εθνικισμός [nationalism] (1) Το αίσθημα του ανήκειν σε μια ομάδα που συνδέεται με κοινούς φυλετικούς, γλωσσικούς και ιστορικούς δεσμούς και συνήθως ταυτίζεται με μια συγκεκριμένη εδαφική επικράτεια. (2) Η αντίστοιχη ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ που εξυμνεί το ΕΘΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ως ιδεώδη μορφή πολιτικής οργάνωσης, αξιώνοντας μετ' επιτάσεως την αφοσίωση των πολιτών του. Ο εθνικισμός που αναπτύχθηκε αρχικά στη Δυτική Ευρώπη με την εδραίωση των εθνικών κρατών, προκάλεσε την αναδιοργάνωση της Ευρώπης το 19ο και τον 20ό αιώνα και υπήρξε πρωταρχική δύναμη πολιτικής αφύπνισης της Ασίας και της Αφρικής. Το πρώτο μισό του 19ου αιώνα συνδέθηκε με τη ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και το ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟ. Ο μεγαλύτερος προφήτης του, ο Τζουζέππε Ματσίνι [Giuseppe Mazzini] (1805-1872), έδωσε μια γενναιόδωρη ερμηνεία της «αρχής της εθνικότητας», θεωρώντας τα μεμονωμένα έθνη υποδιαιρέσεις μιας ευρύτερης παγκόσμιας κοινωνίας που όφειλε να συμβιώνει ειρηνικά. Αργότερα ωστόσο το 19ο αιώνα ο εθνικισμός έλαβε επιθετικές και μισαλλόδοξες μορφές (εθνικισμός ενσωμάτωσης), που σχετίζονταν με στρατιωτικούς και εμπορικούς ανταγωνισμούς, εθνικές επεκτάσεις εις βάρος άλλων λαών και ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟ. Τον 20ό αιώνα υπήρξε ουσιαστικό στοιχείο του ΦΑΣΙΣΜΟΥ και άλλων ολοκληρωτικών κινημάτων (βλ. ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ), αλλά και κινητήρια δύναμη της επανάστασης και της απελευθέρωσης των λαών των αποικιών και της αντίστασης εθνών και εθνικών ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΩΝ που απειλούνταν με υποδούλωση από ισχυρότερα κράτη. Στις αφρικανικές και ασιατικές εκφάνσεις του ο εθνικισμός πήρε τρεις διακριτές από αναλυτική άποψη μορφές, που άλλοτε συγκρούονται και άλλοτε είναι συνυφασμένες μεταξύ τους: (α) Ο εδαφικός εθνικισμός συντηρεί τα κράτη που δημιουργήθηκαν με την ΑΠΟΑΠΟΙΚΙΟΠΟΙΗΣΗ και συχνά περιέχουν διάφορες εθνικές ομάδες (π.χ., Ζάμπια, Κένυα, Ουγκάντα, Μαλαισία, Ινδία). (β) Ο εθνοτικός εθνικισμός εκφράζει τις επιθυμίες κάποιων ομάδων να αναθεωρηθούν τα εθνικά σύνορα ώστε να δημιουργηθούν ομοιογενή κράτη (όπως συμβαίνει, λόγου χάρη, με τους Ταμίλ, τους Κούρδους, τους Ίμπο ή τους Κικούγιου). (γ) Υπάρχει επίσης η εκδοχή του «παν-» ή «υπερκράτους», που επιζητεί να ενώσει μερικά πολιτιστικά όμοια ή γεωγραφικά όμορα κράτη σε ένα μεγαλύτερο κράτος ή συνομοσπονδία κρατών (βλ. ΠΑΝΑΦΡΙΚΑΝΙΣΜΟΣ - ΙΣΛΑΜ). Σε πολλές δυτικές χώρες (όπως στον Καναδά, στη Γαλλία, στην Ισπανία και στη Βρετανία) οι εθνοτικοί εθνικισμοί πολιτισμικών ή γλωσσικών ομάδων συγκεντρωμένων κατά περιοχές αμφισβητούν το εθνικό κράτος τους και επιζητούν μια ασθενέστερη ή ανεξάρτητη σχέση μαζί του. Ο εθνικισμός υπήρξε ισχυρή πηγή έμπνευσης στις τέχνες: Διαμόρφωσε ένα από τα δυναμικά στοιχεία του ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΥ στην Ευρώπη του 19ου αιώνα και πιο πρόσφατα έδωσε διέξοδο για καλλιτεχνική έκφραση στα «νέα έθνη» της Αφρικής και της Ασίας. Παρά τις ταξικές (βλ. ΤΑΞΗ) συγκρούσεις αφενός και το διεθνισμό αφετέρου, ο εθνικισμός ως μαζικό αίσθημα υπήρξε η ισχυρότερη πολιτική δύναμη στην ιστορία του κόσμου. Για περισσότερες πληροφορίες: E. Gellner, Nations and Nationalism (1983) [Έθνη και εθνικισμός, μτφρ.: Δ. Λαφαζάνη, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2η έκδ.: 1992]. A.L.C.B., S.R. [Τ.Π.] [πηγή: Allan Bullock, Stephen Trombley (επιμ.) Λεξικό της Σύγχρονης Σκέψης, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2008] |