Αισχύλος, Πέρσες 628-680 (μτφ. Ι. Γρυπάρης)
Σεβαστή βασίλισσα των Περσών
στέλνε λοιπόν και συ τις χοές σου
στα βασίλεια του Άδη απ' τη γη
κι εμείς θα ζητήσουμε με ύμνους
να σταθούν βοηθοί μας.
Μακάριοι εσείς θεοί του κάτω κόσμου
ανεβάστε ξανά την ψυχή του στο φως
γιατί αυτός, που ξέρει απ' όλους καλύτερα,
μπορεί να βρει στα βάσανά μας γιατρικό,
αυτός μόνο το τέλος μπορεί να μας πει.
Άραγε με ακούει ο μακαρισμένος
ο ισόθεος βασιλιάς
που σε γλώσσα γνώριμη, περσική,
τον φωνάζουν με κλάματα και μοιρολόγια
και με θλιβερά ξεφωνητά;
Όσο μπορώ ψηλότερα θα διαλαλήσω
τη μαύρη συμφορά που μας βρήκε.
Άραγε μ' ακούει βαθιά μες απ' τον τάφο του;
Αλλά, εσύ, Γη,
και σεις οι άλλοι άρχοντες των νεκρών,
αφήστε από τα βασίλειά σας ν' ανεβεί στο φως
η μακαρισμένη, περήφανη ψυχή
ο Θεός των Περσών που γεννήθηκε στα Σούσα.
Στείλτε τον επάνω αυτόν
που όμοιό του ώς τώρα δεν έχει σκεπάσει
το χώμα της Περσίας.
Πόσο πολύ αγαπητός είναι ο άντρας,
πόσο πολύ αγαπητός ο τάφος
που σκεπάζει μια τόσο αγαπημένη ψυχή.
Αιδωνέα, στείλε τον ν' ανεβεί σε μας
στείλε τον έξω στο φως, Αιδωνέα, το Δαρείο, τον ασύγκριτο βασιλιά μας.
Γιατί εκείνος ποτέ δεν επήγαινε
να καταστρέψει το στρατό του
σε άδικες πολεμικές συγκρούσεις.
[πηγή: Ι. Γρυπάρης, Οι τραγωδίες του Αισχύλου, Εστία, Αθήνα 1938]
|