Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Α΄ Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)

Γεράσιμος Μαρκοράς

Πατρική ευτυχία

Όσα εξιστορούνται στο ποίημα τοποθετούνται στη χρονική περίοδο που ακολούθησε την έκπτωση των πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο.

Το βράδυ βράδυ από βουνίσια μέρη
κουρασμένος ο Αδάμ γυρνούσε αγάλι,
κι ετήραε θλιβερά το πρώτο αστέρι,
που αντίκρυ του καθάριο είχε προβάλει.

Των αγγέλων στο νου του αυτό να φέρει
τ' αγνά δυνήθη αγαπημένα κάλλη,
κι είπε ξυπνώντας του βραδιού τ' αέρι:
- Πότε θα ιδώ τη θεία τους λάμψη πάλι;

Πλην όλα τα βαθιά της πίκρας ίχνη
σβηώνται μέσα του ξάφνου, ως κατεβαίνει·
μια ματιά - μία μονάχη ομπρός του ρίχνει,

Και την Εύα θωράει, που, καθισμένη
σε στρώμα χλόης, πρώτη φορά του δείχνει
αφτέρωτο αγγελούδι οπού βυζαίνει.

 


τηράω: κοιτώ.
αυτό: το αστέρι.
κι είπε... λάμψη πάλι
: Το δίστιχο θυμίζει τους στίχους του Σολωμού στην Ημέρα της Λαμπρής:
κι από κει κινημένο αργοφυσούσε

τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ' αέρι
που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα:
Γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα.
Υποκείμ. του ξυπνώντας είναι τ' αέρι.

πλην
: όμως.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Ποιο είναι το σκηνικό πλαίσιο των δύο πρώτων στροφών και ποιο το νόημα του τελευταίου στίχου της δεύτερης στροφής;
  2. Πώς απεικονίζεται η απαλλαγή του Αδάμ από την πίκρα; Ποια είναι η γήινη χαρά που την αναπληρώνει;
  3. Δίνει ο τίτλος του ποιήματος τη βασική του ιδέα;

Ν. Χικμέτ, «Νανούρισμα στο γιο μου» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ Γυμνασίου]  Μ. Αναγνωστάκης, «Στο παιδί μου» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ Γυμνασίου]

José de Almada Negreiros (1893-1970), Μητρότητα, (1935)

José de Almada Negreiros (1893-1970), Μητρότητα, (1935)
Κέντρο Μοντέρνας Τέχνης Gulbenkian, Λισαβόνα

 

Γεράσιμος Μαρκοράς (1826-1911)Βιογραφικό σημείωμα [πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου]

Εικόνα

Γεννήθηκε στην Κεφαλλονιά και πέθανε στην Κέρκυρα. Αφού σπούδασε νομικά στην Ιόνιο Ακαδημία της Κέρκυρας, όπου είχε ως δάσκαλό του και τον Ανδρέα Κάλβο, συνέχισε τις σπουδές του στην Ιταλία. Ύστερα όμως από δύο χρόνια τις διέκοψε για λόγους οικογενειακούς κι επέστρεψε στην Κέρκυρα, όπου έζησε ως το θάνατο του αποτελώντας ένα από τα πιο επίλεκτα μέλη της συντροφιάς του Σολωμού. Ποιητής μικρής πνοής και χαμηλού τόνου, ο Μαρκοράς δε διακρίνεται για πρωτοτυπία στα θέματά του, που στρέφονται κυρίως γύρω από τον έρωτα, το θάνατο και την πατρίδα. Το γνωστό επικολυρικό του ποίημα Ο όρκος, αποτελείται από 1216 ομοιοκατάληκτους δεκαπεντασύλλαβους στίχους κι αναφέρεται στην ηρωική αντίσταση του πολιορκημένου Αρκαδιού και την ανατίναξή του κατά την Κρητική Επανάσταση του 1866. Η ποίησή του, που στις καλύτερες στιγμές της αποπνέει αβρότητα και ευγένεια, έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στην Αθήνα, όταν το 1890 κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά τα Ποιητικά έργα του. Χρησίμευσαν, βασικά, ως πηγή που διοχέτευσε τη σολωμική παράδοση στην Αθήνα, η οποία τώρα έχει ωριμάσει για να τη δεχτεί. Το έργο του: Ποίηση: Ο όρκος (1875), Ποιητικά έργα (1890), Μικρά ταξίδια (1899). Το 1950 ο Γ. Βαλέτας εξέδωσε τα Άπαντα του ποιητή. Σημαντικό μέρος του έργου του με τον τίτλο Ποιήματα εκδόθηκε από το Ίδρυμα Ουράνη (1988) με φιλολογική επιμέλεια Π. Μαστροδημήτρη.