Στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, μέχρι το 1600 περίπου ο πολιτισμός και η παιδεία βρίσκονται σε πραγματική παρακμή, γιατί ελάχιστα σχολεία λειτουργούν, ενώ πολλοί αξιόλογοι πνευματικοί άνθρωποι αναγκάζονται να καταφύγουν στη Δύση. Όμως, μετά το 1600 εμφανίζεται κάποια πνευματική ζωή, που εκπροσωπείται από τον πατριάρχη Κύριλλο Λούκαρη (1572-1638) που ίδρυσε σχολεία και το πρώτο τυπογραφείο στην Κωνσταντινούπολη και τον
Θεοφάνης ο Κρης, Η Κοίμηση της Θεοτόκου, φορητή εικόνα,
ξύλο και αυγοτέμπερα, Μονή Σταυρονικήτα, Άγιον Όρος.
Π. Δοξαράς, Π Κοίμηση της Θεοτόκου, ελαιογραφία σε
καμβά, Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη.
Ο Διονύσιος Σολωμός βρέφος, ελαιογραφία του Ν. Κουτούζη,
1799-1800, λάδι σε μουσαμά, Συλλογή Γιάννη Περδίου.
Θεόφιλο Κορυδαλλέα (1572-1646), φορέα του πνεύματος της Αναγέννησης.
Στο χώρο της βενετοκρατούμενης Κρήτης γνωρίζουν αξιόλογη ανάπτυξη τα γράμματα και οι τέχνες και επιτυγχάνεται έξοχος συνδυασμός βυζαντινών και δυτικών στοιχείων. Τα κυριότερα έργα της κρητικής λογοτεχνίας είναι το έπος Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου και τα θεατρικά έργα Θυσία του Αβραάμ, πιθανόν του ίδιου, και Ερωφίλη, του Γεωργίου Χορτάτση, Οι ιδέες και οι αξίες που περιέχουν αυτά τα έργα, εκφράζουν τον αναγεννησιακό άνθρωπο, όπως τον βλέπουμε στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Μετά το 1669, τα προϊόντα του κρητικού πολιτισμού μεταφέρονται από τους πρόσφυγες στα Επτάνησα και συμβάλλουν στην ανάπτυξη του επτανησιακού πολιτισμού.
Η μεταβυζαντινή τέχνη στην ηπειρωτική Ελλάδα συνεχίζει τη βυζαντινή παράδοση και έχει έντονα συντηρητικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με τη δυτική Ευρώπη που βιώνει τη μεγαλειώδη Αναγέννηση και το εκρηκτικό Μπαρόκ. Η νοσταλγία για το ένδοξο παρελθόν και η αντίσταση της Ορθοδοξίας για κάθε τι ευρωπαϊκό αποτελούν τα βασικά αίτια της προσκόλλησης στην παράδοση. Εντούτοις το 16ο αιώνα κτίζονται στο Αγιο Όρος και στα Μετέωρα επιβλητικά κτίρια, με πρότυπο κτίσματα της παλαιολόγειας αρχιτεκτονικής.
Η οικονομική ανάπτυξη των κρητικών πόλεων, κυρίως του Χάνδακα (Ηράκλειο) συντέλεσε στην ανάπτυξη της Κρητικής Σχολής. Το 16ο αιώνα κυριαρχεί η μορφή του Θεοφάνη Στρελίτζα Μπαθά (Θεοφάνης ο Κρης) που εργάστηκε και στην ηπειρωτική Ελλάδα και τοιχογράφησε τον Αγιο Νικόλαο Αναπαυσά στα Μετέωρα και το καθολικό της Μονής της Λαύρας στο Αγιο Όρος. Στο έργο του συνδυάζει στοιχεία της παλαιολόγειας παράδοσης και της δυτικής τέχνης, δημιουργώντας ένα έξοχο προσωπικό ύφος. Ο Μιχαήλ Δαμασκηνός (1530-1591) είναι περίφημος ζωγράφος φορητών εικόνων που συνδυάζει επίσης το παλιό με το νέο. Αξιόλογοι ζωγράφοι είναι επίσης ο Γ. Κλότζας και ο Θεοδ. Πουλάκης. Οι κρητικοί ζωγράφοι, γενικότερα, δεν αντιγράφουν άκριτα τα ξένα πρότυπα και αποτελούν τη γέφυρα δημιουργικής επικοινωνίας της μεταβυζαντινής τέχνης με τα δυτικοευρωπαϊκά ρεύματα. Μετά το 1669, πολλοί κρητικοί ζωγράφοι κατέφυγαν στα Επτάνησα και έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέλιξη της επτανησιακής τέχνης. Ο σπουδαιότερος Επτανήσιος ζωγράφος αυτής της περιόδου είναι ο Ηλίας Μόσκος.
Κατά τα τέλη του 17ου αιώνα η βελτίωση των συνθηκών στην Ελλάδα έχει ευεργετικές επιδράσεις στην εξέλιξη της τέχνης. Χτίζεται μεγάλος αριθμός μοναστηριών και ο αριθμός των ζωγράφων αυξάνεται σημαντικά. Στα Επτάνησα συνεχίζεται η κρητική καλλιτεχνική παράδοση, η οποία θα διαμορφωθεί αφού δεχτεί ευρωπαϊκές επιδράσεις. Σημαντικός εκπρόσωπος αυτών των τάσεων είναι ο Παναγιώτης Δοξαράς, με σημαντικό έργο στην Κέρκυρα και τη Ζάκυνθο. Το έργο του συνεχίζουν ο γιός του Νικόλαος και ο Νικόλαος Κουτούζης (1741-1813), προσωπογράφος και ζωγράφος θρησκευτικών και κοσμικών θεμάτων.
Μέσα στο κλίμα αυτό αναδείχθηκαν οι κορυφαίοι ποιητές μας Διονύσιος Σολωμός (1798 1857) και Ανδρέας Κάλβος (+1865), ενώ και οι πρώτοι μουσουργοί της νεότερης Ελλάδας ήταν Επτανήσιοι. Συνεπώς, τα Επτάνησα πρόσφεραν πολλά στο νεοελληνικό πολιτισμό, γιατί ήταν η γέφυρα επικοινωνίας του Ελληνισμού με τα πολιτιστικά δρώμενα στη Δύση.
Ένα από τα εντυπωσιακότερα φαινόμενα κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας στον ελληνικό χώρο είναι η άνθηση του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού. Πολλά από τα προϊόντα του φαίνεται ότι έχουν τις ρίζες τους όχι μόνο στο Βυζάντιο, αλλά και στην αρχαία Ελλάδα και αποτελούν, μέχρι σήμερα, τον κυριότερο μοχλό αντίστασης στον κίνδυνο αφομοίωσης από σύγχρονους ισχυρούς πολιτισμούς. Το δημοτικό τραγούδι αποτέλεσε την υψηλότερη πνευματική δημιουργία στη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας ενώ η λαϊκή τέχνη χαρακτηρίζεται από ποικιλία και πλούτο. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η αρχιτεκτονική των αρχοντικών που χτίστηκαν σε ευημερούντα κέντρα του ελληνικού χώρου (Καστοριά, Αμπελάκια, Ύδρα, Σπέτσες κ.λπ.).