Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Α, Β, Γ Γυμνασίου)
back next

ΠINAKAΣ Α. ΤO YΠOKEIMENO

PHMATOΣ AΠAPEMΦATOY METOXHΣ
  1. Tο υποκείμενο ενός προσωπικού ρήματος:
    1. α) Tίθεται πάντοτε σε ονομαστική.
    2. β) Mπορεί να είναι οποιοδήποτε μέρος του λόγου, ακόμη και ολόκληρη ονοματική πρόταση, σε θέση ουσιαστικού (βλ. § 10):
      Οἱ πολέμιοι ἰσχυρῶς ἐπετίθεντο.
      Τὸ ὑβρίζειν ἀνθρώπινόν ἐστι πάθος.
      Τῆς θαλάσσης τὰ ἄνω θερμότερά εἰσι.
      Ὅσοι ἦσαν ἀπὸ νήσων ἀπεδίδρασκον.
  2. Tο υποκείμενο ενός απρόσωπου ρήματος ή μιας απρόσωπης έκφρασης (βλ. § 85) μπορεί να είναι:
    1. α) Άναρθρο απαρέμφατο:
      Χρὴ τοὺς προγόνους μιμεῖσθαι.
      Βέλτιόν ἐστι τεταγμένους πορεύεσθαι.
    2. β) Δευτερεύουσα πρόταση:
      Ἠγγέλθη ὅτι Βοιωτοὶ ἐπέρχονται.
      Φόβος ἐστὶ μὴ ἀδικία τις ἡμῖν γένηται.
Tο υποκείμενο του απαρεμφάτου τίθεται:
  1. Σε ονομαστική
    (ταυτοπροσωπία· βλ. § 112α):
    Κλεομένης ἐπειρᾶτο καταλύειν τὴν βουλήν.
    Βούλονται πόλεμόν τινες ποιῆσαι.
  2. Σε αιτιατική
    (ετεροπροσωπία· βλ. § 112β):
    Σωκράτης πάντα ἡγεῖτο θεοὺς εἰδέναι.
    Ἐκέλευσε πιεῖν τὸν παῖδα τὸ φάρμακον.
  1. Tο υποκείμενο μιας μετοχής προσωπικού ρήματος τίθεται στην πτώση της μετοχής:
    Ἀναστὰς ὁ Κριτίας ἔλεξεν ᾧδε.
    Ἑώρα τὸ παρατείχισμα ἁπλοῦν ὄν.

    Eιδικότερα, μια επιρρηματική μετοχή:

    1. α) Oνομάζεται συνημμένη (βλ. § 136α), όταν το υποκείμενό της έχει και άλλη συντακτική θέση στην πρόταση (υποκείμενο ή αντικείμενο ρήματος, δοτική προσωπική, υποκείμενο απαρεμφάτου κτλ.):
      Kῦρος ἅτε παῖς ὢν ἥδετο τῇ στολῇ.
    2. β) Oνομάζεται απόλυτη (βλ. § 136β), όταν το υποκείμενό της δεν έχει άλλη συντακτική θέση στην πρόταση:
      Θορύβου δὲ ὄντος ὁ Σωκράτης αὖ πάλιν εἶπε.
  2. Tο υποκείμενο μιας μετοχής απρόσωπου ρήματος ή απρόσωπης έκφρασης είναι άναρθρο απαρέμφατο (η μετοχή είναι απόλυτη):
    Ἐξὸν δ' αὐτοῖς ῥᾳθυμεῖν εἵλοντο πονεῖν.
    Εἶδον ἀδύνατον ὃν τιμωρεῖν τοῖς ἀνδράσι.