|
ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΙ
ΒΙΒΛΙΟ 6. Κεφάλαιο 31 |
Μετάφραση Α. Βλάχου |
|
Αρχαίο Κείμενο |
|
Μετάφραση Ε. Λαμπρίδη |
[31.1] Και την ώρα εκείνη που είχε έρθει η στιγμή του αποχωρισμού για ν’ αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο, συλλογίζονταν τα δεινά του πολέμου περισσότερο παρά όταν αποφάσιζαν την εκστρατεία, αλλά έπαιρναν πάλι θάρρος, βλέποντας μπροστά στα μάτια τους το πλήθος της προετοιμασίας, που φανέρωνε πόσο μεγάλη ήταν η δύναμή τους την εποχή εκείνη. Οι ξένοι, και ο υπόλοιπος λαός είχαν πάει για να δουν το θέαμα, με την σκέψη ότι ήταν κάτι το εξαιρετικό που, και με την φαντασία ακόμα, ήταν δύσκολο να το συλλάβει κανείς. Πραγματικά η εκστρατεία αυτή ήταν η δαπανηρότερη και η λαμπρότερη από όσες, υπερπόντιες, είχαν οργανωθεί έως τότε από μια μόνο πολιτεία και με δυνάμεις καθαρά ελληνικές. |
|
[31.1] Καὶ ἐν τῷ παρόντι καιρῷ, ὡς ἤδη ἔμελλον μετὰ κινδύνων ἀλλήλους ἀπολιπεῖν, μᾶλλον αὐτοὺς ἐσῄει τὰ δεινὰ ἢ ὅτε ἐψηφίζοντο πλεῖν· ὅμως δὲ τῇ παρούσῃ ῥώμῃ, διὰ τὸ πλῆθος ἑκάστων ὧν ἑώρων, τῇ ὄψει ἀνεθάρσουν. Οἱ δὲ ξένοι καὶ ὁ ἄλλος ὄχλος κατὰ θέαν ἧκεν ὡς ἐπ᾽ ἀξιόχρεων καὶ ἄπιστον διάνοιαν. Παρασκευὴ γὰρ αὕτη πρώτη ἐκπλεύσασα μιᾶς πόλεως δυνάμει Ἑλληνικῇ πολυτελεστάτη δὴ καὶ εὐπρεπεστάτη τῶν ἐς ἐκεῖνον τὸν χρόνον ἐγένετο. |
|
[31.1] Και τη στιγμή εκείνη, στο σημείο που ήταν πια να χωριστούν για να ριχτούνε στον κίντυνο, τους έρχονταν στο νου η φοβέρα του πολέμου περισσότερο παρά την ώρα που ψήφιζαν για την εκστρατεία· έπαιρναν όμως πάλι κουράγιο από το θέαμα, βλέποντας με τα ίδια τους τα μάτια πόσο μεγάλα και δυνατά ήταν όλα. Οι ξένοι πάλι και το υπόλοιπο πλήθος πήγαιναν να θαμάξουν με την ιδέα πως ήταν κάτι αξιομνημόνευτο, κι απίστευτο και με τη φαντασία ακόμα. Γιατί αυτός ο στόλος και ο καταρτισμός του ήταν ο πρώτος που ξεκινούσε από μια μόνο πολιτεία με αποκλειστικά ελληνικές δυνάμεις και ήταν ο πιο πολυέξοδος και ο πιο λαμπρά καταρτισμένος απ’ όλους που είχαν εκστρατεύσει ποτέ ως την εποχή εκείνη. |
[31.2] Σε αριθμό καραβιών και οπλιτών δεν ήσαν μικρότερες ούτε η εκστρατεία του Περικλή εναντίον της Επιδαύρου, ούτε η εκστρατεία του Άγνωνος εναντίον της Ποτίδαιας. Τέσσερις χιλιάδες οπλίτες και τριακόσιοι ιππείς Αθηναίοι, εκατό αθηναϊκά καράβια, πενήντα καράβια από την Λέσβο και την Χίο και σύμμαχοι πολλοί είχαν ξεκινήσει τότε, |
[31.2] Ἀριθμῷ δὲ νεῶν καὶ ὁπλιτῶν καὶ ἡ ἐς Ἐπίδαυρον μετὰ Περικλέους καὶ ἡ αὐτὴ ἐς Ποτείδαιαν μετὰ Ἅγνωνος οὐκ ἐλάσσων ἦν· τετράκις γὰρ χίλιοι ὁπλῖται αὐτῶν Ἀθηναίων καὶ τριακόσιοι ἱππῆς καὶ τριήρεις ἑκατόν, καὶ Λεσβίων καὶ Χίων πεντήκοντα, καὶ ξύμμαχοι ἔτι πολλοὶ ξυνέπλευσαν. |
[31.2] Σε αριθμό καραβιών και στρατιωτών δεν ήταν κατώτερες ούτε η εκστρατεία ενάντια στην Επίδαυρο με τον Περικλή, ούτε η άλλη στην Ποτείδαια με τον Άγνωνα· γιατί είχαν τότε πάει τέσσερις χιλιάδες βαριά αρματωμένοι στρατιώτες από την ίδια την Αθήνα και τρακόσιοι καβαλάρηδες κ’ εκατό πολεμικά, και αλλά πενήντα Χιώτικα και Μυτιληναίικα, κι ακόμα κι άλλοι σύμμαχοι πολλοί· |
[31.3] αλλά είχαν πάει σε κοντινή εκστρατεία και με μέτρια προετοιμασία. Ενώ τώρα ο στόλος έφευγε για πολύν καιρό και ήταν καλά εφοδιασμένος, ανάλογα με τις ανάγκες, και με καράβια και πεζικό. Ο στόλος είχε ετοιμαστεί με μεγάλα έξοδα και του δημοσίου και των τριηραρχών. Το δημόσιο έδινε μια δραχμή την ημέρα σε κάθε ναύτη και προμήθευε εξήντα γρήγορα πολεμικά χωρίς πληρώματα και σαράντα οπλιταγωγά με επίλεκτα πληρώματα. Οι τριήραρχοι έδιναν από δικά τους πρόσθετο μισθό στους κωπηλάτες της πρώτης σειράς και στους ειδικευμένους ναύτες και είχαν στολίσει και διαρρυθμίσει με πολυτέλεια τα καράβια. Ο καθένας τους είχε κάνει κάθε προσπάθεια χωρίς να λογαριάζει τα έξοδα, ώστε το δικό του καράβι να ξεχωρίζει σε πολυτέλεια και ταχύτητα. Στο πεζικό είχαν διαλέξει επίλεκτους στρατιώτες από ελεγμένους καταλόγους και συναγωνίζονταν ποιος θα έχει τα καλύτερα όπλα και την ωραιότερη εξάρτυση. |
[31.3] Ἀλλὰ ἐπί τε βραχεῖ πλῷ ὡρμήθησαν καὶ παρασκευῇ φαύλῃ, οὗτος δὲ ὁ στόλος ὡς χρόνιός τε ἐσόμενος καὶ κατ᾽ ἀμφότερα, οὗ ἂν δέῃ, καὶ ναυσὶ καὶ πεζῷ ἅμα ἐξαρτυθείς, τὸ μὲν ναυτικὸν μεγάλαις δαπάναις τῶν τε τριηράρχων καὶ τῆς πόλεως ἐκπονηθέν, τοῦ μὲν δημοσίου δραχμὴν τῆς ἡμέρας τῷ ναύτῃ ἑκάστῳ διδόντος καὶ ναῦς παρασχόντος κενὰς ἑξήκοντα μὲν ταχείας, τεσσαράκοντα δὲ ὁπλιταγωγοὺς καὶ ὑπηρεσίας ταύταις τὰς κρατίστας, τῶν <δὲ> τριηράρχων ἐπιφοράς τε πρὸς τῷ ἐκ δημοσίου μισθῷ διδόντων τοῖς θρανίταις τῶν ναυτῶν καὶ ταῖς ὑπηρεσίαις καὶ τἆλλα σημείοις καὶ κατασκευαῖς πολυτελέσι χρησαμένων, καὶ ἐς τὰ μακρότατα προθυμηθέντος ἑνὸς ἑκάστου ὅπως αὐτῷ τινὶ εὐπρεπείᾳ τε ἡ ναῦς μάλιστα προέξει καὶ τῷ ταχυναυτεῖν, τὸ δὲ πεζὸν καταλόγοις τε χρηστοῖς ἐκκριθὲν καὶ ὅπλων καὶ τῶν περὶ τὸ σῶμα σκευῶν μεγάλῃ σπουδῇ πρὸς ἀλλήλους ἁμιλληθέν. |
[31.3] αλλά είχαν ξεκινήσει για μικρό θαλασσινό ταξίδι και με πολύ πρόχειρη εξάρτυση· τούτη όμως η εκστρατεία ξεκινούσε με την προϋπόθεση πως θα κρατούσε πολύ καιρό, κ’ ήταν εφοδιασμένη με όλα όσα θα χρειάζονταν και για τα δύο, για τα καράβια και για το πεζικό· το ναυτικό είχε προετοιμαστεί με μεγάλα έξοδα, τόσο της πολιτείας όσο και των πλοιάρχων κάθε πολεμικού, γιατί το δημόσιο από τη μια μεριά έδινε σε κάθε ναύτη μια δραχμή την ήμερα και προμήθεψε και τα καράβια χωρίς ξάρτια, εξήντα γοργοτάξιδα και σαράντα για τη μεταφορά του στρατού, και όλους τους κωπηλάτες γι’ αυτά διαλέγοντας τους καλύτερους, ενώ οι πλοίαρχοι έδιναν πρόσθετο επίδομα στους θρανίτες από τους ναύτες, εξόν από το μισθό που έπαιρναν από το δημόσιο και σ’ όλα τ’ άλλα είχαν προμηθέψει πλούσιες γοργόνες και άλλα ξάρτια, και είχε δείξει ο καθένας ζήλο ως εκεί που δεν παίρνει να ξεχωρίσει το δικό του καράβι με κάποιο χτυπητό γνώρισμα και με τη γρηγοράδα του. Στο πεζικό πάλι είχαν οι άντρες ξεδιαλεχτεί από τους καταλόγους των πιο γενναίων και δυνατών νέων, και παράβγαιναν μεταξύ τους πολύ σοβαρά ποιος θα είχε τα καλύτερα άρματα και τα πιο ωραία στολίδια γύρω στο σώμα του. |
[31.4] Κατέληξε έτσι να αμιλλώνται μεταξύ τους, ο καθένας όπου είχε ταχθεί, και κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να νομίζει κανείς ότι ετοιμάζεται περισσότερο μια επίδειξη δύναμης και μεγαλείου προς τους άλλους Έλληνες, παρά μια εκστρατεία εναντίον εχθρού. |
[31.4] Ξυνέβη δὲ πρός τε σφᾶς αὐτοὺς ἅμα ἔριν γενέσθαι, ᾧ τις ἕκαστος προσετάχθη, καὶ ἐς τοὺς ἄλλους Ἕλληνας ἐπίδειξιν μᾶλλον εἰκασθῆναι τῆς δυνάμεως καὶ ἐξουσίας ἢ ἐπὶ πολεμίους παρασκευήν. |
[31.4] Και κατέληξε και μεταξύ τους να μαλώνουν στη δουλειά που είχε ταχθεί ο καθένας και θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει πως επρόκειτο περισσότερο για επίδειξη της δύναμης και του μεγαλείου της Αθήνας στους άλλους Έλληνες, παρά για προετοιμασία εκστρατείας ενάντια σ’ εχτρούς. |
[31.5] Πραγματικά, αν υπολόγιζε κανείς τις δημόσιες δαπάνες και τα έξοδα του κάθε ιδιώτη που έφευγε –όσα, δηλαδή, είχε κιόλας ξοδέψει η πολιτεία και όσα είχε προκαταβάλει στους στρατηγούς που έφευγαν, αλλά και όσα οι ιδιώτες είχαν ξοδέψει για την ετοιμασία τους, και μαζί όσα έμελλαν να ξοδέψουν και ακόμα όσα, εκτός από τον δημόσιο μισθό, ήταν φυσικό να πάρει ο καθένας μαζί του για την μακροχρόνια συντήρησή του και όσα έπαιρναν μαζί τους, είτε έμποροι, είτε στρατιώτες, για να τα εμπορευτούν– θα έβρισκε ότι πάρα πολλά τάλαντα έβγαιναν από την πολιτεία. |
[31.5] Εἰ γάρ τις ἐλογίσατο τήν τε τῆς πόλεως ἀνάλωσιν δημοσίαν καὶ τῶν στρατευομένων τὴν ἰδίαν, τῆς μὲν πόλεως ὅσα τε ἤδη προετετελέκει καὶ ἃ ἔχοντας τοὺς στρατηγοὺς ἀπέστελλε, τῶν δὲ ἰδιωτῶν ἅ τε περὶ τὸ σῶμά τις καὶ τριήραρχος ἐς τὴν ναῦν ἀνηλώκει καὶ ὅσα ἔτι ἔμελλεν ἀναλώσειν, χωρὶς δ᾽ ἃ εἰκὸς ἦν καὶ ἄνευ τοῦ ἐκ τοῦ δημοσίου μισθοῦ πάντα τινὰ παρασκευάσασθαι ἐφόδιον ὡς ἐπὶ χρόνιον στρατείαν, καὶ ὅσα ἐπὶ μεταβολῇ τις ἢ στρατιώτης ἢ ἔμπορος ἔχων ἔπλει, πολλὰ ἂν τάλαντα ηὑρέθη ἐκ τῆς πόλεως τὰ πάντα ἐξαγόμενα. |
[31.5] Γιατί αν λογάριαζε κανείς τι είχε ξοδέψει η πολιτεία από το δημόσιο ταμείο κι όσοι έπαιρναν μέρος στην εκστρατεία από τα δικά τους, η πολιτεία δηλαδή όσα είχε κιόλας πληρώσει κι όσα είχε δώσει να ’χουνε μαζί τους οι στρατηγοί που έστελνε, οι ιδιώτες πάλι όσα είχε ξοδέψει ο καθένας για τον προσωπικό του οπλισμό κι ο κάθε τριήραρχος για το καράβι του κι όσα έμελλε ακόμα να ξοδέψει, κ’ εξόν απ’ αυτά όσα ήταν επόμενο να είχε προμηθευτεί ο καθένας ανεξάρτητα από το μισθό που έπαιρνε από το δημόσιο, προμήθεια που θα του χρειάζονταν για το ταξίδι, με την ιδέα πως η εκστρατεία θα διαρκούσε πολύν καιρό· κι ακόμη όσα πράματα έπαιρνε μαζί του κάθε έμπορος ή στρατιώτης που σκόπευε να πουλήσει στην ανάγκη, θα ’βρισκε πολλά τα τάλαντα που έβγαιναν από την πολιτεία. |
[31.6] Η εκστρατεία φημίστηκε πολύ όχι μόνο επειδή προκαλούσε έκπληξη η τόλμη της και θαυμασμό η λαμπρότητά της, αλλά κ’ επειδή ήταν δυσανάλογα μεγάλη προς τον εχθρό εναντίον του οποίου ξεκινούσε, καθώς κ’ επειδή ήταν το μακρύτερο ταξίδι κατά θάλασσα μακριά από την πατρίδα και το αναλάμβαναν έχοντας την ελπίδα να κυριέψουν εδάφη πολύ εκτεταμένα, αν τα σύγκρινε κανείς με τα όσα είχαν. |
[31.6] Καὶ ὁ στόλος οὐχ ἧσσον τόλμης τε θάμβει καὶ ὄψεως λαμπρότητι περιβόητος ἐγένετο ἢ στρατιᾶς πρὸς οὓς ἐπῇσαν ὑπερβολῇ, καὶ ὅτι μέγιστος ἤδη διάπλους ἀπὸ τῆς οἰκείας καὶ ἐπὶ μεγίστῃ ἐλπίδι τῶν μελλόντων πρὸς τὰ ὑπάρχοντα ἐπεχειρήθη. |
[31.6] Και το εκστρατευτικό σώμα που ξεκινούσε στάθηκε πιο ξακουστό για το σάστισμα που προκαλούσε η τόλμη του και για το λαμπρό θέαμα που παρουσίαζε παρά για την υπεροχή του απέναντι σε κείνους που πήγαινε να χτυπήσει· φημίστηκε επίσης γιατί ήταν το μεγαλύτερο ταξίδι μεσ’ από την ανοιχτή θάλασσα μακριά από την πατρίδα τους και γιατί το ανέλαβαν με την ελπίδα να καταχτήσουν τόσα μεγάλα μέρη σχετικά με όσα είχαν. |
|