Μιλτιάδης ΜαλακάσηςΟ ΜπαταριάςΟΛΑ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ του ποιήματος, και ειδικότερα ο Μπαταριάς, είναι πραγματικά. Ο Θανάσης Μπαταριάς πήγε στο Μεσολόγγι, όταν ήταν 35 χρονών και πέθανε εκεί σε βαθιά γεράματα (1917). Ο ποιητής Ρήγας Γκόλφης έχει γράψει γι' αυτόν τα εξής: «Η συντροφιά του, που αυτός ήτανε ψυχή, είχε τρία όργανα, λαούτο του Μπαταριά, βιολί του Κατσαρού και κλαρίνο του τσιγγάνου Σουλεϊμάνη. Μα πάνω απ' όλα τούτα βασίλευε και τρικύμιζε κι ανέβαινε σε ουρανούς από πάθος, το τραγούδι του Μπαταριά. Η φωνή του, που έφτανε αβίαστα τις υψηλές νότες και κατρακυλούσε σκαλί σκαλί με χίλια παιχνιδίσματα, γυρίσματα και τσακίσματα ως τους χαμηλούς τόνους, έπαιρνε όλη τη χάρη και το αίστημα, αφού πρώτα ο τραγουδιστής ερχότανε στο κέφι με κρασί. Η άφταστη επιτυχία του ήταν τα Γιαννιώτικα, τα κλέφτικα και τα ερωτικά λιανοτράγουδα». Κι ο ποιητής Κωστής Παλαμάς στην ποιητική του συλλογή Καημοί της λιμνοθάλασσας ύμνησε επίσης τον Μπαταριά.
Ο Μπουκουβάλας ο μικρός κι ο Κλης του Τσαγκαράκη Κι ως ήσανε αρχοντόπουλα κι οι τρεις, στο κέφι απάνω, Κι ο Κώστας λαγοκοίμητος, πάντα με την ποδιά του, Κι ως να στρωθεί και να σιαχτεί, και να συγκαιριστούνε Μα στο τραπέζι ως κάθουνταν, κι άνοιγεν η φωνή σου, Και λίγο λίγο ως γύριζες μες στο τραγούδι, ω θάμα! Κι εκείθε, που δεν έφτανε κανένας, κι η ανάσα, Κι όπως ετύχαινε συχνά σε τέτοια γλέντια να 'ναι και την πιο λίγο ανάθαρρη, παρέκει να πατήσει, Κι όσες ακόμα, οι άπλερες δε βόλιε να φτερίσουν Και τα τραγούδια, αέρηδες δροσιάς μαζί και λαύρας, Μα εκεί που πέλαγο η φωνή σάλευε πια τα φρένα, καθώς η νύχτα εθάμπιζε, και της αυγής η χάρη Και ασηκωμένος γνεύοντας να ετοιμαστούν και οι άλλοι τους έλεγε, ξενέρωτος, πως δεν ήταν η τάξη, Κι ενώ τους έλεγεν αυτά, κι οι γύρω παρωρίτες, μέσα στ' ανάφλογο το φως, άρχιζαν κι οι καμπάνες,
ένα... πρωί: στίχος από δημοτικό τραγούδι για την Έξοδο. πιφιρτζής: αυτός που παίζει πίφερο (είδος μικρού φλάουτου). βιλούχι: εδώ: είδος εξοχικού κέντρου της εποχής, συνήθως ήταν χτισμένο με καλάμια. γιαρεδάκια: (λ. τουρκ.)· τραγουδάκια, σκοποί. αλέγρα: γοργά. γαλιάντρα φωνή: φωνή που γοητεύει. ανάθαρρος: θαρρετός. άπλερος: αυτός που ακόμα δεν έχει τελείως διαπλαστεί. δε βόλιε: (διαφορετικός τύπος παρατατικού του βολεύω)·δε μπορούσαν. φτερίζω: πετώ. σεβντάς: (τουρκ. λέξη)· ο έρωτας, η αγάπη. πλανταγμένος: αυτός που πάει να σκάσει (να πλαντάξει) από πάθος. Ξάμωνε με μιας: ορμούσε, σηκωνόταν απότομα. ξενέρωτος: ξεμέθυστος. δεν ήταν η τάξη: δεν ήταν σωστό, δεν ταίριαζε. παρωρίτης: ο ξενύχτης (αυτός που μένει πέρα από την κανονική ώρα έξω από το σπίτι του). απανωπαζαρίτης: αυτός που μένει στην περιοχή που ήταν το πάνω παζάρι. κι οι κάτω: εννοεί οι κατωπαζαρίτες. ντερσέκι: (τουρκ. λέξη)· γωνιά του δρόμου. ξαλλάζω: βγάζω τα καθημερινά ρούχα και φορώ τα γιορτινά. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Βασικά στοιχεία του ποιήματος είναι η αφηγηματικότητα κι ο έντονα μουσικός (τραγουδιστός) τόνος. Με βάση αυτή την παρατήρηση ν' απαντήσετε στα παρακάτω ερωτήματα:
Νικόλαος Ξυδιάς (1828-1909), Τ' Αναφιώτικα, Εθνική Πινακοθήκη
Μιλτιάδης Μαλακάσης (1869-1943)Γεννήθηκε στο Μεσολόγγι και πέθανε στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά. Για πολλά χρόνια υπηρέτησε ως διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Βουλής. Εμφανίστηκε στα Ελληνικά Γράμματα με ανανεωτική διάθεση. Βασικά χαρακτηριστικά της ποίησής του, που τη διαποτίζει μια απαισιόδοξη διάθεση, είναι η στιχουργική επιδεξιότητα και η μουσική αίσθηση. Πιο ρωμαλέα γίνεται η ποίησή του, όταν εμπνέεται από το Μεσολόγγι. Στα ποιήματα αυτά κυριαρχεί η νοσταλγία και το όραμα ενός κόσμου που έχει χαθεί. Γι' αυτό, αν και πολλά από τα πρόσωπα που παρουσιάζονται, όπως ο Τάκης Πλούμας κι ο Μπαταριάς, είναι μορφές ατομικές, εντούτοις ξεχωρίζουν κι εκφράζουν το ήθος και τον τρόπο ζωής του ελληνικού λαού κατά την πρώτη περίοδο μετά την επανάσταση του 1821. Ο αφηγηματικός τόνος, που κυριαρχεί στα ποιήματα αυτά, θυμίζει το δημοτικό τραγούδι. Κι όπως έχει γραφτεί, ο ποιητής είχε την τόλμη να βάλει στην ποίησή του πράγματα και ανθρώπους με τα ονόματά τους, που ήταν αντιποιητικά, αλλά εναρμονίστηκαν μέσα στον επικό και αφηγηματικό τόνο του κάθε ποιήματος. Το έργο του: α) Ποίηση: Συντρίμμια (1898), Ώρες (1908), Πεπρωμένα (1909), Ασφόδελοι (1918), Ο Μπαταριάς (1919), Ο Μπαταριάς - Τάκης Πλούμας - Μπάυρον (1920·περιέχονται στη συλλογή Συντρίμματα, β' έκδοση), Αντίφωνα (1931), Το ερωτικό (1939), Τα Μεσολογγίτικα (1946·εκλογή από τις συλλογές Συντρίμματα, α' και β' έκδοση, Ασφόδελοι, α' και β' έκδοση, Αντίφωνα) β) Μεταφράσεις: Στροφές του Ζαν Μορεάς. |