Ο Αλέξανδρος στη μάχη της Ισσού (Πομπηία, Εθνικό Μουσείο Νεαπόλεως)
Η λύση του γόρδιου δεσμού
Α. Κείμενο
Ο Φλάβιος Αρριανός (περ. 95-175 μ.Χ.) καταγόταν από τη Νικομήδεια της Βιθυνίας και προερχόταν από επιφανή οικογένεια. Τιμήθηκε με ιερατικά αξιώματα στην πόλη του και αργότερα κατέλαβε υψηλές διοικητικές και στρατιωτικές θέσεις του ρωμαϊκού κράτους. Νέος παρακολούθησε τη διδασκαλία του στωικού φιλοσόφου Επικτήτου, της οποίας κατέγραψε τα βασικά στοιχεία. Στα μέσα του 2ου αι. ήρθε στην Αθήνα, όπου έλαβε την ιδιότητα του πολίτη και εκλέχθηκε επώνυμος άρχοντας (147-148 μ.Χ.). Εκτός από το έργο του για τη φιλοσοφία του Επικτήτου, συνέγραψε στρατιωτικές πραγματείες και βιογραφίες. Το σπουδαιότερο έργο του, όμως, είναι η Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις, η σημαντικότερη πηγή για την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ασία, συμπλήρωμα της οποίας είναι η Ἰνδική.
Ἀλέξανδρος δὲ ὡς ἐς Γόρδιον παρῆλθε, πόθος λαμβάνει αὐτὸν τὴν ἅμαξαν ἰδεῖν τὴν Γορδίου καὶ τοῦ ζυγοῦ τῆς ἁμάξης τὸν δεσμόν. Πρὸς δὲ δὴ ἄλλοις καὶ τόδε περὶ τῆς ἁμάξης ἐμυθεύετο, ὅστις λύσειε τοῦ ζυγοῦ τῆς ἁμάξης τὸν δεσμόν, τοῦτον χρῆναι ἄρξαι τῆς Ἀσίας. Ἦν δὲ ὁ δεσμὸς ἐκ φλοιοῦ κρανίας καὶ τούτου οὔτε τέλος οὔτε ἀρχὴ ἐφαίνετο. Ἀλέξανδρος δὲ ὡς ἀπόρως μὲν εἶχεν ἐξευρεῖν λύσιν τοῦ δεσμοῦ, ἄλυτον δὲ περιιδεῖν οὐκ ἤθελε, μή τινα καὶ τοῦτο ἐς τοὺς πολλοὺς κίνησιν ἐργάσηται, παίσας τῷ ξίφει διέκοψε τὸν δεσμὸν καὶ λελύσθαι ἔφη. Ἀπηλλάγη δ’ οὖν ἀπὸ τῆς ἁμάξης αὐτός τε καὶ οἱ ἀμφ᾿ αὐτὸν ὡς τοῦ λογίου τοῦ ἐπὶ τῇ λύσει τοῦ δεσμοῦ ξυμβεβηκότος. Καὶ γὰρ καὶ τῆς νυκτὸς ἐκείνης βρονταί τε καὶ σέλας ἐξ οὐρανοῦ ἐπεσήμηναν· καὶ ἐπὶ τούτοις ἔθυε τῇ ὑστεραίᾳ Ἀλέξανδρος τοῖς φήνασι θεοῖς τά τε σημεῖα καὶ τοῦ δεσμοῦ τὴν λύσιν.
Ἀρριανός, Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις 2.3.1-8 (διασκευή)
Τα σωζόμενα ερείπια της φρυγικής πόλης Γόρδιον, όπου ο Μέγας Αλέξανδρος έκοψε τον γόρδιο δεσμό (Αρχείο Παπύρου)
Γλωσσικά σχόλια
ὡς ἐς Γόρδιον παρῆλθε (οριστ. αορ. ρ. παρέρχομαι) |
|
όταν έφτασε στο Γόρδιον (πβ. ν.ε.: παρελθόν) |
πρὸς δὲ ἄλλοις |
και μεταξύ άλλων |
τόδε ἐμυθεύετο (οριστ. παρατ. ρ. μυθεύομαι) |
αυτό λεγόταν (πβ. ν.ε.: μύθευμα, μυθιστόρημα) |
ὅστις λύσειε (ευκτ. αορ. ρ. λύω) |
όποιος λύσει (πβ. ν.ε.: λύση, λυτός) |
τοῦτον χρῆναι (απαρ. ενεστ. απροσ. ρ. χρή) ἄρξαι (απαρ. αορ. ρ. ἄρχω) |
ότι αυτός ήταν ορισμένο από τη μοίρα να εξουσιάσει |
ἡ κρανία και ἡ κράνεια |
η κρανιά, είδος δέντρου |
ὡς ἀπόρως μὲν εἶχεν ἐξευρεῖν (απαρ. αορ. ρ. ἐξευρίσκω) |
επειδή αδυνατούσε να βρει (πβ. ν.ε.: τα εύρετρα) |
περιιδεῖν (απαρ. αορ. ρ. περιοράω, περιορῶ) |
να τον αφήσει |
μή τινα καὶ τοῦτο ἐς τοὺς πολλοὺς κίνησιν ἐργάσηται (υποτ. αορ. ρ. ἐργάζομαι) |
(ενν. φοβούμενος) μήπως αυτό προκαλέσει αναταραχή (εξέγερση) στο πλήθος |
παίσας (μτχ. αορ. ρ. παίω) τῷ ξίφει (δοτ. εν. ουσ. τὸ ξίφος) |
αφού το χτύπησε με το ξίφος |
λελύσθαι (απαρ. παρακ. ρ. λύομαι) ἔφη (οριστ. παρατ. ρ. φημί) |
είπε ότι λύθηκε |
ἀπηλλάγη (οριστ. παθ. αορ. ρ. ἀπαλλάσσομαι) |
απαλλάχθηκε, απομακρύνθηκε (πβ. ν.ε.: απαλλαγή) |
αὐτός τε καὶ οἱ ἀμφ' αὐτόν |
ο ίδιος και οι σύντροφοί του |
ὡς τοῦ λογίου τοῦ ἐπὶ τῇ λύσει τοῦ δεσμοῦ ξυμβεβηκότος (μτχ. παρακ. ρ. ξυμβαίνω) |
με την ιδέα ότι ο χρησμός για τη λύση του δεσμού είχε εκπληρωθεί (πβ. ν.ε.: συμβάν) |
καὶ γάρ |
και πράγματι |
τὸ σέλας |
το φως, η λάμψη |
ἐπεσήμηναν (οριστ. αορ. ρ. ἐπισημαίνω) |
έδωσαν σημείο επιδοκιμασίας (πβ. ν.ε.: σήμανση, σημείο, σημαντικός) |
ἐπὶ τούτοις ἔθυε τῇ ὑστεραίᾳ |
γι’ αυτόν τον λόγο / εξαιτίας αυτών προσέφερε θυσίες την επόμενη μέρα |
τοῖς φήνασι (μτχ. αορ. ρ. φαίνω) θεοῖς τά τε σημεῖα καὶ τοῦ δεσμοῦ τὴν λύσιν |
στους θεούς που του φανέρωσαν τα σημάδια και τον τρόπο λύσης του δεσμού |
Ερμηνευτικά σχόλια
Γόρδιον: Η πρωτεύουσα της Μεγάλης Φρυγίας, που βρισκόταν κοντά στον Σαγγάριο ποταμό (στα βάθη της Μικράς Ασίας). Στην ακρόπολή της υπήρχαν τα ανάκτορα και η άμαξα του Γορδίου, πατέρα του θρυλικού βασιλιά Μίδα, η οποία είχε προσφερθεί ως αφιέρωμα στον Δία. Η παράδοση έλεγε πως όποιος έλυνε τον γόρδιο δεσμό θα γινόταν κύριος της Ασίας.
παίσας τῷ ξίφει: Σύμφωνα με τον Αριστόβουλο, ο οποίος συμμετείχε στην εκστρατεία και έζησε από κοντά τα γεγονότα, ο Αλέξανδρος δεν έκοψε τον δεσμό με το ξίφος, αλλά αφαίρεσε το μεγάλο ξύλινο καρφί που τον συγκρατούσε. Την εκδοχή αυτή αναφέρει και ο Αρριανός. Ως μεταγενέστερος όμως (γράφει το έργο του πέντε αιώνες μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου βασιζόμενος σε προγενέστερα σχετικά έργα), αφηγείται και την εκδοχή της κοπής του δεσμού με ξίφος, που τονίζει την αποφασιστικότητα του νεαρού στρατηλάτη.
μή τινα καὶ τοῦτο ἐς τοὺς πολλοῖς κίνησιν ἐργάσηται: Ενδεχόμενη αποτυχία του Αλεξάνδρου ίσως ερμηνευόταν ως ένδειξη αδυναμίας, την οποία θα έσπευδαν να εκμεταλλευτούν ορισμένοι υποκινώντας εξέγερση εναντίον του. |
|
Χάρτης της πορείας του Μ. Αλεξάνδρου στη Μικρά Ασία |
Σύμφωνα με τον θρύλο, η γέννηση του Αλεξάνδρου που απεικονίζεται σε αυτό το ελληνορωμαϊκό ψηφιδωτό, συνδεόταν με την καταστροφή του μεγάλου ιερού της Αρτέμιδος στην Έφεσο από πυρκαγιά, που προανάγγελλε την κατάκτηση της Ασίας από τον Αλέξανδρο (Εθνικό Μουσείο Βηρυτού)
Β1. Λεξιλογικός Πίνακας
θ. ζευγ-, ζυγ-
[στο κείμενο συναντήσατε τον τύπο ζυγοῦ]
|
|
Αρχαία Ελληνική |
Αρχαία / Νέα Ελληνική |
Νέα Ελληνική |
|
|
ὁ ζύγιος
ἡ ζεύγλη [= το καμπύλο μέρος του ζυγού] |
ἡ ζεῦξις (-η) [= (α.ε.) 1. η σύνδεση, 2. το ζέψιμο αλόγων]
τὸ ζεῦγμα [= (α.ε.) το μέσο που χρησιμοποιείται για τη σύνδεση]
τὸ ζεῦγος
τὸ ζευγάριον (-ι)
ὁ ζευγίτης
ζευκτήριος [= (α.ε.) ο κατάλληλος για ζεύξη]
ζευκτός
ζυγόω, ζυγῶ (-ώνω) [= (α.ε.) ενώνω κάτω από τον ίδιο ζυγό, (ν.ε.) πλησιάζω]
τὸ ζυγόν και ὁ ζυγός
τὸ ζύγωμα |
ζεύω [= τοποθετώ ζώα στον ζυγό, για να σύρουν φορτίο]
ζέψιμο
ζευγάς [= ο ζευγίτης]
ζευγαρώνω
ζευγαρωτός
ζυγαριά
ζύγισμα
ζύγιση
ζύγι
ζυγωματικός |
|
διαζεύγνυμι
ζυγοστατέω, ζυγοστατῶ [= ζυγίζω]
ζυγοποιέω, ζυγοποιῶ [= φτιάχνω ζυγούς]
τὸ ζυγόδεσμον
τὸ ζύγαστρον [= κουτί, κιβώτιο]
ζευγοτρόφος
ὁ σύζυξ [= ο συζευγμένος]
παραζεύγνυμι [= 1. ζεύω μαζί, 2. ενώνω, παντρεύω]
ὁ ἄζυξ [= άζευκτος, άγαμος] |
ζευγηλάτης [= (α.ε.) ο οδηγός ζεύγους βοδιών, ο ζευγίτης, (ν.ε.) ο ζευγολάτης]
ἡ διάζευξις (-η)
ἡ σύζευξις (-η)
ὁ συζυγής [= αυτός που είναι συνδεδεμένος με άλλον σε ενιαίο σύνολο]
ἡ συζυγία
σύζυγος
ὁ ὁμόζυξ (ν.ε. ομόζυγος) |
ζυγοστάθμιση
διαζύγιο
διαζευκτήριο
διαζευγμένος
σύζευγμα [= το αποτέλεσμα της σύζευξης]
συζυγικός |
Ασκήσεις
- Να γράψετε τι δηλώνουν σε σχέση με όσα διδαχτήκατε στις προηγούμενες Ενότητες (πρόσωπο που ενεργεί, κατάσταση κτλ.) τα παράγωγα ουσιαστικά του ρ. ζεύγνυμι:
ἡ ζεῦξις |
→ |
___________________ |
τὸ ζεῦγμα |
→ |
___________________ |
τὸ ζεῦγος |
→ |
___________________ |
- Να αντιστοιχίσετε τις λέξεις της στήλης Α′ με τις κατάλληλες από τη στήλη Β′:
Α′ |
Β′ |
1. ζευγαρωτή |
α. λύσατε |
2. συζυγείς |
β. α′ συζυγίας |
3. τους ζυγούς |
γ. διαζύγιο |
4. συζυγική |
δ. σύνδεσμος |
5. ζυγαριά |
ε. αριθμοί |
6. διαζευκτικός |
στ. κλίνη |
7. παίρνω |
ζ. ακριβείας |
8. ρήματα |
η. ομοιοκαταληξία |
- Να γράψετε λέξεις της α.ε. από τον Λεξιλογικό Πίνακα που αντιστοιχούν στους ορισμούς που δίνονται:
α. αυτός που δεν έχει ζευγάρι, ο άγαμος |
___________________ |
β. ο διαχωρισμός |
___________________ |
γ. ο ενωμένος με κάποιον άλλο κάτω από τον ίδιο ζυγό / ο έγγαμος |
___________________ |
δ. η ένωση |
___________________ |
- Να συμπληρώσετε τα κενά των παρακάτω φράσεων με την κατάλληλη λέξη από αυτές που δίνονται στο πλαίσιο:
α. «Στοιχηθείτε κατά _______________» είπε ο γυμναστής και οι μαθητές έφτιαξαν δυάδες.
β. Αβάσταχτος ήταν για τους Έλληνες ο _______________ (μτφ.) του Τούρκου κατακτητή.
γ. Η _______________ Ρίου-Αντιρρίου είναι από τα έργα υποδομής που έλυσαν χρόνια προβλήματα.
δ. Από τα δώρα που πήρα για τη γιορτή μου αυτό που μου άρεσε ιδιαίτερα ήταν ένα _______________ κόκκινα γάντια. |
ζεύγη
ζευγάρι
ζυγός
ζεύξη |
Β2. Ετυμολογικά
Παραγωγή ουσιαστικών
Παραγωγή ουσιαστικών από ρήματα (β′ μέρος)
• Ουσιαστικά που δηλώνουν όργανο ή μέσο |
|
Καταλήξεις ουσιαστικών που παράγονται από ρήματα και δηλώνουν όργανο ή μέσο |
-τρον ή -θρον
-τρα ή -θρα
-τήρ
-τηρία
-τήριον
-ανον
-άνη
-όνη
-ίς |
ἄροτρον
ξύστρα
λουτήρ
ἀρτηρία
ποτήριον
δρέπανον
σκαπάνη
ἀγχόνη
γραφίς |
< ἀρόω, ἀρῶ
< ξύω, ἀποβάθρα < ἀποβαίνω
< λούω
< ἀείρω
< πίνω
< δρέπω
< σκάπτω
< ἄγχω
< γράφω |
|
|
|
• Ουσιαστικά που δηλώνουν τόπο |
Καταλήξεις ουσιαστικών που παράγονται από ρήματα και δηλώνουν τόπο |
-τήριον
-τρα
-τρον
-θρον |
ὁρμητήριον
παλαίστρα
θέατρον
βάθρον |
< ὁρμάομαι, ὁρμῶμαι
< παλαίω
< θεάομαι, θεῶμαι
< βαίνω |
|
Ασκήσεις
- Να σχηματίσετε παράγωγα ουσιαστικά που να φανερώνουν όργανο ή μέσο από τα παρακάτω ρήματα:
θέλγω |
→ |
τὸ |
___________________ |
κομίζω |
→ |
τὰ |
___________________ |
φοβέω, φοβῶ |
→ |
τὸ |
___________________ |
πλήττω |
→ |
τὸ |
___________________ |
λάμπω |
→ |
ὁ |
___________________ |
λύω |
→ |
τὸ |
___________________ |
χέω |
→ |
ἡ |
χύ_________________ |
|
|
ἡ |
χο-_________________ |
- Να σχηματίσετε από τα παρακάτω ρήματα παράγωγα ουσιαστικά που να φανερώνουν τόπο:
ἐργάζομαι |
→ |
τὸ |
___________________ |
ὀρχέομαι, ὀρχοῦμαι |
→ |
ἡ |
___________________ |
δικάζω |
→ |
τὸ |
___________________ |
γυμνάζω |
→ |
τὸ |
___________________ |
- Να αντιστοιχίσετε τα ρήματα της στήλης Α′ με τα παράγωγα ουσιαστικά τους στη στήλη Β′ και να γράψετε δίπλα στο καθένα τι δηλώνει:
Α′ |
Β′ |
δηλώνει |
1. κεράννυμι (= αναμειγνύω) |
α. λέκτρον (= κρεβάτι) |
_______________________ |
2. κλείω (= κλείνω) |
β. κρατήρ |
_______________________ |
3. λέχομαι (= κοιμίζω κάποιον) |
γ. νιπτήρ |
_______________________ |
4. γλύφω (= σκαλίζω) |
δ. κλεῖθρον (= κλειδί) |
_______________________ |
5. νίζω / νίπτω (= πλένω) |
ε. γλύφανον (= σμίλη) |
_______________________ |
Γ. Γραμματική
1. Η αύξηση
Τα ρήματα στην οριστική των ιστορικών χρόνων, δηλ. του παρατατικού, του αορίστου και του υπερσυντελίκου, παίρνουν στην αρχή του θέματος αύξηση, η οποία δηλώνει το παρελθόν. Υπάρχουν δύο είδη αύξησης: η συλλαβική και η χρονική.
ρήματα που αρχίζουν
από σύμφωνο |
|
ρήματα που αρχίζουν
από φωνήεν ή δίφθογγο |
|
|
|
συλλαβική αύξηση |
|
χρονική αύξηση |
προσθήκη
ενός ἐ- πριν από το θέμα |
λύω
γράφω |
→
→ |
ἔ-λυ-ον
ἔ-γραφ-ον |
|
|
έκταση
του αρχικού βραχύχρονου φωνήεντος |
α, ε → η |
|
ἄρχω |
→ |
ἦρχον |
|
ἐλπίζω |
→ |
ἤλπιζον |
αι, ει → ῃ |
|
αἴρω |
→ |
ᾖρον |
|
εἰκάζω |
→ |
ᾔκαζον |
ο → ω |
|
ὁρίζω |
→ |
ὥριζον |
|
|
|
|
οι → ῳ |
|
οἰκίζω |
→ |
ᾤκιζον |
|
|
|
|
ῐ , ῠ → ῑ , ῡ |
|
ἱδρύω |
→ |
ἵδρυον |
|
ὑβρίζω |
→ |
ὕβριζον |
αυ, ευ → ηυ |
|
αὔξω |
→ |
ηὖξον |
|
εὕδω |
→ |
ηὗδον |
|
- Τα ρήματα που αρχίζουν από ῥ-, όταν παίρνουν αύξηση, γράφονται με δύο ρ,
π.χ. ῥίπτω → ἔρριπτον.
- Στα σύνθετα ή παρασύνθετα[1] ρήματα με α΄ συνθετικό πρόθεση, η αύξηση μπαίνει μετά την πρόθεση, π.χ. ἀπάγω → ἀπῆγον, ἐκφέρω → ἐξέφερον, ἐγκωμιάζω → ἐνεκωμίαζον.
2. Οριστική παρατατικού ρήματος εἰμί
Ο παρατατικός, όπως και στη ν.ε., είναι ο ιστορικός χρόνος που δηλώνει ότι μια πράξη γινόταν διαρκώς ή επανειλημμένα στο παρελθόν.
Το ρ. εἰμί κλίνεται στην οριστική του παρατατικού ως εξής (να συμπληρώσετε τους τύπους των προσωπικών αντωνυμιών που λείπουν):
α.ε. |
ν.ε. |
______________ |
ἦ και ἦν |
ήμουν |
______________ |
ἦσθα |
ήσουν |
(οὗτος, αὕτη, τοῦτο) |
ἦν |
ήταν |
______________ |
ἦμεν |
ήμαστε |
______________ |
ἦτε |
ήσαστε |
(οὗτοι, αὗται, ταῦτα) |
ἦσαν |
ήταν |
3. Οριστική παρατατικού και αορίστου ενεργητικής φωνής βαρύτονων ρημάτων
Σε αυτή την Ενότητα θα διδαχτείτε τον σχηματισμό της οριστικής έγκλισης του παρατατικού και του αορίστου ενεργητικής φωνής των βαρύτονων ρημάτων.
Σχηματισμός οριστικής παρατατικού ε.φ.
Σχηματισμός οριστικής αορίστου ε.φ.
Κλίση
οριστική παρατατικού |
οριστική αορίστου |
α.ε. |
ν.ε. |
α.ε. |
ν.ε. |
ἐ-τόξευ-ον
ἐ-τόξευ-ες
ἐ-τόξευ-ε
ἐ-τοξεύ-ομεν
ἐ-τοξεύ-ετε
ἐ-τόξευ-ον |
τόξευα
τόξευες
τόξευε
τοξεύαμε
τοξεύατε
τόξευαν |
ἐ-τόξευ-σ-α
ἐ-τόξευ-σ-ας
ἐ-τόξευ-σ-ε(ν)
ἐ-τοξεύ-σ-αμεν
ἐ-τοξεύ-σ-ατε
ἐ-τόξευ-σ-αν |
τόξευσα
τόξευσες
τόξευσε
τοξεύσαμε
τοξεύσατε
τόξευσαν |
- Να υπογραμμίσετε στο κείμενο της Ενότητας τα ρήματα που έχουν καταλήξεις παρατατικού και αορίστου ίδιες με αυτές της ν.ε. (π.χ. έδενες, έδεσα).
4. Οριστική αορίστου ενεργητικής φωνής αφωνόληκτων βαρύτονων ρημάτων
Ισχύουν όσα διδαχτήκατε στην προηγούμενη Ενότητα για τη συγχώνευση του άφωνου χαρακτήρα του ρήματος με τον χρονικό χαρακτήρα -σ- στον μέλλοντα:
χειλικόληκτα: -ψα, π.χ. τρέπ-ω → ἔ-τρεπ-σ-α → ἔτρεψα, βλάπτω → ἔβλαψα.
ουρανικόληκτα: -ξα, π.χ. λήγω → ἔληγ-σ-α → ἔληξα, τάττω → ἔταξα.
οδοντικόληκτα: -σα, π.χ. πείθω → ἔπειθ-σ-α → ἔπεισα.
Ασκήσεις
- Να συμπληρώσετε τον κατάλληλο τύπο οριστικής παρατατικού του ρήματος εἰμὶ στις παρακάτω φράσεις:
α. Ὁ Ἀριστείδης δίκαιος ______________ .
β. Ἰατρὸς ______________ ἄτεχνος (= χωρίς γνώση της τέχνης του, αδαής).
γ. Ἡ μήτηρ καὶ ἡ θυγάτηρ καλαὶ ______________ .
δ. Ἐγὼ σύμβουλος ἀγαθὸς ______________ ὑμῖν.
ε. Ὁ δὲ τρόπος τῆς ὀρχήσεως οὗτος ______________ .
- Να γράψετε τα ρήματα των παρακάτω προτάσεων στον αντίστοιχο τύπο του παρατατικού (όσα δίνονται στον ενεστώτα) ή του ενεστώτα (όσα δίνονται στον παρατατικό):
α. Ὁ δοῦλος βοηθὸς ἦν τοῦ κυρίου αὐτοῦ.
β. Ὑμεῖς ἐστε προγόνων ἀγαθῶν.
γ. Οἱ τριάκοντα ἦσαν τύραννοι.
δ. Σὺ εἶ φίλος ἡμῖν.
ε. Δημοσθένης ἦν δεινότατος λέγειν.
- Να μεταφέρετε τις ακόλουθες φράσεις στην α.ε.:
εσύ άλλαζες |
→ |
______________________ |
εγώ έβλαψα |
→ |
______________________ |
εμείς διδάσκαμε |
→ |
______________________ |
εσείς ψηφίσατε |
→ |
______________________ |
οι πολίτες κινδύνευαν |
→ |
______________________ |
- Να συμπληρώσετε τους αντίστοιχους τύπους των άλλων χρόνων των ρημάτων που δίνονται στον πίνακα:
ενεστώτας |
παρατατικός |
μέλλοντας |
αόριστος |
ἀγοράζεις |
|
|
|
|
ἐδίωκε |
|
|
|
|
κόψετε |
|
|
|
|
ἔπαυσαν |
τρέπομεν |
|
|
|
|
ἐγύμναζες |
|
|
|
|
|
ἔπεισαν |
πλήττει |
|
|
|
|
|
ἁρπάσομεν |
|
|
ἐστρέφετε |
|
|
- Να συμπληρώσετε τα κενά των παρακάτω προτάσεων:
α. Ὁ στρατηγὸς __________________ (κηρύττει, οριστ. αορ.) τὸν πόλεμ____ .
β. Αἱ μυροφόρ____ μύρον __________________ (φέρω, οριστ. παρατ.).
γ. Οἱ πολέμι____ τὴν αὑτῶν δύναμιν __________________ (ἀθροίζω, οριστ. παρατ.).
δ. Κῦρος __________________ (κελεύω, οριστ. αορ.) τοὺς στρατιώτ____ μάχεσθαι.
ε. Σὺ __________________ (φυλάττω, οριστ. αορ.) τὴν τῶν νόμ____ τάξιν.
- Συμπληρώνοντας τις λέξεις που ζητούνται στα αντίστοιχα τετραγωνίδια θα σχηματιστεί στην έγχρωμη στήλη το όνομα της συζύγου του Περικλή:
α. α′ πληθ. οριστ. αορ. ρ. ἀθροίζω
β. γ′ εν. οριστ. αορ. ρ. κρούω
γ. β′ εν. οριστ. παρατ. ρ. κόπτω
δ. β′ εν. οριστ. αορ. ρ. σῴζω
ε. γ′ εν. οριστ. αορ. ρ. ἱππεύω
στ. γ′ πληθ. οριστ. παρατ. ρ. νομίζω
ζ. β′ πληθ. οριστ. αορ. ρ. ἐλπίζω |
|
Οὐδὲν ἀλυσιτελέστερόν ἐστι φιλοδοξίας
Διογένης Λαέρτιος, Βίοι Φιλοσόφων 5.41
Τίποτε δεν είναι πιο ανώφελο από τη φιλοδοξία.
[1] Παρασύνθετα λέγονται τα ρήματα που προέρχονται: α. από συγγενή σύνθετα ονόματα, π.χ. δυστυχής > δυστυχῶ, ή β. από δύο ή περισσότερες λέξεις που αποτελούν μία έννοια, π.χ. ἐν χειρὶ τίθημι (= τοποθετώ στο χέρι) > ἐγχειρίζω. |