Γιάννη Μπεράτη, «Ένας σωσίας» (απόσπασμα)

[...]

Βασικά δεν ήθελε να πει τίποτα — ούτε ν' ακούσει τίποτα. Μια μαρμαρωμένη αδιαφορία. Ναι, υπάρχει ένα πιο κάτω σκαλί ακόμη απ' το να γελάς για όλα — να σου προκαλούν το γέλιο όλα. Είναι το να ξερνάς για όλα — όλα να σου προκαλούν ένα είδος βαρειάς ναυτίας.

Γέλασε ένα σπασμένο, ραγισμένο γέλιο: Ε! υπάρχει, φαίνεται, κι ένα ακόμη πιο κάτω σκαλί που, ορισμένως, δεν το φανταζόσουνα: να παίρνεις στην «κοροϊδία» τον εαυτό σου.

Δεν γίνεται ποτέ ό,τι ελπίζεις ή δεν ελπίζεις. Γίνεται πάντα αυτό που δεν σ' ενδιαφέρει.

Τα ίδια σου απαράλλαχτα στοιχεία: σε τί μπορούν να φτάσουν, τί μπορούν να καταντήσουν ή καταντούν με μια ανεπαίσθητη κλίση προς τα κάτω. Είναι φοβερό, και διαλυτικά διδακτικό συγχρόνως, [να βρίσκεσαι μονίμως], να ζης μονίμως πολύ κοντά με την καρικατούρα του εαυτού σου. Σκέψου πώς καταντούν οι ιδέες μας στους εξευτελισμένους σωσίες μας. Π.χ. στον Δοστογιέβσκυ, οι δυάδες του: Ιβάν-Σμερδιάκωφ, Σταυρόγκιν-Πέτρος Βερκοβένσκυ. Πηγή κι αιτία: το ξάνοιγμά του στη Μαρία Δημητρίεβνα, την μισοπάλαβη πρώτη του γυναίκα, που την καταπολεμά στις έξαλλες στιγμές της, με τα ίδια του όπλα — αλλά, Θεέ και φύλαξε, πώς!

Δίχως να το κάνει, βεβαίως, ποτέ «από καθέδρας» είναι αδύνατον στις καλές στιγμές να μην της ανέπτυσσε κάπως τις ιδέες του. Μ' αυτές τις ίδιες, εξευτελισμένες πια ιδέες του, τον καταπολεμούσε.

Την ακούει, την κοιτάζει και φρίττει.

Πολύ πιο δύσκολα μπορείς να συγχωρήσεις κάτι σ' έναν κατά κάποιον τρόπο σωσία σου, παρά σ' έναν εντελώς ανόμοιό σου. Η κακή πράξη, η κακή ή ντροπιασμένη συμπεριφορά του σωσία σου είναι ο αντιπαθητικός καθρέφτης, που σου δείχνει ακριβώς ώς πού μπορεί να φτάσει η ασχήμια σου. Ενώ με τον ανόμοιο ξέρεις καλά πως δεν πρόκειται να μοιάσεις ποτέ.

[...]

[πηγή: Γιάννης Μπεράτης, Ένας σωσίας. Τα σπαράγματα ενός χαμένου βιβλίου, εισαγ.-φιλολ. επιμέλεια Έρη Σταυροπούλου, Ερμής, Αθήνα 2001, σ. 58-59]

εικόνα