Διήγησις Φλορίου και Πλατζιαφλόρες (απόσπασμα)

Η κόρη κλαίει

Πόθε μου, αγάπη μου καλή, ψυχή μου, ενθύμησίς μου,
επεθυμία μου, Φλόριε, καρδία μου, απαντοχή μου,
παρηγορία των πόνων μου, εκδικητή πειρασμών μου!
Πάλιν κινδύνοι έφτασαν 'ς την άτυχον και ξένην
και συ ουκ ηξεύρεις τίποτας και χάνεις με απέ τώρα·
ως σκλάβαν με επουλήσασιν διά να με ξενώσουν
καθόλου απέ τον πόθον σου και απ' την ασχόλησίν σου.
Την που|λησίαν ουκ ήξευρα και θέλημά μου ουκ ήτον,
με επιβουλίαν το εκάμασιν κι' ο Θεός αυτούς να κρίνη·
επαίρνουν με, ξενώνουν με και πλέον ουδέν με βλέπεις.
Αγάπη, πόθε μου καλέ, δι' εμένα τί να ποίσης;
Να έβγης εις αναγυρεμόν της ταπεινής εμένα, 1020
να ψηλαφήσης να μ' ευρής; Και πού να με εφτάσης;
Και τί εγίνετον 'ς εμέν, την ταπεινήν και ξένην;
Να ενθυμάσαι πόθον μας, τον είχαμεν αντάμα,
και της αγάπης το στερρόν, το ολοεγκάρδιόν μας;
Νομίζω να μου επιλαθής και να με ελησμονήσης.
Έδε ανομία, ότι χάνεις με και εγώ να χάσω εσένα!
Έδε αδικία, ξενώνουν με διά την ασχόλησίν σου!
Έδε πικρία και συμφορά! Πώς να το υπομένω
την ξενιτείαν την με κάμνουσιν εις ξενοτάτους τόπους'';

[πηγή: Πύλη για την ελληνική γλώσσα <www.greek-language.gr>]

εικόνα