Κώστα Καρυωτάκη, «Γραφιάς»

Οι ώρες μ' εχλώμιαναν, γυρτός που βρέθηκε ξανά
στο αχάριστο τραπέζι.
(Απ' τ' ανοιχτό παράθυρο στον τοίχο αντικρινά
ο ήλιος γλιστράει και παίζει.)

Διπλώνοντας το στήθος μου, γυρεύω αναπνοή
στη σκόνη των χαρτιώ μου.
(Σφύζει γλυκά και ακούγεται χιλιόφωνα η ζωή
στα ελεύθερα του δρόμου.)

Απόκαμα, θολώσανε τα μάτια μου και ο νους,
όμως ακόμη γράφω.
(Στο βάζο ξέρω δίπλα μου δυο κρίνους φωτεινούς.
Σα να 'χουν βγει σε τάφο.)

[πηγή: Κ.Γ. Καρυωτάκη, Άπαντα τα ευρισκόμενα, τόμ. Α΄, φιλολ. επιμ. Γ.Π. Σαββίδης, Ίκαρος, Αθήνα 1965, σ. 61]

εικόνα