Λατινικά (Γ Λυκείου Ανθρωπιστικών Σπουδών) - Α Τεύχος - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)
back next

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

ΓΕΝΙΚΑ

 

Ελληνική καιΛατινική: τα θεμέλια της Ευρώπης.
Κλασικές σπουδές

 

Η Ελληνικήκαι η Λατινική αποτελούσαν τις κυρίαρχες γλώσσες της απέραντης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.Η Λατινική ήταν διαδεδομένη τόσο στο ανατολικό όσο και στο δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας,όχι όμως στον ίδιο βαθμό ούτε με τον ίδιο ρόλο. Στον ελληνόγλωσσο κόσμο της Ανατολής,ακόμη και μετά την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης, για αρκετούς αιώνες η Λατινικήήταν η επίσημη κρατική γλώσσα, δηλ. η γλώσσα της διοίκησης και των νόμων. Το Βυζάντιοδιατήρησε τη συνείδηση των δεσμών του με τη Ρώμη μέχρι το τέλος της υπερχιλιετούςζωής του: η ίδια η πρωτεύουσα δεν έπαυσε ποτέ να αποκαλείται Νέα Ρώμη, ενώ ο βυζαντινόςαυτοκράτορας έφερε τον τίτλο βασιλεύς των Ρωμαίων. Τη μακραίωνη συνύπαρξη των δύομεγάλων κλασικών γλωσσών μαρτυρούν άφθονες λατινικές λέξεις που ενσωματώθηκαν στηνελληνική γλώσσα και χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα (π.χ. πόρτα, τίτλος κ.ά.).Στο δυτικό τμήμα του ρωμαϊκού κράτους η Λατινική, εκτός από επίσημη γλώσσα, αποτελούσετο γλωσσικό όργανο μεγάλων λαϊκών μαζών («sermo vulgaris»)· παράλληλα όμως, ιδιαίτερα στο χώρο των γραμμάτων και τωντεχνών, ήταν απαραίτητη η γνώση και η χρήση της Ελληνικής. Στηριζόμενος, αρχικά,στην ελληνική παιδεία και τον ελληνικό πολιτισμό, ο πνευματικός κόσμος της Δύσηςμπόρεσε να αναπτυχθεί και να διαμορφώσει στη συνέχεια καθαρά δικές του διαστάσεις.Είναι, λοιπόν, φανερό ότι στις ρίζες της σημερινής ευρωπαϊκής πραγματικότητας βρίσκονταιοι δύο μεγάλες κλασικές γλώσσες και το συνακόλουθο ιδεολογικό τους περιεχόμενο.Οι δύο μαζί συναποτελούν ένα αδιάσπαστο σύνολο, του οποίου τα δύο συστατικά δενείναι δυνατόν να νοηθούν ανεξάρτητα. Η μελέτη αυτού του διφυούς πνευματικού κόσμου,οι «κλασικές σπουδές», αποτελούν το βασικό κορμό της ευρωπαϊκής παιδείας, γιατίυπηρετούν τα ανθρωπιστικά ιδεώδη, χωρίς τα οποία η σύγχρονη τεχνολογική εξέλιξημπορεί να καταρρεύσει ή και να καταστεί επικίνδυνη.

 

 

Ο παγκόσμιος χαρακτήρας της Λατινικής

Η γλώσσατων Ρωμαίων άφησε βέβαια τα ίχνη της και στον ελληνικό χώρο, αποτύπωσε όμως καταλυτικάτη σφραγίδα της στην κεντρική και δυτική Ευρώπη, όπου χρησιμοποιούνταν, καθ' όλητη διάρκεια του Μεσαίωνα και του Ουμανισμού, ως γλώσσα της παιδείας, των γραμμάτωνκαι των τεχνών καθώς και των επιστημών και των πρώτων Πανεπιστημίων. Ακόμη καιόταν οι «εθνικές» γλώσσες εμφανίστηκαν στο λογοτεχνικό προσκήνιο (μετά το 10ο αι.),η Λατινική εξακολούθησε να κατέχει τη σημαντικότερη θέση στο ευρωπαϊκό πνευματικόγίγνεσθαι. Ο σημαντικότατος ρόλος της αποδεικνύεται κατ' αρχήν από το γεγονός ότιοι περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες συνδέονται με αυτήν, λιγότερο ή περισσότεροστενά. Αρκετές από αυτές, οι λεγόμενες ρωμανικές ή λατινογενείς γλώσσες είναι απευθείαςαπόγονοι της δημώδους Λατινικής: Ιταλική, Γαλλική, Ισπανική, Πορτογαλική, Ρουμανική,Κουτσοβλαχική κ.ά. Αλλά και οι υπόλοιπες γλώσσες, π.χ. οι αγγλοσαξωνικές (π.χ. ταΑγγλικά και τα Γερμανικά), εμπεριέχουν σε μεγάλο ποσοστό λέξεις λατινικής προέλευσης. Οι λατινογενείς γλώσσες απέκτησαν παγκόσμια εμβέλεια με την ευρωπαϊκή αποικιοκρατία,καθώς έγιναν ομιλούμενες γλώσσες ποικίλων πληθυσμών στις πιο διαφορετικές περιοχέςτης Αφρικής, της Ασίας και της Αμερικής. Υπολογίζεται ότι σήμερα ομιλεί ρωμανικέςγλώσσες, και επομένως τελεί υπό την επίδραση της Λατινικής, περίπου το ένα όγδοοτου παγκόσμιου πληθυσμού. Η παγκοσμιότητα της γλώσσας των Ρωμαίων έχει, εκτόςαπό τις γλωσσικές, επίσης και θρησκευτικές καθώς και πολιτιστικές διαστάσεις. Τοδεύτερο μεγάλο δόγμα της χριστιανοσύνης, ο καθολικισμός, είχε ως πρόσφατα(1965) επίσημη γλώσσα τη Λατινική. Στα γράμματα, τις τέχνες και τις επιστήμες ηπαρουσία της Λατινικής είναι κυρίαρχη: όροι και έννοιες που κατά τη διάρκεια δεκάδωναιώνων διαμορφώθηκαν - συχνά από ελληνικές ρίζες - στη δυτική Ευρώπη χρησιμοποιούνταισήμερα στη γλώσσα των μορφωμένων και στον έντυπο λόγο και αποτελούν έναν κατάκάποιο τρόπο ιδιαίτερο και πλούσιο σε περιεχόμενο πολιτιστικό κώδικα, ο οποίοςκαλύπτει κάθε χώρο, από την τρέχουσα πολιτική (π.χ. moratorium και mea culpa )μέχρι την ψυχολογία (π.χ. alter ego και tabula rasa ) και τη φιλοσοφία(π.χ. carpe diem και cogito ergo sum ). Οι ισχυροί δεσμοίμε τη λατινόγλωσση πολιτισμική παράδοση φαίνονται και από την επινόηση λατινοπρεπώνόρων και ονομάτων σε ποικίλα πεδία ανθρώπινης δραστηριότητας και παραγωγής (π.χ. γυμναστήρια «vis vitalis», κατάστημα «atrium», πύραυλος «Venus»). Έτσι η Λατινική αναδεικνύεται συστατικό στοιχείο του ανθρώπινου πολιτισμού. Εφόσον έχει επιβιώσει γλωσσικά και πολιτισμικά δεν είναι «νεκρή» γλώσσα. Η πληθώρα των επιδράσεών της και η παγκοσμιότητα της παρουσίας της στη διαχρονική πορεία του πολιτισμού επιβάλλει τη διατήρηση της διδασκαλίας της και της μελέτης της σε κάθε εκπαιδευτικό σύστημα που σέβεται την ιστορία και την πολιτισμική παράδοση. Γιατί πράγματι «όποιος επιθυμεί να κατανοήσει την ενότητα και το πολυσύνθετο του πολιτισμού μας δεν μπορεί να μη μελετήσει αυτή τη γλώσσα που για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα διαμόρφωσε τα πνεύματα» ( D . Norberg ).

 

ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Η λατινική γλώσσα

Η λατινικήγλώσσα ήταν η διάλεκτος των Λατίνων, δηλ. των κατοίκων της περιοχής του Λατίου,στην οποία βρίσκεται και η Ρώμη. Η διάλεκτος αυτή, όπως και άλλες διάλεκτοι τηςαρχαίας Ιταλίας (π.χ. η Φαλισκική, και η Οσκο-ουμβρική), ανήκει στην ινδοευρωπαϊκήγλωσσική οικογένεια. Η λατινική υπερίσχυσε των άλλων διαλέκτων με την επέκτασητων Ρωμαίων σ' όλη την ιταλική χερσόνησο. Οι Ρωμαίοι, ενώ για όλες τις περιπτώσειςχρησιμοποιούσαν το εθνικό επίθετο «ρωμαίος», για τη γλώσσα τους διατήρησαν το επίθετο«λατινική».

Οι ομοιότητες της Λατινικής με την Ελληνική οφείλονται: 1. στην κοινή καταγωγή από την Ινδοευρωπαϊκή (π.χ. duo -δύο, fero -φέρω, pater -πατήρ), 2. στα πολιτιστικά και γλωσσικά δάνεια του ελληνικού αποικισμού στην κεντρική και κάτω Ιταλία, από τη Νεάπολη και την Κύμη μέχρι τη Σικελία, 3. στην κατάκτηση της ελληνικής Ανατολής από τους Ρωμαίους. Το πρώτο μεγάλο δάνειο των Ρωμαίων από τους Έλληνες ήταν το αλφάβητό τους: από την αποικία της Κύμης υιοθέτησαν τον 8ο/7ο αι. π.Χ. μια παραλλαγή ελληνικού δυτικού αλφαβήτου. Συνεπώς το «λατινικό» αλφάβητο, που σήμερα έχει γίνει παγκόσμιο κτήμα, είναι στην πραγματικότητα ελληνικό.

Η αρχέγονη λατινική γλώσσα ήταν λιτή και αγροτική, ακριβώς όπως και ο λαός που τη χρησιμοποιούσε. Για τη χρονική περίοδο μέχρι τον 3ο αι. π.Χ. διαθέτουμε ελάχιστα γραπτά μνημεία χωρίς λογοτεχνική αξία. Η συστηματική καλλιέργεια της Λατινικής και η παραγωγή αξιόλογων κειμένων έγινε μετά την ιστορική «συνάντηση» των Ρωμαίων με τους Έλληνες που πραγματοποιήθηκε το 240 π.Χ.

Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες [πηγή: Βικιπαίδεια]

Η γένεση της ρωμαϊκής λογοτεχνίας

Η ρωμαϊκήλογοτεχνία δεν είναι αυτοφυής, όπως η αρχαία ελληνική λογοτεχνία. Είναι μια λογοτεχνία«παράγωγη» -η πρώτη στην Ευρώπη: γεννήθηκε υπό την επίδραση της ελληνικής γραμματείας.Το 240 π.Χ. θεωρείται η «γενέθλιος» χρονολογία της. Τη χρονιά αυτή ένας έλληναςαιχμάλωτος πολέμου από τον Τάραντα, ο Λίβιος Ανδρόνικος, οργανώνει στη Ρώμη παραστάσειςθεάτρου με ελληνικά έργα διασκευασμένα στα Λατινικά. Ο ίδιος μεταφράζει και τηνΟδύσσεια του Ομήρου χρησιμοποιώντας ένα εντόπιο μέτρο, το «σαντούρνιο» στίχο. Στιςρίζες, λοιπόν, της ρωμαϊκής γραμματείας βρίσκεται ο πατέρας της ελληνικής λογοτεχνίας,ο Όμηρος, και ένα κορυφαίο ελληνικό είδος, το δράμα. Αυτές οι αρχέγονες συνθήκεςγένεσης της ρωμαϊκής λογοτεχνίας θα αφήσουν ανεξάλειπτη τη σφραγίδα τους: η μετέπειτασυγγραφική παραγωγή των Ρωμαίων θα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις ελληνικέςπηγές.

Λίβιος Ανδρόνικος

Εποχές της ρωμαϊκής λογοτεχνίας

Στηνοριοθέτηση των εποχών και περιόδων της ρωμαϊκής λογοτεχνίας επικρατούσε παλαιότεραμια «αριστοκρατική» αξιολόγηση: η λογοτεχνία διαιρούνταν σε «χρυσό αιώνα», «αργυρόαιώνα» κ.ο.κ. Η αντίληψη αυτή θεωρείται σήμερα αντιεπιστημονική, γιατί βέβαια σεκάθε εποχή εμφανίζονται ταυτόχρονα μεγάλα ταλέντα και ήσσονες λογοτέχνες. Σήμεραχρησιμοποιείται είτε η περιγραφική διαίρεση σε προκλασική ή αρχαϊκή εποχή (περ.ώς το 100 π.Χ.), κλασική εποχή (περ. ώς το θάνατο του Αυγούστου, το 14 μ.Χ.), μετακλασική εποχή (ως τα μέσα του 3ου αι. μ.Χ.) και Ύστερη Αρχαιότητα, είτε η διάκριση, με ιστορικά κριτήρια, σε δημοκρατική (ώς το 31 π.Χ., τη ναυμαχία του Ακτίου), αυγούστεια (ώς το 14 μ.Χ.) και (πρώιμη, μέση, ύστερη) αυτοκρατορική εποχή. Σε κάθε περίπτωση το τέλος της αρχαίας ρωμαϊκής λογοτεχνίας τοποθετείται στον 6ο αι. μ..Χ., οπότε αρχίζει ο λατινικός Μεσαίωνας.

 

Γενικά χαρακτηριστικά της ρωμαϊκής λογοτεχνίας

Τοπρώτο και βασικό χαρακτηριστικό της ρωμαϊκής λογοτεχνίας είναι η στενή συνάφειά της με την ελληνική γλώσσα και γραμματεία. Η διαπίστωση ότι «η Ελλάδα, ενώ κατακτήθηκε, κατέκτησε τον άγριο νικητή και εισήγαγε τις τέχνες στο αγροτικό Λάτιο» (Οράτιος) επαληθεύεται πλήρως στο χώρο της λογοτεχνίας. Το ιδανικό της κατοχήςτων δύο γλωσσών και λογοτεχνιών (δηλ. της ελληνικής και της λατινικής: utriusque linguae peritia ) ενσαρκώνεται σ' όλους τους ρωμαίους λογίους και λογοτέχνες,από τον Ναίβιο και τον Πλαύτο μέχρι τον Κλαυδιανό και τον Βοήθιο. Πλήθος ελληνικέςλέξεις, και μαζί μ' αυτές και τα αντίστοιχα πολιτισμικά φορτία, μεταφέρονται καιπολιτογραφούνται στο ρωμαϊκό λεξιλόγιο - και συχνά έτσι επιβιώνουν μέχρι σήμεραστις ρωμανικές γλώσσες. Τα ελληνικά πρότυπα γονιμοποιούν τα ρωμαϊκά ταλέντα: δίχωςτην αττική κωμωδία δε θα υπήρχε Πλαύτος ούτε ο Βεργίλιος χωρίς τον Όμηρο ούτε οΟράτιος χωρίς τους αρχαϊκούς λυρικούς ή ο Σενέκας χωρίς την αττική τραγωδία.

Η σχέση του ρωμαίου λογοτέχνη με το ελληνικό πρότυπο είναι η δημιουργική πρόσληψη («imitatio») και ο ανταγωνισμός («aemulatio») που οδηγούν στην παραγωγή λόγιας και υψηλής λογοτεχνίας με προσωπικά χαρακτηριστικά. Πρόκειται επομένως για ένα δημιουργικό διάλογο της επιγονικής με την προγονική γραμματεία. Στους μετακλασικούς χρόνους, δίπλα στα μεγάλα ελληνικά πρότυπα, τοποθετούνται και ρωμαϊκά: οι μεγάλοι λογοτέχνες της κλασικής Ρώμης, π.χ. ο Κικέρων και ο Βεργίλιος.

Επειδήη μεγάλη ανάπτυξη της ρωμαϊκής γραμματείας αρχίζει στα ελληνιστικά χρόνια, οι Ρωμαίοιαπομιμούνται ταυτόχρονα ελληνιστικά, κλασικά και αρχαϊκά ελληνικά πρότυπα, παρατηρείταιδηλ. ανάμειξη χρονικά διαφορετικών προτύπων.

Οι ιδιόρρυθμες αυτές συνθήκες οδηγούν σε μια επίσης ιδιόρρυθμη εξέλιξη των λογοτεχνικών ειδών: η κωμωδία - ο τελευταίος ώριμος καρπός των Ελλήνων - είναι το πρώτο είδος που ωριμάζει στη Ρώμη, ενώ το έπος - ο πρώτος ώριμος καρπός των Ελλήνων - ωριμάζει τελευταίο.

Επιπλέον οι Ρωμαίοι συχνά αλλοιώνουν ή μεταμορφώνουν τα ελληνικά είδη ή παράγουν νέα είδη: λ.χ. η ρωμαϊκή ελεγεία απέχει πάρα πολύ από την ελληνική ελεγεία, ενώ η σάτιρα είναι ένα σχεδόν νέο, καθαρά ρωμαϊκό, είδος.

Έναάλλο χαρακτηριστικό είναι η προοδευτική εξειδίκευση του ρωμαίου λογοτέχνησε στενότερο ειδολογικό εύρος αλλά με περισσότερες αξιώσεις ποιότητας και βάθους.Μετά την εξάντληση, τέλος, των λογοτεχνικών ειδών επιχειρείται ο συμφυρμός τουςκαι αναζητούνται νέοι δρόμοι.

Μετη συνεχή καλλιέργεια ο λατινικός γραπτός λόγος εμπλουτίζεται, εξωραΐζεται, ωριμάζεικαι φθάνει σε αξιοθαύμαστο ύψος. Ο πεζός λόγος λ.χ. του Κικέρωνα και η ποιητικήδημιουργία του Βεργιλίου ανήκουν στα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.Εκτός από την αισθητική της αρτιότητα η ώριμη ρωμαϊκή λογοτεχνία εμπεριέχει καιεκφράζει τον ιδιάζοντα ιδεολογικό πλούτο της ρωμαϊκής κοινωνίας: η προβολή των πάτριωνηθών («mos maiorum») και υποδειγμάτων («exempla»), η ρωμαϊκή πολιτεία («respublica»), θρησκεία («religio») και οικογένεια («familia»), αρετές όπως ηανδρεία («virtus»), η πίστη («fides»), η επιείκεια («clementia»), η σοφία («sapientia»), η σοβαρότητα («gravitas»), το κύρος («auctoritas»-«dignitas») κ.ά. αποτυπιόνονται και προβάλλονται σ' όλατα λογοτεχνικά είδη και σ' όλες τις εποχές.

Ταφυσικά χαρακτηριστικά της Λατινικής - η στιβαρότητα, η λογική και συντακτική οργάνωση,η τάση για λιτό, συγκεκριμένο και κατανοητό λόγο - αναδεικνύονται και εμπλουτίζονταιμε επίκτητα καλολογικά στοιχεία από τους προικισμένους χειριστές της· έτσι προςτα τέλη της αρχαιότητας η γλώσσα των Ρωμαίων έχει φθάσει σε ένα επίπεδο που τηνκαθιστά κατάλληλη για την παγκόσμια πολιτισμική επικοινωνία. Η ευρύτατη χρήση τηςκατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα και του Ουμανισμού αποδεικνύει το βαθμό ωριμότητάςτης.

 

 

Η εξέλιξη της ρωμαϊκής λογοτεχνίας
Προκλασική εποχή

 

κωμωδία

Το πρώτο είδος που ωριμάζει στη Ρώμη είναι η κωμωδία. Οι ρωμαίοι κωμωδιογράφοι επηρεάζονταιπερισσότερο από την ελληνιστική Νέα Κωμωδία, κυρίως μάλιστα την κωμωδία του Μενάνδρου.Τα έργα τους έχουν κατά κανόνα περιεχόμενο ελληνικό («fabula palliata») και όχι ρωμαϊκό(«fabula togata») και βρίσκουν μεγάληανταπόκριση στο ρωμαϊκό κοινό. Τις πρώτες κωμωδίες συνέθεσε ο Λίβιος Ανδρόνικος.Ο δεύτερος σκαπανέας της ρωμαϊκής λογοτεχνίας - που είναι ταυτόχρονα και ο πρώτοςαυτόχθων ρωμαίος λογοτέχνης, ο Γναίος Ναίβιος, έγραψε σχεδόν τριάντα κωμωδίες,ενώ χρονολογικά τρίτος ρωμαίος συγγραφέας, ο Τίτος Μάκκιος Πλαύτος έφτασε στοναπίστευτο αριθμό των 130 κωμωδιών, από τις οποίες σώζονται είκοσι: το μεγαλύτεροσωζόμενο corpus αρχαίαςδραματικής παραγωγής. Η ακμή της κωμωδίας συνεχίστηκε με τον Καικίλιο (περ. 40 κωμωδίες)και κυρίως με τον Τερέντιο (έξι κωμωδίες). Καθένας τους ήταν αξεπέραστος σε κάτι:ο Πλαύτος στην έκφραση, ο Καικίλιος στο σενάριο, ο Τερέντιος στην ηθογράφηση. Ηρωμαϊκή κωμωδία ψυχαγώγησε επί αιώνες τη Δύση και άσκησε σοβαρές επιδράσεις σε μεγάλουςδιανοούμενους και λογοτέχνες, όπως ο Πετράρχης, ο Λούθηρος, ο Λέσιγκ και ο Γκαίτεή ο Μολιέρος, ο Σαίξπηρ και ο Θερβάντες.

Τερέντιος

τραγωδία

Παράλληλαμε την κωμωδία η προκλασική ρωμαϊκή λογοτεχνία οικειοποιείται, σε μικρότερο βαθμό,και την ελληνική τραγωδία της Μεγάλης Ελλάδας. Η εμφανής προτίμηση της τρωικήςθεματολογίας που διαπιστώνεται στο τραγικό ρεπερτόριο του Λίβιου Ανδρονίκου, τουΝαιβίου, του Εννίου και ενός άλλου τραγικού συγγραφέα, του Πακουβίου, είναι εύλογη,καθώς τότε είχε ήδη διαμορφωθεί ο εθνικός ρωμαϊκός μύθος που πρόβαλλε ως γενάρχητης Ρώμης τον Τρώα Αινεία. Σχεδόν ταυτόχρονα δημιουργείται και η τραγωδία που είχεκαθαρά ρωμαϊκό ιστορικό περιεχόμενο, η «praetexta».Η μεγάλη έκρηξη τραγικής παραγωγής συντελείταισε έναν εκπρόσωπο της τρίτης γενιάς: ο κορυφαίος τραγικός Άκκιος παράγει πάνω από50 τραγωδίες.

έπος

Στοχώρο του έπους τίθενται τα θεμέλια της ανάπτυξης που θα συντελεστεί στα κλασικάχρόνια. Τον εκλατινισμό της Οδύσσειας

άλλα είδη

από τον Λίβιο Ανδρόνικο ακολουθείτο πρώτο ιστορικό έπος των Ρωμαίων, ο Καρχηδονιακός πόλεμος ( Bellum Poenicum ) του Ναιβίου καιαμέσως κατόπιν πρώτος ο Έννιος, ως "δεύτερος Όμηρος" (όπως ισχυριζότανο ίδιος), χρησιμοποιεί τον δακτυλικό εξάμετρο στο ιστορικό του έπος Χρονικά ( Annales ), που θεωρούντανεθνικό έπος των Ρωμαίων μέχρι τη σύνθεση της Αινειάδας του Βεργιλίου. Πέραν τωνελληνικών προσλήψεων, ήδη στα πρώιμα αυτά χρόνια, εμφανίζονται πρωτότυπα και πρωτοποριακά έργα που προοιωνίζουν τις μεγάλες δημιουργίες των κλασικών. Ο Έννιος λ.χ.εκτός από το σοβαρό έπος Annales έγραψεκαι μια γαστρονομική παρωδία έπους με τον ελληνοπρεπή τίτλο Ηδυφαγητικά ( Hedyphagetica , δηλ. "Νοστιμιές"). Ο ίδιος πλάθει τα πρώτα δείγματα σάτιρας («satura»="πιάτο με ποικίλα φαγητά"),ενός νέου και καθαρά ρωμαϊκού είδους. Στο είδος αυτό θα παρουσιάσει εκπληκτικέςεπιδόσεις, αμέσως κατόπιν, ο Λουκίλιος, ο οποίος μάλιστα θα χαρακτηριστεί «πατέραςτου είδους».

πεζογραφία

Τώραεμφανίζονται και οι πρώτες πεζογραφικές απόπειρες. Ξεχωρίζει ο διάσημος για τηναφοσίωσή του στα ρωμαϊκά ιδεώδη Κάτων: γράφει ρητορικούς λόγους, ιστορικά, στρατιωτικά,ηθικολογικά, ιατρικά και γεωργικά κείμενα. Σ' αυτόν επεφύλαξε η τύχη το προνόμιοτης πατρότητας του αρχαιότερου σωζόμενου πεζού λατινικού έργου που φέρει τοντίτλο Για τη γεωργία ( De agricultura ).

Ελληνορωμαϊκή γραμματεία [πηγή: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού]

Κλασική εποχή

Η λατινικήγλώσσα έχει τώρα πια διαμορφωθεί σε ένα όργανο κατάλληλο να διατυπώσει υψηλής τάξεωςέντεχνο λόγο. Από το στάδιο της μαθητείας, των πειραματισμών και της πολυποίκιληςανίχνευσης η λατινική λογοτεχνία προχωρεί σταθερά στη φάση της υψηλής δημιουργίαςκαι της καλλιτεχνικής εκλέπτυνσης. Επιδιώκεται η αρμονική σύζευξη μορφής και περιεχομένου,πλασματικού και πραγματικού, καθώς και η εξειδίκευση και το βάθος. Η δημιουργικήκατάκτηση των ελληνικών προτύπων ολοκληρώνεται προς κάθε κατεύθυνση. Τώρα ο ρωμαίοςκαλλιτέχνης πατά στέρεα στο πλούσιο έδαφος του και αποτολμά να ανταγωνιστεί με αποτελεσματικό τρόπο τους έλληνες κολοσσούς των ελληνιστικών, κλασικών και αρχαϊκών χρόνων: ο Κάτουλλος τον Καλλίμαχο, ο Λουκρήτιος τον Εμπεδοκλή, ο Κικέρων τους αττικούς ρήτορες και φιλοσόφους, ο Βεργίλιος το Θεόκριτο και τον Όμηρο, ο Οράτιος την αιολική ποίηση.

Μετά το 90 π.Χ. και ύστερα από ένα άγονο κενό περίπου εξήντα χρόνων, εμφανίζεται ένας μεγάλος αριθμός ταλέντων. Δημιουργούνται έργα που επέζησαν δύο χιλιάδες χρόνια, διαμόρφωσαν την έννοια του «κλασικού», συντήρησαν και αναγέννησαν επανειλημμένα την Ευρώπη.

Οικλασικοί Ρωμαίοι, σχεδόν στο σύνολο τους γόνοι των ταραγμένων χρόνων 133-31 π.Χ.καλύπτουν όλο το ειδολογικό φάσμα της λογοτεχνίας. Εάν θεωρήσουμε ως συμβατικόπέρας της εποχής αυτής το θάνατο (14 μ.Χ.) του Οκταβιανού Αυγούστου -μιας μορφήςπου σημάδεψε όχι μόνο την ιστορία αλλά και τα γράμματα-, η περίοδος εμφανίζει δύοπερίπου ίσα χρονικά τμήματα· στο πρώτο, που φθάνει περίπου ως το 40 π.Χ., δεσπόζειο λαμπερός κικερώνειος λόγος και ανθεί κυρίως η πεζογραφία· στο δεύτερο, γνωστόπαγκοσμίως με τον όρο «αυγούστειοι χρόνοι», παίρνει τη σκυτάλη η υψηλή ποίηση.

Χαρακτηριστικήγια την εποχή αυτή είναι επίσης η λογοτεχνική αναγέννηση που σηματοδοτείται από το«κίνημα των Νεωτέρων»: μεταφυτεύεται στη Ρώμη το «μονερνιστικό» ρεύμα της λογοτεχνικήςσχολής του Καλλιμάχου. Οι «νεωτερικοί» ποιητές δημιουργούν πολύ καλοδουλ­μένα ποιήματα,τα οποία διακρίνονται για τη συντομία τους, το σκοτεινό και υπαινικτικό ύφος, τηνεκλέπτυνση και τη λογιότητα. Πρόκειται για λυρική και ελεγειακή ποίηση, επύλλιακαι επιγράμματα.

Μετο θάνατο του Αυγούστου ολοκληρώνεται όχι μόνο μια σημαντική πολιτική περίοδοςαλλά και ένα βασικό κεφάλαιο της ρωμαϊκής γραμματείας. Η πρόσληψη του ελληνισμούέχει συντελεσθεί και η Ρώμη διαθέτει τους δικούς της «κλασικούς». Αρχίζει ο επιγονισμόςκαι οι εσωστρεφείς αναγεννήσεις κάτι που δε συνεπάγεται βέβαια απαραίτητα και έκπτωσητης ποιότητας ή απουσία ταλέντων.

 

α. Οι χρόνοι τον Κικέρωνα

Η δικτατορίατου Σύλλα (82-79 π.Χ.) και η δολοφονία (44 π.Χ.) της κυρίαρχης πολιτικής μορφής των χρόνων αυτών, του Ιουλίου Καίσαρα, οριοθετούν μία περίοδο γεμάτη εξωτερικές κατακτήσεις, κυρίως όμως εξοντωτικές έριδες για την εξουσία, ένα κλίμα που δημιουργεί ταυτόχρονα κεντρομόλες και φυγόκεντρες γραμματειακές τάσεις, αρχικά στο χώρο της πεζογραφίας. Ο Ρωμαίος λογοτέχνης, έχοντας κατακτήσει την εθνική του αυτοσυνειδησία, επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη ρωμαϊκή ιστορία, παρελθούσα και σύγχρονη, στη γλώσσα και τη γραμματεία, το δίκαιο και τον πολιτισμό του. Η έντονη συμμετοχή του στα εσωτερικά τεκταινόμενα αποτυπώνεται σε ρητορικούς λόγους προσανατολισμένους στα πρότυπα των αττικών ρητόρων. Ταυτόχρονα η απογοήτευση τον ωθεί προς μία φιλοσοφική φυγή από την πραγματικότητα: με υπόστρωμα ελληνικές φιλοσοφικές προσλήψεις εμβαθύνει σε χώρους θεολογικής, κοσμολογικής, ανθρωπολογικής και κυρίως πολιτικής σκέψης με κέντρο αναφοράς πάντοτε τη Ρώμη. Ο φιλοσοφικός και πολιτικός στοχασμός αυτονομεί το διανοούμενο λογοτέχνη (που είναι συχνά ταυτόχρονα και στρατιωτικός και πολιτικός) από τα ελληνικά πρότυπα και τον οδηγεί σε προσωπικές επιλογές και κατακτήσεις. Το εύρος αυτών των κατακτήσεων περιλαμβάνει σχεδόν όλα τα

πεζογραφία

λογοτεχνικά γένη. Ο κορυφαίος εκπρόσωπος της πεζογραφίας, ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων (106-44 π.Χ.), υπήρξε χωρίς άλλο πρώτα-πρώτα ένας από τους μεγαλύτερους ρήτορες της αρχαιότητας. Έγραψε πάνω από εκατό λόγους, από τους οποίους σώζονται περίπου οι μισοί (περίφημοι είναι π.χ. οι τρεις "καισαρικοί", οι τέσσερις "κατιλινικοί" και οι δεκατέσσερις "φιλιππικοί" του) και έχουν περιεχόμενο πολιτικό ή δικανικό. Εκτός από τη ρητορική πράξη επιδόθηκε και στη θεωρητική πραγμάτευση ζητημάτων σχετικών με τη ρητορεία και το ρήτορα. Είναι θερμός θαυμαστής του Πλάτωνα και ταυτόχρονα εκλεκτικός οπαδός και άλλων φιλοσοφικών ρευμάτων και δημιουργεί μια σειρά από υπέροχους φιλοσοφικούς διάλογους. Η πολύπτυχη προσωπικότητά του έχει ανάγλυφα αποτυπωθεί στις περίπου 800 επιστολές των τεσσάρων επιστολογραφικών συλλόγων που συγκεντρώθηκαν και δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατο του. Η καθαρότητα της έκφρασης, η κομψότητα και η καλλιέπεια, η ζωηρότητα και το υφολογικό του ύψος τον κατέστησαν κορυφαίο υπόδειγμα λατινικού λόγου και τον εγκατέστησαν στον παρνασσό των αθανάτων της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Στα ίδια χρόνια διαπρέπουν τέσσερα ακόμη μεγάλα αναστήματα της ρωμαϊκής πεζογραφίας: ο χαλκέντερος Βάρρων ο Ρεατίνος (116-27 π.Χ.), ο διάσημος στρατηγός Γάιος Ιούλιος Καίσαρ (100-44 π.Χ.), ο Κορνήλιος Νέπως (περ. 100-27 π.Χ.) και ο Σαλλούσιος Κρίσπος (86-35 π.Χ.).

Ο Βάρων είχε ήδη στα χρόνια του Κοϊντιλιανού (1ος αι. μ.Χ.) τη φήμη του "πιο καλλιεργημένουανάμεσα στους Ρωμαίους και του καλύτερου γνώστη της λατινικής γλώσσας και όληςτης αρχαιότητας: τόσο των ελληνικών όσο και των ρωμαϊκών πραγμάτων". Πράγματιέγραψε πάνω από 600 βιβλία σχετικά με τη ρωμαϊκή και παγκόσμια ιστορία, τη θρησκεία,τον πολιτισμό, τις καλές τέχνες, το θέατρο, τους νόμους, την παιδαγωγική, τις επιστήμες,τη γλώσσα, τη γεωργία. Πρόκειται για ένα σπάνιο και εκπληκτικό συνδυασμό εγκυκλοπαιδιστή,γραμματολόγου, γραμματικού, αρχαιοδίφη - ιστορικού, νομομαθούς, τεχνοκρίτη και φιλοσόφου,που, έχοντας στο νου του μόνο τη Ρώμη και τους Ρωμαίους, κατέθεσε μια πλούσια παρακαταθήκηστο θησαυροφυλάκιο της λατινικής γραμματείας.

Απέναντιστην πολυπτυχότητα του Βάρρωνα οι τρεις άλλοι πεζογράφοι εξειδικεύονται και διαπρέπουνστην ιστοριογραφία. Ο Ιούλιος Καίσαρ είναι ο καλλιτέχνης του είδους των απομνημονευμάτων:στρατιωτικές αναμνήσεις διατυπωμένες σε καθαρά και λιτά Λατινικά, σε ύφος πουανακαλεί τον Ξενοφώντα. Ο Κορνήλιος Νέπως, φίλος του Κικέρωνα και του Κατούλλου,εγκαινιάζει στη Ρώμη την ιστορική βιογραφία: έγραψε περίπου 25 βιογραφίες διάσημωνΕλλήνων και Ρωμαίων, κυρίως στρατηγών. Ο Σαλλούστιος Κρίσπος - ο «πρώτος στη ρωμαϊκήιστορία», όπως τον χαρακτηρίζει ο Μαρτιάλης - μεταφέρει στη ρωμαϊκή λογοτεχνίατη θουκυδίδεια ιστοριογραφία ή καλύτερα την ιστορική μονογραφία (περίφημο είναιτο έργο του Η συνωμοσία του Κατιλίνα: De Catilinae coniuratione ).

ποίηση

Τακικερώνεια χρόνια έχουν και ποιητική συγκομιδή, ποσοτικά λίγη, ποιοτικά όμως τεράστια.Ο καλλιμαχικός Νεωτερισμός γονιμοποιεί έναν κύκλο αισθαντικών ποιητών, ο διαπρεπέστεροςαπό τους οποίους είναι χωρίς άλλο ο Βαλέριος Κάτουλλος (84-54 π.Χ.). Η λυρική καιεπιγραμματική ποίηση βρίσκει τώρα στα 116 έξοχα ποιήματα του Κατούλλου την πρώπηκορυφαία ρωμαϊκή εκπροσώπηση της. Πηγή της έμπνευσης του Κατούλλου, αλλά και τουπόθου και του πόνου του, είναι η άγνωστη κοπέλα που ονομάζει Λεσβία. Η Λεσβία έγινε μέσα από την περιπαθή ποίηση του Κατούλλου αιώνιο σύμβολο ερωτικής ποιητικής έμπνευσης. Όλες οι «νεωτερικές» αρετές - εκτός της συντομίας - χαρακτηρίζουν επίσης και τα έξι βιβλία του σκοτεινού φιλοσοφικού έπους Για τη φύση των πραγμάτων ( De rerum natura ) του επικούρειου επαναστάτη Λουκρητίου (96-53 π.Χ.): το εκτενές αυτό ποίημα που έχει κοσμολογικό περιεχόμενο είναι ένα κήρυγμα κατά της δεισιδαιμονίας, του φόβου του θανάτου και της μεταφυσικής καταπίεσης, ένας ύμνος του Έρωτα και της Αφροδίτης. Διαφορετικά από τον απαισιόδοξο ερωτικό Κάτουλλο και τον επαναστάτη υλιστή Λουκρήτιο, ο πολυγραφότατος Βάρρων διακωμωδεί και σχολιάζει τα πάντα στις ψυχαγωγικές και διδακτικές του Μενίππειες σάτιρες ( Satutae Menippeae : εκατόν πενήντα βιβλία!), όπου συνδυάζεται αρμονικά ο ποιητικός με τον πεζό λόγο.

Γάιος Βαλέριος Κάτουλλος Λουκρήτιος

β. Αυγούστειοι χρόνοι

Η ρωμαϊκή Μούσα θα παραγάγει τώρα κατεξοχήν «κλασικά» προϊόντα. Ο αυγούστειος ποιητής συνδέει στο έργο του την καλλιμαχική αυτάρκεια με το σύγχρονο πολιτικό γίγνεσθαι. Ο Αύγουστος και ο Μαικήνας υποστηρίζουν οικονομικά και συσπειρώνουν σε λογοτεχνικούς κύκλους κορυφαία ταλέντα («πατρωνεία»), με την άμεση ή έμμεση απαίτηση στράτευσης στο ιδεολογικό πρόγραμμα του Αυγούστου, το οποίο προβαλλόταν ως επιστροφή στο «mos maiorum» και ανασυγκρότηση του κατεστραμμένου από τους εμφύλιους πολέμους κράτους. Ωστόσο η πλήρης σχεδόν απουσία της ρητορείας τα χρόνια αυτά υποδηλώνει τις πραγματικές διαστάσεις της ελευθερίας του λόγου. Το κέντρο

ποίηση

βάρους μετατοπίζεται στην ποιητική δημιουργία (Βεργίλιος, Οράτιος, Τίβουλλος, Προπέρτιος, Οβίδιος) και ακολουθεί ο πεζός λόγος (Λίβιος). Οι πέντε ποιητές συνδέονται με δεσμούς εσωτερικής ποιητικής υφής και εξωτερικής φιλίας, όμως δεν επιδίδονται στα ίδια ποιητικά γένη: ο Βεργίλιος είναι ο ποιητής του ηρωικού και διδακτικού έπους και του ποιμενικού ειδυλλίου, ο Οράτιος εκπροσωπεί τη λυρική δημιουργία, ενώ οι τρεις άλλοι καλλιεργούν κυρίως την ελεγεία. Όλοι τους ανήκουν στη χορεία των κορυφαίων καλλιτεχνών της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Τα έργα τους παρέμειναν αθάνατα στο διάβα του χρόνου, συγκίνησαν και ενέπνευσαν και εξακολουθούν και σήμερα να διαβάζονται και να θαυμάζονται.

Ο Πόπλιος Βεργίλιος Μάρων (70-19 π.Χ.) είναι αναμφίβολα ο «εθνικός ποιητής» των Ρωμαίων: η Αινειάδα του ( Aeneis ), που αποτελεί ίσως το «πιο κλασικό έργο όχι μόνο της ρωμαϊκής αλλά και ολόκληρης της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας», είναι ένας πολύπλοκος και πολυδιάστατος συνδυασμός της Οδύσσειας και της Ιλιάδας σε καλλιμαχικές διαστάσεις και αναγνωρίστηκε εξαρχής ως το εθνικό έπος των Ρωμαίων. Θέμα του έργου είναι η αναχώρηση του Αινεία - του μυθικού γενάρχη των Ρωμαίων - από την Τροία, οι περιπλανήσεις του και η εγκατάστασή του στο Λάτιο. Το υπέροχο ταλέντο του Βεργιλίου είναι άμεσα διαπιστώσιμο και στις δύο προγενέστερες συλλογές του: στις δέκα βουκολικές Εκλογές ( Eclogae ) και στα τέσσερα βιβλία των Γεωργικών ( Georgica ) . Λογοτεχνικό πρότυπο των Εκλογών είναι ο ελληνιστικός Θεόκριτος (Ειδύλλια), ενώ των Γεωργικών ο αρχαϊκός Ησίοδος (Έργα και ημέραι). Τα Γεωργικά υπηρετούν σαφώς την πρόθεση του Αυγούστου για ενίσχυση της υπαίθρου. Η παρουσία του Βεργιλίου διαπιστώνεται πληθωρική στην Ύστερη Αρχαιότητα, το Μεσαίωνα και τους Νεότερους Χρόνους: αντιγράφεται και σχολιάζεται εκτενώς, μεταφράζεται επανειλημμένα και γίνεται πηγή και πρότυπο αναρίθμητων λογοτεχνών, από τον Αυγουστίνο μέχρι το Δάντη και τον Πετράρχη, το Σίλλερ και τον Πούσκιν.

Λίγονεότερος ο Κόιντος Οράτιος Φλάκκος (65 π.Χ. - 8 μ.Χ.), ο «άριστος τολμητίας τωνλέξεων» (Κοϊντιλιακός), δίκαια καυχιόταν ότι «πρώτος αυτός μετέφερε το αιολικό άσμα» στη Ρώμη. Έχοντας σπουδάσει στην Αθήνα δημιουργεί τις Επωδούς ( Epodi ) με πρότυπο τονιαμβογράφο Αρχίλοχο και τις Ωδές ( Carmina ) με πρότυπα τους λυρικούς Αλκαίο, Ανακρέοντα,Πίνδαρο, Σαπφώ κ.ά. Οδηγεί τη ρωμαϊκή σάτιρα στην πλήρη της ωρίμανση ( Sermones ) και καθιερώνειτο είδος της ποιητικής επιστολής (της οποίας είναι «ευρετής») σε κλασική ρωμαϊκήδημιουργία ( Epistulae · διάσημη είναι η τεχνοκριτική επιστολή 2,3, η γνωστή ωςΠοιητική τέχνη: Ars poetica ). Το μεγαλείο τουλυρισμού του Οράτιου αναγνωρίσθηκε ήδη από τους συγχρόνους του, αφού σ' αυτόν ανέθεσεο Αύγουστος τη σύνθεση του Ύμνου της Εκατονταετίας ( Carmen saeculare ) για την επίσημηέναρξη της «pax Augusta»το 17 π.Χ. Τα ευάριθμα και σύντομα ποιήματα του Οράτιου, καίτοι συχνά αρκετά δυσνόητα, αποτελούν κομψοτεχνήματα ποιητικής μικροτεχνίας.

Κόιντος Οράτιος Φλάκκος

Η τριάδα των κορυφαίων ρωμαίων ελεγειακών, του Τιβούλλου (περ. 50-19 π.Χ.), του Προπερτίου (περ. 50-γέννηση Χριστού) και του Οβιδίου (43 π.Χ. - 17 μ.Χ.), μεταμόρφωσε πλήρως την ελληνική ελεγεία. Ο πιο καθαρός και κομψός από όλους είναι ο Τίβουλλος· ο πιο πρωτότυπος, σκοτεινός και σύγχρονος ο Προπέρτιος· ο πιο πνευματώδης και ελευθερόστομος ο Οβίδιος. Και οι τρεις εμπνέονται από τη «λεπταλέη Μούσα» και από τις αγαπημένες τους που αναφέρονται με ψευδώνυμο (ο Τίβουλλος από τη Δηλία και τη Νέμεση, ο Προπέρτιος από την Κυνθία, ο Οβίδιος από την Κόριννα). Στην κεντρική θεματολογία της «ερωτικής στράτευσης» συνδυάζεται η λογοτεχνική σύμβαση και το γνήσιο βίωμα. Με τους τρεις αυτούς ποιητές η ελεγεία οδηγήθηκε σε τέτοιο ύψος, ώστε δίκαια μετά από περίπου εκατό χρόνια ο Κοϊντιλιανός να καυχιέται: «και στην ελεγεία ακόμη προκαλούμε τους Έλληνες».

Ο Οβίδιοςεπιπλέον επινόησε και καλλιέργησε νέα ποιητικά είδη: την πλαστή ποιητική μυθολογικήεπιστολή (Ηρωίδες: Heroides ), το καλλωπιστικόέπος (Καλλυντικά του προσώπου: Medicamina faciei ) , το «αιτιολογικό»εορτολόγιο ( Fasti ) και την ποίηση της εξορίας (Θλιβερά: Tristia και Επιστολές απότον Πόντο: Epistulae ex Ponto ) . Ο ίδιος, αξιοποιώνταςελληνικά πρότυπα, δημιούργησε μια μυθολογική Αντι- Αινειάδα, τις Μεταμορφώσεις ( Metamorphoseon libri ) : πρόκειται γιαένα έπος 15 βιβλίων και 12.000 στίχων, ένα καλλιτεχνικό μωσαϊκό περίπου 250 μυθολογικώνψηφίδων, με στοιχεία από την ιστορία, την ελεγεία, τη ρητορεία, την τραγωδία, τοεπύλλιο, την παρωδία και τη φιλοσοφία. Κοινό χαρακτηριστικό των μύθων είναι η μεταμόρφωσητων ηρώων. Οι Μεταμορφώσεις, παρά την έκτασή τους, διαβάζονται ευχάριστα χάριςστην ελκυστική έκφραση

πεζογραφία

και στο ποικίλο και ευχάριστο περιεχόμενο τους.

Εάν η Αινειάδα τουΒεργιλίου αποτελεί μια ποιητική καταγραφή των ιστορικών καταβολών και πεπρωμένωντης Ρώμης, ο Τίτος Λίβιος (59 π.Χ. - 17 μ.Χ.) ανέλαβε και διεκπεραίωσε την κορυφαίαπεζογραφική παρουσίαση της ιστορικής διαδρομής της «αιώνιας Πόλης» από την ίδρυσήτης (γι' αυτό και το έργο τιτλοφορούνταν Ab urbe condita ) ως το 9 π.Χ. σε142 βιβλία. Έννοιες όπως το «mos maiorum», η «pietas», η «virtus» είναι κεντρικά νήματα που διατρέχουντη ρητορική και τραγική ιστοριογραφία του.

Στο χώρο της αυγούστειας πεζογραφίας αξίζει να αναφερθεί επίσης και ο επιστήμονας λογοτέχνης Βιτρούβιος με το εξειδικευμένο σύγγραμμά του Για την αρχιτεκτονική (De architectura) που αποδεικνύει τις προχωρημένες αρχιτεκτονικές γνώσεις και ευαισθησίες της εποχής.

Bιτρούβιος

Μετακλασική εποχή

Η Ρώμη διαθέτει τώρα ένα πλούσιο και καθαρά δικό της λογοτεχνικό απόθεμα. Οι μετακλασικοί συγγραφείς θα κινούνται πλέον στη σκιά των μεγάλων ρωμαίων προκατόχων τους και η «imitatio» και η «aemulatio» έχουν και εντόπια πρότυπα. Η γλώσσα και το ύφος εξακολουθούν να καλλιεργούνται, κάποτε μάλιστα φθάνουν ως την επιτήδευση. Δεν εμφανίζονται, γενικά, τόσο ειδολογικές ανακαλύψεις όσο αναβιώσεις και κυρίως πολυποίκιλες διασταυρώσεις και μείξεις. Δυο βασικά χαρακτηριστικά των μετακλασικών κειμένων είναι ο ρητορισμός στο ύφος και ο ρεαλισμός στο περιεχόμενο.

Τοτέλος της εποχής αυτής οριοθετεί το ιστορικό και λογοτεχνικό κενό των πενήντα «σκοτεινώνχρόνων» (235-285 μ.Χ.: «περίοδος στρατιωτικών αυτοκρατόρων»). Τα διακόσια περίπουχρόνια της χωρίζονται σε δύο ισόχρονες περιόδους. Στην πρώτη - ως το θάνατο τουΤραϊανού, το 117-, κυριαρχεί ένας κλασικισμός (προσπάθεια απομίμησης των κλασικών)·στη δεύτερη - που αρχίζει με τη λεγόμενη «Δεύτερη Σοφιστική» - πνέει ένας παλίνδρομοςάνεμος αρχαϊστικού αναπροσανατολισμού προς τους προκλασικούς.

Κατάτη διάρκεια του κλασικιστικού αιώνα δεκάδες δεύτερης

κλασικισμός

και τρίτης διαλογής λόγιοι και λογοτέχνες καταθέτουν τη συμβολή τους σε κάθε ειδολογική περιοχή. Γραμματικοί ανατέμνουν με πάθος τη γλώσσα. Σχολιαστές ερμηνεύουν κάθε λέξη των κλασικών κειμένων. Πλήθος εξειδικευμένες επιστημονικές πραγματείες βλέπουν το φως της δημοσιότητας: για τη γεωργία, την ύδρευση, την αστρονομία κ.ο.κ. Μάλιστα ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος συντάσσει μια εγκυκλοπαίδεια των επιστημών.

Στοπλούσιο κλασικιστικό τοπίο η καμπύλη παρουσιάζει δύο εξάρσεις: επί των αυτοκρατόρων Κλαυδίουκαι Νέρωνα και επί των αυτοκρατόρων Δομιτιανού και Τραϊανού. Η ρητορεία λόγω τωνπολιτικών συνθηκών έχει περιέλθει σε παρακμή. Το έπος εκπροσωπείται από αρκετούςποιητές, οι οποίοι συγγράφουν με πρότυπο το Βεργίλιο, όπως ο Λουκανός τα Φαρσάλια ( Pharsalia ) , ο Βαλέριος Φλάκκος τα Αργοναυτικά ( Argonautica ) , ο Στάτιος τη Θηβαΐδα ( Thebais ) και την Αχιλληίδα ( Achilleis ) και ο Σίλιος Ιταλικός τον Καρχηδονιακό πόλεμο ( Punica ).

Στα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια συγγράφει ο Σενέκας ο Νεότερος (4-65 μ.Χ.), ο δεύτερος μετά τον Κικέρωνα ρωμαίος φιλόσοφος, με τραγικό όπως και εκείνος τέλος. Η στωική ανθρωποκεντρική φιλοσοφία του συνεπαίρνει τον αναγνώστη των Διαλόγων (Dialogi) , των Ηθικών επιστολών (Epistulae morales) , των Παραμυθητικών (Consolationes) . Η σκέψη του εμφανίζει πολλές συγγένειες με τη χριστιανική διδασκαλία, γι' αυτό και διαβάστηκε πολύ.

Σενέκας ο Νεότερος

Στοίδιο στυγνό πολιτικό κλίμα ζει και ο Πετρώνιος, που είχε επίσης τραγικό τέλος(+66). Πρόκειται για έναν εξαίρετο μυθιστοριογράφο και ταυτόχρονα αυστηρό τεχνοκρίτη(γι' αυτό ονομάστηκε «κριτής της κομψότητας»). Το γοητευτικό του μυθιστόρημα Σατιρικόν (Satiricon) είναι μια παρωδία της Οδύσσειας γραμμένη στο ύφος τηςμενίππειας σάτιρας και συγκαταλέγεται στα κορυφαία έργα της εποχής.

Πετρώνιος

Λίγοαργότερα ζει ο διάσημος τεχνοκρίτης, ρητοροδιδάσκαλος και παιδαγωγός Κοϊντιλιανός (35-95 μ.Χ.). Βασικό ιδανικό του έργου του Η παιδεία του ρήτορα ( Institutio oratoria) είναι η ελληνορωμαϊκήαγωγή.

Τηνπερίοδο της κλασικιστικής πρόζας κλείνουν δύο άλλες μεγάλες μορφές: ο ιστορικός Τάκιτος και ο επιστολογράφος Πλίνιος ο Νεότερος. Ο Τάκιτος (περ. 545 - 117 μ.Χ.)ακολουθεί το ύφος του Σαλλουστίου και δημοσιεύει δύο ιστοριογραφικά έργα (Χρονικάκαι Ιστορίες) που διακρίνονται για τον τραγικό τους χαρακτήρα. Σχεδόν ταυτόχροναμε τον Τάκιτο συγγράφει ο Πλίνιος ο Νεότερος τις καλλιτεχνικές Επιστολές του. Απόαυτές διάσημες έγιναν δύο που περιγράφουν την έκρηξη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ.(όταν καταστράφηκε η Πομπηία) και δύο άλλες που περιέχουν πρωιμότατες μαρτυρίεςγια την εξάπλωση, τη λατρεία και την κρατική - νομική αντιμετώπιση των Χριστιανών.

Γάιος Κορνήλιος Τάκιτος

Ο Σενέκαςδιακρίθηκε επίσης και στο χώρο της ποιητικής δημιουργίας. Γράφει τραγωδίες - επιστρέφονταςστο προκλασικό αυτό είδος, χωρίς όμως να έχει ουσιαστικούς δεσμούς με τους προκλασικούς.Οι εννέα «palliatae», προορισμένες πιθανόνγια ανάγνωση, και η «praetexta» Οκταβία (η μόνη σωζόμενη ρωμαϊκή «praetexta») διακρίνονταιγια το ρητορισμό και την έξαρση του πάθους. Εκπληκτική στη σύλληψη και τολμηρήστο περιεχόμενο είναι η πολιτική μενίππεια σάτιρα Αποκολοκύνθωση ( Apocolocyntosis ) , όπου ο αυτοκράτοραςΚλαύδιος δεν αποθεώνεται αλλά μεταμορφώνεται σε κολοκύνθη.

Η ποίηση ωστόσο που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα τους χρόνους αυτούς είναι το επίγραμμα του Μαρτιάλη (40-102 μ.Χ.) και η σάτιρα του Ιουβενάλη (55-135 μ.Χ.). Στα πολυάριθμα (πάνω από 1.500) και πολυποίκιλα ποιήματα του πρώτου η ειρωνεία και η κολακεία, η οξύτητα και η βωμολοχία, η έπαρση και ο αυτοσαρκασμός δημιουργούν την ιδιάζουσα προσωπικότητα του ποιητή. Οι δεκαέξι εκτενείς σάτιρες του Μαρτιάλη εμφανίζουν ανάγλυφα την αθλιότητα της ρωμαϊκής πόλης και των κατοίκων της.

Ο αρχαϊσμός της Δεύτερης Σοφιστικής συμβαδίζει με την

αρχαϊσμός

άνθηση του κράτους και της λογοτεχνίας. Τα κύρια γνωρίσματα της εποχής είναι ο καθαρολογισμός, η παράλληλη γνώση και χρήση και των δύο κλασικών γλωσσών, οι φιλοσοφικές αναδιφήσεις και οι προκλασικές αναβιώσεις. Καλλιεργείται και φθάνει στο επίπεδο του κλασικού η ως τότε όχι ιδιαίτερα λογοτεχνική νομολογία. Ο Γάιος, ο Παπιανός, ο Ουλπιανός και ο Παύλος αποτελούν τις βσικές πηγές της ιουστινιάνειας νομοθεσίας και του σύγχρονου ευρωπαϊκού δικαίου.

Αυτάτα χρόνια ο «ήσυχος λόγιος» Σουητώνιος συνθέτει τα βιογραφικά έργα Περί των επιφανώνανδρών ( De viris illustribus ) και Περί του βίουτων δώδεκα Καισάρων ( De vita XII Caesarum ) , ενώ πλήθος γραμματικών και σχολιαστών συνεχίζουντο υπομνηματιστικό έργο τους.

Γάιος Σουητώνιος Τράγκυλλος

Οικύριοι εκπρόσωποι της περιόδου αυτής είναι οι αφρικανικής καταγωγής πεζογράφοι Κορνήλιος Φρόντων και Λεύκιος Απουλήιος. Ο τελευταίος, μια περίεργη νεοπλατωνικήμορφή με φήμη μάγου, είναι ο συγγραφέας ενός από τα ωραιότερα μυθιστορήματα τηςαρχαιότητας, των Μεταμορφώσεων (το έργο αυτό - οι περιπέτειες ενός άνδρα που μεταμορφώθηκεσε γάιδαρο - είναι γνωστό επίσης και ως Χρυσός Γάιδαρος). Στις Μεταμορφώσεις περιέχεταικαι το παραμύθι του Έρωτα και της Ψυχής, το μόνο παραμύθι που διαθέτουμε από τηναρχαιότητα. Μαθητής του Φρόντωνα ήταν ο Αύλος Γέλλιος, γνωστός για το ενδιαφέρον ανθολόγιο του Αττικές νύχτες ( Noctes Atticae ) .

χριστιανική
γραμματεία

Την εποχή αυτή κάνει την εμφάνισή της και η χριστιανική γραμματεία. Πατρίδα της είναι η βόρεια Αφρική. Εδώ πρωτομεταφράζεται η Αγία Γραφή στα Λατινικά και αναπτύσσουν τη συγγραφική τους δραστηριότητα ο Μινούκιος Φήλιξ, ο Τερτυλλιανός, ο Κυπριανός και ο Νοβατιανός. Οι χριστιανοί συγγραφείς βαθμιαία θα καταλάβουν και θα αναζωογονήσουν όλες τις ειδολογικές περιοχές της εθνικής γραμματείας.

 

Ύστερη Αρχαιότητα

Ταπενήντα κρίσιμα χρόνια των στρατιωτικών αυτοκρατόρων ακολουθούνται από σοβαρέςιστορικές εξελίξεις: γίνονται βαρβαρικές επιδρομές και μεταναστεύσεις λαών στηνΑνατολή και τη Δύση, διασαλεύεται η ενότητα του απέραντου ρωμαϊκού κράτους, ιδρύεταιη Νέα Ρώμη, ενώ η παλαιά υποκύπτει οριστικά στους βαρβάρους, ο χριστιανισμός αναγνωρίζεταιως επίσημη θρησκεία. Ωστόσο παρά τις δυσμενείς εξωτερικές συνθήκες, τους «σκοτεινούςχρόνους» διαδέχεται μια περίοδος «ανακαίνισης και αναγέννησης». Ο καλλιμαχισμόςτων «Νεωτέρων» της κλασικής εποχής επανέρχεται μεταλλαγμένος σε ένα κίνημα «Νεο-Νεωτερικών», οι οποίοι επιδιώκουν - συνήθως με επιτυχία - την ελληνολατινική λογιότητα,την υφολογική εκλέπτυνση (που κάποτε καταλήγει σε επιτήδευση), την αινιγματικότητακαι το καινοφανές. Το νέο κύμα απλώνεται κυρίως στα μεγάλα πνευματικά κέντρατης περιφέρειας (λ.χ. της βόρειας Αφρικής και της Γαλλίας). Ιδιαίτερα ανθηρή περίοδοςθεωρείται ο 4ος αι., κατά τη διάρκεια του οποίου, επί Μ. Κωνσταντίνου και επί Μ.Θεοδοσίου, σημειώνονται δύο λαμπρές αναγεννήσεις. Μετά από κάποιες διακυμάνσεις,στα τέλη του 5ου αι., ακολουθεί μια ακόμη αναγέννηση στη Ρώμη, που τελεί υπό βαρβαρικήκατοχή. Ένας διάσημος ευπατρίδης και αριστοτελικός φιλόσοφος, ο Βοήθιος, θεωρείταιο «τελευταίος των Ρωμαίων» και ταυτόχρονα ο «πατέρας του Μεσαίωνα».

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει κατά την περίοδο αυτή η εξέλιξη της ποίησης. Παρατηρείται μια ευρείας έκτασης μείξη των ειδών, ενώ ταυτόχρονα αναφύονται νέα είδη, όπως ο κέντρων (ποίημα που προκύπτει από συγκόλληση στίχων κλασικών συγγραφέων), το τεχνοπαίγνιο, η ακροστιχίδα, το αλφαβητάριο, το αίνιγμα, κ.ά. Το ευχάριστο και ψυχαγωγικό περιεχόμενο αυτών των ποιημάτων παρείχε παραμυθία και καταφυγή σε ένα κουρασμένο αναγνωστικό κοινό.

«εθνική»
γραμματεία

Στοχώρο της «εθνικής» ποίησης πρώτος (3ος αι.) διακρίνεται ο προικισμένος αφρικανός Νεμεσιανός με ποιήματα βουκολικού και κυνηγητικού περιεχομένου. Ανάμεσα στους ποιητέςτου 4ου αι. ξεχωρίζουν ο Οπτατιανός Πορφύριος, ο Αβιηνός, ο Συμφόσιος και κυρίωςο γάλλος Αυσόνιος και ο αλεξανδρινός Κλαυδιανός. Τον ίδιο αιώνα συντίθεται καιτο Ξενύχτι της Αφροδίτης ( Pervigilium Veneris ), ένα κορυφαίοδημιούργημα κάποιου άγνωστου ποιητή.

Στο χώρο της «εθνικής» πεζογραφίαςδιαπρέπουν κατά τον 5ο/6ο αιώνα συγγραφείς όπως ο αντιοχέας ιστορικός ΑμμιανόςΜαρκελλίνος, ο συγγραφέας των Γάμων του Ερμή με τη Φιλολογία ( De nuptiis Mercurii et Philologiae ) Μαρτιανός Καπέλλας, ο Σύμμαχος, ο Κασσιόδωρος και κυρίως ο Βοήθιος. Ο τελευταίος σχολίασε και μετέφρασετον Αριστοτέλη στα Λατινικά - και έτσι μπόρεσε να μελετήσει την αριστοτελική φιλοσοφίαο δυτικός Μεσαίωνας. Λίγο πριν πεθάνει, συνέθεσε, εξόριστος και φυλακισμένος, τοφιλοσοφικό αριστούργημα Η παρηγοριά της Φιλοσοφίας ( De consolatione Philosophiae ).

χριστιανική
γραμματεία

Παράλληλα παρατηρείται μια αλματώδηςανάπτυξη της χριστιανικής γραμματείας. Στο χώρο της ποίησης ο Κομμοδιανός γράφειέναν Απολογητικό και ακροστιχίδες, ο Ιουβένκος ένα βιβλικό έπος, η ευγενής ρωμαίαΠρόβα ένα βεργιλιοκέντρωνα. Στον 4ο αι. ζει ο «χριστιανός Οράτιος» Προυδέντιος, ο θεμελιωτής της χριστιανικής αλληγορίας (Ψυχομαχία: Psycomachia κ.ά.), και ο «χριστιανός Κικέρων» Λακτάντιος, ο οποίος παρουσιάζει τη χριστιανική πίστη στο έργο του Η θεία διδασκαλία ( Divinae institutiones ) και την πορείατης χριστιανικής ψυχής στο αλληγορικό ποίημα Το πτηνό φοίνικας ( De ave Phoenice ) . Κατά τον ίδιοαιώνα ανατέλλει στη Δύση - όπως συνέβη και στην Ανατολή - ένας λαμπρός αστερισμόςτριών ιεραρχών με πλούσιο και ποικίλο, πεζογραφικό κυρίως, έργο: ο «πατέρας τηςδυτικής υμνογραφίας» Αμβρόσιος Μεδιολάνων, ο συγγραφέας των Εξομολογήσεων ( Confessiones ) και της Πολιτείας του Θεού ( De civitate dei ) Αυγουστίνος και ο μεταφραστής της Αγίας Γραφής ( Vulgata ) Ιερώνυμος.

Η πορεία της ρωμαϊκής λογοτεχνίας δε σταμάτησε τον 6ο αιώνα· συνεχίστηκε όχι μόνο στα χρόνια του Μεσαίωνα (6ος - 13ος αι.) αλλά και κατά τη διάρκεια του Ουμανισμού και των Νεότερων Χρόνων («νεολατινική γραμματεία»). Η πλούσια παρακαταθήκη των λατινικών κειμένων όλων των εποχών διαβάστηκε, θαυμάστηκε και επηρέασε τα μεγαλύτερα αναστήματα της Ευρώπης και παραμένει πάντοτε βασικός πόλος παιδείας και πολιτισμού.

Παραδείγματα ερωτήσεων-ασκήσεων στην εισαγωγή [πηγή: Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας] Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (1ος αι. π.Χ. - 3ος αι. μ.Χ.)

Χάρτης της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στην εξάπλωση της από το θάνατο
του Αυγούστου μέχρι το θάνατο του Τραϊανού

 

 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Μετο βιβλίο αυτό επιχειρούμε να φέρουμε το μαθητή σε μια πρώτη επαφή με τη λατινικήγλώσσα. Το βιβλίο αποτελείται από 20 ενότητες -μαθήματα, στα οποία διδάσκεται έναβασικό λεξιλόγιο και τα στοιχειώδη γραμματικά και συντακτικά φαινόμενα της λατινικής.

Η κάθε ενότητα περιλαμβάνει: (α) Μια πραγματολογική εισαγωγή στο περιεχόμενο του κειμένου που ακολουθεί. Οι εισαγωγές αυτές, πέρα από τις συγκεκριμένες πληροφορίες που περιέχουν γύρω από τη ρωμαϊκή λογοτεχνία, τον πολιτισμό και την ιστορία, έχουν επίσης το σκοπό να δώσουν μια πολύ γενική εικόνα για θέματα που αφορούν τη ρωμαϊκή σκέψη και ιδεολογία. Οι εισαγωγές αυτές είναι ενημερωτικές και δεν πρέπει να περιλαμβάνονται στην εξεταστέα ύλη. (β) Ένα σύντομο λατινικό κείμενο, που επιλέχθηκε με στόχο την παρουσίαση ενός συγκεκριμένου κάθε φορά γραμματικού ή συντακτικού φαινομένου. Οι λέξεις που αποτελούν το αντικείμενο του κάθε μαθήματος σημειώνονται με αστερίσκο. (γ) Το λεξιλόγιο, όπου εξηγούνται οι άγνωστες λέξεις και φράσεις του κειμένου. (δ) Στοιχεία ετυμολογίας για ορισμένες λέξεις του κειμένου, που σημειώνονται στο λεξιλόγιο με αριθμούς σε μικρές παρενθέσεις. Για τις λέξεις αυτές δίνουμε συγγενικές τους αρχαιοελληνικές· επίσης νεοελληνικές λέξεις που προέρχονται από τις αντίστοιχες λατινικές είτε απευθείας -για ευκολία παρακάμπτουμε τους μεσαιωνικούς ελληνικούς τύπους- είτε με τη μεσολάβηση κάποιας νεότερης, κυρίως λατινογενούς, γλώσσας. Επίσης σημειώνουμε τις συγγενικές λατινικές λέξεις που είναι ήδη γνωστές. Ο στόχος των «ετυμολογικών» είναι διπλός: να κάνουμε ευκολότερη την απομνημόνευση των λέξεων και να δείξουμε τη συγγένεια της λατινικής με την ελληνική (αρχαία και νέα). (ε) τις παρατηρήσεις: εδώ παρουσιάζονται τα γραμματικά και συντακτικά φαινόμενα του κειμένου. Όπου χρειάζεται, παραπέμπουμε στη Γραμματική της λατινικής γλώσσας που χρησιμοποιείται στα Λύκεια, ή στο Επίμετρο αυτού του βιβλίου. Βέβαια, ο καθηγητής μπορεί να παραπέμπει τους μαθητές του στη Γραμματική και σε όποιες άλλες περιπτώσεις νομίζει ότι επιβάλλεται. Για να βοηθήσουμε το μαθητή στην κατανόηση και εκμάθηση των γραμματικών και των συντακτικών φαινομένων της λατινικής, συχνά επισημαίνουμε τα αντίστοιχα φαινόμενα της αρχαίας ελληνικής για σύγκριση. (στ) Τις ασκήσεις, όπου οι μαθητές ασκούνται στα γραμματικά και συντακτικά φαινόμενα του μαθήματος. (ζ) Ένα ευχάριστο πεζό ή ποιητικό κείμενο σε ελεύθερη μετάφραση. Στα κείμενα αυτά, που δεν προορίζονται για εκμάθηση και εξέταση, υπογραμμίζουμε τη λέξη ή τις λέξεις που συνδέονται με το μάθημα που προηγήθηκε.

 

 

ΣΥΜΒΟΛΑ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

  • = σημασιολογική αντιστοιχία· π.χ. curo = φροντίζω.
  • ≃ σημασιολογική και ετυμολογική αντιστοιχία· π.χ. pes, pedis ≃ πόδι.
  • > η λέξη που βρίσκεται στα δεξιά του συμβόλου παράγεται ή προέρχεται από αυτήν που βρίσκεται στα αριστερά π.χ. amīcus > amicitia.
  • < η λέξη που βρίσκεται στα αριστερά του συμβόλου παράγεται ή προέρχεται από αυτήν που βρίσκεται στα δεξιά· π.χ. validus < valeo.
  • ≥ η λέξη που βρίσκεται στα δεξιά του συμβόλου προέρχεται από τη λέξη που βρίσκεται στα αριστερά και έχει την ίδια σημασία· π.χ. τραγωδία ≥ tragoedia.
  • ≤ η λέξη που βρίσκεται στα αριστερά του συμβόλου προέρχεται από τη λέξη που βρίσκεται στα δεξιά και έχει την ίδια σημασία: barbarus ≤ βάρβαρος.
  • << δηλώνει λέξη της νέας ελληνικής που προέρχεται από τη λατινική μέσω μιας νεότερης ξένης γλώσσας, π.χ. cura φροντίδα· πρβ. κούρα << ιτ.
  • F δίγαμμα, γράμμα της ελληνικής που εξαφανίστηκε· συνήθως αντιστοιχεί προς το ν της λατινικής και το προσθέτουμε σε ελληνικές λέξεις για να δείξουμε την ετυμολογική τους συγγένεια με τη λατινική (π.χ. video βλέπω· πρβ. ἰδεῖν< Fιδεῖν).
  • * ο αστερίσκος στο λατινικό κείμενο σημειώνεται πάνω από λέξεις που αφορούν το γραμματικό ή συντακτικό περιεχόμενο του συγκεκριμένου μαθήματος.
  • * ο αστερίσκος στις ετυμολογίες, στην παραγωγή κτλ. δηλώνει γραμματικό τύπο αμάρτυρο (που υποθέτουμε δηλ. ότι υπήρξε αλλά δε σώθηκε)· π.χ. eram (ήμουν)
  • <*es-am. Επίσης σημειώνεται δίπλα στα ρήματα που ανήκουν στην κατηγορία του capio.
  • - το σύμβολο αυτό πάνω από φωνήεν της λατινικής δείχνει ότι το φωνήεν είναι μακρόχρονο· το χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε (α) τις μακρόχρονες παραλήγουσες (απαραίτητο για τον τονισμό), π.χ. honōro τιμώ (β) μακρόχρονο ο που στα ελληνικά αποδίδεται με ω ή αντι­στοιχεί σε ω π.χ. Didō η Διδώ· custōdia φυλακή (πρβ. κουστωδία)· Rōma η Ρώμη (γ) μακρόχρονο ē που στα ελληνικά αποδίδεται με η ή αντιστοιχεί σε η, π.χ. Cornēlius ο Κορνήλιος· cēra κερί, κηρός. (δ) μακρόχρονο φωνήεν σε λέξη που υπάρχει περίπτωση να την μπερδέψουμε με άλλη ομόγραφή της, π.χ. līber ελεύθερος, lĭber βιβλίο, (ε) ριζικό φωνήεν που έχει πάθει έκταση, π.χ. vēni (πρκ. του vĕnio έρχομαι) (στ) μακρόχρονο φωνήεν που δεν αποτελεί δίφθογγο με το διπλανό του, π.χ. poēta ποιητής.
  • ˘ το σύμβολο αυτό πάνω από φωνήεν δείχνει ότι το φωνήεν είναι βραχύχρονο· το χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε (α) το βραχύχρονο συνδετικό φωνήεν στο απαρέμφατο των ρημάτων της γ' συζυγίας που τη διαφοροποιεί από τη β' συζυγία, π.χ. legĕre (απαρ. του lego) (β) βραχύχρονο φωνήεν που δεν αποτελεί δίφθογγο με το διπλανό του π.χ. coĕtus συνάθροιση, (γ) βραχύχρονο φωνήεν σε λέξη που υπάρχει περίπτωση να τη μπερδέψουμε με άλλη ομόγραφή της, όπως lĭber και līber.
αγγλ.: λέξη αγγλική.
αρχ.ή ελλ.: λέξη αρχαιοελληνική (οι αρχαιοελληνικές λέξεις δίνονται με πλάγια γράμματα)
βεν.: λέξη βενετική.
γαλλ.: λέξη γαλλική.
ιτ.: λέξη ιταλική.
βλ.: βλέπε
πρβ.: παράβαλε
(.): δίνονται πρόσθετα στοιχεία, αντιστοιχίες, επεξηγήσεις, ανάλυση λέξεων κτλ.

συνδ. φων.: συνδετικό φωνήεν.