Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Α, Β, Γ Γυμνασίου)
back next

KEΦΑΛΑΙO Α΄

Tρόποι σύνδεσης των προτάσεων

§ 161

Ο λόγος που συντίθεται από περισσότερες από μία προτάσεις ονομάζεται σύνθετος και εκφράζει με μεγαλύτερη ακρίβεια και πληρότητα τη συνθετότητα της σκέψης την οποία εξωτερικεύει. Σε έναν σύνθετο λόγο οι προτάσεις που σχετίζονται μεταξύ τους ως προς το περιεχόμενο παρουσιάζονται με τρεις τρόπους:

  1. α) Tίθενται η μία δίπλα στην άλλη, χωρίζονται με κόμμα και επομένως δε συνδέονται μεταξύ τους με κάποια συνδετική λέξη. Η απουσία συνδετικών λέξεων δε σημαίνει βέβαια και έλλειψη νοηματικής συνοχής, καθώς αυτή επιτυγχάνεται με τη σειρά με την οποία παρατίθενται οι προτάσεις. Αυτός ο τρόπος παράθεσης των προτάσεων ονομάζεται ασύνδετο σχήμα, προσδίδει στον λόγο ένταση και γοργότητα –κυρίως σε αφηγήσεις και περιγραφές– και δεν απαντά συχνά στην αττική πεζογραφία, καθώς αντιστοιχεί σε απλούστερα στάδια πνευματικής εξέλιξης:

    Καὶ συμβαλόντες τὰς ἀσπίδας ἐωθοῦντο, ἐμάχοντο, ἀπέκτεινον, ἀπέθνῃσκον. [Η νοηματική συνοχή επιτυγχάνεται με τη χρονική-λογική ακολουθία των προτάσεων.]
    Ἐπὶ σαυτὸν καλεῖς, ἐπὶ τοὺς νόμους καλεῖς, ἐπὶ τὴν δημοκρατίαν καλεῖς. [κλιμάκωση από το μερικό στο γενικό]
    N.E.: Φώναζε, έβριζε, απειλούσε τους πάντες.

  2. β) Συνδέονται με παρατακτικούς συνδέσμους (βλ. § 162)· πρόκειται για ισοδύναμες προτάσεις (κύριες με κύριες ή δευτερεύουσες με δευτερεύουσες του ίδιου είδους). H σύνδεση αυτή ονομάζεται παρατακτική ή σύνδεση κατά παράταξη:

    Τὴν πόλιν ἀνάστατον ἐποίησαν καὶ τὴν Καδμείαν κατέλαβον.
    Ἐπεὶ δ' ἡμέρα τ' ἦν καὶ φανερὸν ἦν τὸ γεγενημένον, οἱ ὁπλῖται ἐξεβοήθουν. [τὲ - καί: συνδέουν παρατακτικά τις δευτερεύουσες προτάσεις «Ἐπεὶ... ἦν» και «[ἐπεὶ ] φανερὸν ἦν τὸ γεγενημένον».]
    N.E.: • Σώπα και μη μιλάς. Μείνε να φάμε και να μιλήσουμε.

  3. γ) Συνδέονται με υποτακτικούς συνδέσμους, ερωτηματικά μόρια, ερωτηματικές ή αναφορικές αντωνυμίες και ερωτηματικά ή αναφορικά επιρρήματα (βλ. §§ 171-194). Η σύνδεση αυτή ονομάζεται υποτακτική ή σύνδεση καθ' υπόταξη και αντιστοιχεί σε υψηλό, σύνθετο τρόπο σκέψης, καθώς συνδέει εσωτερικά-λογικά ανόμοιες μεταξύ τους προτάσεις (κύριες με δευτερεύουσες ή δευτερεύουσες από τις οποίες η μία προσδιορίζει την άλλη):

    Ἐπεὶ ἐπεσκεύασαν τὰς ναῦς, παρέπλευσαν ἐς Λοκρούς.
    Εὖ οἶδα ὅτι, ἐὰν ἀδικῶ, δώσω δίκην. [Συνδέονται υποτακτικά η κύρια πρόταση «εὖ οἶδα» με τη δευτερεύουσα «ὅτι δώσω δίκην» και η δευτερεύουσα «ἐὰν ἀδικῶ» με την επίσης δευτερεύουσα «ὅτι δώσω δίκην».]
    N.E.: • Πήγαινε να παίξεις. Λέει ότι δεν ήξερε πως τον γύρευα.