ταρναριστός -ή -ό:

αυτός που ταλαντεύεται

Πληροφορίες σχετικά με τη χρήση, τις σημασίες και την ετυμολογία ομόρριζων της λέξης μπορείτε να βρείτε στο:
Αποσκίτου Μ. 1955. «Κρητοπελοποννησιακά», στο Κρητικά Χρονικά, τ. 9, σελ. 506 [πηγή: Κρητικά Χρονικά - Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών <http://64.244.59.70/IMH/>]

info