Αργύρη Εφταλιώτη, «Πατινάδα»
Τώρα που η νύχτα πύκνωσε και γέρνει το φεγγάρι,
που ένα αγόρι ξαγρυπνάει για το χατήρι σου,
που το σκοτάδι η γης φορεί κι ο ουρανός τη χάρη,
έβγα φεγγαροπρόσωπη στο παραθύρι σου.
Έβγα και γλυκοπότισε λουλούδια μαραμένα,
κι αν έχεις στάλα πονεσιά μες την καρδούλα σου,
λυπήσου με και δόστηνα σε χείλη διψασμένα,
να αναστηθώ σα λούλουδο με τη δροσούλα σου.
Η θάλασσα τη γης φιλάει και τις ιτιές τ' αγέρι,
κι εγώ μονάχα δε φιλώ τα δυο χειλάκια σου.
Με χίλια αστέρια ο ουρανός κι εγώ χωρίς αστέρι!
σκοτάδι η γη, κι εγώ χωρίς τα δυο ματάκια σου.
Κατέβα και περπάτηξε, Νεράιδα, μες τα σκότη,
και μίλησέ μου, να θαρρώ πως αναστήθηκα.
Πες μου τα λόγια τα γλυκά που πρωτολέει η Νιότη,
κι ας απεθάνω ακούγοντας πως αγαπήθηκα.
[πηγή: Εφταλιώτης, Άπαντα, τόμος πρώτος, φιλ. επιμ. Γ. Βαλέτας, Εκδόσεις Πηγής, Αθήνα 1952, σ. 55]
|