5.3 Η ελληνική παραδοσιακή κατοικία Στόχοι της νποενότητας αυτής είναι οι μαθητές:
Λέξεις - κλειδιά: κατοικία, ιστορία, παράδοση, πολιτισμός Κύρια χαρακτηριστικά και τυπολογία της ελληνικής παραδοσιακής κατοικίας Ελληνική παραδοσιακή κατοικία ονομάζουμε το σύνολο των κατοικιών που κτίστηκαν μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους (1453) μέχρι τις πρώτες δεκαετίες μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους (1830). Η μεγάλη ανάπτυξη της ελληνικής παραδοσιακής κατοικίας σημειώθηκε ωστόσο στους δύο τελευταίους αιώνες της ξένης κυριαρχίας και συμβαδίζει με τη γενικότερη οικονομική και πολιτισμική ακμή του ελληνισμού την εποχή αυτή. Σε γενικές γραμμές, μπορούμε να διακρίνουμε δύο βασικές κατηγορίες ελληνικών παραδοσιακών σπιτιών: τα νησιώτικα και τα σπίτια της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ανάλογα με την κοινωνική τάξη των κατοίκων τους, διακρίνονται με τη σειρά τους, σε λαϊκά, σε μεσαία (νοικοκυρόσπιτα) και σε αρχοντικά. O πιο απλός τύπος νησιώτικου σπιτιού είναι το μονόσπιτο, που αποτελείται από ένα μικρό μακρόστενο πέτρινο δωμάτιο με επίπεδη στέγη από χώμα (δώμα). Το μονόσπιτο περιλαμβάνει όλες τις λειτουργίες ενός σπιτιού. Πρώτο σημαντικό στοιχείο του είναι ο σοφάς ή κρέβατος, μια ξύλινη κατασκευή, λίγο πιο ψηλά από το δάπεδο, όπου πάνω της οι άνθρωποι έστρωναν για να κοιμηθούν, ενώ από κάτω αποθήκευαν διάφορα αγαθά. Δεύτερο στοιχείο αποτελεί το τζάκι, που χρησίμευε για θέρμανση και για μαγείρεμα. Πιο εξελιγμένος τύπος είναι το διώροφο, κατοικία για τη μεσαία τάξη. Πρόκειται για ορθογώνιο σπίτι, όπου στο ισόγειο (κατώι) βρίσκονται οι βοηθητικοί χώροι (στάβλοι και αποθήκες), ενώ οι άνθρωποι ζούσαν στον πάνω όροφο (ανώι). Πολλά σπίτια έχουν επίσης αυλές και βεράντες (ηλιακούς). Oι πιο εύποροι κατοικούσαν σε αρχοντικά, που ήταν μεγάλα σπίτια με περισσότερη διακόσμηση. Υπήρχαν επίσης και τα πυργόσπιτα στην ύπαιθρο, μόνιμες ή εποχικές οχυρές κατοικίες των μεγάλων κτηματιών. Στα σπίτια της ηπειρωτικής Ελλάδας διακρίνονται οι ίδιοι τύποι που υπάρχουν και στα νησιά, αλλά, επειδή το κλίμα και οι κοινωνικές-οικονομικές συνθήκες διέφεραν, παρουσιάζονται ορισμένες διαφορές. Έτσι το μονόσπιτο έχει στέγη από κεραμίδια. Το κυριότερο σημείο του χώρου είναι η γωνιά, δηλαδή η εστία, που δίπλα της οι κάτοικοι μαγειρεύουν, τρώνε και κοιμούνται. Στο διώροφο υπάρχει το χαγιάτι, ένας ανοιχτός εξώστης που στεγάζεται με την προεξοχή της στέγης. |
Τα αρχοντικά που ξεχωρίζουν ιδιαίτερα είναι αυτά που έκτισαν πλούσιοι έμποροι και τεχνίτες στη Βόρεια και στην Κεντρική Ελλάδα. Είναι μεγαλοπρεπή σπίτια, με χαρακτηριστικούς ξύλινους εξώστες, τα σαχνισιά στον πάνω όροφο. Εκεί βρίσκεται και ο κεντρικός χώρος υποδοχής, ο ηλιακός ή δοξάτο, με χαμηλά παράθυρα και πολύχρωμους γυάλινους φεγγίτες. Βρίσκονται, επίσης, και τα δωμάτια διαμονής της οικογένειας, διακοσμημένα με ξυλόγλυπτα και τοιχογραφίες. Τα πυργόσπιτα ήταν συνήθως διώροφα, με επάλξεις στο πάνω μέρος, καταχύστρα που προστάτευε την είσοδο και πολλές πολεμίστρες. Ξεχωριστή κατηγορία αποτελούν οι μανιάτικοι πύργοι που χρησίμευαν μόνο για πόλεμο (πολεμόπυργοι). Τα υλικά που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των ελληνικών παραδοσιακών σπιτιών εξαρτιόνταν από το φυσικό περιβάλλον κάθε τόπου. Στις περισσότερες περιοχές γινόταν συνδυασμός υλικών: ο κύριος κορμός του σπιτιού κατασκευαζόταν από πέτρα, ενώ το ξύλο προοριζόταν για τα δευτερεύοντα μέρη ή για τον πάνω όροφο. O εξοπλισμός της ελληνικής παραδοσιακής κατοικίας Αρχικά τα σπίτια είχαν ελάχιστα έπιπλα. Συνήθως, οι άνθρωποι κάθονταν στο πάτωμα και έτρωγαν σ’ ένα στρογγυλό χαμηλό τραπέζι, το σοφρά ή τάβλα. Αργότερα άρχισαν να χρησιμοποιούν σταθερούς ξύλινους πάγκους και χαμηλά σκαμνιά. Με την οικονομική ανάπτυξη του 18ου-19ου αιώνα εμφανίστηκαν και κινητά έπιπλα. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η επίπλωση των αρχοντικών της Βόρειας και της Κεντρικής Ελλάδας. Στο εσωτερικό των δωματίων διαμονής υπήρχαν εντοιχισμένα ντουλάπια (μουσάντρες), συνήθως σκαλιστά ή ζωγραφισμένα. Χρησίμευαν για την αποθήκευση τροφίμων, ρουχισμού και πολύτιμων ειδών. Τα δωμάτια (οντάδες) είχαν επίσης χαμηλούς σοφάδες, όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να κάθονται ή και να κοιμούνται. O κεντρικός χώρος υποδοχής (ηλιακός ή δοξάτο) ήταν περιτριγυρισμένος από χαμηλά συνεχόμενα καθιστικά (μιντέρια). Κάθε σπίτι διέθετε, οπωσδήποτε, σκεύη για το φαγητό, την αποθήκευση των τροφίμων, τη δια- |
κόσμηση του σπιτιού και άλλες χρήσεις. Τα σκεύη αυτά ήταν χάλκινα, ξύλινα και πήλινα. Στα περισσότερα σπίτια υπήρχε και ο αργαλειός, απαραίτητος για την κατασκευή του ρουχισμού της οικογένειας. Δεν έλειπε, εξάλλου, από πουθενά το εικονοστάσι. Όλα τα σπίτια, επίσης, στολίζονταν με υφαντά και κεντήματα. Η σημασία της ελληνικής παραδοσιακής κατοικίας Η ελληνική παραδοσιακή κατοικία παρουσιάζει ενδιαφέρον όχι μόνο για τους αρχιτέκτονες, τους διακοσμητές και τους επιπλοποιούς που έχουν συχνά εμπνευστεί από την αρχιτεκτονική και από τον εξοπλισμό της, αλλά και για τον καθένα μας. Τα παραδοσιακά σπίτια μπορούν να αποτελέσουν έναν πολύτιμο οδηγό για το πώς μπορεί να ταιριάξει το ωραίο με το λειτουργικό στο χώρο της κατοικίας, ακόμα και στις πιο απλές κατασκευές. Αποτελούν, επίσης, πρότυπα «οικολογικού» σπιτιού, δηλαδή ενός σπιτιού που προσαρμόζεται αρμονικά στο φυσικό περιβάλλον του τόπου του, κτισμένο με τα διαθέσιμα υλικά, χωρίς περιττές σπατάλες. Τα περισσότερα εξάλλου από τα σπίτια αυτά θεωρούνται και είναι έργα τέχνης. Τα παραδοσιακά σπίτια αξίζουν, λοιπόν, το σεβασμό και την προσοχή μας και πρέπει όλοι να φροντίζουμε για τη διάσωση και τη διατήρησή τους. |