενδιαφέρον, παρά μόνο αν τη συγκρίνουμε με το θέατρο. Για να αντιληφθούμε λοιπόν αυτό το είδος της δραστηριότητας, πρέπει να κρατήσουμε μακριά από τη σκέψη μας το κίνητρο της αγάπης που ωθεί τον άνθρωπο να βοηθήσει τους συνανθρώπους του στην ανάγκη τους. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο, που προήλθε αναγκαστικά από το γεγονός ότι ο καθένας έπρεπε να εμφανίζεται και να αγορεύει αυτοπρόσωπα στο δικαστήριο και ότι παράλληλα υπήρχαν άνθρωποι με ανώτερη μόρφωση, που το βιοποριστικό τους επάγγελμα ήταν να προσφέρουν στον τομέα αυτό τις υπηρεσίες τους στους άλλους. Εδώ ο λογογράφος δεν ταυτίζεται με τον άνθρωπο που του είχε παραγγείλει έναν τέτοιο δικανικό λόγο. Αντίθετα πολύ γρήγορα ο λογογράφος έπρεπε να μεταβάλει σε αθλητικό παιχνίδι αυτή την τέχνη, να μεταμορφώνεται στους πιο διαφορετικούς τύπους του ανθρώπινου γένους μιλώντας τη μια φορά σαν μια διακεκριμένη προσωπικότητα της υψηλής κοινωνίας, την άλλη σαν καλόκαρδος επαρχιώτης, την άλλη σαν κλαψιάρης τραυματίας πολέμου και την άλλη σαν φιλήσυχος μικροαστός, που νεαροί ταραχοποιοί μεθυσμένοι τον χτύπησαν κατά λάθος και τον άφησαν μισοπεθαμένο. Η ποικιλία των τύπων είναι ανεξάντλητη και όποιος την επισκοπήσει έστω και για λίγο, δε θα έχει πια τη διάθεση να την πλησιάζει με το κριτήριο της ηθικής και να απαιτεί από τους καλλιτέχνες να γράφουν μόνο για πελάτες που είχαν βάσιμες ελπίδες να βρεθούν και μπροστά στο μελλοντικό δικαστήριο της άλλης ζωής καθαροί και άσπιλοι, όταν η ψυχή τους θα εμφανιζόταν γυμνή μπροστά στον Αιακό, το δικαστή του κάτω κόσμου. Αυτή η μορφολογικά τόσο αξιοθαύμαστη τέχνη, που η αντικειμενικότητά της είχε φτάσει στο σημείο να αφαιρεί από το συγγραφέα κάθε προσωπική υπόσταση, αναγκαστικά παραμένει για μας ξένη. Ωστόσο, κάτω από τις συνθήκες που τη γέννησαν, η μόνη δυνατότητα που είχαν οι λογογράφοι για να επιτύχουν κάτι καλό ήταν να κάνουν τον εντολέα να μιλήσει έτσι, ώστε να έχει το αίσθημα πως ποτέ σε όλη του τη ζωή δεν πλησίασε τόσο τον καλύτερο εαυτό του. Οι Αθηναίοι ένορκοι ήταν αρκετά έξυπνοι, ώστε να μην παρασύρονται εύκολα στον κάθε ελιγμό του ομιλητή, και κοντά σ' όλα τα άλλα ήθελαν και να διασκεδάσουν. Γι' αυτό ένας ικανός λογογράφος δεν ήταν ανάγκη να νιώθει σαν να έχει συνθηκολογήσει με την κόλαση, όταν την αγόρευση για έναν ενοχλημένο κατεργάρη την είχε διαμορφώσει σε αριστούργημα αθωότητας και αρετής.

Jaeger, Werner, Δημοσθένης. Διαμόρφωση και εξέλιξη της πολιτικής του, μτφρ. Δέσποινα-Καρπουζά-Καρασάββα, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1984, σ. 53-55

Επίκληση στο «ήθος» του πομπού:

[Έκφραση-Έκθεση Γ Λυκείου]

info