Το σκάφος της πολιτείας

Αλκαίος, ἀσυννέτημμι … (30D, 148P)

μτφρ. Ι.Ν. Καζάζης

[πηγή: Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα]

Αισχύλος, Επτά επί Θήβας στ. 1-9

ΕΤΕΟΚΛΗΣ

Κάδμου πολῖται, χρὴ λέγειν τὰ καίρια
ὅστις φυλάσσει πρᾶγος ἐν πρύμνῃ πόλεως
οἴακα νωμῶν, βλέφαρα μὴ κοιμῶν ὕπνῳ.
εἰ μὲν γὰρ εὖ πράξαιμεν, αἰτία θεοῦ:
εἰ δ᾽ αὖθ᾽, ὃ μὴ γένοιτο, συμφορὰ τύχοι,
Ἐτεοκλέης ἂν εἷς πολὺς κατὰ πτόλιν
ὑμνοῖθ᾽ ὑπ᾽ ἀστῶν φροιμίοις πολυρρόθοις
οἰμώγμασίν θ᾽, ὧν Ζεὺς ἀλεξητήριος
ἐπώνυμος γένοιτο Καδμείων πόλει.
5


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Λαέ του Κάδμου, πρέπει σύμφωνα τα λόγια
νάχη με τους καιρούς εκείνος που απ' την πρύμνα
το τιμόνι κρατόντας κυβερνάει μια χώρα,
δίχως ν' αφήνη ο ύπνος να του κλη το μάτι·
γιατί αν το πράμα πάη καλά, ο Θεός η αιτία·
μα αν πάλι —ο μη γένοιτο— συμφορά λάχη,
ένας ο Ετεοκλής, πολλά στην πόλη θάχη
να του ψάλλουν μυριόστομα όλοι μοιρολόγια
και θρήνους, που άμποτε απ' αυτά, στ' αλήθεια ο Δίας
διαφεντευτής, τη χώρα μας ας διαφεντεύη.

5

[πηγή: Ι.Ν. Γρυπάρη, Οι τραγωδίες του Αισχύλου, Εστία, Αθήνα 2001]


Σοφοκλής, Αντιγόνη στ. 178-190

ΚΡΕΩΝ
 

 

Ἐμοὶ γὰρ ὅστις πᾶσαν εὐθύνων πόλιν
μὴ τῶν ἀρίστων ἅπτεται βουλευμάτων,

 

ἀλλ᾽ ἐκ φόβου του γλῶσσαν ἐγκλῄσας ἔχει,
κάκιστος εἶναι νῦν τε καὶ πάλαι δοκεῖ·
καὶ μείζον᾽ ὅστις ἀντὶ τῆς αὑτοῦ πάτρας
φίλον νομίζει, τοῦτον οὐδαμοῦ λέγω.
Ἐγὼ γάρ, ἴστω Ζεὺς ὁ πάνθ᾽ ὁρῶν ἀεί,

180

οὔτ᾽ ἂν σιωπήσαιμι τὴν ἄτην ὁρῶν
στείχουσαν ἀστοῖς ἀντὶ τῆς σωτηρίας,
οὔτ᾽ ἂν φίλον ποτ᾽ ἄνδρα δυσμενῆ χθονὸς
θείμην ἐμαυτῷ, τοῦτο γιγνώσκων ὅτι
ἥδ᾽ ἐστὶν ἡ σῴζουσα καὶ ταύτης ἔπι

185

πλέοντες ὀρθῆς τοὺς φίλους ποιούμεθα·

190

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

  Για μένα, όποιος καθοδηγεί μια πόλη
και δε φτάνει στις καλύτερες δυνατές αποφάσεις
αλλά φοβάται καταπίνοντας τη γλώσσα του,
είναι φαύλος ηγέτης και τώρα και παντού.
Κι όποιος απ' την πατρίδα του το φίλο
προτιμά, τον έχω για μηδενικό.
Εγώ —μάρτυρας ο θεός ο παντεπόπτης—
ούτε θα σιωπούσα βλέποντας τη συμφορά
την πόλη να σιμώνει αντί τη σωτηρία
ούτε φίλο μου θα 'κανα της χώρας τον εχθρό,
γιατί το ξέρω πως είναι μοναδικό σωσίβιο
και μόνο πάνω στης πόλης το σκαρί,
ορθό σαν πλέει, δημιουργούμε τις φιλίες μας.



180









190

[Σοφοκλέους Τραγωδίαι, Αντιγόνη-Φιλοκτήτης, Β Λυκείου]

Σοφοκλής, Οιδίπους Τύραννος στ. 911-924

ΙΟΚ. Πρώτοι πολίτες της χώρας  
  μία γνώμη μες το νου μου κυριάρχησε  
  στους ναούς των θεών να προσφύγω 1330
  κρατώντας μες τα χέρια μου  
  στεφάνια και θυμίαμα.  
  Ο Οιδίπους ακροβατεί μετέωρος  
  στης λύπης το σκοινί  
  και δε στοχάζεται, σαν άνθρωπος με λογική, 1335
  πως τα παλιά συμβάντα φωτίζουν τα καινούργια.  
  Αφήνεται στο λόγο καθενός  
  που τον τρομοκρατεί με προφητείες.  
  Οι παραινέσεις μου δε βρήκαν ανταπόκριση  
  γι' αυτό προσπέφτω ικέτισσα 1340
  σ' εσένα Λύκειε Απόλλων,  
  που γειτονεύεις με το σπιτικό μας,  
  προσφέροντας τα δώρα μου,  
  ζητώντας λύτρωση και καθαρμό.  
  Τρομάζουμε, τον κυβερνήτη 1345
  βλέποντας του πλοίου  
  να περιφέρεται σα ζώο  
  πληγωμένο πανικόβλητος.  

[Σοφοκλέους Τραγωδίαι, Οιδίπους Τύραννος-Φιλοκτήτης, Β' Λυκείου]

info