Έκφραση Έκθεση (Β΄ Λυκείου) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα
Εικόνα

Ημερολόγιο


Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων Θησαυρός Λογοτεχνικών Όρων [πηγή: Πολιτιστικός Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας]

Να διαβάσεις τις παρακάτω ημερολογιακές σελίδες.

29 Ιουλίου 1943, 5 το πρωί

Οι ημέρες περνάνε, τα γεγονότα το 'να πίσω από το τ' άλλο μ 'εμποδίζουν να γράψω. Κι όμως πρέπει να ενημερώσω το ημερολόγιο μου.

15 Ιανουαρίου 1944

Άλλο δεν αντέχω:
Ένα αυγό 40.000 δρχ. Ένα λεμόνι 3.000 δρχ. Η κυβέρνηση από χτες διπλασίασε το μισθό μας. Αυτό το ποσό ίσα ίσα φτάνει για 4-5 μέρες. Ας σταματούσαν τουλάχιστον οι τιμές ν' ανεβαίνουν... Η καταστροφή του Πειραιά ήταν τρομερή. Από τις 12 Ιανουαρίου καραβάνια προσφύγων φτάνουν κάθε μέρα στην Αθήνα. Τα σπίτια, τα σχολεία, οι εκκλησίες επιτάσσονται για να τους στεγάσουν. Έκλαψα χτες βλέποντας τόσους δυστυχισμένους μέσα στο κρύο να ψάχνουν για στέγη. Πολύ φοβάμαι πως και το δικό μας σπίτι θα επιταχθεί.

(Σωκρ. Σαρηβαξεβάνης)

Εικόνα

Εικόνα

Σάββατο, 4 Ιουνίου 1949

[..] Τώρα που αντιγράφω και, μπορώ να προσθέσω, ξαναδιαβάζω για πρώτη φορά, συνέχεια από την αρχή, τις γραμμές αυτές που έγραψα όπως το 'φερναν οι περιστάσεις, σημειώνω ότι δεν πρόκειται για εξομολογήσεις, μήτε για προσπάθεια να υπογραμμίσω τα πιο αξιόλογα. Μπορεί το ημερολόγιο να έχει κάποια συμμετοχή σ' αυτά, όπως κι ο εαυτός μου συμμετέχει σε ό,τι ζω. Αλλά δεν έχει ούτε καν την έφεση προς την πληρότητα Είναι, το πολύ, τα ίχνη που αφήνει κανείς καθώς διαβαίνει. “Τα πατήματα στο χιόνι”, για να θυμηθώ τη μουσική εκείνη του Claude-Achille ίχνη από λίγες στιγμές που δεν είναι πάντα οι πιο σημαντικές αλλά οι πιο εύκαιρες· εκείνες που έλαχαν. Έτσι υπάρχουν πολλά και μεγάλα χάσματα...[...].

(Γ. Σεφέρης, Μέρες Ε΄, σ. 136).

Τετάρτη, 15 Μάρτη 1950

Βράδυ
Πέρασα περιόδους μεγάλης αμφιβολίας για την αξία που θα μπορούσαν να έχουν τα έργα μου. Προχώρησα στη ζωή, πολύ μόνος, χωρίς βοήθεια (αλλά ποιος την έχει;), εκτός από δυο ανθρώπους άσχετους με τα γράμματα, και την επιμονή μου [...].

Τώρα πια –αυτές τις μέρες έκλεισα τα πενήντα– ξέρω τι είμαι. Ξέρω ποιοι μπορεί να με παραδεχτούν και ποιοι να με αρνηθούν. Μ' ενδιαφέρουν οι πρώτοι, κι από τους δεύτερους οι καλύτεροί μου [...].

Έτσι όπως έβγαλα τη Στροφή, όπως έβγαλα το Μυθιστόρημα, μολονότι οι άλλοι θεωρούσαν τα καμώματά μου παλαβά, κάθισα και καταπιάστηκα σε τούτο το σταμάτημα της Άγκυρας, το ξεκαθάρισμα αυτών των χαρτιών μια “μποτίλια στο πέλαγο” ακόμη, ιδιωτική τούτη τη φορά. Μπορεί να βοηθήσει κι αυτή, ποιος ξέρει, άλλους θαλασσινούς σαν εμένα. Κι ένας άλλος λόγος: για να ολοκληρώσω την αποστράτευσή μου.

(Γ. Σεφέρης, Μέρες Ε΄, σ. 152-153).

Εικόνα

1

Παρίσι 23 Οκτωβρίου 1993

Επιθυμία μου να γράψω για την αυτοβιογραφία. Γιατί άραγε. Δεν πρόκειται να εξιστορήσω τη ζωή μου. Θέλω απλώς ν' ανιχνεύσω τη φύση (και τη θέση) του αυτοβιογραφικού λόγου, τις δυνατότητες, τα όριά του. Κι ακόμα, να μάθω, να δω, να πω, να σκεφθώ, να καταλάβω. Τι να καταλάβω; Ίσως αυτό ακριβώς (αλλά όχι μόνο); γιατί επιθυμώ να γράψω για την αυτοβιογραφία.

2

25 Οκτωβρίου 1993

Τι είναι η αυτοβιογραφία. Για τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, είναι απλώς μια λέξη “σημαίνουσα την υπό συγγραφέως εξιστόρησιν του ιδίου βίου”. Ανοίγω τα γαλλικά λεξικά Littre, Larousse και Robert. Ο ίδιος ορισμός, εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα “Ζωή ενός ατόμου γραμμένη από το ίδιο άτομο ” (Larousse 1866). Ακόμα και στον Jean Starobinski: “Βιογραφία ενός προσώπου γραμμένη από το ίδιο το πρόσωπο”.

Αλλά υπάρχει και η λογική του μακρινότερου δρόμου, παράδειγμα ο γνωστός ορισμός του Philippe Lejeure: “Αναδρομική, σε πεζό λόγο, αφήγηση που κάνει για τον εαυτό του ένα πρόσωπο πραγματικό, προβάλλοντας την ατομική του ζωή και κυρίως την ιστορία της προσωπικότητας του”.

Κυριαρχία του αυτονόητου; Ή πεμπτουσία του σχολαστικού;

Εννοείται πως, πάντοτε κατά τον Lejeure, τα συγγενικά προς την αυτοβιογραφία είδη (το απομνημόνευμα, η βιογραφία, το προσωπικό μυθιστόρημα, το αυτοβιογραφικό ποίημα, το προσωπικό ημερολόγιο, η αυτοπροσωπογραφία, το δοκίμιο), ανταποκρίνονται εν μέρει μόνο στον παραπάνω ορισμό. Κι έπειτα, από αφηγηματολογική σκοπιά, είναι φανερό πως “για να υπάρχει αυτοβιογραφία (και, γενικότερα, προσωπική λογοτεχνία), πρέπει να υπάρχει ταυτότητα του συγγραφέα, του αφηγητή και του κυρίου προσώπου”.

Να λοιπόν η τριπλή συμμαχία του εγώ (του “μισητού εγώ”, όπως θα έλεγε ο Pascal). Το πρώτο πρόσωπο σε όλη τη δόξα του. Όμως, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, αυτή η τρίμορφη ταυτότητα, η φαινομενικά αδιάσπαστη, που υποδηλώνει στην ουσία τρεις μεταμορφώσεις του ίδιου προσώπου, δεν παραπέμπει τελικά στο αντίθετο της, υπογραμμίζοντας έμμεσα την έννοια της ετερότητας.

3

Εικόνα

27 Αυγούστου 1993

Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ πως ο όρος αυτοβιογραφία καλύπτει την κύρια μορφή του αυτογραφικού λόγου, δηλαδή κάθε κείμενο που (αδιάφορο πώς τιτλοφορείται) τείνει σε μια συνολική ανασύνθεση της ζωής του αυτοβιογράφου. Κύρια μορφή: Αν, βέβαια, θεωρήσουμε ως δευτερεύουσες τις μορφές που παρέχουν μια μερική ή αποσπασματική μόνο εικόνα (προσωπικό ημερολόγιο, απομνημόνευμα κτλ.).

Όμως αυτή η συνολική ανασύνθεση σε τι βαθμό πραγματοποιείται; Είναι γεγονός ότι, για τον α ή β λόγο, πολλές αυτοβιογραφίες, ίσως οι περισσότερες (του Cellinim, του Goethe, του Renan, του Παλαμά, της Δέλτα, του Sartre κ. ά.), μένουν ανολοκλήρωτες. “Κανείς δεν προφταίνει”, λέει ο Μανόλης Αναγνωστάκης. Αλλά είναι τόσο απλό; Στην ουσία, αυτό το ταξίδι επιστροφής με τους προνομιακούς σταθμούς (κυρίως την παιδική και τη νεανική ηλικία) παράγει ένα κείμενο ανάπηρο εκ γενετής: γεμάτο κενά, ρωγμές, παραλείψεις, αποσιωπήσεις.

Αλλού το ανολοκλήρωτο συνδέεται με το τυχαίο. Εδώ είναι στοιχείο δομικό. Μια αρχή τελειώνει. Ένα τέλος που αρχίζει.

 

7

6 Νοεμβρίου 1993

Εν αρχή ην το ημερολόγιο. Στο τέλος η αυτοβιογραφία· μου είναι αδύνατο να μη συνδέσω το ημερολόγιο με την εφηβία (καλημέρα, νεότητα) και την αυτοβιογραφία με την ώριμη ζωή (αντίο, νεότητα).

Αρχίζουμε και τελειώνουμε τη ζωή με τη γραφή. Στη μέση υπάρχει πάλι η γραφή –ή άλλη γραφή.

18

Εικόνα

30 Νοεμβρίου 1993

Ο Rembrandt ζωγράφισε δεκάδες αυτοπροσωπογραφίες του, σε διαφορετικές ηλικίες. Ο αυτοβιογράφος δεν μπορεί να κάνει το ίδιο. Αυτός ζωγραφίζει χωρίς μοντέλο. Δεν έχει πρόσωπο σταθερό. Ούτε σταθερή ηλικία. Η αυτοβιογραφία είναι σαν την ανθρώπινη ζωή: μία και μοναδική.

Όσο για την ομοιότητα, τι σημασία θα είχε στην περίπτωσή μας; Ποιος μοιάζει με ποιον. Ζήτημα αποχρώσεων, ίσως και απλής ρητορικής, όπως λ.χ. όταν βεβαιώνουμε "ούτε μόνο αναπαράσταση ούτε μόνο κατασκευή", θέλοντας να πούμε εν τέλει "και αναπαράσταση αλλά και κατασκευή".

(Παν. Μουλλάς,
Από το «Ημερολόγιο της αυτοβιογραφίας», Θέμα και παραλλαγές)

Από το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ [πηγή: Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ Γυμνασίου]

Με βάση τις ημερολογιακές σελίδες που διαβάσατε, να συζητήσετε σχετικά με τα συστατικά στοιχεία (μορφή και περιεχόμενο) του ημερολογίου:

- Αναφέρεται το ημερολόγιο μόνο σε προσωπικά γεγονότα και ατομικά προβλήματα ή και σε γενικότερα προβλήματα της εποχής στην οποία γράφεται;

- Ποια είναι, λοιπόν, τα κύρια γνωρίσματα του ημερολογίου ως προς το περιεχόμενο;

- Ποια είναι τα εξωτερικά στοιχεία που μας βοηθούν να αναγνωρίσουμε ένα ημερολόγιο με την πρώτη ματιά;

- Σε ποιον μπορεί να απευθύνεται αυτός που γράφει το ημερολόγιο, για ποιο σκοπό, και πώς καθορίζει το ύφος του;

- Για ποιους λόγους μπορεί να προκαλέσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη ένα ημερολόγιο;

- Ποια κοινά σημεία και ποιες διαφορές παρουσιάζουν γενικά τα ημερολόγια από τα απομνημονεύματα και ειδικά από την άποψη του χρόνου (χρόνος του πομπού, του δέκτη, των γεγονότων). Βλ. και Έκφραση-Έκθεση, τ. Α΄, Αφήγηση-αφηγηματικός χρόνος.

Κράτησε μερικές σελίδες ημερολογίου με κάποιο συγκεκριμένο σκοπό που θα καθορίσει, βέβαια, το ύφος και την επιλογή του λεξιλογίου σου.

Αν το ημερολόγιο που έγραψες ήταν εντελώς προσωπικό, προσπάθησε στη συνέχεια να το γράψεις έτσι, ώστε να μπορεί να απευθύνεται και σε άλλους.

Σημείωση

Το ημερολόγιο ως μυθιστορηματικό είδος, “Ημερολογιακό μυθιστόρημα”, που καλλιέργησαν κυρίως ευρωπαίοι συγγραφείς (π.χ. Αντρέ Ζιντ), θα το συναντήσουμε και στην Ελλάδα, λιγότερο ή περισσότερο προωθημένο, στις “Έξι και μια νύχτες στην Ακρόπολη” του Γ. Σεφέρη, στα “Τετράδια του Παύλου Φωτεινού” και στην “Εσωτερική συμφωνία” του Στέλιου Ξεφλούδα, στην “Αργώ” και στο “Δαιμόνιο” του Γ. Θεοτοκά.