homo erectus, homo habilis, homo sapiens: |
Λέξεις λατινικές που χρησιμοποιήθηκαν από τους επιστήμονες για να δηλώσουν τα στάδια εξέλιξης του ανθρώπου. |
Αλάβαστρο: |
Ορυκτός λίθος μικρής σκληρότητας με διάφορους χρωματισμούς. |
Αμφίσημος: |
Ο επιδεχόμενος διπλή ερμηνεία. |
Ανακουφιστικό τρίγωνο |
Αρχιτεκτονικός όρος. Ονομάζεται το τρίγωνο το οποίο σχηματίζεται από τα ανοίγματα θυρών και παραθύρων όταν το υπέρθυρο δε θεωρείται αρκετά στερεό για να βαστάζει μόνο του το υπερκείμενο βάρος. |
Αραμαϊκή: |
Η ομιλουμένη γλώσσα των Εβραίων κατά την εποχή του Χριστού στην Παλαιστίνη. |
Αρεία: |
Περιοχή που σήμερα περιλαμβάνει το Δυτικό Αφγανιστάν, με την πόλη Χεράτ (Βλ. Χάρτη) |
Βακτρία: |
Χώρα η οποία αντιστοιχεί με το Τουρκεστάν και το Βόρειο Αφγανιστάν (Βλ. Χάρτη). |
Βεσπασιανές: |
Κτίρια ομαδικών αποχωρητηρίων· το όνομά τους οφείλεται στον αυτοκράτορα Βεσπα-σιανό που καθιέρωσε την πληρωμή φόρων για τη λειτουργία τους. |
Βουκολική ποίηση: |
Ποιήματα με θέμα τη ζωή των ποιμένων και γενικά των αγροτών, των ψαράδων, των ανθρώπων της υπαίθρου (βουκόλος = ποιμένας). |
γεωκτηνοτροφία: |
Η ασχολία του ανθρώπου με την καλλιέργεια της γης και την κτηνογροφία. |
Γιλγαμές: |
Το όνομα του κύριου ήρωα του σουμεριακού-βαβυλωνιακού ομώνυμου έπους. |
Δακία: |
Η σημερινή Ρουμανία. |
Δημαγωγός: |
Αυτός που καθοδηγεί τον δήμο, αυτός που έχει την ικανότητα με την πειθώ να καθοδηγεί και να παρασύρει τα πλήθη. |
Διαλεκτική μέθοδος: |
Τρόπος προσέγγισης της φιλοσοφικής αλήθειας με τον διάλογο, τις ερωτήσεις και απαντήσεις. |
Δραγιανή: |
Περιοχή του σημερινού Δυτικού Πακιστάν (Βλ. Χάρτη). |
Εβραίοι της διασποράς: |
Οι Εβραίοι που κατοικούσαν έξω από τα όρια της Παλαιστίνης. |
Ειδύλλια: |
Μικρά ποιήματα που εξυμνούν την απλή αγροτική ζωή. |
Ελεγεία: |
Είδος ποίησης που την ελληνιστική εποχή έχει επικό και λυρικό ύφος και αναφέρεται σε σπάνιους και τοπικούς μύθους και περιγράφει σκηνές με ρεαλιστικές λεπτομέρειες. |
Ελεφαντουργία: |
Η κατεργασία του ελεφαντόδοντου. |
Επίγραμμα: |
Είδος πολύ σύντομου ποιήματος που αρχικά χαραζόταν σε επιτύμβια και αναθηματικά μνημεία, αργότερα –από την ελληνιστική εποχή– έγινε ανεξάρτητο ποίημα με επιδεικτικό
(επαινετικό) περιεχόμενο μεγάλων ανδρών, έργων τέχνης ή και με ερωτικό περιεχόμενο. |
Θόλος: |
Κυλινδρικό οικοδόμημα για τη λατρεία θεών του Κάτω Κόσμου ή ηρώων. |
Ιλλυρία: |
Η χώρα που ορίζεται περίπου, σήμερα, από τα παράλια της Αλβανίας. |
Ιμπεριαλισμός: |
Η επεκτατική πολιτική ενός κράτους απέναντι σε άλλα. |
Ινδοευρωπαίοι: |
Ο όρος χρησιμοποιείται για να δείξει μια ομάδα λαών των οποίων η γλώσσα έχει κοινές ρίζες. Οι λαοί αυτοί κατοικούν κυρίως στην Ευρώπη και σε ένα τμήμα της Ασίας. |
Κιλικία: |
Περιοχή της Νότιας Μικράς Ασίας. |
Κλασικισμός: |
Ρεύμα / τάση / τεχνοτροπία που μιμείται και υιοθετεί κλασικά πρότυπα στα γράμματα και στις καλές τέχνες. |
Κοιλάδα των βασιλέων: |
Στην αρχαία Αίγυπτο ονομάζεται η περιοχή κοντά στην πρωτεύουσα του δεύτερου βασιλείου (2050-1800 π.Χ.), τη Θήβα. Εκεί οι Φαραώ έσκαψαν τους τάφους τους και οικοδόμησαν λαμπρούς ναούς (Λούξορ, Καρνάκ). |
Κουροτρόφος: |
Εκείνη που κρατά στην αγκαλιά της ένα βρέφος. Συνήθως γυναικεία ειδώλια. |
Κροκάλες: |
Πέτρες λειασμένες με τριβή. |
κτέρισμα: |
Τα αντικείμενα με τα οποία οι άνθρωποι συνόδευαν τον νεκρό στον τάφο του. |
Κωμωδία: |
Είδος αρχαίου θεατρικού έργου με θέματα από τη σύγχρονή του πραγματικότητα και τον μύθο, με κωμικό περιεχόμενο. |
Λαοί της Θάλασσας: |
Λαοί άγνωστης καταγωγής, οι οποίοι κατά το τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. κατέλυσαν το κράτος των Χετταίων, απείλησαν την Αίγυπτο και αναστάτωσαν ολόκληρη την ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. |
Μαυσωλείο: |
Μεγαλοπρεπές ταφικό οικοδόμημα. Το όνομά του οφείλεται στο μεγαλόπρεπο ταφικό κτίριο που κτίσθηκε για τον ηγεμόνα της Καρίας Μαύσωλο από τη γυναίκα του Αρτεμισία τον 4ο αιώνα π.Χ. και διακοσμήθηκε με αγάλματα και ανάγλυφα από ονομαστούς Έλληνες γλύπτες. |